Κυριακή 22 Απριλίου 2012

Ο Μαρξ δεν άφησε σε κανένα τη σφραγίδα της ορθοδοξίας


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΕΥΤΥΧΗ ΜΠΙΤΣΑΚΗ ΣΤΟ ΒΑΣΙΛΗ ΜΗΝΑΚΑΚΗ

12/11/1995, εφημερίδα ΠΡΙΝ

-Να συζητάμε, όχι για να ετοιμάσουμε μια εκλεκτική σαλάτα, αλλά για να ανακτήσουμε το επιστημονικό κεκτημένο του μαρξισμού.
 Το “φάντασμα” του Μαρξισμού, που  μετά τις καταρρεύσεις των ανατολικών χωρών και του παραδοσιακού ΚΚ χαρακτηριζόταν ως άταφος νεκρός, φαίνεται να «επιστρέφει» το τελευταίο διά­στημα. Γιατί, πώς και με ποιους όρους γίνεται αυτή η «επιστρο­φή»; Προσφύγαμε για μια πρώτη απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα στον Ευτυχή Μπιτσάκη, ο οποίος συμμετείχε στο διεθνές συνέδριο για τον Μαρξ που έγινε πριν λίγες μέρες στο Παρίσι και στο ακόμα πιο πρόσφατο επιστημονικό συ­μπόσιο που έγινε στη χώρα μας από την εταιρία Σπουδών Νεοελ­ληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας (Ιδρυτής Σχολή Μωραίτη).

-Οι συζητήσεις, τα Συμπόσια, τα βιβλία, τα άρθρα για το Μαρξισμό πληθαίνουν τελευταία. Γιατί τόσο ενδιαφέρον για μια κοσμοθεωρία που μόλις χθες όλοι σχεδόν μιλού­σαν για το τέλος της;
- Προφανώς δεν πρόκειται για μό­δα. Σήμερα η ανθρωπότητα ζει μια από τις πιο βάρβαρες στιγμές της ι­στορίας. Δηλαδή, η κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου α­νέτρεψε τον παλιό συσχετισμό δυ­νάμεων. Μια «νέα τάξη» πραγμά­των τείνει να αποκρυσταλλωθεί, ως συνέπεια αυτής της κατάρρευσης. Πολλοί βιάστηκαν να χαιρετήσουν την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου ως το τέλος του Κομ­μουνισμού (αλλά υπήρξε κομμουνι­σμός;) το τέλος της Ιστορίας και το θάνατο του Μαρξισμού. Ως μόνη προοπτική για την ανθρωπότητα φαντάστηκαν την παγκόσμια επι­κράτηση του καπιταλισμού και αντίστοιχα της αστικής δημοκρατίας, με συνέπεια το τέλος των ιδεολο­γιών, το τέλος της πολιτικής και τη μετατροπή των ανθρώπων σε παραγωγικά καταναλωτικά θηλαστικά. Ποιο ήταν το λάθος των ιδεολόγων της κεφαλαιοκρατικής «μετα-νεωτερικότητας;» Ότι αγνόησαν την πραγματική δυναμική του καπιταλισμούη οποία χαρακτηρίζεται από την παγκοσμιοποίηση και την όξυνση των αντιθέσεων: των αντιθέσε­ων ανάμεσα στις τάξεις, ανάμεσα στα έθνη, ανάμεσα στις μητροπό­λεις του καπιταλισμού, ανάμεσα σας ιμπεριαλιστικές χώρες και στο λεγόμενο τρίτο κόσμο. Τέλος, την εξάντληση των φυσικών αποθεμά­των και τη  μόλυνση του περιβάλλο­ντος. Η σημερινή κρίση υπερσυσσώρευσης , η ανάγκη για πρώτες ύλες,  αγορές και φτηνή εργατική δύναμη αναδιατάσσουν τα παγκόσμια δεδομένα. Με την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου δεν ο­δηγηθήκαμε συνεπώς σε μια «Νέα Τάξη», αλλά σε ένα κόσμο «Νέας αξίας»; Ο πόλεμος του Κόλπου, η διάλυση και ο εμφύλιος πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, η στρατιωτική επέμβαση στη Σομαλία, είναι τα προανακρούσματα της νέας ιμπε­ριαλιστικής «τάξης».
Η τραγική πραγματικότητα των ημερών μας, θέτει αμείλικτα ερω­τήματα για την πορεία και το μέλ­λον της ανθρωπότητας. Εκεί, βρί­σκεται η κύρια αντικειμενική αιτία που εξηγεί την έναρξη μιας διαδι­κασίας αναγέννησης της μαρξιστι­κής θεωρίας.
-Πολλοί πράγματι μιλούν για επι­στροφή του Μαρξισμού, Αλλά ποιος μαρξισμός είναι αυτός που επιστρέ­φει; Τι δείχνουν τα συνέδρια που παρακολουθήσατε στο Παρίσι και στην Αθήνα;
-Μετά τα κοσμοϊστορικά (με την αρνητική έννοια) γεγονότα των τε­λευταίων ετών, θα ήταν τραγικό να παραμείνουμε στις παλιές διαχωρι­στικές γραμμές και να αναζητήσου­με, μέσα από τα ερείπια, κάποια νέα «ορθοδοξία», κάποιο «γνήσιο» μαρξισμό, οδηγό στην επαναστατι­κή πράξη. Βέβαια, υπάρχουν αυτοί που δεν θέλουν ή δεν μπορούν να καταλάβουν: αυτοί που δεν δέχο­νται το γεγονός της κατάρρευσης, μιλούν για ανατροπή και για προ­δοσία, παραμένοντας πιστοί στην αστυνομική αντίληψη της ιστορίας. Αλλά, αν δεν είμαστε τυφλοί, θα έ­χουμε αντιληφθεί ότι κατέρρευσε ένα ολόκληρο στρατόπεδο. Ότι ε­ξαφανίστηκε σαν να μην είχε υπάρξει. Ότι η εργατική τάξη αυτών των χωρών είτε παρακολούθησε παθη­τικά τα γεγονότα είτε πρωτοστάτη­σε στην ανατροπή από τα μέσα αυ­τών των κοινωνιών. Τα γεγονότα θέτουν αμείλικτα ερωτήματα: Γιατί απέτυχε η πρώτη απόπειρα οικοδό­μησης σοσιαλιστικών κοινωνιών; Γιατί παντού το κόμμα και το κρά­τος αυτονομήθηκαν από την κοινω­νία και επιβλήθηκαν στην κοινωνία ως μηχανισμοί ξένοι, αλλοτριωτικοί και καταπιεστικοί; Γιατί παντού οι επαναστατικές δυνάμεις έχασαν την εξουσία και παντού την ιδιο­ποιήθηκε η κρατική – κομματική γραφειοκρατία; Γιατί η εργατική τάξη αυτών των χωρών δεν ενδια­φέρθηκε να οδηγήσει την κρίση στην επαναστατική υπέρβαση; Για­τί ο μαρξισμός σ’ αυτές τις χώρες δεν κατέκτησε τη συνείδηση των λαών, οι οποίοι εν πολλοίς, έμειναν δέσμιοι της κεφαλαιοκρατικής ιδε­ολογίας, του εθνικισμού και του θρησκευτικού μυστικισμού; Πώς ε­ξηγείται η ηθική σήψη της γραφειο­κρατίας, η οποία αδίστακτα ιδιο­ποιήθηκε τον κοινωνικό πλούτο και χρησιμοποίησε την ωμή βία για να διατηρήσει τα προνόμια της;
Αυτά και πολλά όμοια ερωτήμα­τα θέτει η πραγματικότητα στη θε­ωρία. Ποιος μαρξισμός λοιπόν θα απαντήσει; Ο νεκρός μαρξισμός της γραφειοκρατίας; Τα σοσιαλδη­μοκρατικά ρεύματα; Η άλλοτε σχο­λή της πράξης; Ο νεότευκτος ανα­λυτικός μαρξισμός; Η μαοϊκή ανά-γνώση του μαρξισμού; Η τροτσκιστική ή η αναρχική σκέψη; Ο Μαρξ δεν άφησε, πεθαίνοντας, σε κανέ­ναν τη σφραγίδα της ορθοδοξίας και κληρονομικά δικαιώματα. Χω­ρίς μηδενισμό της προσφοράς των διάφορων ρευμάτων που αναφέρο­νται στον Μαρξ, πρέπει να καταρ­γήσουμε τις παλιές διαχωριστικές γραμμές και να αρχίσουμε να συζη­τάμε. Να συζητάμε, όχι για να ετοι­μάσουμε μια εκλεκτική σαλάτα, αλ­λά για να επισημάνουμε ζητήματα, να αναζητήσουμε απαντήσεις, να ανακτήσουμε μέσα από τους σω­ρούς των ερειπίων το επιστημονικό κεκτημένο του μαρξισμού. Να ανι­χνεύσουμε τις λανθάνουσες δυνα­τότητες της εποχής μας, τις νέες κοινωνικές δυνάμεις και τη διέξοδο από την κεφαλαιοκρατική βαρβα­ρότητα. Και η διέξοδος δεν μπορεί να είναι άλλη από το σοσιαλισμό.
- Ποιες είναι λοιπόν οι σχετικές ε­ντυπώσεις σας από τα συνέδρια που παρακολουθήσατε στο Παρίσι και στην Αθήνα;
- Κατά τη γνώμη μου, το πρόσφατο μεγάλο συνέδριο του Παρισιού, κι­νήθηκε προς αυτή την κατεύθυνση. Στελέχη του ΓΚΚ, ανένταχτοι, τρο­τσκιστές, μαοϊκοί, αναρχικοί οικο­λόγοι, νεομαρξιστές, χωρίς απο­κλεισμούς και ξεπερνώντας την α­παισιοδοξία των ετών που ακολού­θησαν την κατάρρευση, αναζήτη­σαν τις αιτίες της αποτυχίας στη θε­ωρία και στην πράξη και προπα­ντός αναζήτησαν τις δυνατότητες διεξόδου από τη σημερινή πραγμα­τικότητα. Οι διαφορές και οι αντι­θέσεις δεν έλειψαν – αυτό είναι φυ­σικό. Αλλά η κατάρρευση των τειχών και η ύπαρξη κοινού στρατηγι­κού στόχου δημιουργούν τη βάσιμη αισιοδοξία, ότι μέσα από αντιθέ­σεις και συγκρούσεις θα αρχίσει να αναδύεται ένα νέο ρεύμα επανα­στατικού μαρξισμού το οποίο θα α­νταποκρίνεται στις πραγματικότη­τες και στις δυνατότητες της εποχής μας.
Τώρα, ως προς την Αθήνα: Εδώ τα τείχη δεν έχουν πέσει ακόμα. Το Κάστρο του Περισσού είναι απο­στειρωμένο και το μικρόβιο της θε­ωρίας. Του αρκεί η λέξη «μαρξι­σμός – λενινισμός» και η αστυνομι­κή αντίληψη της Ιστορίας. Στο Συνασπισμό κάτι κινείται, αλλά με δε­σπόζουσα κατεύθυνση τη σοσιαλ­δημοκρατική. Οι μικρές δυνάμεις της μη συναινετικής Αριστεράς, εί­ναι οι μόνες που έχουν δημιουργή­σει ήδη μια μικρή θεωρητική παρά­δοση με βιβλία, περιοδικά και δη­μόσιες συναντήσεις. Τα τείχη εδώ έχουν αποσαθρωθεί, αλλά ακόμα δεν ξεπεράσαμε την αντίληψη ότι ο καθένας μας είναι ο περίπου απο­κλειστικός κάτοχος της αλήθειας. Τέλος, στη χώρα μας, όπως και στη δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ, υ­πάρχει ένα αξιοσημείωτο ρεύμα «ακαδημαϊκού μαρξισμού», με τα αρνητικά και τα θετικά του. Τα θε­τικά βρίσκονται στη συστηματική απασχόληση με τη θεωρία και στη γνώση των πηγών της παράδοσης και των προβλημάτων, καθώς και στην παλιότερη ή και στη σημερινή πολιτική ένταξη πολλών διανοητών του ρεύματος στους χώρους της Αριστεράς. Τα αρνητικά βρίσκο­νται στη σχετική αποκοπή από την πολιτική πράξη, στην επίδραση ποι­κίλων αστικών θεωριών και στην α­νάμειξη στοιχείων τους με το μαρ­ξισμό, στη θεωρησιακή πρακτική και τέλος, στη σχετική περιχαρά­κωση αυτών των δυνάμεων. Αλλά στο βαθμό που θα αρχίσει κάποια αναγέννηση του εργατικού αιτήμα­τος, θα υπάρξει και κάποια όσμω­ση ανάμεσα στην κοινωνική πρωτο­πορία και τους φορείς του «ακαδη­μαϊκού μαρξισμού» προς αμοιβαίο όφελος.
Αν δούμε συνολικά το πρόβλη­μα, θα διαπιστώσουμε ότι στη δύση κυκλοφορούν εκατοντάδες αριστε­ρά και μαρξιστικά περιοδικά: Ότι στα πανεπιστήμια υπάρχει πλήθος ερευνητών που αυτοπροσδιορίζονται ως μαρξιστές. Στις ΗΠΑ, π.χ. κατά τις περιοδικές συναντήσεις των μαρξιστών – πανεπιστημιακών (Marxist scholars) συγκεντρώνονται περίπου δυο χιλιάδες μαρξιστές -πανεπιστημιακοί. Που βρίσκεται το πρόβλημα; Ότι με τον εκφυλισμό του εργατικού και του κομμουνιστι­κού κινήματος ο πανεπιστημιακός μαρξισμός είναι αποκομμένος από την κοινωνία με όλες τις αρνητικές συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Γι’ αυτό μίλησα παραπάνω, για τη μελλοντική δυνατότητα όσμωσης, ε­πανασύνδεσης του ακαδημαϊκού μαρξισμού με το εργατικό κίνημα.
- Παρ’ όλα αυτά, τι θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως τον πυρήνα της μαρξιστικής θεωρίας; Ως το επιστημονικό κεκτημένο του μαρξισμού;
-Αυτό είναι το ζητούμενο. Και αυ­τό ψάχνουμε τι πρέπει να αναζητή­σουμε. Προφανώς, λοιπόν, δεν έχω απάντηση σ? αυτό το ερώτημα. Ωστόσο, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Ότι αυτό που υπήρξε, τόσο στη θε­ωρία, όσο και στην πράξη, δεν ήταν το μηδέν. Ότι δεν ξεκινάμε από έ­να μηδενικό σημείο. Είμαστε οι «κληρονόμοι» μιας τεράστιας πείρας 150 χρόνων θεωρητικής και πρακτικής, θετικής και αρνητικής. Και νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε, Όχι για να παίρνουμε κουράγιο, αλ­λά γιατί ως προς αυτό έχει ήδη α­ποφανθεί η ιστορία, ότι το επιστη­μονικό κεκτημένο του μαρξισμού δεν είναι μηδενικό. Η κριτική της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, οι α­ντιθέσεις και η πορεία της, έχουν ορθά αναλυθεί από τους κλασι­κούς: Ιδιαίτερα η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, οι κρίσεις, το πέρασμα του καπι­ταλισμού στο ιμπεριαλιστικό στά­διο, είχαν προβλεφθεί από τη μαρξιστική, θεωρία. Το ίδιο ισχύ­ει, για την κατάρρευση της αποι­κιοκρατίας και για τη δυνατότητα των σοσιαλιστικών επαναστάσε­ων. Ο ιστορικός υλισμός, παρά τα στοιχεία μηχανιστικού ντετερμινι­σμού, οικονομισμού κ.λ.π. που πε­ριέχει, αποτέλεσε πράγματι και αποτελεί μια νέα επιστημονική ή­πειρο, την οποία οι θεωρητικοί ο­φείλουν να αποκαθάρουν από τις ξένες προσμίξεις και να καλλιερ­γήσουν. Το ίδιο ισχύει για τη μαρ­ξιστική θεωρία της γνώσης και τη μαρξιστική επιστημολογία, καθώς και για τη μαρξιστική θεωρία της Τέχνης, η οποία υπέφερε ιδιαίτε­ρα στη σταλινική προκρούστεια κλίνη. Χωρίς μηδενισμούς, χωρίς αφελείς αισιοδοξίες, με αίσθηση της τραγικότητας της στιγμής και της αντίστοιχης ευθύνης, οι θεω­ρητικοί που στρατεύονται στην υ­πηρεσία της ανθρώπινης απελευ­θέρωσης, έχουν πολύ έργο να επι­τελέσουν, σ’ ένα κόσμο που ωθεί­ται στην απολιτικοποίηση και στην ιδεολογική αποχαύνωση.
- Στο συνέδριο του Παρισιού πα­ραβρέθηκαν όλα τα ρεύματα των παραδοσιακών ΚΚ. Τι μπορούμε να πούμε σήμερα για την ιστορική τους συνεισφορά στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον του επα­ναστατικού κινήματος;
- Υπάρχουν δυο ακραίες τάσεις για την αντιμετώπιση του κινήμα­τος. Κατά την πρώτη όλα περίπου πήγαιναν καλά στον καλύτερο των δυνατών κόσμων. Όμως-βρέ­θηκαν οι προδότες Γκορμπατσόφ και Γιέλτσιν, που ανέτρεψαν (προσωρινά έστω!) τον ρουν της Ιστορίας. Δεν αξίζει να συζητή­σουμε αυτή την «άποψη». Αξίζει όμως να αντιμετωπίσουμε την άλ­λη τάση: Την τάση μηδενισμού της θεωρητικής παράδοσης και όχι μόνο αυτής. Όμως για τον ψύ­χραιμο ερευνητή τα κομμουνιστι­κά κόμματα και ευρύτερα η Αρι­στερά, έχουν δημιουργήσει στη δύση μια μεγάλη παράδοση στο χώρο της θεωρίας (Ιστορία, Φιλο­σοφία, Επιστημολογία κ.λ.π.) κα­θώς και στο χώρο της λογοτεχνίας και της τέχνης. Τα παραδείγματα είναι γνωστά. Φυσικά, όλη αυτή η παράδοση δεν είναι ανεπηρέαστη από στοιχεία της αστικής ιδεολο­γίας. Άλλο όμως να την αποκαθάρουμε και να την αναπτύξουμε και άλλο να τη μυκτηρίζουμε, απολυτοποιώντας τα αρνητικά της στοιχεία. Αντίστοιχα, η συνεισφο­ρά των άλλοτε σοσιαλιστικών χω­ρών δεν περιορίζεται στο σχημα­τικό, απλοποιημένο μαρξισμό, στην απλοϊκή ντετερμινιστική α­ντίληψη για την ιστορία ή στην αστική αντίληψη για την πρόοδο. Στις χώρες αυτές υπήρξαν πάντα ανεξάρτητοι στοχαστές. Το έργο τους, συχνά άγνωστο, θα μας εί­ναι πολύτιμο αν ενδιαφερθούμε να το γνωρίσουμε. Επίσης στο χώ­ρο της τέχνης, ο λίβας του ζυτανοφικού «σοσιαλιστικού ρεαλισμού» δεν μπόρεσε να ξηράνει όλα τα βλαστάρια της επαναστατικής τέ­χνης – οι χώρες αυτές έχουν δημι­ουργήσει νέες καλλιτεχνικές μορ­φές, έκφραση νέων περιεχομέ­νων, στη λογοτεχνία, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στη μουσική κ.λ.π. Ας μην βιαζόμαστε συνεπώς να μηδενίσουμε το παρελθόν μας. Ας προσπαθήσουμε να το γνωρί­σουμε και να το αφομοιώσουμε κριτικά.
Αυτά ως προς το παρελθόν και το παρόν. Ως προς το μέλλον, ας αφήσουμε το χρόνο να μιλήσει. Μόνο ας προσπαθήσουμε η ετυ­μηγορία του να είναι θετική.
- Ποια είναι λοιπόν κατά τη γνώ­μη σας σήμερα τα κεντρικά πεδία αντιπαράθεσης τον μαρξισμού με την αστική ιδεολογία;
- Κατ’ αρχήν, ολόκληρο το πεδίο της επιστήμης, της φιλοσοφίας, της τέχνης και της προπαγάνδας αλλά στο ευρύ αυτό μέτωπο θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε με­ρικές περιοχές κρίσιμης σημα­σίας. Πριν από όλα, πρέπει να α­ναδείξουμε την αντιδραστική ουσία του νεοφιλελευθερισμού, δη­λαδή του νεοσυντηρητισμού, που είναι η έκφραση των συμφερό­ντων του πολυεθνικού κεφαλαίου και που συνεπάγεται την ανεργία, τη φτώχεια μέσα στον πλούτο, την πνευματική αλλοτρίωση, την εξά­ντληση των φυσικών αποθεμάτων, την ένταση της εκμετάλλευσης του τρίτου κόσμου, τον εκφυλισμό της αστικής δημοκρατίας και τους πο­λέμους. Στην ιδεολογία αυτή πρέ­πει να αντιπαραθέσουμε μια άλλη αντίληψη για τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με τη φύ­ση που τον πυρήνα της θα τον βρούμε στο έργο των κλασικών. Ταυτόχρονα, πρέπει να αναδεί­ξουμε την ουσία επιμέρους ιδεο­λογημάτων, όπως οι μεταμοντέρ­νες θεωρίες, οι θεωρίες για μετακαπιταλιστική, μεταβιομηχανική κοινωνία, για κοινωνία της πληροφορίας κ.λ.π. Τα ιδεολογήματα αυτά επικαλύπτουν την ουσία: Ότι πρόκειται δηλαδή για φαινό­μενα της κεφαλαιοκρατικής κοι­νωνίας στην εποχή των πολυεθνι­κών. Συνολικά, πρέπει να αναπτύ­ξουμε τη μαρξιστική αντίληψη της ιστορίας, εναντίον των μυθευμά­των για το τέλος της, εναντίον της απολογητικής που επικαλύπτει τις αντιθέσεις. Στα πλαίσια αυτά, πρέπει να αναδείξουμε τη σχέση του αστικού διαφωτισμού με τη μαρξιστική ανθρωπολογία, που είναι σχέση ρήξης και διαλεκτι­κής υπέρβασης και όχι σχέση συνέχειας. Τέλος, πρέπει να ανα­πτύξουμε το μέτωπο του υλισμού στην περιοχή των φυσικών επι­στημών, εναντίον του κύματος του μυστικισμού που τρέφεται από την ίδια την πρόοδο της επιστή­μης, σε κοινωνίες όπως οι σημερι­νές, οι οποίες εκκρίνουν ως φυ­σιολογικό προϊόν τη φενακισμένη αντίληψη της πραγματικότητας. Και φυσικά, μένει ο κρίσιμος και κεφαλαιώδης χώρος της τέχνης και των μέσων μαζικής αλλοτρίω­σης, όπου οι κρατικές επιχορηγή­σεις, η βιομηχανία του θεάματος και οι πολυεθνικές δημιουργούν ακόμα πιο δύσκολες συνθήκες για τους δημιουργούς.
Αυτά, ως προς το παρελθόν και το παρόν. Αλλά μαζί με την κριτική του παρόντος και την ανα­συγκρότηση της θεωρίας, οφεί­λουμε να σκεφτόμαστε το μέλλον: Πώς θα μπορούσε να οικοδομη­θεί μια κοινωνία «ελεύθερων συ­νεταιρισμένων παραγωγών», η ο­ποία δεν θα επιτρέψει τη δημι­ουργία νέου, εκμεταλλευτικού στρώματος, που θα ακύρωνε τις κατακτήσεις της επανάστασης.
Μάλλον θα συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι υπάρχει δουλειά για τον καθένα. Πολλή δουλειά. Ας ριχτούμε, λοιπόν, στο κοινό έργο, «με στοχασμό και με όνειρο».
 Ανάρτηση από :http://kokkinhshmaia.wordpress.com