Του Χρήστου Α. Καπούτση
Σημαντική από κάθε άποψη είναι η συμφωνία που επετεύχθη για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ευοδώθηκαν οι συνομιλίες που έγιναν στην έδρα του ΟΗΕ στη Γενεύη, υπό την προεδρία της επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., Κ. Άστον, από την Ομάδα των Έξι (οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ρωσίας και της Κίνας), με τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών. Η συμφωνία αυτή, που διαμορφώνει ένα πλαίσιο επαναπροσέγγισης της Δύσης με το Ιράν, πιθανότατα θα αποτελέσει την αφετηρία ευρύτερων γεωπολιτικών ανακατατάξεων.
Οι διαπραγματεύσεις αφορούσαν τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, με αντάλλαγμα ελαφρύνσεις στις οικονομικές κυρώσεις που έχει επιβάλει η Δύση κατά της Τεχεράνης.
Η συμφωνία ανάμεσα στο Ιράκ και τις έξι δυνάμεις θα είναι εξάμηνης διάρκειας και στο διάστημα αυτό θα μεγιστοποιηθούν οι προσπάθειες επίτευξης συνολικής συμφωνίας. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε ότι το Ιράν δεν θα μπορεί να χρησιμοποιήσει τις συσκευές φυγοκέντρησης επόμενης γενιάς στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής και ότι βασικοί περιορισμοί φράσσουν την πιο προφανή πορεία της Ισλαμικής Δημοκρατίας για την κατασκευή ατομικής βόμβας.
Η συμφωνία, μεταξύ άλλων, προβλέπει το σταμάτημα της κατασκευής της εγκατάστασης (βαρέως ύδατος) στη βάση Αράκ όπου θα παραγόταν πλουτώνιο. Οι πυρηνικές εγκαταστάσεις σε Νατάνς και Φορντόου θα συνεχίσουν να λειτουργούν, αλλά υπό την εποπτεία διεθνών επιθεωρητών.
Επίσης, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν ότι θα χαλαρώσουν τις κυρώσεις που είχαν επιβάλει στο ΙΡΑΝ κατά 7 δισεκατομμύρια δολάρια, χωρίς να απαιτείται συμφωνία με το Κογκρέσο.Οι διαπραγματεύσεις αφορούσαν τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, με αντάλλαγμα ελαφρύνσεις στις οικονομικές κυρώσεις που έχει επιβάλει η Δύση κατά της Τεχεράνης.
Η συμφωνία ανάμεσα στο Ιράκ και τις έξι δυνάμεις θα είναι εξάμηνης διάρκειας και στο διάστημα αυτό θα μεγιστοποιηθούν οι προσπάθειες επίτευξης συνολικής συμφωνίας. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε ότι το Ιράν δεν θα μπορεί να χρησιμοποιήσει τις συσκευές φυγοκέντρησης επόμενης γενιάς στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής και ότι βασικοί περιορισμοί φράσσουν την πιο προφανή πορεία της Ισλαμικής Δημοκρατίας για την κατασκευή ατομικής βόμβας.
Η συμφωνία, μεταξύ άλλων, προβλέπει το σταμάτημα της κατασκευής της εγκατάστασης (βαρέως ύδατος) στη βάση Αράκ όπου θα παραγόταν πλουτώνιο. Οι πυρηνικές εγκαταστάσεις σε Νατάνς και Φορντόου θα συνεχίσουν να λειτουργούν, αλλά υπό την εποπτεία διεθνών επιθεωρητών.
Ο πρόεδρος του Ιράν Χασάν Ροχανί χαιρέτισε τη συμφωνία, λέγοντας ότι θα ανοίξει νέους ορίζοντες, Η ψήφος του λαού υπέρ της μετριοπάθειας και της εποικοδομητικής εμπλοκής με τις άοκνες προσπάθειες της διαπραγματευτικής μας ομάδας θα ανοίξει νέους ορίζοντες., δήλωσε «Το Ιράν δέχτηκε να σταματήσει να εμπλουτίζει ουράνιο πέραν του 5%. Δέχτηκε να μειώσει και να μετατρέψει τα αποθέματα εμπλουτισμένου κατά 20% ουρανίου που διαθέτει», διευκρίνισε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι. «Δεν υπάρχει η παραμικρή διαφορά ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ισραήλ για τον τελικό στόχο, που είναι να μην αποκτήσει το Ιράν πυρηνική βόμβα», επισήμανε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, προσθέτοντας: «Η ελπίδα μας είναι η συμφωνία για τα πυρηνικά να οδηγήσει σε μια νέα σχέση του Ιράν με τη Δύση και τους γείτονές του. Είμαι πεπεισμένος, όπως είναι και ο πρόεδρος Ομπάμα, ότι κάναμε τη σωστή επιλογή».
Έντονη αντίδραση του Ισραήλ
Το Ισραήλ κατήγγειλε εντονότατα την «κακή συμφωνία» στη Γενεύη για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, τονίζοντας ότι η Τεχεράνη πήρε αυτό που ήθελε. Ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Αβίγκντορ Λίμπερμαν, εκφράζοντας τη λύπη του για τη συμφωνία της Γενεύης, δήλωσε στο ισραηλινό ραδιόφωνο: «Η συμφωνία αυτή συνιστά τη μεγαλύτερη διπλωματική νίκη του Ιράν, το οποίο απέσπασε την αναγνώριση του αυτοαποκαλούμενου νόμιμου δικαιώματός του στον εμπλουτισμό ουρανίου». Όταν ρωτήθηκε για μια ενδεχόμενη ισραηλινή στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν, ο Λίμπερμαν, ηγέτης του εθνικιστικού κόμματος Ισραέλ Μπεϊτένου, τόνισε ότι όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι. Και διευκρίνισε ότι: «Η ασφάλεια του εβραϊκού λαού και των κατοίκων του Ισραήλ είναι αποκλειστική ευθύνη της ισραηλινής κυβέρνησης. Οποιαδήποτε απόφαση για το θέμα αυτό θα ληφθεί κατά τρόπο ανεξάρτητο και υπεύθυνο».
Το αμερικανικό θινκ τανκ Στράτφορ σε ανάλυσή του είχε εξετάσει τα σχέδια για ένα στρατιωτικό χτύπημα στο Ιράν. Αυτό θα ήταν επιτυχημένο μόνο αν το Ισραήλ αναλάμβανε δράση σε συνεργασία με τις ΗΠΑ. Όμως το ενδεχόμενο αυτό, δηλαδή της αμερικανοϊσραηλινής αεροπορικής επιδρομής στο Ιράν, είναι εξαιρετικά περιορισμένο, μετά τη συμφωνία της Γενεύης. Οι αναλυτές του Στράτφορ, υποστήριζαν ότι μια μονομερής επίθεση, δηλαδή χωρίς τις ΗΠΑ, δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή του Ισραήλ.
Το Ισραήλ κατήγγειλε εντονότατα την «κακή συμφωνία» στη Γενεύη για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, τονίζοντας ότι η Τεχεράνη πήρε αυτό που ήθελε. Ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Αβίγκντορ Λίμπερμαν, εκφράζοντας τη λύπη του για τη συμφωνία της Γενεύης, δήλωσε στο ισραηλινό ραδιόφωνο: «Η συμφωνία αυτή συνιστά τη μεγαλύτερη διπλωματική νίκη του Ιράν, το οποίο απέσπασε την αναγνώριση του αυτοαποκαλούμενου νόμιμου δικαιώματός του στον εμπλουτισμό ουρανίου». Όταν ρωτήθηκε για μια ενδεχόμενη ισραηλινή στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν, ο Λίμπερμαν, ηγέτης του εθνικιστικού κόμματος Ισραέλ Μπεϊτένου, τόνισε ότι όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι. Και διευκρίνισε ότι: «Η ασφάλεια του εβραϊκού λαού και των κατοίκων του Ισραήλ είναι αποκλειστική ευθύνη της ισραηλινής κυβέρνησης. Οποιαδήποτε απόφαση για το θέμα αυτό θα ληφθεί κατά τρόπο ανεξάρτητο και υπεύθυνο».
Το αμερικανικό θινκ τανκ Στράτφορ σε ανάλυσή του είχε εξετάσει τα σχέδια για ένα στρατιωτικό χτύπημα στο Ιράν. Αυτό θα ήταν επιτυχημένο μόνο αν το Ισραήλ αναλάμβανε δράση σε συνεργασία με τις ΗΠΑ. Όμως το ενδεχόμενο αυτό, δηλαδή της αμερικανοϊσραηλινής αεροπορικής επιδρομής στο Ιράν, είναι εξαιρετικά περιορισμένο, μετά τη συμφωνία της Γενεύης. Οι αναλυτές του Στράτφορ, υποστήριζαν ότι μια μονομερής επίθεση, δηλαδή χωρίς τις ΗΠΑ, δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή του Ισραήλ.
Ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις
Κομβικό σημείο των γεωστρατηγικών εξελίξεων, που θα πάρουν τη μορφή χιονοστιβάδας, είναι η διαφαινόμενη επέκταση της συμφωνίας των ΗΠΑ με το Ιράν, πέραν του πυρηνικού προγράμματός του. Είναι προφανές ότι η πιθανή επαναπροσέγγιση του Ιράν με τη Δύση (ΗΠΑ-Ε.Ε.), μέσω οικονομικών, εμπορικών και διπλωματικών σχέσεων, θα αλλάξει ριζικά τον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής. Θα διαμορφωθούν νέες συμμαχίες γεωοικονομικών και ενεργειακών συμφερόντων. Συμμαχίες που θα ανατρέψουν τις σημερινές διακρατικές ισορροπίες που, έτσι και αλλιώς, είναι πολύ εύθραυστες.
Το Ισραήλ ασκεί μεγάλες πιέσεις, ώστε να αποτραπεί η βαθύτερη προσέγγιση των Αμερικανών με το Ιράν. Το Ισραήλ, που σήμερα κατέχει κυρίαρχο ηγεμονικό ρόλο σε ολόκληρη της περιοχή, βρίσκεται ήδη σε δύσκολη θέση, μετά την επίτευξη της αμερικανόιρανικής συμφωνίας.
Το Ισραήλ βασίζεται στην στρατιωτική του ισχύ και στη αμέριστη υποστήριξη των Αμερικανών. Το Ιράν, από την άλλη, διαθέτει τεράστια ενεργειακά αποθέματα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο και είναι ελκυστικός σύμμαχος για τη Δύση.
Η αμερικανική διπλωματία έχει να αντιμετωπίσει το εξής δίλημμα: Μπορεί η επίτευξη των στρατηγικών στόχων να γίνει μέσω της στρατιωτικής ισχύος, ή μέσω της γεωοικονομίας και της ενέργειας, δηλαδή της οικονομικής διπλωματίας; Πιο απλά, οι Αμερικανοί προβληματίζονται αν θα πρέπει να επιτύχουν τον έλεγχο της πιο στρατηγικής περιοχής του πλανήτη, που περιλαμβάνει τη Β. Αφρικής , την ΑΝ. Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και την Αραβική Χερσόνησο, με την αξιοποίηση της στρατιωτικής ισχύος; Επιλογή όπου, το Ισραήλ, θα έχει σαφώς πρωταγωνιστικό ρόλο! Ή με την διπλωματία και με συμφωνίες σε πολιτικό και ενεργειακό τομέα με ισχυρά κράτη, όπως το Ιράν;
Βέβαια, το Ισραήλ, παρ’ όλα αυτά παραμένει ο βασικότερος σύμμαχος των Αμερικανών στην περιοχή.
Ενδεικτικό των πολύ σοβαρών εξελίξεων είναι ότι η Τουρκία σπεύδει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με το Ιράν. Ταυτόχρονα, η Τουρκία δείχνεται πιο συγκρατημένη στην υποστήριξη, που παρείχε αφειδώς μέχρι πρότινος, στους αντικαθεστωτικούς αντάρτες στη Συρία, ενώ έχει παγώσει τις προσπάθειες αναθέρμανσης των διπλωματικών σχέσεών της με το Ισραήλ.
Η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία έχουν επενδύσει πολλά στην αναβάθμιση των σχέσεών τους με το Ισραήλ. Είχαμε επισημάνει, σε παλαιότερη ανάλυσή μας, ότι η στρατηγική συνεργασία της Ελλάδας και της Κύπρου με το Ισραήλ μπορεί να έχει πλεονεκτήματα, αλλά κρύβει και παγίδες, ειδικά η συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα.
Ποια θα είναι η ελληνική επιλογή, αν το Ισαρήλ αποφασίσει να καταστρέψει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν με τη χρησιμοποίηση στρατιωτικών μέσων και ζητήσει τη βοήθεια της Ελλάδας, επικαλούμενο συμμαχικές υποχρεώσεις; Τι απαντά η ελληνική κυβέρνηση;
Επειδή οι διεθνείς εξελίξεις στην περιοχή μας αναμένονται ραγδαίες, θα πρέπει να αλλάξει ρότα η ελληνική εξωτερική πολιτική.
Η Ελλάδα χρειάζεται μια επιθετική, ευέλικτη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με πολυμερείς συμμαχίες στη βάση κοινών συμφερόντων, απαγκιστρωμένη από τις ιδεοληψίες και τα δόγματα του παρελθόντος.
Κομβικό σημείο των γεωστρατηγικών εξελίξεων, που θα πάρουν τη μορφή χιονοστιβάδας, είναι η διαφαινόμενη επέκταση της συμφωνίας των ΗΠΑ με το Ιράν, πέραν του πυρηνικού προγράμματός του. Είναι προφανές ότι η πιθανή επαναπροσέγγιση του Ιράν με τη Δύση (ΗΠΑ-Ε.Ε.), μέσω οικονομικών, εμπορικών και διπλωματικών σχέσεων, θα αλλάξει ριζικά τον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής. Θα διαμορφωθούν νέες συμμαχίες γεωοικονομικών και ενεργειακών συμφερόντων. Συμμαχίες που θα ανατρέψουν τις σημερινές διακρατικές ισορροπίες που, έτσι και αλλιώς, είναι πολύ εύθραυστες.
Το Ισραήλ ασκεί μεγάλες πιέσεις, ώστε να αποτραπεί η βαθύτερη προσέγγιση των Αμερικανών με το Ιράν. Το Ισραήλ, που σήμερα κατέχει κυρίαρχο ηγεμονικό ρόλο σε ολόκληρη της περιοχή, βρίσκεται ήδη σε δύσκολη θέση, μετά την επίτευξη της αμερικανόιρανικής συμφωνίας.
Το Ισραήλ βασίζεται στην στρατιωτική του ισχύ και στη αμέριστη υποστήριξη των Αμερικανών. Το Ιράν, από την άλλη, διαθέτει τεράστια ενεργειακά αποθέματα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο και είναι ελκυστικός σύμμαχος για τη Δύση.
Η αμερικανική διπλωματία έχει να αντιμετωπίσει το εξής δίλημμα: Μπορεί η επίτευξη των στρατηγικών στόχων να γίνει μέσω της στρατιωτικής ισχύος, ή μέσω της γεωοικονομίας και της ενέργειας, δηλαδή της οικονομικής διπλωματίας; Πιο απλά, οι Αμερικανοί προβληματίζονται αν θα πρέπει να επιτύχουν τον έλεγχο της πιο στρατηγικής περιοχής του πλανήτη, που περιλαμβάνει τη Β. Αφρικής , την ΑΝ. Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και την Αραβική Χερσόνησο, με την αξιοποίηση της στρατιωτικής ισχύος; Επιλογή όπου, το Ισραήλ, θα έχει σαφώς πρωταγωνιστικό ρόλο! Ή με την διπλωματία και με συμφωνίες σε πολιτικό και ενεργειακό τομέα με ισχυρά κράτη, όπως το Ιράν;
Βέβαια, το Ισραήλ, παρ’ όλα αυτά παραμένει ο βασικότερος σύμμαχος των Αμερικανών στην περιοχή.
Ενδεικτικό των πολύ σοβαρών εξελίξεων είναι ότι η Τουρκία σπεύδει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με το Ιράν. Ταυτόχρονα, η Τουρκία δείχνεται πιο συγκρατημένη στην υποστήριξη, που παρείχε αφειδώς μέχρι πρότινος, στους αντικαθεστωτικούς αντάρτες στη Συρία, ενώ έχει παγώσει τις προσπάθειες αναθέρμανσης των διπλωματικών σχέσεών της με το Ισραήλ.
Η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία έχουν επενδύσει πολλά στην αναβάθμιση των σχέσεών τους με το Ισραήλ. Είχαμε επισημάνει, σε παλαιότερη ανάλυσή μας, ότι η στρατηγική συνεργασία της Ελλάδας και της Κύπρου με το Ισραήλ μπορεί να έχει πλεονεκτήματα, αλλά κρύβει και παγίδες, ειδικά η συνεργασία στον στρατιωτικό τομέα.
Ποια θα είναι η ελληνική επιλογή, αν το Ισαρήλ αποφασίσει να καταστρέψει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν με τη χρησιμοποίηση στρατιωτικών μέσων και ζητήσει τη βοήθεια της Ελλάδας, επικαλούμενο συμμαχικές υποχρεώσεις; Τι απαντά η ελληνική κυβέρνηση;
Επειδή οι διεθνείς εξελίξεις στην περιοχή μας αναμένονται ραγδαίες, θα πρέπει να αλλάξει ρότα η ελληνική εξωτερική πολιτική.
Η Ελλάδα χρειάζεται μια επιθετική, ευέλικτη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με πολυμερείς συμμαχίες στη βάση κοινών συμφερόντων, απαγκιστρωμένη από τις ιδεοληψίες και τα δόγματα του παρελθόντος.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr