Του Λευτέρη Ριζά
Κάθε ημέρα που περνάει γίνεται
συνείδηση σε όλο και πιο πλατειά μάζα των Ελλήνων, ότι αυτή η κυβέρνηση είναι άκρως
ανίκανη και καθολικά επικίνδυνη. Βυθίζει στη φτώχεια τη συντριπτική πλειοψηφία του
λαού, καταστρέφει τη νέα γενιά – κανένα μέλλον δεν είναι ορατό γι αυτήν – ξεπουλάει
τον πλούτο του τόπου όσο-όσο, αλυσοδένει τη χώρα όλο και πιο σφιχτά στο άρμα των
μεγάλων δυνάμεων του ευρωπαϊκού και διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Βέβαια τίποτα από όλα αυτά δεν
είναι εντελώς καινούργιο. Το καθεστώς της εξάρτησης, της εθνικής υποτέλειας και
της κοινωνικής παρακμής δεν επιβλήθηκε τώρα τελευταία, με τα Μνημόνια. Όσοι ισχυρίζονται
κάτι τέτοιο μόνο απολογητές – συνειδητά ή ασυνείδητα – αυτού του καθεστώτος
είναι. Ή αγνοούν εντελώς, μα εντελώς την ελληνική ιστορία, τις επεμβάσεις των ξένων
στην Ελλάδα, από τότε ακόμα που ο λαός πήρε τα όπλα διεκδικώντας την εθνική απελευθέρωση
του (1821) και το επανέλαβε στη δεκαετία του ’40. Πολύ εύκολα, όποιος δεν την γνωρίζει,
μπορεί να μάθει την ιστορία του πολιτικού προσωπικού, των οικονομικών παραγόντων,
ακόμα και του «πνευματικού» κόσμου στη διάρκεια της Κατοχής. Όλων αυτών που όχι
μόνο δεν πήραν μέρος στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα αλλά έκαναν ό,τι πέρναγε από
το χέρι τους για τον εμποδίσουν, να το υποσκάψουν, να επαναφέρουν την παλιά κατάσταση
πραγμάτων πάλι στο προσκήνιο.
Η κατάσταση σήμερα θυμίζει πολύ
έντονα εκείνη την περίοδο. Ουσιαστικά ο λαός ζει μια «νέα κατοχή», χωρίς βέβαια
στρατεύματα κατοχής. Διαθέτει μια δημοκρατικά εκλεγμένη συγκυβέρνηση, που ακολουθεί
κατά γράμμα τις εντολές των ξένων και φυσικά και ντόπιων, κυρίαρχων που στο όνομα
του κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος και οράματος, της εξυπηρέτησης των δανειστών
μας κλπ κλπ, και στο όνομα – όχι πια του χιλιόχρονου Ράιχ ή του χιλιόχρονου ελληνικού
πολιτισμού του Μεταξά - ξεζουμίζει τον ελληνικό λαό, λεηλατεί τους κόπους
του και το μέλλον του και διαρπάζει τον πλούτου της ελληνικής γης.
Όποιος τολμάει ή θα τολμήσει
σήμερα και αύριο να αμφισβητήσει αυτή την κατάσταση, να παλέψει για να την αλλάξει
άνετα θα χαρακτηριστεί εχθρός της Ευρώπης, της Ελλάδας, του πολιτισμού και ό,τι
άλλο οι εξουσίες – ευρωπαϊκές και ντόπιες μπορούν να σκαρφιστούν – ώστε να
διωχθεί αμείλικτα. Και όλοι βέβαια θα χαρακτηριστούν «τρομοκράτες» της ησυχίας των
εκμεταλλευτών τους.
Τα πράγματα έτσι έχουν και όλο
και περισσότεροι και περισσότερο τα καταλαβαίνουν και συμφωνούν ότι κάτι πρέπει
επιτέλους να αλλάξει. Και πρώτα-πρώτα ότι πρέπει να ξεκουμπιστούν αυτοί που κυβερνάνε
σήμερα.
Το πρόβλημα, όμως, είναι τι
πρέπει να αλλάξει – εκτός φυσικά από την κυβέρνηση – και πώς ώστε ο τόπος και ο
λαός να ακολουθήσουν άλλο δρόμο; Αρκεί να μας λένε πως αν αλλάξει η κυβέρνηση –
αν π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει τις τύχες της χώρας – όλα θα γίνουν περίπου αυτόματα καλύτερα;
Δεν αρκεί. Κι η αλήθεια είναι πώς αυτό όλο και πιο πολύ συνειδητοποιείται και από
κύκλους μέσα και έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ομολογείται βέβαια ακόμα δειλά. Δεν λέγεται
φωναχτά. Ή λέγεται αποσπασματικά και αμέσως γίνεται προσπάθεια να «μαζευτούν» οι
παραδοχές. Θυμόμαστε όλοι μας τι έγινε με τις δηλώσεις του Μανώλη Γλέζου πριν λίγο
καιρό. Ή τι ταραχή πέφτει μόλις κάποιο στέλεχος αμφισβητήσει την «επίσημη» γραμμή
του «νανουρίσματος» [χτες ακόμα με τη δήλωση περί επαχθούς χρέους του Γ. Σταθάκη].
Η ταραχή ή αμηχανία, η προσπάθεια τα πράγματα κάπως να καλυφθούν και να ωραιοποιηθούν,
είναι δείγμα της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας που υπάρχει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφέρομαι σε αυτόν γιατί βάσιμα πια παρουσιάζεται ως διάδοχη κυβέρνηση, όποτε γίνουν
εκλογές.
Αυτή την αμηχανία της, την αβεβαιότητα
της για το αύριο – για το τι θα πρέπει και θα μπορεί να κάνει όταν ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ
θα πρέπει να κυβερνήσει – δεν προσπαθεί να την ξεπεράσει η ηγεσία, σκεπτόμενη σοβαρά
για όλα αυτά, αλλά πανηγυρίζοντας κάθε φορά που κάποια νέα δημοσκόπηση δείχνει να
προηγείται στην πρόθεση ψήφου. Ακόμα και στην αξιολόγηση των δημοσκοπήσεων
ούτε καν την απασχολεί ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό δεν εμπιστεύεται κανένα
κόμμα. Οι δημοσκοπήσεις και το ποσοστό που δείχνουν ότι συγκεντρώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, λειτουργούν
αντί ως ξυπνητήρι ως ισχυρό καταπραϋντικό. Κι όταν ακόμα μπαίνουν σκληρά ερωτήματα
για το τι θα κάνουν – που θα βρουν τα λεφτά ή τι θα κάνουν με τα δάνεια κλπ – οι
απαντήσεις είναι απλοί ισχυρισμοί χωρίς ίχνος τεκμηρίωσης.
Ένα σύνολο ιδεοληψιών και ιδεολογημάτων
– από την παλιά αποθήκη της αριστεράς, που έχουν όμως δοκιμαστεί και λήξει πια
– βγαίνει πάλι στην επιφάνεια. Έτσι με περισσή βεβαιότητα υποστηρίζουν ότι η Ευρώπη
δεν θα μπορεί να κάνει τίποτα άλλο παρά να υποχωρήσει στις αξιώσεις μιας αποφασιστικής
αριστερής κυβέρνησης που θα διαπραγματευτεί με αποφασιστικότητα και που δεν
έχουν από πού να την «πιάσουν», να την εκβιάσουν. Ή ότι μόλις η αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ,
πάρει την κυβέρνηση τότε θα προκληθεί ένα γιγάντιο κοινωνικό-λαϊκό τσουνάμι
συμπαράστασης στην Ευρώπη, που θα σαρώσει τα πάντα ,κλπ κλπ. Κάπως έτσι το
περίμενε και ο Λένιν το 1917 – είχε υπολογίσει ιδιαίτερα στο γερμανικό προλεταριάτο
και την επανάσταση του – αλλά ακόμα το περιμένει. Ή μάλλον αντί για συμπαράσταση
του προέκυψαν εισβολές και Β’ παγκόσμιος πόλεμος. Τώρα δε δεν υπάρχει «σοσιαλιστική
πατρίδα» πουθενά στην Ευρώπη και στο κόσμο.
Τι θα γίνει, λοιπόν, αν οι δανειστές
δεν κάνουν πίσω – και γιατί άλλωστε να επιβραβεύσουν μια κυβέρνηση της αριστεράς,
έστω και ροζ, όταν δεν καταδέχονται να σώσουν τα δικά τους «παιδιά» - και αρνηθούν
να διαπραγματευθούν; Η πολιτική πάντα αξίζει περισσότερο από την «οικονομία». Τελικά
οι καπιταλιστές δεν πούλησαν στον Λένιν το σχοινί που θα τους κρέμαγε. Μην το ξεχνάμε
αυτό.
Υπάρχει επεξεργασμένη κάποια εναλλακτική;
Σοβαρή, όχι το σχέδιο Β του Αλαβάνου ή επιστροφή στη δραχμή που ονειρεύονται άλλοι
καλοπροαίρετοι αγωνιστές. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι σκέτα «νομισματικό».
Αλλά θέσης της Ελλάδας μέσα στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας. Μόνο ο συνδυασμός
της θέσης και του νομίσματος μπορεί νάναι αποδοτικά. Κι αυτή η θέση έχει χειροτερέψει
τα τελευταία χρόνια. Τι παράγουμε και τι εξάγουμε-εισάγουμε; Αν εξάγουμε πολύ λιγότερα
και φτηνότερα από όσα εισάγουμε, αν αυτά που εξάγουμε δεν είναι άμεσης στρατηγικής
σημασίας για το διεθνές σύστημα – που είναι ιμπεριαλιστικό και όπως και νάχει κανένας
δεν χαρίζει σε κανέναν τίποτα – τότε και στη δραχμή να επιστρέψουμε δεν θα γίνουμε
ανεξάρτητοι – όπως δεν είμαστε και πριν να μπούμε στο Ευρώ. Και μην ξεχνάμε ότι
έχουμε πολλά εθνικά θέματα ανοιχτά που μπορεί να προσελκύσουν – με ή χωρίς υπόδειξη
– πολλά σκυλιά για να μας δαγκώσουν.
Τα πράγματα είναι λοιπόν δύσκολα,
πάρα πολύ δύσκολα για τον ελληνικό λαό και τον τόπο μας, την πατρίδα μας. Φαίνεται
πώς από τη μια έχουμε να κάνουμε με τη Σκύλλα των Μνημονίων κλπ και της συγκυβέρνησης
και από την άλλη με τη Χάρυβδη του διεθνούς κεφαλαίου, του ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Και στη μέση εμείς, λίγοι και προς το παρόν μόνοι. Και προ παντός ανέτοιμοι
ιδεολογικά, πολιτικά, οργανωτικά, ψυχικά ώστε να επαναλάβουμε αυτό που είπανε οι
πρόγονοι μας, τόσες φορές και διαφορετικά:
«Μολών λαβέ», «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη
ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή» [στα Μνημόνια] ή το τελικό «Ελευθερία
ή θάνατος».
Τόχουμε αποφασίσει κάτι τέτοιο; Από
αυτή την απόφαση και όχι από τις φανφάρες των πρωτοκλασάτων στελεχών στις τηλεοράσεις,
θα κριθεί το μέλλον μας.
Ανάρτηση από: http://istrilatis.blogspot.gr