Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

Στρατηγική ήττα του Ερντογάν

Του Γιώργου Δελαστίκ

Πάνω από δέκα χρόνια έχουν περάσει από τότε που ο Ρετζίπ Ταγίπ Ερντογάν κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας. Το ισλαµικό κόµµα του οποίου ηγούνταν, το Κόµµα ∆ικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), κέρδισε πρώτη φορά τις εκλογές στις 3 Νοεµβρίου 2002 και ο Ερντογάν έγινε πρωθυπουργός στις 14 Μαρτίου 2003. ∆εν είχε περάσει ούτε µία εβδοµάδα από την πρωθυπουργοποίησή του, όταν τόλµησε το αδιανόητο: αρνήθηκε να επιτρέψει τη χρησιµοποίηση της Τουρκίας ως βάσης διέλευσης των στρατευµάτων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, όταν οι Αµερικανοί εισέβαλαν στο Ιράκ στις 19 Μαρτίου 2003!
Κερδίζοντας µε την πολιτική του ευρύτατη λαϊκή υποστήριξη και αποκρούοντας τις αλλεπάλληλες απόπειρες του συνεργαζόµενου µε τις ΗΠΑ από θέση υποτέλειας στρατοκρατικού κεμαλικού κατεστηµένο, ο Ερντογάν σηµείωσε σαρωτική νίκη στις βουλευτικές εκλογές της 22ας Ιουλίου 2007. Έχοντας συντρίψει τους εσωτερικούς αντιπάλους του, ο Ερντογάν ανέπτυξε στενές σχέσεις συνεργασίας µε το Ιράν που πλέον είχε πρόεδρο επί οκτώ χρόνια τον φανατικό αντιαµερικανό Μ. Αχµαντινετζάντ. Παράλληλα, ο Ερντογάν έγινε ο ήρωας των Αράβων λόγω της συνεπούς στάσης που τήρησε στο Παλαιστινιακό, µετά την άρνησή του να επιτρέψει τη συµµετοχή της Τουρκίας στην εισβολή και κατοχή του Ιράκ. Μόλις η Αραβική Άνοιξη ανέτρεψε το ελεγχόµενο από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ και γεµάτο από πράκτορές τους καθεστώς του Χόσνι Μουµπάρακ στην Αίγυπτο, ο Ερντογάν µε τον Αχµ. Νταβούτογλου και τους άλλους πολιτικούς επιτελείς του διαµόρφωσαν ένα µεγαλεπίβολο γεωστρατηγικό σχέδιο: τη συγκρότηση ενός «ισλαµικού άξονα» Τουρκίας – Ιράν – Αιγύπτου, µε πληθυσµό περίπου 250 εκατομμύρια, συνεργαζόµενου µε τη ∆ύση µε πολύ πιο ισότιµους όρους και πολιτικά κυρίαρχο στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική! Με ιστορία χιλιάδων ετών η Αίγυπτος και το Ιράν. Με παρελθόν αυτοκρατορίας η Τουρκία.
Με τεράστια επιρροή στον αραβικό κόσµο η Αίγυπτος, σαν κορωνίδα του αραβικού «έθνους», ιδίως µετά το σπάσιµο των δεσµών της υποτέλειας προς τους Αµερικανούς και τους Ισραηλινούς. Στρατιωτική υπερδύναµη στη Μέση Ανατολή το Ιράν. Μοναδικός κρίκος ικανός να φέρει σε επαφή τον αραβικό µε τον ιρανικό κόσµο η Τουρκία, η οποία ταυτόχρονα ήταν η πιο κατάλληλη για να συνδέσει τον άξονα αυτόν µε την Ευρώπη κα τις ΗΠΑ, ουσιαστικά ο µοναδικός από τη ∆ύση ανεκτός συνοµιλητής εκ µέρους του υπό διαµόρφωση «ισλαµικού άξονα» των τριών. Απροσµέτρητη επιπλέον η πολιτική επιρροή και η ελκτική δύναµη ενός τέτοιου «ισλαµικού άξονα» στο σύνολο του µουσουλµανικού κόσµου.
Το σχέδιο του Ερντογάν ήταν όντως µεγαλοφυές για τον µουσουλµανικό κόσµο και φυσικά και για τη χώρα του, πριν απ’ όλα. Σηµατοδοτούσε επιπλέον την ουσιαστική ανάκτηση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου της περιοχής από µια τέτοια συµµαχία, στην οποία σταδιακά θα προσχωρούσαν σχεδόν όλα τα κράτη της Μέσης Ανατολής – είτε µε µετεξέλιξη είτε µε ανατροπή των υποτελών στις ΗΠΑ καθεστώτων τους. Τα εµιράτα του Κόλπου, η Σαουδική Αραβία, τα καθεστώτα ακόµη και του Μαρόκου ή της σηµερινής Λιβύης πολύ δύσκολα θα επιβίωναν µε τη γραµµή που ακολουθούν τώρα. Ευνόητο είναι όµως πως η ανάδυση ενός άξονα Τουρκίας – Αιγύπτου – Ιράν συνιστά θανάσιµο κίνδυνο για τα ζωτικά συµφέροντα των ΗΠΑ και της Ευρώπης – και βεβαίως και του Ισραήλ, αλλά αυτό είναι δευτερεύον. Ενόψει των διαγραφόµενων κινδύνων, οι Αµερικανοί ανέλαβαν αµέσως δράση.
Αρχισαν χτυπώντας τον πιο αδύναµο κρίκο, την Αίγυπτο. Οργάνωσαν λοιπόν οι ΗΠΑ το πραξικόπηµα των αιγύπτιων πρακτόρων τους που ανέτρεψε τον νόµιµο ισλαµιστή πρόεδρο Μ. Μόρσι των Αδελφών Μουσουλµάνων, τους οποίους έβγαλαν εκτός νόµου. Έκοψαν έτσι την πρόσβαση του Ερντογάν στον αραβικό κόσµο. Η συνέχεια ήταν εξίσου σκληρή για τα γεωστρατηγικά σχέδια του τούρκου πρωθυπουργού. Οι προεδρικές εκλογές στο Ιράν οδήγησαν στην εντυπωσιακή επικράτηση του αµερικανόδουλου Χ. Ροχανί, πράγµα που σηµαίνει ότι η ηγεσία του κλήρου και η αστική τάξη του Ιράν επιλέγουν πλέον την «προσέγγιση» µε τις ΗΠΑ – δηλαδή την υποτέλεια στους Αµερικανούς. Κατέρρευσε έτσι ολοσχερώς η γεωπολιτική στρατηγική του Ερντογάν, αφού οι δύο πόλοι του «ισλαµικού άξονα» πέρασαν υπό τον έλεγχο της Ουάσιγκτον. Αυτή η γεωπολιτική στρατηγική ήττα έχει όµως και άµεσες συνέπειες στο εσωτερικό της Τουρκίας. Οι στρατοκράτες του προηγούµενου κεφαλικού καθεστώτος σωστά εκτιµούν ότι ήρθε και η δική τους ώρα να ανατρέψουν τον Ερντογάν, εκµεταλλευόµενοι τη στρατηγική του ήττα στο εξωτερικό και την αµέριστη στήριξη των Αµερικανών σε κάθε προσπάθεια (συµπεριλαµβανοµένων των προσπαθειών πραξικοπήµατος!) ανατροπής του Ερντογάν, ο οποίος έχει αναδειχθεί πλέον σε ηγέτη επικίνδυνο για κορυφαία αµερικανικά συµφέροντα. Στρατιωτικοί και δικαστικοί, οι οποίοι αποτελούν την αιχµή του δόρατος των υπολειµµάτων του παλιού καθεστώτος, απαιτούν την εξουσία για τον εαυτό τους και τα συµφέροντα που υπηρετούν. Να ρίξουν τον Ερντογάν µε λαϊκές κινητοποιήσεις των οπαδών τους είναι αδύνατον ακόµη, γιατί ο τούρκος πρωθυπουργός έχει σαφώς τη λαϊκή πλειοψηφία µε το µέρος του. Αν όµως ο Ερντογάν συµβιβαστεί µε τους στρατηγούς, είναι οριστικά τελειωµένος! Ταχύτατα θα χάσει τη λαϊκή υποστήριξη και την εξουσία, θα πάει σαν το σκυλί στ’ αµπέλι.
Μόνο µε πραξικόπηµα µπορούν να τον ανατρέψουν. ∆εν έχουν καµιά αναστολή να το επιχειρήσουν ούτε φυσικά οι τούρκοι στρατηγοί και δικαστές ούτε και οι Αµερικανοί και οι Ευρωπαίοι, όπως φάνηκε περίτρανα από τη στάση υπέρ του πραξικοπήµατος που έκαναν οι πράκτορές τους στην Αίγυπτο. Πρέπει να περιµένουµε σοβαρές εξελίξεις στην Τουρκία.
Ανάρτηση από: http://prin.gr