Του Κώστα Βεργόπουλου
Στο Νταβός της Ελβετίας, κύριο θέμα στην
ημερήσια διάταξη είναι οι αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία από την
πρωτοφανή όξυνση της ανισότητος εισοδημάτων και πλούτου. Η Κριστίν Λαγκάρντ, διευθύντρια
του ΔΝΤ, προειδοποιεί ότι η αυξανόμενη ανισότητα «δεν αποτελεί συνταγή για σταθερότητα
και βιωσιμότητα της παγκόσμιας οικονομίας».
Το ζήτημα της ανισοκατανομής έχει τεθεί
ήδη στο δημόσιο διάλογο της Αμερικής από τους νομπελίστες Πολ Κρούγκμαν και Τζόζεφ
Στίγκλιτς, όπως και τον Ρόμπερτ Ράιχ, πρώην υπουργό Εργασίας του Κλίντον. Ωστόσο,
ενώ στο Νταβός προσέρχονται ανησυχούντες κορυφαίοι οικονομολόγοι και πολιτικοί ηγέτες
του κόσμου, η έκταση της ανισότητος δεν φαίνεται να προβληματίζει την ευρωπαϊκή
πλευρά, η οποία παραμένει σχετικά αποστασιοποιημένη, άφωνη και ενοχλημένη.
Οχι μόνον δεν συμμερίζεται την παγκόσμια
ευαισθησία για την ανισοκατανομή, αλλά και δεν διστάζει να την αντιμετωπίζει θετικά
τόσο από την ηθική και κοινωνική πλευρά όσο και από την οικονομική. Η Γερμανίδα
καγκελάριος δίδει πρώτη τον τόνο, κηρύσσοντας «ηθικό, δίκαιο και οικονομικά αποτελεσματικό»
ο πλούτος να συσσωρεύεται ως επιβράβευση σε όλο και λιγότερα χέρια, η φτώχεια σε
όλο και περισσότερα. Ο σοσιαλιστής Γάλλος πρόεδρος προχώρησε προ ημερών στα λεγόμενα
«οικονομικά της προσφοράς», δηλαδή σε μείζονες παραχωρήσεις κοινωνικού πλούτου υπέρ
του κεφαλαίου, μειώσεις εργοδοτικών εισφορών και οικογενειακών επιδομάτων των εργαζομένων,
με την υποθετική προσδοκία ότι έτσι επισπεύδεται η ανάκαμψη. Ομως, και από την Αριστερά
της Αριστεράς η πόλωση στην κατανομή εισοδήματος και πλούτου δεν θεωρείται κατ’
ανάγκην ξεχωριστό πρόβλημα, αφού «έτσι είναι ο καπιταλισμός, έτσι πορεύεται και
θα ήταν ουτοπική κάθε προσπάθεια μείωσης της ανισότητος στο πλαίσιό του».
Σε βιβλίο που κυκλοφόρησε στη Γαλλία
«Γιατί οι πλούσιοι έχουν νικήσει», με την υπογραφή του Ζαν Λουί Σερβάν Σρεμπέρ,
διαπιστώνεται ότι στην εποχή μας οι εκατομμυριούχοι, αντί να εμπνέουν καχυποψία,
γοητεύουν και συναρπάζουν, ιδίως νέους, ακόμη και ανέργους και αστέγους. Η εποχή
μας, εν ελλείψει κοινωνικών και πολιτικών ιδανικών και άλλων θετικών υποδειγμάτων,
που νοηματοδοτούν τις επιλογές μας, τονίζει ο συγγραφέας, αναδιπλώνεται στην παραδοσιακή
λατρεία του πλούτου. Το συσσωρευμένο χρήμα ως οικουμενική αξία, ούτε καν ως μέσο
προς ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών, αλλά ως αυτοσκοπός. Ωστόσο, με σημαία το
αφηρημένο χρήμα, η γηραιά ήπειρος δεν παύει να βυθίζεται σε όλο και βαθύτερη κρίση,
ενώ, παράλληλα, το ιδανικό της αντιμετωπίζεται ήδη ως εφιάλτης από τον υπόλοιπο
κόσμο, ιδίως από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Πρόσφατα, ο Λάρι Σάμερς, πρώην υπουργός
Οικονομικών του Κλίντον και πρώην πρόεδρος του Χάρβαρντ, διεπίστωσε την εγκατάσταση
του καπιταλιστικού συστήματος σε στάδιο «μακροχρόνιας στασιμότητος», με βασική αιτία
για αυτό την όξυνση της εισοδηματικής ανισότητος. Στην εποχή μας η ανισότητα έχει
εκτιναχθεί στα δυσλειτουργικά ύψη της δεκαετίας του 1920-1930, με συνέπεια τη «μεγάλη
κρίση» τότε, τη «μεγάλη ύφεση» σήμερα. Σύμφωνα με την OXFAM, 1% της ανθρωπότητος
διαθέτει σήμερα όσο το υπόλοιπο 99%. 85 δισεκατομμυριούχοι με συνολική περιουσία
1,7 τρισεκατομμύριο δολάρια οικειοποιούνται σήμερα τόσο εισόδημα όσο 50% του παγκόσμιου
πληθυσμού.
Σύμφωνα με αμερικανικές στατιστικές,
1% των πλουσιότερων Αμερικανών οικειοποιήθηκε 95% του πρόσθετου εθνικού εισοδήματος
κατά την τελευταία 5ετία. Ενώ μέχρι το 1980 οι εισοδηματικές διαφορές συγκρατούνταν,
με συνέπεια την εμπέδωση της μεσαίας τάξης, από την άνοδο των νεοσυντηρητικών του
Ρόναλντ Ρίγκαν στην εξουσία οι ανισότητες δεν παύουν να οξύνονται και οι πραγματικές
αμοιβές των εργαζομένων να συρρικνώνονται.
Η ανισότητα στην εποχή μας δεν αποτελεί
μόνον ηθικό και κοινωνικό πρόβλημα, αλλά ακόμη περισσότερο οξύ οικονομικό. Ασφαλώς,
ο καπιταλισμός αναπαράγει την ανισότητα, αλλά η πόλωση εισοδημάτων εγείρει ανυπέρβλητο
εμπόδιο στην εύρυθμη λειτουργία του συστήματος. Οταν ο Γάλλος πρόεδρος επικαλείται
το νόμο του Ζαν Μπατίστ Σε (1767-1832) ότι «η προσφορά δημιουργεί τη ζήτησή της»,
αγνοεί βασική διάκριση ανάμεσα σε χαμηλά και υψηλά εισοδήματα: τα πρώτα δαπανώνται
επωφελώς για την οικονομία, ενώ τα δεύτερα, με υψηλό συντελεστή κατακράτησης, δεν
διευκολύνουν την οικονομική δραστηριότητα, αλλά την επιδεινώνουν.
Οι 85 δισεκατομμυριούχοι δεν δαπανούν
όσα το 50% της ανθρωπότητος, αλλά πολύ λιγότερα, αφού κατακρατούν το μέγιστο μέρος
των εισοδημάτων τους, με αποτέλεσμα η πόλωση του πλούτου να αποβαίνει αιτία δυσλειτουργίας,
κρίσης και αδιεξόδου για την οικονομία. Το συσσωρευμένο χρήμα δυσχεραίνει όλο και
περισσότερο τις προϋποθέσεις αναπαραγωγής του. Το «ενάρετο» ατομικό πρότυπο αποβαίνει
«ανωμαλία» για το οικονομικό σύστημα. Οσο πιο «ενάρετοι» αποβαίνουν οι δισεκατομμυριούχοι,
συσσωρεύοντας αφηρημένο χρήμα, τόσο βαθύτερο αποβαίνει το αδιέξοδο της οικονομίας.
Στην Ελλάδα,
την τελευταία 4ετία, ενώ εισοδήματα και κατανάλωση καταρρέουν, η αποταμίευση εκτινάσσεται:
4,2% του ΑΕΠ 2009, 13% σήμερα. Η άνοδός της προϋποθέτει σαρωτική επέκταση του μεριδίου
των υψηλών εισοδημάτων εις βάρος των χαμηλών. Η αύξουσα ανισότητα δεν είναι μόνον
«ανήθικη και άδικη» εις βάρος φτωχών και αδύναμων, αλλά και απώτερη αιτία της σημερινής
κρίσης. Ο Μαρξ ετόνιζε ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερος εχθρός του καπιταλισμού από την
απληστία και αρπακτικότητα των ίδιων των καπιταλιστών, που είναι ικανοί να θυσιάζουν
στο Βωμό του Μαμμωνά ακόμη και το σύστημα το οποίο τους εκτρέφει.
Ανάρτηση από: http://www.enet.gr