Υπενθυμίζω στον αξιότιμο κ. Χρύσανθο Λαζαρίδη τι έγραφε ο ίδιος για το Σχέδιο Ανάν τον Νοέμβριο του 2002. Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στο Αντίβαρο τότε και αργότερα, τον Μάρτιο του 2004, συμπεριελήφθηκε στο Αφιέρωμα του Αντίβαρου για το Σχέδιο Ανάν, ως ένα από τα βασικά κείμενα αποδόμησης του Σχεδίου. Τον Νοέμβριο του 2002 είχε δοθεί για πρώτη φορά στη δημοσιότητα το Σχέδιο Ανάν και αυτή την έκδοση σχολίασε τότε ο Χρύσανθος Λαζαρίδης.
Το κλίμα της εποχής 2002-04
Εκείνη την εποχή κυβερνούσε ο Σημίτης στην Ελλάδα και ο Κληρίδης στην Κύπρο, και όπως μάθαμε αργότερα, οι δυο τους είχαν συμφωνήσει να υποστηρίξουν το σχέδιο μέχρι τέλους με όλες τους τις δυνάμεις. Κάτι που έκαναν. Όμως (δυστυχώς για τους ίδιους, ευτυχώς για κάποιους άλλους) στην πορεία για το 2004 έχασαν και οι δύο την εξουσία: ο μεν Κληρίδης τον Φεβρουάριο του 2003 από τον Τάσσο Παπαδόπουλο (14 μήνες πριν το δημοψήφισμα στην Κύπρο), ο δε Σημίτης τον Μάρτιο του 2004, ενάμιση μόλις μήνα (τον πιο κρίσιμο!!) πριν το δημοψήφισμα στην Κύπρο.
Κατά την περίοδο αυτή, οι συζητήσεις συνεχίστηκαν και όλοι συμμετείχαν κανονικά στον διάλογο. Το τελικό σχέδιο υπεβλήθη προς έγκριση στα δημοψηφίσματα λίγο πριν το Πάσχα του 2004. Οι δύο νέες κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου συμμετείχαν ως εκεί. Όμως, με τον τρόπο τους η κάθε μία, έδρασαν ώστε να απορριφθεί πανηγυρικά το εν λόγω σχέδιο με το εκκωφαντικό 76%.
Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης το 2002 είχε μόνο τη γραφίδα του. Συνδεόταν ήδη με τον Αντώνη Σαμαρά από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο Αντώνης Σαμαράς δεν είχε καν ακόμη επανέλθει στη Νέα Δημοκρατία – το έκανε το 2004, όταν τέθηκε υποψήφιος ευρωβουλευτής. Βουλευτής της ΝΔ έγινε ξανά στις εκλογές του 2007. Πολλοί, ανέκαθεν, συνέδεαν τις απόψεις Λαζαρίδη την περίοδο 1996-2007 με τον ίδιο τον Αντώνη Σαμαρά, τουλάχιστον ως ένα βαθμό. Συνεπώς, όσοι ήταν εναντίον του Σχεδίου, εκτιμούσαν τη συγκεκριμένη στάση και τη χρέωναν και στον ίδιο.
Το 2014
Σήμερα ο Αντώνης Σαμαράς είναι πρωθυπουργός της Ελλάδος. Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης είναι βουλευτής επικρατείας από τον Ιούνιο του 2012. Είναι επισήμως σύμβουλος του πρωθυπουργού και τον συνοδεύει ανελλιπώς σε όλες του τις διεθνείς επισκέψεις, ενώ συνδιαμορφώνει τη γραμμή του πρωθυπουργού σε αρκετά θέματα.
Η άνεση έκφρασης προσωπικής άποψης με το συγκεκριμένο ύφος επί ενός τόσο σημαντικού θέματος, όσο η επιβίωση της Κύπρου και η λύση του Κυπριακού (για το οποίο μόλις προχθές ο ίδιος ο πρωθυπουργός είπε -δικαίως- δημοσίως ότι αποτελεί το ύψιστο θέμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής), σε κανονικές συνθήκες δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως αφορμή για άμβλυνση μίας στάσης, αλλά ως ευκαιρία εφαρμογής της.
Ευκαιρία: τώρα που Σαμαράς και Λαζαρίδης βρίσκονται στο τιμόνι της χώρας, ως πρωθυπουργός και σύμβουλος, να δράσουν όπως οι ίδιοι πιστεύουν καλύτερα. Να δράσουν καταλυτικά με βάση τις απόψεις τους, πέρα από δεσμεύσεις της εξουσίας.
Αλλιώς, ποιο νόημα έχει να εκφράζεται ο πολιτικός δημοσίως; Σε αρμονία με το «σύνθημα» του ηλεκτρονικού αυτού περιοδικού «Αντίβαρο στην ιδιωτεία», το είδος του πολιτικού με τον κούφιο λόγο, ο οποίος ποτέ δεν εκφράζεται για κανένα θέμα και δεν διακινδυνεύει (ή δεν έχει καν!) να θέσει τις προσωπικές του απόψεις δημοσίως για τα μεγάλα θέματα της κοινωνίας, μας είναι αποκρουστικό. Θέλουμε λοιπόν πολιτικούς που να εκφράζονται. Με στόχο να γνωρίζουμε τις απόψεις τους, οπότε να γνωρίζουμε πάνω-κάτω τι να περιμένουμε όταν ανέρχονται στην εξουσία.
Αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο σήμερα.
Αρχή και κανόνας λοιπόν, της αξιολόγησης της στάσης της ελληνικής κυβέρνησης είναι, και θα πρέπει να είναι, όσα οι ίδιοι άνθρωποι που βρίσκονται σήμερα στην εξουσία έλεγαν για το ίδιο θέμα πριν από 10 και 12 χρόνια.
Παραθέτω το κείμενο, το οποίο ελπίζουμε να αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά της επίσημης στάσης της ελληνικής κυβέρνησης.
Το κείμενο είναι σαφές, συνοπτικό, εμβριθές και δεν αφήνει αμφιβολίες.
Ελπίζω το κείμενο αυτό να σταλθεί ως μήνυμα επισήμως από την ίδια την ελληνική κυβέρνηση προς κάθε ενδιαφερόμενο σχετικά με το ποια λύση είναι επιθυμητή και ποια όχι.
Η συνέπεια λόγων και έργων αυτό ακριβώς επιτάσσει.
Το κείμενο είχε δημοσιευθεί τον Νοέμβριο του 2002 εδώ – http://www.antibaro.gr/national/lazaridhs_anan.htm
Είχε αναδημοσιευθεί ως μέρος του Αφιερώματος το 2004 εδώ – http://anan.antibaro.gr/lazaridhs10.htm
Ολόκληρο το αφιέρωμα βρίσκεται ανελλιπώς τα τελευταία 10 χρόνια εδώ – http://www.oxistosxedioanan.com
Δέκα σημεία για την πρόταση Ανάν
TOY ΧΡΥΣΑΝΘΟY ΛΑΖΑΡΙΔΗ
* Πρώτον: τo Σχέδιο Ανάν είναι ΜΗ λειτουργικό. Δεν έχει καμία σχέση με το Ελβετικό ή με το Βελγικό πολιτειακό μοντέλο. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε.
* Δεύτερον: ΜΗ λειτουργικά σχέδια δεν αποτελούν «λύσεις» σε μακροχρόνια ζητήματα. Δεν αποτελούν καν «κακές λύσεις». Αποτελούν μάλλον προβλήματα χειρότερα από αυτά που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν. Προκαλούν εντάσεις μεταξύ των πληθυσμών και τελικώς επιφέρουν συγκρούσεις. Αποτελούν τις «θρυαλλίδες» των επομένων τοπικών ή περιφερειακών κρίσεων. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ως ειρηνόφιλοι άνθρωποι, ως πολίτες του κόσμου, που μας ενδιαφέρει η μακροχρόνια σταθερότητα και οι συνθήκες που την διασφαλίζουν.
* Τρίτον: το Σχέδιο Ανάν, επί πλέον, είναι ΜΗ δημοκρατικό. Σύγχρονη δημοκρατία είναι το καθεστώς όπου κυβερνά η πλειονότητα και προστατεύονται τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Αν γινόταν αποδεκτό το Σχέδιο Ανάν, η Ελληνοκυπριακή πλειονότητα δεν θα μπορεί να κυβερνήσει, ενώ η Τουρκοκυπριακή μειονότητα, έχει προ πολλού εξαναγκασθεί σε φυγή στο εξωτερικό από το κατοχικό καθεστώς του «Αττίλα» κι έχει εκτοπιστεί από τους πολυάριθμους εποίκους. Με το Σχέδιο Ανάν, οι Τουρκοκύπριοι δεν προστατεύονται, αντίθετα, οι έποικοι γίνονται «συγκυρίαρχοι» σε ολόκληρη την Κύπρο – σε βάρος και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ούτε ως δημοκράτες.
* Τέταρτον: το Σχέδιο Ανάν κάνει κάτι παραπάνω: Θεσπίζει μηχανισμό για να λυθεί το πρόβλημα ακυβερνησίας που το ίδιο δημιουργεί. Θεσμοθετεί το «ανώτατο» δικαστήριο, με τρεις Ελληνοκυπρίους, τρεις «Τουρκοκυπρίους» και τρεις ξένους «δικαστές», οι οποίοι δεν θα δικάζουν απλώς, αλλά θα αποφασίζουν για κάθε ζήτημα στο οποίο δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση – με ιδιαίτερη μνεία για τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει η ακυβερνησία στην Ευρωπαϊκή εκπροσώπηση της Κύπρου (άρθρο 34 παράγραφος 6). Αυτό σημαίνει ότι οι δικαστές που θα ορίζονται απ’ έξω γίνονται οι πραγματικοί, «κυβερνήτες» της Κύπρου. Χωρίς να εκπροσωπούν τον λαό της Κύπρου (Ελληνοκύπριους ή Τουρκοκύπριους), χωρίς να εκλέγονται από αυτόν και χωρίς να λογοδοτούν σε αυτόν. Δηλαδή χωρίς να έχουν την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση. Για πρώτη φορά γίνεται προσπάθεια να εγκαθιδρυθεί προτεκτοράτο, με τη σύμφωνη γνώμη εκείνων στους οποίους θα επιβληθεί. Αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε, ούτε ως πολίτες του κόσμου.
* Πέμπτον: Αυτό το προτεκτοράτο, με ολοφάνερο έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης, μπαίνει και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγμα που σημαίνει ότι η δύναμη που ελέγχει τους τρεις ξένους «δικαστές» θα καθορίζει και την πολιτική της Κύπρου στην Ένωση, άρα θα μπορεί να μπλοκάρει και τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Αν η δύναμη που διορίζει και ελέγχει τους τρεις ξένους δικαστές είναι οι ΗΠΑ, η Ουάσιγκτων αποκτά πλέον – μέσω Κύπρου – αυξημένα δικαιώματα ΜΕΣΑ στην Ένωση, ακόμα και δικαίωμα βέτο. Επί πλέον, αν οι ΗΠΑ ελέγχουν τους τρεις δικαστές (μέσω των Ηνωμένων Εθνών), μπορούν να ενθαρρύνουν μια πολιτική εμπλοκή που ενδεχομένως θα θέλει να δημιουργήσει η Αγκυρα, μέσω του Τουρκοκυπριακού συστατικού κρατιδίου, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, η Ευρώπη συνολικά, μπορεί να γίνει, – μέσω Κύπρου και ελέω Ουάσιγκτων – «αιχμάλωτη» της Αγκυρας. Αυτό ως Ευρωπαίοι δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε. Όπως έχουν λόγο να το αντιμετωπίσουν με απόλυτη καχυποψία κι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί, από εκείνους που θα κληθούν να επικυρώσουν την ένταξη της Κύπρου, στους επόμενους 16 μήνες. Συνεπώς, αν περάσει το Σχέδιο Ανάν, ως έχει, όχι μόνο δεν θα «βοηθήσει» την ένταξη της Κύπρου, αλλά είναι πιθανόν να την δυσκολέψει πολύ περισσότερο.
* Έκτον: Συνολικά, το Σχέδιο Ανάν, δεν μπορούμε να το δεχθούμε, όπως προτάθηκε, ούτε ως Έλληνες, ούτε ως Ευρωπαίοι, ούτε ως πολίτες του κόσμου, ούτε ως δημοκράτες. Δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε με οποιαδήποτε ανθρώπινη ιδιότητα, με, οποιαδήποτε «ταυτότητα» πολίτη ή σκεπτομένου ανθρώπου. Μπορούμε, μόνο να το αποδεχθούμε παθητικά ως «ανδράποδα». Είμαστε, Έλληνες, Ευρωπαίοι, Πολίτες του κόσμου. Πάντως, «ανδράποδα» ΔΕΝ είμαστε, ΟΥΤΕ έχουμε καμία διάθεση να γίνουμε.
* Έβδομον: Μήπως, τουλάχιστον, θα μπορούσε το Σχέδιο Ανάν, να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ώστε να «βελτιωθεί»; Το πρόβλημα εδώ είναι ότι η διαδικασία που προτάθηκε από τον ίδιο τον κ. Ανάν, αποκλείει, κάθε ουσιαστική διαπραγμάτευση. Προβλέπει ότι, αν υπογραφεί «προσύμφωνο» στις αρχές Δεκεμβρίου, οι δύο πλευρές αναλαμβάνουν την υποχρέωση να αποδεχθούν τελικώς. τις λύσεις που θα δώσει ο ίδιος ο κ. Ανάν (σε όσα ζητήματα δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν μεταξύ τους). Δεν θα έχουν, δηλαδή, το δικαίωμα να φύγουν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων (οpting out). Όπου δεν υπάρχει δικαίωμα μιας πλευράς να εγκαταλείψει, δεν έχουμε πραγματικές διαπραγματεύσεις, έχουμε εκβιαστική αποδοχή δεσμευτικής διαιτησίας. Αυτό είναι επίσης κάτι που δεν μπορούμε να αποδεχθούμε.
* Όγδοο: Αν υπάρχει κάποιο νόημα στην διπλωματική προσπάθεια, αυτή τη στιγμή, είναι να ανατρέψουμε τη διαδικασία συζήτησης. Να καταργηθεί η δεσμευτική διαιτησία. Να επιβληθεί ανοικτή διαπραγμάτευση. Κάτι, άλλωστε, στο οποίο θα ζητήσει, ίσως, και η Τουρκοκυπριακή πλευρά. Το Σχέδιο Ανάν, ως έχει, δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ούτε καθ’ αυτό, ούτε ως προτεινόμενη διαδικασία υποχρεωτικής διαιτησίας. Μπορούμε, ωστόσο, να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τη διαδικασία αυτή, αποδεσμεύοντάς την και από τις προθεσμίες της Κυπριακής Ένταξης.
* Ένατο: Στο μεταξύ πρέπει να ενισχύσουμε τη διαπραγματευτική θέση μας ως Ελληνισμός συνολικά: Να καταδείξουμε ότι η Ελληνική κοινή Γνώμη, αλλά και η Κοινή Γνώμη των Ελληνοκυπρίων δεν αποδέχεται το Σχέδιο Ανάν. Να ενισχύσουμε τις προσπάθειες για ανατροπή της εκβιαστικής διαδικασίας που προτείνει ο κ. Ανάν. Να δημιουργήσουμε Κινήσεις Πατριωτικής Αντίστασης, σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο. Από όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως κομματικής ένταξης. Ώστε να ενθαρρύνουμε τις κυβερνήσεις μας να κρατήσουν συνεπή θέση, να αποθαρρύνουμε όλους όσους θέλουν να «λύσουν το Κυπριακό όπως-όπως», ανοίγοντας την πόρτα για την επιβολή αντιστοίχων «λύσεων» αύριο στο Αιγαίο και τη Θράκη. Να οργανώσουμε κινητοποιήσεις παντού. Να ενισχύσουμε το φρόνημα του ελληνισμού και τη διαπραγματευτική θέση των κυβερνητών του.
* Αυτή η «νεοταξίτικη» διπλωματία – η επιβολή εκβιαστικών «λύσεων» σε μακροχρόνια προβλήματα, χωρίς να αποκαθίσταται το δίκαιο – έχει ήδη αποτύχει και στην περίπτωση του Παλαιστινιακού (κατέρρευσε ήδη η Συμφωνία του Όσλο) και στην περίπτωση του Βορειοϊρλανδικού (κατέρρευσε και η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής). Θα προσφέρουμε μεγάλες υπηρεσίες στην παγκόσμια κοινωνία (αλλά και στα συμφέροντά μας), αν εξασφαλίσουμε την αποτυχία αυτής της ανορθόδοξης, «νεοταξικής διπλωματίας». Και θα αποθαρρύνουμε κάθε νέα απόπειρα να επαναληφθεί στο μέλλον, σε βάρος άλλων λαών. Όποιοι προσπαθούν να αναβιώσουν «Αυτοκρατορίες», θα πρέπει να πάρουν το μάθημά τους: Οι λαοί γνωρίζουν να αντιστέκονται, να μένουν όρθιοι, να υπερασπίζονται τα δίκια τους, Οι Δημοκρατία και τα Έθνη νίκησαν της Αυτοκρατορίες εδώ και έναν αιώνα. Κι αυτή η νίκη είναι ανεπίστρεπτη.
Ανάρτηση από: http://www.antibaro.gr
Το κλίμα της εποχής 2002-04
Εκείνη την εποχή κυβερνούσε ο Σημίτης στην Ελλάδα και ο Κληρίδης στην Κύπρο, και όπως μάθαμε αργότερα, οι δυο τους είχαν συμφωνήσει να υποστηρίξουν το σχέδιο μέχρι τέλους με όλες τους τις δυνάμεις. Κάτι που έκαναν. Όμως (δυστυχώς για τους ίδιους, ευτυχώς για κάποιους άλλους) στην πορεία για το 2004 έχασαν και οι δύο την εξουσία: ο μεν Κληρίδης τον Φεβρουάριο του 2003 από τον Τάσσο Παπαδόπουλο (14 μήνες πριν το δημοψήφισμα στην Κύπρο), ο δε Σημίτης τον Μάρτιο του 2004, ενάμιση μόλις μήνα (τον πιο κρίσιμο!!) πριν το δημοψήφισμα στην Κύπρο.
Κατά την περίοδο αυτή, οι συζητήσεις συνεχίστηκαν και όλοι συμμετείχαν κανονικά στον διάλογο. Το τελικό σχέδιο υπεβλήθη προς έγκριση στα δημοψηφίσματα λίγο πριν το Πάσχα του 2004. Οι δύο νέες κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου συμμετείχαν ως εκεί. Όμως, με τον τρόπο τους η κάθε μία, έδρασαν ώστε να απορριφθεί πανηγυρικά το εν λόγω σχέδιο με το εκκωφαντικό 76%.
Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης το 2002 είχε μόνο τη γραφίδα του. Συνδεόταν ήδη με τον Αντώνη Σαμαρά από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο Αντώνης Σαμαράς δεν είχε καν ακόμη επανέλθει στη Νέα Δημοκρατία – το έκανε το 2004, όταν τέθηκε υποψήφιος ευρωβουλευτής. Βουλευτής της ΝΔ έγινε ξανά στις εκλογές του 2007. Πολλοί, ανέκαθεν, συνέδεαν τις απόψεις Λαζαρίδη την περίοδο 1996-2007 με τον ίδιο τον Αντώνη Σαμαρά, τουλάχιστον ως ένα βαθμό. Συνεπώς, όσοι ήταν εναντίον του Σχεδίου, εκτιμούσαν τη συγκεκριμένη στάση και τη χρέωναν και στον ίδιο.
Το 2014
Σήμερα ο Αντώνης Σαμαράς είναι πρωθυπουργός της Ελλάδος. Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης είναι βουλευτής επικρατείας από τον Ιούνιο του 2012. Είναι επισήμως σύμβουλος του πρωθυπουργού και τον συνοδεύει ανελλιπώς σε όλες του τις διεθνείς επισκέψεις, ενώ συνδιαμορφώνει τη γραμμή του πρωθυπουργού σε αρκετά θέματα.
Η άνεση έκφρασης προσωπικής άποψης με το συγκεκριμένο ύφος επί ενός τόσο σημαντικού θέματος, όσο η επιβίωση της Κύπρου και η λύση του Κυπριακού (για το οποίο μόλις προχθές ο ίδιος ο πρωθυπουργός είπε -δικαίως- δημοσίως ότι αποτελεί το ύψιστο θέμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής), σε κανονικές συνθήκες δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως αφορμή για άμβλυνση μίας στάσης, αλλά ως ευκαιρία εφαρμογής της.
Ευκαιρία: τώρα που Σαμαράς και Λαζαρίδης βρίσκονται στο τιμόνι της χώρας, ως πρωθυπουργός και σύμβουλος, να δράσουν όπως οι ίδιοι πιστεύουν καλύτερα. Να δράσουν καταλυτικά με βάση τις απόψεις τους, πέρα από δεσμεύσεις της εξουσίας.
Αλλιώς, ποιο νόημα έχει να εκφράζεται ο πολιτικός δημοσίως; Σε αρμονία με το «σύνθημα» του ηλεκτρονικού αυτού περιοδικού «Αντίβαρο στην ιδιωτεία», το είδος του πολιτικού με τον κούφιο λόγο, ο οποίος ποτέ δεν εκφράζεται για κανένα θέμα και δεν διακινδυνεύει (ή δεν έχει καν!) να θέσει τις προσωπικές του απόψεις δημοσίως για τα μεγάλα θέματα της κοινωνίας, μας είναι αποκρουστικό. Θέλουμε λοιπόν πολιτικούς που να εκφράζονται. Με στόχο να γνωρίζουμε τις απόψεις τους, οπότε να γνωρίζουμε πάνω-κάτω τι να περιμένουμε όταν ανέρχονται στην εξουσία.
Αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο σήμερα.
Αρχή και κανόνας λοιπόν, της αξιολόγησης της στάσης της ελληνικής κυβέρνησης είναι, και θα πρέπει να είναι, όσα οι ίδιοι άνθρωποι που βρίσκονται σήμερα στην εξουσία έλεγαν για το ίδιο θέμα πριν από 10 και 12 χρόνια.
Παραθέτω το κείμενο, το οποίο ελπίζουμε να αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά της επίσημης στάσης της ελληνικής κυβέρνησης.
Το κείμενο είναι σαφές, συνοπτικό, εμβριθές και δεν αφήνει αμφιβολίες.
Ελπίζω το κείμενο αυτό να σταλθεί ως μήνυμα επισήμως από την ίδια την ελληνική κυβέρνηση προς κάθε ενδιαφερόμενο σχετικά με το ποια λύση είναι επιθυμητή και ποια όχι.
Η συνέπεια λόγων και έργων αυτό ακριβώς επιτάσσει.
Το κείμενο είχε δημοσιευθεί τον Νοέμβριο του 2002 εδώ – http://www.antibaro.gr/national/lazaridhs_anan.htm
Είχε αναδημοσιευθεί ως μέρος του Αφιερώματος το 2004 εδώ – http://anan.antibaro.gr/lazaridhs10.htm
Ολόκληρο το αφιέρωμα βρίσκεται ανελλιπώς τα τελευταία 10 χρόνια εδώ – http://www.oxistosxedioanan.com
Δέκα σημεία για την πρόταση Ανάν
TOY ΧΡΥΣΑΝΘΟY ΛΑΖΑΡΙΔΗ
* Πρώτον: τo Σχέδιο Ανάν είναι ΜΗ λειτουργικό. Δεν έχει καμία σχέση με το Ελβετικό ή με το Βελγικό πολιτειακό μοντέλο. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε.
* Δεύτερον: ΜΗ λειτουργικά σχέδια δεν αποτελούν «λύσεις» σε μακροχρόνια ζητήματα. Δεν αποτελούν καν «κακές λύσεις». Αποτελούν μάλλον προβλήματα χειρότερα από αυτά που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν. Προκαλούν εντάσεις μεταξύ των πληθυσμών και τελικώς επιφέρουν συγκρούσεις. Αποτελούν τις «θρυαλλίδες» των επομένων τοπικών ή περιφερειακών κρίσεων. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ως ειρηνόφιλοι άνθρωποι, ως πολίτες του κόσμου, που μας ενδιαφέρει η μακροχρόνια σταθερότητα και οι συνθήκες που την διασφαλίζουν.
* Τρίτον: το Σχέδιο Ανάν, επί πλέον, είναι ΜΗ δημοκρατικό. Σύγχρονη δημοκρατία είναι το καθεστώς όπου κυβερνά η πλειονότητα και προστατεύονται τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Αν γινόταν αποδεκτό το Σχέδιο Ανάν, η Ελληνοκυπριακή πλειονότητα δεν θα μπορεί να κυβερνήσει, ενώ η Τουρκοκυπριακή μειονότητα, έχει προ πολλού εξαναγκασθεί σε φυγή στο εξωτερικό από το κατοχικό καθεστώς του «Αττίλα» κι έχει εκτοπιστεί από τους πολυάριθμους εποίκους. Με το Σχέδιο Ανάν, οι Τουρκοκύπριοι δεν προστατεύονται, αντίθετα, οι έποικοι γίνονται «συγκυρίαρχοι» σε ολόκληρη την Κύπρο – σε βάρος και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ούτε ως δημοκράτες.
* Τέταρτον: το Σχέδιο Ανάν κάνει κάτι παραπάνω: Θεσπίζει μηχανισμό για να λυθεί το πρόβλημα ακυβερνησίας που το ίδιο δημιουργεί. Θεσμοθετεί το «ανώτατο» δικαστήριο, με τρεις Ελληνοκυπρίους, τρεις «Τουρκοκυπρίους» και τρεις ξένους «δικαστές», οι οποίοι δεν θα δικάζουν απλώς, αλλά θα αποφασίζουν για κάθε ζήτημα στο οποίο δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση – με ιδιαίτερη μνεία για τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει η ακυβερνησία στην Ευρωπαϊκή εκπροσώπηση της Κύπρου (άρθρο 34 παράγραφος 6). Αυτό σημαίνει ότι οι δικαστές που θα ορίζονται απ’ έξω γίνονται οι πραγματικοί, «κυβερνήτες» της Κύπρου. Χωρίς να εκπροσωπούν τον λαό της Κύπρου (Ελληνοκύπριους ή Τουρκοκύπριους), χωρίς να εκλέγονται από αυτόν και χωρίς να λογοδοτούν σε αυτόν. Δηλαδή χωρίς να έχουν την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση. Για πρώτη φορά γίνεται προσπάθεια να εγκαθιδρυθεί προτεκτοράτο, με τη σύμφωνη γνώμη εκείνων στους οποίους θα επιβληθεί. Αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε, ούτε ως πολίτες του κόσμου.
* Πέμπτον: Αυτό το προτεκτοράτο, με ολοφάνερο έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης, μπαίνει και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγμα που σημαίνει ότι η δύναμη που ελέγχει τους τρεις ξένους «δικαστές» θα καθορίζει και την πολιτική της Κύπρου στην Ένωση, άρα θα μπορεί να μπλοκάρει και τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Αν η δύναμη που διορίζει και ελέγχει τους τρεις ξένους δικαστές είναι οι ΗΠΑ, η Ουάσιγκτων αποκτά πλέον – μέσω Κύπρου – αυξημένα δικαιώματα ΜΕΣΑ στην Ένωση, ακόμα και δικαίωμα βέτο. Επί πλέον, αν οι ΗΠΑ ελέγχουν τους τρεις δικαστές (μέσω των Ηνωμένων Εθνών), μπορούν να ενθαρρύνουν μια πολιτική εμπλοκή που ενδεχομένως θα θέλει να δημιουργήσει η Αγκυρα, μέσω του Τουρκοκυπριακού συστατικού κρατιδίου, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, η Ευρώπη συνολικά, μπορεί να γίνει, – μέσω Κύπρου και ελέω Ουάσιγκτων – «αιχμάλωτη» της Αγκυρας. Αυτό ως Ευρωπαίοι δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε. Όπως έχουν λόγο να το αντιμετωπίσουν με απόλυτη καχυποψία κι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί, από εκείνους που θα κληθούν να επικυρώσουν την ένταξη της Κύπρου, στους επόμενους 16 μήνες. Συνεπώς, αν περάσει το Σχέδιο Ανάν, ως έχει, όχι μόνο δεν θα «βοηθήσει» την ένταξη της Κύπρου, αλλά είναι πιθανόν να την δυσκολέψει πολύ περισσότερο.
* Έκτον: Συνολικά, το Σχέδιο Ανάν, δεν μπορούμε να το δεχθούμε, όπως προτάθηκε, ούτε ως Έλληνες, ούτε ως Ευρωπαίοι, ούτε ως πολίτες του κόσμου, ούτε ως δημοκράτες. Δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε με οποιαδήποτε ανθρώπινη ιδιότητα, με, οποιαδήποτε «ταυτότητα» πολίτη ή σκεπτομένου ανθρώπου. Μπορούμε, μόνο να το αποδεχθούμε παθητικά ως «ανδράποδα». Είμαστε, Έλληνες, Ευρωπαίοι, Πολίτες του κόσμου. Πάντως, «ανδράποδα» ΔΕΝ είμαστε, ΟΥΤΕ έχουμε καμία διάθεση να γίνουμε.
* Έβδομον: Μήπως, τουλάχιστον, θα μπορούσε το Σχέδιο Ανάν, να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ώστε να «βελτιωθεί»; Το πρόβλημα εδώ είναι ότι η διαδικασία που προτάθηκε από τον ίδιο τον κ. Ανάν, αποκλείει, κάθε ουσιαστική διαπραγμάτευση. Προβλέπει ότι, αν υπογραφεί «προσύμφωνο» στις αρχές Δεκεμβρίου, οι δύο πλευρές αναλαμβάνουν την υποχρέωση να αποδεχθούν τελικώς. τις λύσεις που θα δώσει ο ίδιος ο κ. Ανάν (σε όσα ζητήματα δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν μεταξύ τους). Δεν θα έχουν, δηλαδή, το δικαίωμα να φύγουν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων (οpting out). Όπου δεν υπάρχει δικαίωμα μιας πλευράς να εγκαταλείψει, δεν έχουμε πραγματικές διαπραγματεύσεις, έχουμε εκβιαστική αποδοχή δεσμευτικής διαιτησίας. Αυτό είναι επίσης κάτι που δεν μπορούμε να αποδεχθούμε.
* Όγδοο: Αν υπάρχει κάποιο νόημα στην διπλωματική προσπάθεια, αυτή τη στιγμή, είναι να ανατρέψουμε τη διαδικασία συζήτησης. Να καταργηθεί η δεσμευτική διαιτησία. Να επιβληθεί ανοικτή διαπραγμάτευση. Κάτι, άλλωστε, στο οποίο θα ζητήσει, ίσως, και η Τουρκοκυπριακή πλευρά. Το Σχέδιο Ανάν, ως έχει, δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ούτε καθ’ αυτό, ούτε ως προτεινόμενη διαδικασία υποχρεωτικής διαιτησίας. Μπορούμε, ωστόσο, να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τη διαδικασία αυτή, αποδεσμεύοντάς την και από τις προθεσμίες της Κυπριακής Ένταξης.
* Ένατο: Στο μεταξύ πρέπει να ενισχύσουμε τη διαπραγματευτική θέση μας ως Ελληνισμός συνολικά: Να καταδείξουμε ότι η Ελληνική κοινή Γνώμη, αλλά και η Κοινή Γνώμη των Ελληνοκυπρίων δεν αποδέχεται το Σχέδιο Ανάν. Να ενισχύσουμε τις προσπάθειες για ανατροπή της εκβιαστικής διαδικασίας που προτείνει ο κ. Ανάν. Να δημιουργήσουμε Κινήσεις Πατριωτικής Αντίστασης, σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο. Από όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως κομματικής ένταξης. Ώστε να ενθαρρύνουμε τις κυβερνήσεις μας να κρατήσουν συνεπή θέση, να αποθαρρύνουμε όλους όσους θέλουν να «λύσουν το Κυπριακό όπως-όπως», ανοίγοντας την πόρτα για την επιβολή αντιστοίχων «λύσεων» αύριο στο Αιγαίο και τη Θράκη. Να οργανώσουμε κινητοποιήσεις παντού. Να ενισχύσουμε το φρόνημα του ελληνισμού και τη διαπραγματευτική θέση των κυβερνητών του.
* Αυτή η «νεοταξίτικη» διπλωματία – η επιβολή εκβιαστικών «λύσεων» σε μακροχρόνια προβλήματα, χωρίς να αποκαθίσταται το δίκαιο – έχει ήδη αποτύχει και στην περίπτωση του Παλαιστινιακού (κατέρρευσε ήδη η Συμφωνία του Όσλο) και στην περίπτωση του Βορειοϊρλανδικού (κατέρρευσε και η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής). Θα προσφέρουμε μεγάλες υπηρεσίες στην παγκόσμια κοινωνία (αλλά και στα συμφέροντά μας), αν εξασφαλίσουμε την αποτυχία αυτής της ανορθόδοξης, «νεοταξικής διπλωματίας». Και θα αποθαρρύνουμε κάθε νέα απόπειρα να επαναληφθεί στο μέλλον, σε βάρος άλλων λαών. Όποιοι προσπαθούν να αναβιώσουν «Αυτοκρατορίες», θα πρέπει να πάρουν το μάθημά τους: Οι λαοί γνωρίζουν να αντιστέκονται, να μένουν όρθιοι, να υπερασπίζονται τα δίκια τους, Οι Δημοκρατία και τα Έθνη νίκησαν της Αυτοκρατορίες εδώ και έναν αιώνα. Κι αυτή η νίκη είναι ανεπίστρεπτη.
Ανάρτηση από: http://www.antibaro.gr