Της Τζένης Σιούτη
Αυτοί παιδί μου δεν νοιάζονται
για σένα! Αυτοί και σένα και μένα μας βλέπουν μόνο σαν αριθμούς σε στατιστικές.
Είναι σαν να μην υπάρχουμε! Τί ξέρουν αυτοί για το πώς ζούμε, για τις αγωνίες μας,
για τις έγνοιες μας, για τα προβλήματά μας;
Αυτοί οι ίδιοι δεν είναι
που φέσωσαν τη χώρα, που κατάκλεψαν το δημόσιο κορβανά; Αυτοί που τρώγανε
με χρυσά κουτάλια πετώντας σκόπιμα τα αποφάγια τους κάτω από το τραπέζι, ψίχουλα
για τους πληβείους, για να τους κάνουνε να νοιώθουν συνένοχοι! Και υπήρξαν
σαφώς αρκετοί που στριμώχτηκαν κάτω από το τραπέζι για τα αποφάγια κι αυτοί χαμογελούσαν
σαρδόνια, γιατί τους είχαν βάλει στο παιχνίδι, φθείροντας έτσι τη συνείδησή
τους! Μαζί τα φάγαμε! Φαυλοκρατία, αμοραλισμός, ατομικισμός! Αυτό ήταν το μότο τους!
Αυτοί λοιπόν σήμερα παρουσιάζονται
ως οι εγγυητές της εξόδου από την κρίση! Ναι, αυτοί και μόνο αυτοί μπορούν και θέλουν
να σε σώσουν, να μας σώσουν για άλλη μια φορά! Ποιους κοροϊδεύουν!
Αυτοί παιδί μου δεν ξέρουν
τί θα πει φτώχεια, δεν έχουν κάνει ποτέ φτωχοί. Πού να καταλάβουν πώς είναι να μη
κλείνει μάτι όλη νύχτα ο πατέρας σου γιατί την επομένη δεν έχει να πληρώσει τη δόση
του δανείου ή το νοίκι ! Πώς νιώθει όταν χάνει τη δουλειά του και μένει μετέωρος,
πώς νιώθει όταν βλέπει πως πλησιάζει η ώρα της απόλυσής του και δεν μπορεί να κάνει
τίποτα! Πώς μετρά η μάνα σου τα φραγκοδίφραγκα για το σούπερ μάρκετ, για το
γάλα ή το ψωμί της οικογένειας ή για να βάλει βενζίνη! Σκασίλα τους
αν δεν έχει μία για το γιατρό ή για τα φάρμακα ο άρρωστος συγγενής σου, αν κρυώνει,
αν πεινά ο κολλητός σου. Σκασίλα τους αν δε βρίσκεις δουλειά, αν σε χαρτζιλικώνει
ακόμα ο μπαμπάς ή ακόμα χειρότερα ο παππούς, αν δε μπορείς να χαρείς τα νιάτα σου,
αν μένεις ακόμα με τους δικούς σου κοτζάμ άντρας ή κοπέλα, αν απελπίζεσαι, αν ξενιτεύεσαι.
Τα δικά τους παιδιά έχουν και παρόν και μέλλον. Εσένα θα σκεφτούν τώρα;
Περπατάς στο δρόμο και
είσαι σαν χαμένος, ούτε ευρώ στην τσέπη, έστω για ένα καφέ με τα φιλαράκια σου,
ούτε διάθεση να μιλήσεις, να χαρείς έστω τη σημερινή λιακάδα, εκεί σε κατάντησαν!
Πώς, με τί καρδιά να το συναισθανθούν αυτό που νιώθεις; Δεν ξέρουν να κατανοούν
αυτοί παιδί μου. Χαμένη-ος στις σκέψεις σου και στις ανασφάλειές σου βλέπεις
τη ζωή να περνάει δίπλα σου και δεν μπορείς ούτε να την ακουμπήσεις! “Ε, καλημέρα
ζωή, πες μου ένα γεια, είμαι κι εγώ εδώ, είμαι κι εγώ παιδί σου”! Αυτοί
παιδί μου δεν καταλαβαίνουν από τέτοια, γιατί δεν ένιωσαν ποτέ τους έτσι,
γιατί στον δικό τους “κόσμο” δεν ξέρουν τι θα πει ζόρι.
Παντού, στο σπίτι, στο σχολειό,
στη γειτονιά βλέπεις ανθρώπους να παλεύουν να τα βγάλουν πέρα, μέρα τη μέρα, μήνα
το μήνα, για μακροπρόθεσμα σχέδια ούτε λόγος. Κι εσύ που είσαι νέος και βράζει το
αίμα σου, που από τη φύση σου είσαι πιο βιαστικός, που θέλεις να ονειρευτείς,
να σχεδιάσεις το μέλλον σου; Δεν σου το επιτρέπουν οι συνθήκες! Σχεδιάζουν για σένα
ένα μέλλον ζοφερό, δε σε θέλουν σπουδαγμένο, να σε στριμώξουν θέλουν σε σχολεία
δεύτερης κατηγορίας, σε άμισθη μαθητεία, ημιμαθή και εύκολο θύμα στο
σκλαβοπάζαρο της αγοράς που θεοποιούν, αλλά και υπηρετούν. Άβουλο και αδύναμο
σε θέλουν και πάνω απ’ όλα σιωπηλό, ακόμα καλύτερα αδιάφορο, κοινωνικά νεκρό.
Γιατί παιδί μου η αδιαφορία είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Μην απογοητεύεσαι,
μην αδιαφορείς, μη κλαψουρίσεις ποτέ, μα ποτέ στη ζωή σου. Μην αποδεχτείς το ρόλο
του άβουλου, αθώου θύματος, δεν σου ταιριάζει! Θύμωσε για την αδικία, αλλά
μην απαιτείς από αυτούς να σε καταλάβουν! Είπαμε δεν καταλαβαίνουν παιδί μου
αυτοί! Αυτοί είναι ταγμένοι αλλού, δεν θα σ’ ακούσουν!
Ήρθε όμως η ώρα να την “ακούσουν”
! Γύρνα τους την πλάτη αμετάκλητα και χαμογέλα, γιατί αυτό ταιριάζει στα χρόνια
σου και στην αξιοπρέπειά σου. Μη τους φοβηθείς! Χαμογέλα, αμφισβήτησε, κρίνε
και διεκδίκησε παρέα με τους δικούς σου τους ανθρώπους. Γιατί για τη δική σου ζωή
πρόκειται! Γιατί όπως λέει κι ο ποιητής (Μ. Γκανάς, Άψινθος):
Αυτοί παιδί μου δεν
δεν σου χαρίζουν ούτε τη νύστα
τους
όλο δεν και δεν και δέν-τρο
δεν φύτεψαν τα χέρια τους
δεν χάιδεψαν σκυλί γατί πουλάκι
πληγωμένο
γυναίκα άσχημη και στερημένη
αυτοί παιδί μου δεν
δεν δίνουν τ' Αγγέλου τους
νερό
δεν άκουσαν ποτέ
ανάκουστο κιλαϊδισμό και λιποθυμισμένο
δεν έπιασαν με τα ρουθούνια
τους
το άοσμο άνθος του θανάτου
δεν είδαν -κατάργησαν τα μάτια
τους-
μια πιπεριά να γίνεται λιμπελούλα
αυτοί παιδί μου δεν
δεν ξέρουν δεν αγαπούν
ξέρουνε μόνο ν' απαιτούν
περισσότερα περισσότερα περισσότερα
περί...
που έτσι γράφεται το μέλλον μας.
Ανάρτηση από: http://www.alfavita.gr
Ευχαριστώ την φίλη Αθηνά Λ.