Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Ελλάδα: το «Μεξικό» της Ε.Ε.;

Του Γιώργου Ρακκά

Η πολιτική κατάσταση που διαμορφώνεται μετά τον πρώτο γύρο των δημοτικών εκλογών θυμίζει… Μεξικό. Αποτελεί δε ένα ακόμα σημάδι ότι βαίνουμε για τα καλά στον μετασχηματισμό μας σε «αποικία χρέους», χώρα περιορισμένης ευθύνης – και όποιος πανηγυρίζει δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει. Αλλά γιατί «Μεξικό»;

Α) Όπως και εκεί, έτσι και εδώ οι πολιτικές ελίτ της χώρας ασκούν μιας μορφής «συγκυβέρνηση» με ξένα συμφέροντα. ΗΠΑ και πολυεθνικές εκεί, εδώ γερμανο-τουρκικός άξονας και οι πανταχού παρούσες πολυεθνικές, υπό τις ευλογίες του Ομπάμα. Όλη η ουσία της πολιτείας των ελληνικών αρχουσών τάξεων ανακεφαλαιώνεται σε μια περίφημη δήλωση που είχε απευθύνει ο Ερντογάν προς τις χώρες της Βαλκανικής: «Συμπατριωτισμός» – δηλαδή μια έκκληση προς τις ελίτ των χωρών της περιοχής μας να μεταβληθούν σε ντήλερ των νεο-οθωμανικών συμφερόντων. Τα πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα: Αυτή τη στιγμή στα Βαλκάνια κυριαρχεί μια ανανεωμένη εκδοχή της γερμανο-τουρκικής συμμαχίας που καθόρισε τις εξελίξεις κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα: Ημισέληνος και Ντόιτσε Μπανκ. Ο δε Ομπάμα, πλειοδοτεί προς αυτήν την κατεύθυνση, γιατί με αυτόν τον τρόπο δίνεται ώθηση στο δικό του ευρω-ατλαντικό όραμα. Η δε συμμαχία της Γερμανίας και της Τουρκίας τον εξυπηρετεί καθώς έτσι απομακρύνεται η Γερμανία από την Ρωσία, ενώ διαμορφώνονται και οι συνθήκες για άρση του τουρκο-ισραηλινού «διαζυγίου».

Β) Στο εσωτερικό των αρχουσών τάξεων αναδεικνύονται τάσεις «λατινοαμερικανοποίησης»: Οι κομματικοί μηχανισμοί της μεταπολίτευσης πνέουν τα λοίσθια, γι’ αυτό το Σύστημα περνάει σ’ ένα «σχέδιο Β». Προχωράει στην κατασκευή πολιτικών προσωπικοτήτων «αλά Μπερλουσκόνι», τέκνων της μηντιοκρατίας, εκφραστές ή ακόμα και φορείς μεγάλων συμφερόντων, που προέρχονται από διάφορες εκδοχές της λούμπεν μεγαλοαστικής τάξης: Από τις πιο εκλεπτυσμένες-κοσμοπολίτικες (Γ. Μπουτάρης), τηλε-σταρ (Ψινάκης) έως τους «αποδυτηριάκηδες», τα τέκνα της ποδοσφαιρικής μαφίας (Μπέος-Μόραλης, για να θυμηθούμε και το εύστοχο σύνθημα, «τόση μπάλα και τόση αστυνομία έχουμε να δούμε από την χούντα»). Οι χρεοκοπημένοι ταγοί της παλαιάς (κύρια, πασοκικής) κομματοκρατίας, με προεξάρχοντα τον Ε. Βενιζέλο, κρύβονται από πίσω τους.

Γ) Κι εδώ, όπως στα γκέτο μιας τυπικής λατινοαμερικάνικης χώρας, η λαϊκή οργή λεηλατείται από την «πολιτική μαφία» της γειτονιάς. Δηλαδή την Χρυσή Αυγή. Ένα μείγμα παρακράτους και υποκόσμου, που έχει μεταβάλει σε σημαία του την «εκδίκηση», υποσχόμενο έναν «τελικό γύρο» εμφυλίου. Το αίτημά τους προσελκύει δύο κυρίως κατηγορίες πολιτών: Αφ ενός ένα μεγάλο κομμάτι της παραδοσιακής δεξιάς που εκτέθηκε από την κρίση, δίχως πλέον να το προστατεύουν τα παλαιά πελατειακά δίκτυα. Αφ ετέρου, μικρότερες γενιές, αποκτηνωμένες πολιτικά, ηθικά και αξιακά από την εκρηκτική εξίσωση του σημιτικού εκσυγχρονισμού: Ρεπούση + Τηλεόραση + Υπερκατανάλωση. Αυτές οι δύο κατηγορίες φαντασιώνονται στην πολιτική μαφία της Χ.Α. τον «τερμινέιτορ» που θα δώσει ένα καλό μάθημα σε κάθε λογής «λαμόγιο» και προδότη. Στην ουσία, οι αποκαλύψεις της προηγούμενης περιόδου απέδειξαν πως η Χρυσή Αυγή είναι εικόνα και ομοίωση αυτού που καταγγέλλουν, ενώ αν έχουν τη δυνατότητα να καταστρέψουν κάτι, αυτό θα είναι η ίδια η πατρίδα μας, μέσα σ’ έναν τρομακτικό εμφύλιο (όπως εξάλλου το έκαναν στην Κύπρο το 1974).

Γιατί όμως η μπογιά τους περνάει ακόμα; Διότι αφ’ ενός η κυβέρνηση απέτυχε να τους αντιμετωπίσει (λόγω Μπαλτάκου και λόγω της εγγενούς αδυναμίας της να ορίσει τι συνιστά «πολιτικό έγκλημα» σε αυτήν την χώρα – γιατί στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάμε για σχοινί). Και αφετέρου, διότι η Αριστερά αρνείται την μόνη ζώσα υπαρκτή, πλειοψηφική αντιφασιστική παράδοση που διαθέτει αυτός ο τόπος: Αυτήν του λαϊκού, πατριωτικού-δημοκρατικού αντιφασισμού. Το αποτέλεσμα αυτών των αδυναμιών, φαίνεται στα μεγάλα ποσοστά που κατέγραψαν ο Κασιδιάρης και ο Ματθαιόπουλος στις λαϊκές γειτονιές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Όσο για τον Πειραιά, εκεί επέλεξαν να ακολουθήσουν τον ρόλο που είναι προορισμένοι και που τους συντήρησε τόσα χρόνια, ως μπράβοι των τοπικών βαρόνων.

Δ) Και εδώ, όπως και στο Μεξικό, έχουμε μια κεντροαριστερά ισχνή, δυτικοκεντρική, ανίκανη τόσο να συγκινήσει τα λαϊκά στρώματα, όσο και να καταρτίσει μια ρεαλιστική εθνική στρατηγική για την έξοδο από τις συνθήκες «αποικίας χρέους». Τον τελευταίο καιρό, ο ΣΥΡΙΖΑ φλερτάρει αδιακρίτως με τις ιδέες και τις λογικές του Γεώργιου Ανδρέα Παπανδρέου. Στην Κουμουνδούρου φυσάει «αέρας 2009»: Ένα μείγμα εθνομηδενισμού, ευρωκεντρισμού και  σοσιαλδημοκρατίας, προς το ριζοσπαστικότερο είναι η αλήθεια. Ωστόσο αυτό μπορεί να συγκινήσει μόνο ένα τμήμα των μεσοστρωμάτων, ενώ είναι εντελώς ανεδαφικό ως προς την πραγματικότητα της «αποικίας χρέους». Εξ άλλου, ό,τι και να λένε οι Σταθάκης και Βαρουφάκης, το μνημόνιο δεν σημαίνει «αιώνια κρίση», αλλά γεννάει ένα νέο «μοντέλο ανάπτυξης», κοινωνικά και εθνικά αυτοκτονικό. Για να προκαλέσει κανείς την κυριαρχία του μνημονίου στον τόπο μας δεν αρκεί η καταγγελία των μέτρων λιτότητας και μόνο, αλλά να προκαλέσεις τον αντίπαλο στο πεδίο της εθνικής στρατηγικής. Και για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, χρειάζεται να έχεις συγκεκριμένη άποψη για τα Εθνικά Θέματα, για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση, για την Πολιτιστική Αναγέννηση – μιαν άλλην αντίληψη για την δημοκρατία. Με Σταθάκη, Χριστόπουλο και Σία Αναγνωστοπούλου, με… Κραουνάκη και την προσπάθεια ανασύστασης ενός παπανδρεϊκού κακέκτυπου δεν είναι δυνατόν να καταφέρεις και πολλά.

Τι σημαίνει όμως σήμερα να καταφέρει κανείς πολλά; Σημαίνει κυρίως να εκφράσει μια συντριπτική αντίθεση (της τάξης του 65%-70%) στην πολιτική που επιβάλει η Γερμανική Ευρώπη και η Τρόικα στον τόπο. Η οποία σήμερα υπάρχει, αλλά «σαλαμοποιείται» και γίνεται αντικείμενο υφαρπαγής ακόμα και από τον ίδιο τον Σαμαρά. Γιατί πολύ απλά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πείθει… Αυτό, βέβαια, που ισχυριζόμαστε δεν έχει σχέση με το εάν θα μπορέσει εν τέλει να γκρεμίσει την συγκυβέρνηση των Βενιζέλου-Σαμαρά, πράγμα που μπορεί και να συμβεί, καθώς η κοινωνία έχει γονατίσει από την κυβερνητική πολιτική. Όμως, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το τι μπορεί να κάνει στο πεδίο της διακυβέρνησης από εκεί και πέρα – στις δοσμένες συνθήκες που ζούμε.

Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, στη Θεσσαλονίκη να έχουμε μια τόσο συντριπτική καταγγελία της κυβερνητικής πολιτικής στο δημοψήφισμα για το Νερό (218.000 συμμετοχές, 98% εναντίον της πώλησης της ΕΥΑΘ – στο οποίο, προφανώς, ψήφισαν και αρκετοί ψηφοφόροι του Νεοδημοκράτη Καλαφάτη) και το κόμμα που υποτίθεται ότι ενσαρκώνει την «αντιμνημονιακή ελπίδα» να χτυπάει τα ιλιγγιώδη ποσοστά του 10%-15%. Αν αυτό δεν συνιστά έμπρακτη απόδειξη της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ τότε τι άλλο θα μπορούσε να το κάνει;

Στιγμές όπως αυτή του δημοψηφίσματος εκφράζουν ακριβώς αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας από το 2009 κι έπειτα, και που δεν μπορεί να βρει δημιουργική έκφραση στο πεδίο της πολιτικής. Η κοινωνία θα ήθελε να αντισταθεί, ωστόσο το πολιτικό σύστημα είναι εκφυλισμένο ή αδιέξοδο και αδυνατεί να οργανώσει την διάχυτη καταγγελία σε πολιτικό ρεύμα ανατροπής. Άρα, θα πρέπει να υπερβούμε το παρόν πολιτικό σύστημα και τους παρόντες μηχανισμούς. Αλλά στη θέση τους τι θα βάλουμε; Εκείνο που απέδειξαν αυτές οι εκλογές, έστω και στο «μικροσκόπιο» με διάφορες αδέσμευτες και αντιστασιακές κινήσεις πολιτών σε όλη την Ελλάδα (όπως π.χ. ο Σπάρτακος στην Κομοτηνή, το Κοινοτικόν στην Πάτρα, το Μένουμε Θεσσαλονίκη) είναι ότι υπάρχει χώρος και προοπτική ώστε οι πολίτες να αυτό-οργανωθούν σε νέες, πραγματικά δημοκρατικές κινήσεις. Οι οποίες δεν θα είναι «αφηρημένα» αντιμνημονιακές, όπως ήταν κατά την πρώτη φάση της επέλασης του μνημονίου στη χώρα μας, αλλά θα έχουν σαφέστατη πολιτική αντίληψη και ιδεολογική συγκρότηση ώστε να προκαλέσουν την «αποικία χρέους» σε κάθε τμήμα του ίδιου του γηπέδου της. Κοντολογίς, Κινήσεις Πολιτών που να ανανεώνουν την μόνη υπαρκτή, και δυνάμει πλειοψηφική, επαναστατική παράδοση που έχει αναπτυχθεί στην κοινωνία μας, και που μπορεί σήμερα να ανατρέψει τα δεδομένα: Εκείνην του Μακρυγιάννη και του ΕΑΜ. Δηλαδή τους δικούς μας «Ζαπατίστας», για να ξαναγυρίσουμε και στην αρχική σύγκριση…

Σε αυτό που διακρίνεται, εντούτοις, η Ελλάδα από το Μεξικό είναι δύο πράγματα. Αφενός η τρομακτική δημογραφική κρίση που βιώνει η χώρα μας –και που μελλοντικά θα την απειλήσει με «βελούδινη γενοκτονία». Αφετέρου, και σε στενή συνάρτηση με το πρώτο, το διφυές των δυνάμεων που αξιώνουν εθνική υποδούλωση (από Δύση και Ανατολή) και η προοπτική των ερχόμενων δεκαετιών να απορροφηθούμε ολοκληρωτικά από μια νέα αυτοκρατορική δομή του 21ου αιώνα.
Τούτα τα δύο, συνιστούν μια πολύ σημαντική διαφοροποίηση. Αν οι ιθαγενείς του Μεξικού εξεγείρονται για την αξιοπρέπειά τους, εμείς θα πρέπει να επαναστατήσουμε για την επιβίωσή μας. Για να υπάρχουμε στα τέλη του 21ου αιώνα και να  μην λέμε τότε «ήτανε κάποτε ένας λαός…».
Και αυτό πρέπει να γίνει στη χώρα μας σύντομα, ας πούμε το 2021, με τον τρόπο του 1821 και του 1941-1944. Δηλαδή μια τρίτη μεγάλη εθνική επανάσταση για την ελευθερία, την δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτή, αν σε κάτι θα διακρίνεται από τις δύο προηγούμενες θα είναι στο κοινωνικό της κομμάτι: Γιατί σήμερα, δυστυχώς, οι άρχουσες τάξεις της χώρας έχουν τον ρόλο που είχαν τότε οι Πασάδες ή ο… Νόιμπαχερ, ο ύπατος αρμοστής των ναζί στην κατεχόμενη Ελλάδα.

Ανάρτηση από:  http://ardin-rixi.gr