Της Δήμητρας Μυρίλλας
Το Ιδρυμα Μαριάννα Βαρδινογιάννη αποφάσισε να αναλάβει πρωτοβουλίες για την επιστροφή των Μαρμάρων και τις ανακοίνωσε. Δηλαδή, την πραγματοποίηση μιας διεθνούς συνάντησης με αυτό το θέμα στις 26 Ιουνίου και μίας δημοσκόπησης που έγινε εντός Ελλάδας για τη σημασία που έχει για τον ελληνικό λαό η επιστροφή των Γλυπτών. Η ανακοίνωση των πρωτοβουλιών αυτών δεν έγινε παρουσία της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού και δεν φάνηκε να εντάσσονται μέσα σε μία αποφασισμένη κεντρική πολιτική και διπλωματική γραμμή.
Συνήθως η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού δεν διστάζει να ομολογήσει πως ο πολιτισμός τροφοδοτείται (οι όροι και οι στόχοι είναι ένα άλλο τεράστιο θέμα) από τα κοινοτικά χρηματοδοτικά πακέτα. Σε απλά ελληνικά, από εθνικούς πόρους η συνεισφορά είναι μηδενική. Δεν δείχνει όμως το ίδιο θάρρος ώστε να ομολογήσει ότι η πολιτιστική πολιτική τα τελευταία χρόνια εν πολλοίς χαράσσεται και ασκείται από τα μεγάλα Ιδρύματα. Συνήθως ψελίζονται φράσεις «όπως σύμπραξη δημόσιου με ιδιωτικό», «εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης» και άλλοι τέτοιοι κενοί και παραπλανητικοί λεκτικοί συνδυασμοί, που προσπαθούν να θολώσουν μια πραγματικότητα, που η ίδια ωστόσο προβάλλει ακαταμάχητη. Ποια είναι αυτή; Η απόσυρση του κράτους από τον πολιτισμό και η ταυτόχρονη διείσδυση των ιδιωτικών φορέων.
Και προσέξτε πως έχει γίνει ο καταμερισμός των αρμοδιοτήτων.
Πώς θα αναλάβει τη διαχείριση και το κόστος λειτουργίας ένα κράτος που δηλώνει πως δεν έχει λεφτά, που οι υπηρεσίες του δεν έχουν χρήματα ούτε για ξύστρες και μολύβια; Για να εξηγούμαστε… Δεν πιστεύουμε καθόλου ότι δεν υπάρχουν χρήματα. Προβλέπουμε όμως ότι τα άδεια ταμεία και η κρίση θα είναι ένα εξαιρετικό άλλοθι ώστε το Ιδρυμα να συνεχίσει να έχει λόγο στη διαχείριση της Βιβλιοθήκης και της Λυρικής Σκηνής. Κάτι που άλλωστε το προβλέπει και η σύμβαση που έχει υπογραφεί παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις. Η εμπλοκή του Ιδρύματος, μέσα σε ένα επικοινωνιακό πλαίσιο αίγλης και γενναιοδωρίας δεν σταματάει εδώ. Και στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης εξασφάλισε την υστεροφημία του με δωρεά 3 εκ. ευρώ και στη Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στηρίζοντας εργαστήρια.
Αλλά το Ιδρυμα Ωνάση χαράσσει και χωροταξική και πολεοδομική πολιτική. Το RethinkAthens, η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου, αποτελεί έμπνευση του Ιδρύματος που χρηματοδότησε και τη μελέτη, ενώ την εκτέλεση θα την αναλάβει το κράτος με ίδια και κοινοτικά κονδύλια.
Κάπου όμως συναντώνται τα δύο Ιδρύματα και στο σημείο συνάντησης βρίσκεται και η ουσία: Και τα δύο μεγαλεπήβολα προγράμματα δεν περιλαμβάνουν το λαό ως κυρίαρχο χρήστη. Η Εθνική Βιβλιοθήκη και η Λυρική Σκηνή, καθώς είναι τοποθετημένα στην άκρη ενός οδικού κόμβου ταχείας κυκλοφορίας, δεν εντάσσονται μέσα στην καθημερινότητα των ανθρώπων, δεν βρίσκονται στο οπτικό τους πεδίο και εδώ που τα λέμε… πολύ αμφιβάλουμε αν ο άνεργος από το δυτικά προάστια θα φτάσει ως το Δέλτα Φαλήρου για να κάνει βόλτα στο πάρκο ή να δει μία παράσταση έστω κι αν – για τα μάτια του κόσμου – υπάρχουν δωρεάν εισιτήρια για ανέργους.
Ο Δ. Δασκαλόπουλος, επίτιμος πρόεδρος του ΣΕΒ, με το Ιδρυμα «ΝΕΟΝ», μάλλον επιδιώκει να κερδίσει μία θέση στο διεθνές πάνθεον των μαικήνων της τέχνης, όχι με το αζημίωτο. Και αφού όλα αυτά γίνονται με το μανδύα της ευεργεσίας και επομένως το αντίτιμο δε μπορεί να είναι χρηματικό, επιλέγεται το αντίτιμο σε… δημόσια γη. Στην προκειμένη περίπτωση ο εν λόγω οργανισμός, με τις ευλογίες της νυν δημοτικής αρχής, βάζει πόδι στον Εθνικό Κήπο. Φέρνει γάλλο μελετητή για κάνει κηποτεχνική μελέτη, η οποία αλλοιώνει τη φυσιογνωμία του κήπου και μέσα σε ένα πνεύμα κοσμοπολίτικης εικαστικής ατμόσφαιρας σχεδιάζει να κάνει εκθέσεις εντός του κήπου… Μη φανταστείτε εκθέσεις στις οποίες θα συμμετέχουν με έργα τους Ελληνες εικαστικοί καλλιτέχνες. Όχι… για το επίπεδο ενός κοσμοπολίτη επιχειρηματία αυτά είναι basseclasse… Για αρχή οι καλλιτέχνες θα επιλεγούν από διευθύντρια βρετανικής γκαλερί.
«Επιχειρηματικότητα» και πολιτισμός
Αυτά είναι που κατ’ αρχήν εκπονούνται από τα μεγάλα ιδρύματά. Η είσοδος των επιχειρηματιών στον πολιτισμό περιλαμβάνει και μικρότερης οικονομικής εμβέλειας υποψήφιους και το κάλεσμα είναι επίσημο. Εγινε πριν λίγους μήνες στο συνέδριο που οργάνωση το Υπουργείο Πολιτισμού «Χρηματοδοτώντας τη Δημιουργικότητα», όπου λέξεις όπως «επιχειρηματικότητα», «ανταγωνιστικότητα», «βιώσιμη οικονομία» είχαν την τιμητική τους και που τ. υπουργός, Π. Παναγιωτόπουλος εν μέσω αποδοκιμασιών ξεστόμιζε την αλήθεια και το μέλλον που διαγράφεται και για τον πολιτισμό. Είπε λοιπόν: «ότι πρέπει να γίνουμε ανταγωνιστικοί σαν την οικονομία της Κίνας, καθώς το κόστος εργασίας στη Γηραιά Ήπειρο είναι εξαιρετικά υψηλό». Και θα κινεζοποιηθούμε από τον Πειραιά ως το τελευταίο πολιτιστικό και καλλιτεχνικό πυρήνα….
Ανάρτηση από: http://www.imerodromos.gr
Εκεί που δεν υπάρχει κράτος, υπάρχουν ιδιώτες που έρχονται να καλύψουν τα κενά. Ιδρυμα Νιάρχου, Ιδρυμα Ωνάση, Οργανισμός ΝΕΟΝ του Δασκαλόπουλου, τώρα και το Ιδρυμα Μαριάννας Βαρδινογιάννη που αποφάσισε να ασχοληθεί με την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα.
Είναι αλήθεια πως τα μεγάλα Ιδρύματα έχουν καταλάβει (το ρήμα χρησιμοποιείται με την έννοια της κανονικής κατάληψης) ένα πολύ μεγάλο μέρος του πολιτιστικού τοπίου. Φαίνεται όμως πως μέσα στον ανταγωνισμό τους, ανταγωνισμό μεγαλείου και ηγεμονίας, φροντίζουν να κάνουν ένα καταμερισμό εργασίας και αρμοδιοτήτων.
Αλλωστε το πεδίο είναι τεράστιο και έχει «ψωμί» για όλους. Και τα ιδρύματα, με την αμφίεση του ευπατρίδη, ευεργέτη, εισχωρούν όπου υπάρχει κενό… Κενό αφημένο επίτηδες για να έρθουν ως σωτήρες να το καλύψουν.
H «εκστρατεία» των μαρμάρων
Θα ξεκινήσουμε όμως από την νέα άφιξη στον κόσμο των ιδρυμάτων που παράγουν πολιτιστική πολιτική. Και όχι πολιτική σε δευτερεύοντες τομείς… Παράγουν πολιτιστική πολιτική που αγγίζει κομβικά θεσμικά θέματα και κεντρικά ζητήματα υποδομών. Και τώρα επεκτείνονται και σε νέους τομείς. Εμπλέκονται και στη διαμόρφωση εξωτερικής πολιτικής, όπως η διεκδίκηση των Γλυπτών του Παρθενώνα.Το Ιδρυμα Μαριάννα Βαρδινογιάννη αποφάσισε να αναλάβει πρωτοβουλίες για την επιστροφή των Μαρμάρων και τις ανακοίνωσε. Δηλαδή, την πραγματοποίηση μιας διεθνούς συνάντησης με αυτό το θέμα στις 26 Ιουνίου και μίας δημοσκόπησης που έγινε εντός Ελλάδας για τη σημασία που έχει για τον ελληνικό λαό η επιστροφή των Γλυπτών. Η ανακοίνωση των πρωτοβουλιών αυτών δεν έγινε παρουσία της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού και δεν φάνηκε να εντάσσονται μέσα σε μία αποφασισμένη κεντρική πολιτική και διπλωματική γραμμή.
«Ιδρυματικός» πολιτισμός
Τις αποφάσισε μόνο του το Ιδρυμα και μόνο του τις ανακοίνωσε. Για να είμαστε πιο ακριβείς μαζί με το Ιδρυμα Μελίνα Μερκούρη, σαν να μην πρόκειται για ζήτημα που άπτεται κυρίως πολιτικών αποφάσεων. Όχι βέβαια πως η κυβέρνηση έχει κανένα συγκεκριμένο σχέδιο διεκδίκησης. Αποσπασματικές και σπασμωδικές κινήσεις κάνει, με τέτοιο τρόπο ώστε να μη θίξει συνειδήσεις και σπάσει ευρωενωσιακά αυγά.Συνήθως η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού δεν διστάζει να ομολογήσει πως ο πολιτισμός τροφοδοτείται (οι όροι και οι στόχοι είναι ένα άλλο τεράστιο θέμα) από τα κοινοτικά χρηματοδοτικά πακέτα. Σε απλά ελληνικά, από εθνικούς πόρους η συνεισφορά είναι μηδενική. Δεν δείχνει όμως το ίδιο θάρρος ώστε να ομολογήσει ότι η πολιτιστική πολιτική τα τελευταία χρόνια εν πολλοίς χαράσσεται και ασκείται από τα μεγάλα Ιδρύματα. Συνήθως ψελίζονται φράσεις «όπως σύμπραξη δημόσιου με ιδιωτικό», «εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης» και άλλοι τέτοιοι κενοί και παραπλανητικοί λεκτικοί συνδυασμοί, που προσπαθούν να θολώσουν μια πραγματικότητα, που η ίδια ωστόσο προβάλλει ακαταμάχητη. Ποια είναι αυτή; Η απόσυρση του κράτους από τον πολιτισμό και η ταυτόχρονη διείσδυση των ιδιωτικών φορέων.
Και προσέξτε πως έχει γίνει ο καταμερισμός των αρμοδιοτήτων.
Τι γίνεται στο Δέλτα Φαλήρου;
Το Ιδρύμα Νιάρχου ανάλαβε τις υποδομές. Θα ανεβάσει στη μαρκίζα το όνομά του για ένα φλέγον ζήτημα, της στέγασης της Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Για να γίνει αυτό, το κράτος του χάρισε μία έκταση 240 στρεμμάτων στο Δέλτα Φαλήρου. Η συμφωνία, είναι πως με την περάτωση του κατασκευαστικού μέρους του έργου, θα δοθούν τα κλειδιά στο κράτος. Είναι όμως έτσι;Πώς θα αναλάβει τη διαχείριση και το κόστος λειτουργίας ένα κράτος που δηλώνει πως δεν έχει λεφτά, που οι υπηρεσίες του δεν έχουν χρήματα ούτε για ξύστρες και μολύβια; Για να εξηγούμαστε… Δεν πιστεύουμε καθόλου ότι δεν υπάρχουν χρήματα. Προβλέπουμε όμως ότι τα άδεια ταμεία και η κρίση θα είναι ένα εξαιρετικό άλλοθι ώστε το Ιδρυμα να συνεχίσει να έχει λόγο στη διαχείριση της Βιβλιοθήκης και της Λυρικής Σκηνής. Κάτι που άλλωστε το προβλέπει και η σύμβαση που έχει υπογραφεί παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις. Η εμπλοκή του Ιδρύματος, μέσα σε ένα επικοινωνιακό πλαίσιο αίγλης και γενναιοδωρίας δεν σταματάει εδώ. Και στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης εξασφάλισε την υστεροφημία του με δωρεά 3 εκ. ευρώ και στη Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στηρίζοντας εργαστήρια.
Πολιτιστικό «σούπερ μάρκετ»
Ο έτερος των Ιδρυμάτων, το Ιδρυμα Ωνάση, κινείται σε δύο άξονες. Μέσω της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών συγκροτεί έναν πόλο θεαμάτων παραστατικών τεχνών στον αντίποδα όχι μόνο του Μεγάρου Μουσικής (που ενώ αποθεώθηκε ως υπόδειγμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας τελικά διασώζεται από το κράτος, αφού άλλωστε με λεφτά του κράτους έγινε και λειτουργούσε), αλλά και του Εθνικού Θεάτρου. Ετσι φιλοξενεί ποικίλες παραστάσεις θεάτρου, χορού, περφόρμανς, πειραματικές παραγωγές εγχώριες και του εξωτερικού, συνέδρια, ομιλίες, δίνοντας περισσότερο την εικόνα ενός πολιτιστικού «σούπερ μάρκετ» που όλα τα εντάσσει κάτω από την αναγνωρίσιμη φίρμα του.Αλλά το Ιδρυμα Ωνάση χαράσσει και χωροταξική και πολεοδομική πολιτική. Το RethinkAthens, η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου, αποτελεί έμπνευση του Ιδρύματος που χρηματοδότησε και τη μελέτη, ενώ την εκτέλεση θα την αναλάβει το κράτος με ίδια και κοινοτικά κονδύλια.
Κάπου όμως συναντώνται τα δύο Ιδρύματα και στο σημείο συνάντησης βρίσκεται και η ουσία: Και τα δύο μεγαλεπήβολα προγράμματα δεν περιλαμβάνουν το λαό ως κυρίαρχο χρήστη. Η Εθνική Βιβλιοθήκη και η Λυρική Σκηνή, καθώς είναι τοποθετημένα στην άκρη ενός οδικού κόμβου ταχείας κυκλοφορίας, δεν εντάσσονται μέσα στην καθημερινότητα των ανθρώπων, δεν βρίσκονται στο οπτικό τους πεδίο και εδώ που τα λέμε… πολύ αμφιβάλουμε αν ο άνεργος από το δυτικά προάστια θα φτάσει ως το Δέλτα Φαλήρου για να κάνει βόλτα στο πάρκο ή να δει μία παράσταση έστω κι αν – για τα μάτια του κόσμου – υπάρχουν δωρεάν εισιτήρια για ανέργους.
Για πολίτες, ή καταναλωτές;
Οσο για την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου είναι φανερό πως το σχέδιο που παρουσιάστηκε θεωρεί πως οι άνθρωποι που ζουν στην Αθήνα είναι κάτι αργόσχολοι που κατεβαίνουν στο κέντρο για να κάνουν τη βόλτα τους. Στη πραγματικότητα έχει λάβει υπόψη του τους τουρίστες και τα πολυκαταστήματα που θα ξεφυτρώσουν και όχι τους ανθρώπους που στην καθημερινότητά τους χρησιμοποιούν τον πιο κεντρικό δρόμο της πόλης. Αυτοί οι άνθρωποι εξορίζονται από το κέντρο, το οποίο αναμένεται να παραδοθεί σε κάθε είδους επιχειρηματικά αρπακτικά.Ο Δ. Δασκαλόπουλος, επίτιμος πρόεδρος του ΣΕΒ, με το Ιδρυμα «ΝΕΟΝ», μάλλον επιδιώκει να κερδίσει μία θέση στο διεθνές πάνθεον των μαικήνων της τέχνης, όχι με το αζημίωτο. Και αφού όλα αυτά γίνονται με το μανδύα της ευεργεσίας και επομένως το αντίτιμο δε μπορεί να είναι χρηματικό, επιλέγεται το αντίτιμο σε… δημόσια γη. Στην προκειμένη περίπτωση ο εν λόγω οργανισμός, με τις ευλογίες της νυν δημοτικής αρχής, βάζει πόδι στον Εθνικό Κήπο. Φέρνει γάλλο μελετητή για κάνει κηποτεχνική μελέτη, η οποία αλλοιώνει τη φυσιογνωμία του κήπου και μέσα σε ένα πνεύμα κοσμοπολίτικης εικαστικής ατμόσφαιρας σχεδιάζει να κάνει εκθέσεις εντός του κήπου… Μη φανταστείτε εκθέσεις στις οποίες θα συμμετέχουν με έργα τους Ελληνες εικαστικοί καλλιτέχνες. Όχι… για το επίπεδο ενός κοσμοπολίτη επιχειρηματία αυτά είναι basseclasse… Για αρχή οι καλλιτέχνες θα επιλεγούν από διευθύντρια βρετανικής γκαλερί.
«Επιχειρηματικότητα» και πολιτισμός
Αυτά είναι που κατ’ αρχήν εκπονούνται από τα μεγάλα ιδρύματά. Η είσοδος των επιχειρηματιών στον πολιτισμό περιλαμβάνει και μικρότερης οικονομικής εμβέλειας υποψήφιους και το κάλεσμα είναι επίσημο. Εγινε πριν λίγους μήνες στο συνέδριο που οργάνωση το Υπουργείο Πολιτισμού «Χρηματοδοτώντας τη Δημιουργικότητα», όπου λέξεις όπως «επιχειρηματικότητα», «ανταγωνιστικότητα», «βιώσιμη οικονομία» είχαν την τιμητική τους και που τ. υπουργός, Π. Παναγιωτόπουλος εν μέσω αποδοκιμασιών ξεστόμιζε την αλήθεια και το μέλλον που διαγράφεται και για τον πολιτισμό. Είπε λοιπόν: «ότι πρέπει να γίνουμε ανταγωνιστικοί σαν την οικονομία της Κίνας, καθώς το κόστος εργασίας στη Γηραιά Ήπειρο είναι εξαιρετικά υψηλό». Και θα κινεζοποιηθούμε από τον Πειραιά ως το τελευταίο πολιτιστικό και καλλιτεχνικό πυρήνα….
Ανάρτηση από: http://www.imerodromos.gr