Του Βασίλη Ασημακόπουλου
Η συζήτηση περί πασοκοποίησης του
ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύεται ως κατηγορία στον
πολιτικό αγώνα μεταξύ των κομμάτων. Είτε από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, μηδέ
του σημερινού ψευδώνυμου ΠΑΣΟΚ εξαιρουμένου, όπου αναπαράγονται σχήματα της
δεκαετίας του ‘80, όπως λαϊκισμός, παροχολογία κλπ. Είτε από το ΚΚΕ όπου στην
παραδοσιακή πολεμική περί οπορτουνισμού της «αναθεωρητικής ομάδας», προστίθεται
και η κατηγορία της πασοκοποίησης με όρους δεκαετίας ’90.
Η συζήτηση περί πασοκοποίησης αναπαράγεται και
στο πλαίσιο της εσωκομματικής διαπάλης και μάλιστα με ιδιαίτερη ένταση και
αρθρογραφία τον τελευταίο καιρό. Κυρίως αποτελεί αντανάκλαση και εσωτερίκευση
εντός ΣΥΡΙΖΑ της αντιπαράθεσης και της θέσης του σχήματος στον ευρύτερο κομματικό ανταγωνισμό.
Στη συζήτηση αυτή διακρίνονται τρεις βασικές κατευθύνσεις. Εκείνη που
αναφέρεται στο ΠΑΣΟΚ μέσα από το αναλυτικό σχήμα του λαϊκισμού, όπως ειδικότερα
αποτυπώθηκε από τον Άγγελο Ελεφάντη[2], με
αξιώσεις μάλιστα περίπου υποχρεωτικής αποδοχής των συμπερασμάτων στα οποία
καταλήγει ο αρθρογράφος[3].
Έχουμε στο παρελθόν αναφερθεί επιγραμματικά στη
διαφωνία μας σε θεωρητικό επίπεδο για το συγκεκριμένο αναλυτικό σχήμα[4] και
δεν θα επεκταθούμε. Εκείνο που έχει ίσως περισσότερη σημασία δεν είναι οι κατά
τη γνώμη μας θεωρητικές αδυναμίες του αναλυτικού σχήματος, όσο οι πολιτικές
συνέπειες της εν λόγω ανάλυσης. Το συγκεκριμένο αναλυτικό σχήμα αποδείχθηκε ότι
είχε σχέση υφιστάμενη, άλλως ηγεμονεύθηκε και ενσωματώθηκε πλήρως στη
γενικότερη νεοφιλελεύθερη ή σοσιαλφιλελεύθερη θεωρία και πράξη. Ο αντιλαϊκιστικός
λόγος με τα ειδικότερα χαρακτηριστικά, τις ιδεολογικές και οργανωτικές
πρακτικές και μορφοποιήσεις του, αποτέλεσε τακτικό σύμμαχο της νεοφιλελεύθερης
(μητσοτακικής) δεξιάς, μέρος της εκσυγχρονιστικής θεώρησης, οργανικό τμήμα της
καθημερινής προπαγάνδας του μνημονιακού μπλοκ. Οι επόμενες κατευθύνσεις
εστιάζουν στα πρόσωπα. Η μία γραμμή (πρακτικά η άποψη της πλειοψηφίας) είναι
όλα τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να ενταχθούν στο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον εννοείται έρθουν σε
ρήξη με τις μνημονιακές πολιτικές. Πρόκειται για ταυτολογία. Σ’ αυτήν την
κατεύθυνση κινείται και η απόφαση της Κ.Ε. (21-22/6/2014). Για τα κεντρικά
πολιτικά στελέχη και ειδικότερα τους βουλευτές δεν αρκεί ο «απεγκλωβισμός» από
τις μνημονιακές πολιτικές γενικώς. Κρίσιμο στοιχείο είναι ο παράγοντας χρόνος.
Είναι τελείως διαφορετικό πράγμα η ρήξη με τις μνημονιακές πολιτικές την
περίοδο 2010-2011 και τελείως άλλο ο «απεγκλωβισμός» την περίοδο 2012-2014.
Ειδικά για τους βουλευτές η γραμμή αυτή υλοποιείται στο πλαίσιο της συγκέντρωσης των 121 βουλευτών για το
μπλοκάρισμα της προεδρικής εκλογής. Η θέση αυτή εκτός όλων των άλλων δίνει την
εντύπωση στο ζήτημα των βουλευτών, του στοιχείου της συναλλαγής και της
ανταμοιβής λ.χ. με μια θέση στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, «λησμονώντας» διαδρομές
και ευθύνες. Η άλλη γραμμή (πρακτικά η άποψη της αριστερής πλατφόρμας) λέει
κανένα στέλεχος του ΠΑΣΟΚ στο ΣΥΡΙΖΑ. Και οι δύο γραμμές είναι κατά τη γνώμη
μας λανθασμένες καθώς εστιάζουν στα πρόσωπα. Το ζήτημα όμως της πασοκοποίησης
είναι κυρίως πρόβλημα διαδικασίας. Έχει αντικειμενική βάση.
Πρόκειται
για τη συγκεκριμένη μορφοποίηση μιας αντικειμενικής τάσης του (καπιταλιστικού)
κράτους, ενός αντικειμενικού προτσές δηλαδή, που οδηγεί στη συστημική
ενσωμάτωση ενός αριστερού κόμματος που εξαγγέλει την ανατροπή, μέσα από την
κρατικοποίησή του. Η τάση αυτή, η κίνηση, πήρε τη συγκεκριμένη μορφή της
πασοκοποίησης, γιατί το ΠΑΣΟΚ ήταν το κόμμα που κυριάρχησε την περίοδο
1977-2010 στην πολιτική ζωή της χώρας. Την περίοδο 1974-1981 εντός της
οργάνωσης του ΠΑΣΟΚ η αναδυόμενη κεντρική του γραφειοκρατία, αλλά και η αριστερά
του κόμματος στις διάφορες εκδοχές της, είχαν κηρύξει πόλεμο ενάντια στον παλαιοκομματισμό-κομματαρχισμό
που ήταν η κυρίαρχη μορφή κομματικής
συγκρότησης της Ένωσης Κέντρου. Η παλαιοκομματική πρακτική θεωρούνταν το όχημα
της συστημικής ενσωμάτωσης, άλωσης και αστικοποίησης ενός σοσιαλιστικού
κινήματος. Ένα αρνητικό πρότυπο.
Η
πασοκοποίηση είναι μια πολύ πιο σύνθετη διαδικασία, καθώς αφορά την κυρίαρχη
τάση κρατικοποίησης-αστικοποίησης ενός σοσιαλιστικού κόμματος ήδη από τη
δεκαετία του ’80[5], που στις χωροχρονικές
συνθήκες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού αποτέλεσε στην εξέλιξή του τον
φορέα εσωτερίκευσης των συγκεκριμένων σχέσεων ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Και με
αυτή την έννοια έχει μεγάλη σημασία να αποτιμηθεί και να ερμηνευθεί η «πασοκική
εμπειρία», πώς δηλαδή ένα αριστερό κόμμα (εφόσον υπερβούμε την ταύτιση αριστεράς
και κομμουνιστικής παράδοσης με όρους αποκλειστικότητας) μέσα από την
κυβερνητική διαδρομή, την ενσωμάτωσή του στο κράτος, την μεταβολή του από
κοινωνικό κόμμα σοσιαλιστικής αλλαγής σε κοινωνικό στρώμα που αναπαράγεται μέσω
του κράτους, διαβρώνεται από διεθνείς και εγχώριους παράγοντες, χάνει διαρκώς
την αυτονομία του, η εξέλιξή του ελέγχεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από
εξωκομματικές δυνάμεις και τελικά μεταμορφώνεται στο ακριβώς αντίθετό του. Ο
συνασπισμός εξουσίας του ΠΑΣΟΚ μέσω της κρατικοποίησής του συνδέεται οργανικά,
διαπλέκεται με την αστική τάξη της χώρας, πάντα στο κυρίαρχο πλαίσιο που
ορίζεται από τη διαδικασία εσωτερίκευσης της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Ήταν δε
τέτοια η διάβρωση του ΠΑΣΟΚ στο οργανωμένο και στελεχικό του επίπεδο, που
απέναντι στο μνημόνιο που διέλυσε το ΠΑΣΟΚ και τσάκισε τις κοινωνικές τάξεις
που το στήριζαν, δηλαδή στη μεγαλύτερη αντικειμενικά κρίση του την περίοδο
2010-2011, υπήρξαν ελάχιστες ρήξεις τόσο σε κεντρικό επίπεδο, όσο και στο
επίπεδο των συλλογικών αποχωρήσεων στην οργανωμένη βάση. Τέσσερις βουλευτές, τρία
μέλη του Ε.Σ. του κόμματος, δύο μέλη του Ε.Σ. Νεολαίας, ένα κεντρικό
συνδικαλιστικό στέλεχος, οι συλλογικότητες Νέος Αγωνιστής και Κοινωνική
Αριστερά. Βέβαια υπήρχαν και αποχωρήσεις οργανωμένων μελών ως άτομα. Ασφαλώς
στη διαδρομή των 40 ετών πολλοί είχαν ήδη αποχωρήσει, συγκρουόμενοι σε διάφορες
φάσεις της εσωκομματικής πάλης ή είχαν αποστασιοποιηθεί. Οι περισσότεροι όμως
ενσωματώθηκαν μέσα από την ένταξή τους στο κράτος και σε διάφορους μηχανισμούς εξουσίας.
Ο καριερισμός αποτέλεσε βασικό γνώρισμα των επίσημων στελεχών. Η πολιτική
τους γραμμή θύμιζε σε πολλά τη νοοτροπία και το στυλ των στελεχών πολυεθνικών
εταιριών που «αγγλοποιούνται» στο λόγο και τον κώδικα συμπεριφοράς προκειμένου να ανελιχθούν.
Στην
παρούσα φάση της τελευταίας διετίας, το μνημονιακό κράτος των θεσμικών
δανειστών ασκεί καθημερινά πίεση ενσωμάτωσης στο ΣΥΡΙΖΑ. Οι συζητήσεις περί
κεντροαριστεράς, κυβερνήσεων συνεργασίας, οι μετατοπίσεις στο ζήτημα του χρέους
κλπ είναι εκδηλώσεις της κίνησης ενσωμάτωσης. Είναι θεματολογία που
διαμορφώνουν τα ΜΜΕ της κεφαλαιοκρατίας, με στόχο να εντάξουν τον ΣΥΡΙΖΑ στη
δική τους μνημονιακή στρατηγική. Τείνει να διαμορφωθεί μια σχέση υφιστάμενη και
όχι (σχετικής) αυτονομίας. Οι εντάξεις μνημονιακών στελεχών, βουλευτών ΠΑΣΟΚ ή
ΔΗΜΑΡ που ξαφνικά «απεγκλωβίζονται» μετά τέσσερα έτη μνημονιακής καταστροφής
και διαπραγματεύονται την ένταξη τους στην αριστερά της ανατροπής, θ’
αποτελέσουν υποκειμενικούς φορείς εσωτερίκευσης της στρατηγικής του μνημονιακού
κράτους. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χρειάζεται μεταγραφές και προσχωρήσεις ακυρωμένων
πολιτικών στελεχών. Χρειάζεται βάθεμα και οργάνωση της αντιμνημονιακής του πάλης,
που θα στηρίξει την κυβέρνηση της αριστεράς στον ανελέητο πόλεμο των δανειστών,
στη γραμμή ενότητας του εθνικού με το κοινωνικό, σε αντιιμπεριαλιστική –
σοσιαλιστική κατεύθυνση, με αυτοδύναμη προοπτική, σε μια διεθνή συγκυρία
διαρκώς εντεινόμενων γεωπολιτικών και γεωοικονομικών συγκρούσεων[6]. Με
το μνημονιακό καθεστώς εσωτερίκευσης της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, εκποίησης
της χώρας, διάλυσης της παραγωγικής της βάσης, κοινωνικής εξαθλίωσης των εργαζομένων, χλευασμού και
καθημερινής απαξιώσης που υφίσταται ο ελληνικός λαός από την ξενόδουλη
αστική τάξη και τους ιδεολογικούς εκπροσώπους της, δεν υπάρχει περιθώριο
συνύπαρξης. Επί ποινή ακυρότητας...
[1] Μέλος της
ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ Δικηγόρων και Σ.Ε. Νέου Αγωνιστή-Δίκτυο Αριστερών Σοσιαλιστών. Το
μεγαλύτερο μέρος του κειμένου δημοσιεύθηκε στην εφημ. Αυγή της Κυριακής, 20-7-2014.
[2] Ελεφάντης Α.- Καβουριάρης
Μ., ΠΑΣΟΚ : Λαϊκισμός ή σοσιαλισμός,
περ. Πολίτης, 10ος/1977, Ελεφάντης Α., Στον αστερισμό του λαϊκισμού, εκδ. Ο Πολίτης, 1991
[3] Λάσκος Χ., Ο Ανδρέας Παπανδρέου και η ριζοσπαστική
Αριστερά, Εφημερίδα των Συντακτών, 5-7-2014. Ειδικά για τον Ανδρέα Παπανδρέου η αντιμετώπισή του με αφορισμούς,
συνωμοσιολογίες και δαιμονισμούς εκ μέρους των αντιπάλων του ή με
μεταφυσικές προσεγγίσεις εκ
μέρους των οπαδών του, περισσότερο σύγχυση επιφέρει, παρά διαφωτίζει. Ο Α.Π. έχει μια ιστορική διαδρομή, προϊόν της
εποχής που έδρασε, με ιδεολογική και πολιτική συνεισφορά στην ελληνική αριστερά
με θετικά και αρνητικά σημεία. Θα ήταν ωφέλιμο να ανοίξει μια σχετική συζήτηση.
Το κόμμα πάντως που ίδρυσε και καθοδήγησε για 21 χρόνια, αρνήθηκε συστηματικά να την κάνει. Και αυτό
δεν είναι τυχαίο.
[4] Με
αφορμή τις ιταλικές εκλογές, εφημ. Αυγή της Κυριακής, 10-3-2013.
[5] Στην αφετηρία μάλιστα της
κυβερνητικής διαδρομής του ΠΑΣΟΚ η συγκεκριμένη τάση επιχειρήθηκε να
θεωρητικοποιηθεί από την κομματική γραφειοκρατία μέσα από το σχήμα: Η κυβέρνηση εκφράζει το
πολιτικά εφικτό και το κόμμα- κίνημα εκφράζει το κοινωνικά αναγκαίο και το
ιδεολογικά επιθυμητό. Βλ. Απόφαση 9ης
Συνόδου Κ.Ε. ΠΑΣΟΚ , εφημ. Εξόρμηση της Κυριακής, 28-3-1982. Για μια
κριτική της γραμμής αυτής από την οπτική της «πασοκικής πάλης» βλ. Τζουβάνος
Δ., Εφικτά και αναγκαία, περ.
Φυλλάδιο για το σοσιαλιστικό κίνημα, τχ.3ο/1982.
[6] Η εξέλιξη της
καπιταλιστικής κρίσης, ο ανταγωνισμός των υπεριμπεριαλιστικών περιφερειακών
ολοκληρώσεων και η υποχώρηση των εθνικών μορφών συσσώρευσης κεφαλαίου. Η
Διατλαντική Ένωση, η Ευρασιατική Ένωση και η κινητικότητα των BRICS. Η μετεξέλιξη της Ε.Ε. σε πολιτικό
μηχανισμό επιβολής της δικτατορίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου υπό την κυριαρχία
του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Οι εσωτερικές αντιθέσεις της ρωσικής αστικής
τάξης. Η πραξικοπηματικά
διαμεσολαβούμενη από τη Δύση ακροδεξιά και φιλοναζί ουκρανική κυβέρνηση που εκκαθαρίζει τον γηγενή ρωσόφωνο πληθυσμό της χώρας. Η
κλιμακούμενη εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων. Η εδραίωση του ισλαμικού φονταμενταλισμού στη
Μέση Ανατολή. Ο υποκινούμενος εμφύλιος στη Συρία, ο ρόλος της Τουρκίας, το υπό
σύσταση κουρδικό κράτος. Η νέα επιχείρηση ιμπεριαλιστικής επιβολής
μεταποικιακού ανανικού σχεδίου κατάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε μια
περίοδο μνημονιακής αποδυνάμωσης Ελλάδας και Κύπρου.