Του Γιώργου Ηλ. Τσιτσιμπή
Οι οπτικές ενός προβλήματος, καθορίζουν και τις
δρομολογούμενες λύσεις. Έτσι, οι νεοσυντηρητικές εκπαιδευτικές πολιτικές των
τελευταίων δεκαετιών, δίνουν έμφαση στα αποτελέσματα, υποβαθμίζοντας τις
παραμέτρους που οδηγούν σ’ αυτά. Εστιάζουν στις δεξιότητες για την αγορά
εργασίας εις βάρος του ουμανιστικού πνεύματος. Προκρίνουν την περικοπή δαπανών
για τη δημόσια εκπαίδευση υπέρ της προώθησης – πριμοδότησης της ιδιωτικής. Συκοφαντούν
στοχευμένα το δημόσιο σχολείο και τους λειτουργούς του, για να αμβλύνουν τις
αντιστάσεις και να κυριαρχήσει ο φόβος, στοχεύοντας στην κατηγοριοποίηση και την χειραγώγησή τους.
Συνδετικός
κρίκος σ’ όλα αυτά (κι όχι μόνο) είναι η οπτική της ιεραρχικής
αξιολόγησης (από τα πάνω προς τα κάτω), με κατευθυντήριες γραμμές τις επιλογές
του Ο.Ο.Σ.Α και των διαφόρων επιχειρήσεων (είναι πολλά τα κέρδη για αυτές,
ιδιαίτερα στον τομέα της αξιολόγησης εκπαιδευτικών και θεσμών). Κάνει εντύπωση
δε, ότι ενώ γνωρίζουμε για έρευνες, σπάνια μαθαίνουμε τα συμπεράσματά τους και
τις αντισταθμιστικές πρακτικές που απορρέουν απ’ αυτές. Συνήθως, απλά βιώνουμε
την αδιατάρακτη συνέχεια της πολιτικής τους. Ο χώρος της εκπαίδευσης είναι
χαρακτηριστικό παράδειγμα και η ειδική αγωγή ακόμα πιο ξεχωριστό.
Έχοντας υπόψη μας την συγκεκριμένη οπτική, είναι κρίμα
που μια ολόκληρη κοινωνία, αντί να δει την ουσία της όλης υπόθεσης, μένει
υποκριτικά στα επιφανειακά. Ίσως και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί, δεν έχουν
καταφέρει να κοινωνήσουν στους γύρω τους το ύπουλο κατασκεύασμα.
Δυσφήμιση
εννοιών
Εύηχες λέξεις και έννοιες, όπως «αξιολόγηση»,
«αυτοαξιολόγηση», «ικανός», «βελτίωση»…και τόσες άλλες, ταλαιπωρούνται και
ταλαιπωρούν, χωρίς να έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Ένα πρώτο παράδειγμα είναι η «αξιολόγηση» που έγινε το
καλοκαίρι στους «υψηλά ιστάμενους». Οι ίδιοι μιλάνε για παρωδία. «Αξιολόγηση»
δια αλληλογραφίας. «Aξιολόγηση»
εν μια νυκτί. Διαδικασία, απλώς, για την νομιμοποίηση. Τι να εμπιστευτείς; Οι
ίδιοι, θιασώτες της σημερινής κατηγοριοποίησης – βαθμολόγησης σχολείων και
εκπαιδευτικών, αφού έλαβαν εκούσια μέρος σ’ αυτή, βγήκαν αμέσως μετά και
ζητούσαν την μη εφαρμογή της αριθμητικής κλίμακας για τους εαυτούς τους (βλέπε
ανακοίνωση του συλλόγου Διευθυντών Εκπαίδευσης). Η υποκρισία στο έπακρο!! Όταν
η καρέκλα γίνεται αυτοσκοπός, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Και σκεφτείτε ότι για τους ίδιους δεν ισχύουν οι
ποσοστώσεις και όλοι τους ανήκουν στους «αριστούχους!», παρόλο που είναι
άρρηκτα δεμένοι με τις ποσοστώσεις των κομμάτων που συγκυβερνούσαν την περίοδο
που τους «εξέλεξαν» (Περιφερειακοί Διευθυντές Εκπαίδευσης ανάλογα με τα ποσοστά
των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ).
Συνεπώς, αυτοί που γεύτηκαν κομματικές ευεργεσίες,
πώς γίνεται να σταθούν τώρα αξιοκρατικά στους υπόλοιπους; Και τέτοιοι υπάρχουν
σε όλα τα επίπεδα ιεραρχίας. Δεν είναι λόγια δικά μου, είναι του κ. Παληγιάννη,
εκλεκτού της κυβερνητικής συνδικαλιστικής παράταξης της ΔΑΚΕ. Άρα, η λέξη
«κάθαρση» και όχι «αξιολόγηση» πρέπει να προηγηθεί.
Ποιος
και τι
Για σκεφτείτε, αγαπητοί γονείς, ποιος εκπαιδευτικός θα
θελήσει να πάρει το τμήμα με το «δύσκολο» παιδί σου, όταν θα ξέρει πως αυτό
ίσως κοστίσει το γάλα των δικών του παιδιών;
Αν
μιλάμε για το αν θα πρέπει να «αξιολογούνται» οι εκπαιδευτικοί για να
απομακρυνθούν οι «κακοί» όπως λέμε, ας ορίσουμε πρώτα ποιοι είναι οι «κακοί».
Προφανώς μιλάμε γι’ αυτούς που ασκούν πλημμελώς τα καθήκοντά τους (αργούν, δεν
ενδιαφέρονται, δεν κάνουν σωστά εφημερίες, συμπεριφέρονται άσχημα, είναι ίσως
παιδόφιλοι, εξαρτημένοι, κλπ). Μα αυτά όλα και πολλά ακόμα, μπορούν να
αντιμετωπιστούν με τα υπάρχοντα «εργαλεία» που έχουν στα χέρια τους οι
υπεύθυνοι. Όσοι ήταν/είναι παραβατικοί, μπορούσαν κάλλιστα να είχαν
απομακρυνθεί. Άρα, αλλού είναι το πρόβλημα και η στόχευσή τους. Στην τιμωρία και την υποταγή. Στην γρήγορη και
εύκολη δεξαμενή «διαθεσίμων» και όχι στη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Αν μιλάμε όμως για το καθαρά διδακτικό κομμάτι, το
διδακτικό μοντέλο που ακολουθεί κάποιος και τον τρόπο προσέγγισης του γνωστικού
αντικειμένου, τότε θεωρώ πως θέλουμε άλλου είδους συζήτηση. Τι θα πεις σε έναν
«παραδοσιακό» εκπαιδευτικό που έχει όμως αποτελέσματα; Συνέχισε έτσι, δεν
χρειάζεται να εμπλουτίσεις την διδασκαλία σου; Ή θα τον «τιμωρήσεις» ως μη «καλό», ενώ έχει τα αποτελέσματα
που του ζητάς; Καταλαβαίνετε, πως εδώ τα πράγματα γίνονται δύσκολα και σύνθετα.
Το τραγικό δε, ότι σε κάθε περίπτωση, έρχεται μια ποσόστωση που σου καθορίζει,
εκ των προτέρων, πόσοι θα επιβραβευτούν και πόσοι όχι. Και ενώ δύσκολα θα
μπορούσε κάποιος να αγνοήσει μια διαδικασία (άσχετα ποιο τίτλο θα έφερε) που θα
στόχευε πράγματι στη βελτίωση, οι ίδιοι αντί για βελτίωση, έχουν καταργήσει
και την επιμόρφωση και την μετεκπαίδευση. Ακόμα
και την προσέγγιση της «αυτοαξιολόγησης», που θα μπορούσε να ήταν μια γόνιμη
διαδικασία, την δυσφήμισαν, την κατέστρεψαν, την συνέδεσαν με την «αξιολόγησή»
τους και έτσι ακύρωσαν κάθε προοπτική αξιοποίησή της. Ο Mac Beath
και ο μακαρίτης Σολομών, κάπως αλλιώς περιγράφουν τις διαδικασίες στα
συγγράματά τους.
Το
εργασιακό κλίμα
Μια από τις σημαντικότερες παραμέτρους του όλου
εγχειρήματος, είναι το κλίμα που τείνει να διαμορφωθεί στα σχολεία. Κλίμα
καχυποψίας, υποκρισίας και αλληλοϋπονόμευσης.
Είναι
δυνατόν να συνεργαστείς με ειλικρίνεια με τους γύρω σου, όταν ξέρεις πως μόνο
ένα ποσοστό θα διασωθεί από το σύνολο των συναδέλφων;
Είναι δυνατόν να μοιραστείς τη δουλειά σου με τους
άλλους, όταν ξέρεις ότι αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί λίγο καλύτερα από τον
διπλανό σου και να επιπλεύσει αυτός αντί για σένα;
Είναι δυνατόν να εκφράσεις προβληματισμούς και
δυσκολίες, που συναντάς στον καθημερινό διδακτικό σου αγώνα, όταν ξέρεις ότι
αυτό μπορεί να εκληφθεί ως αδυναμία από τον αξιολογητή σου;
Είναι δυνατόν να καλύψεις αδυναμίες συναδέλφου, όταν
αυτό μπορεί να τον φέρει λίγο πάνω από σένα και να σου κοστίσει ανεπανόρθωτα;
Τι δεν γίνεται κατανοητό; Ακόμα και η «καλημέρα»
κάποιου θα αναλύεται, προσπαθώντας να καταλάβεις αν σε συμφέρει ή όχι να την
ανταποδώσεις. Θέλει πολύ μυαλό να αντιληφθείς το κλίμα που διαμορφώνεται; Και
τότε, πόσο υποκριτικά θα είναι όλα εις βάρος του δικού σου παιδιού;
Το άλλοθι που δεν τους βγήκε
Κλείνοντας, σας αφιερώνω τα λόγια του ίδιου του Apple, εγνωσμένου θεωρητικού του
παιδαγωγικού χώρου (όπως τα διατύπωσε στο ηλεκτρονικό περιοδικό Εκπαιδευτική
Λέσχη, www.e-lesxi.gr), για το σήμερα της ελληνικής αξιολογικής πρεμούρας και
όχι σύμφωνα με τις προσεγγίσεις του κ. Ματσαγγούρα που θέλησε να τον
χρησιμοποιήσει ως άλλοθι:
«Σε καιρούς σοβαρών
οικονομικών κρίσεων, υπάρχει μια ευρύτατα διαδεδομένη τάση σε πολλές χώρες να
μεταφέρεται η ευθύνη για την επιδείνωση της κοινωνικής κινητικότητας και των
σχολικών επιδόσεων στον εκπαιδευτικό και να αποδίδεται σημαντικά λιγότερη
προσοχή στις κοινωνικο-οικονομικές ρίζες της κρίσης. Στις Ηνωμένες Πολιτείες,
για παράδειγμα, αυτό μπορεί να το δει κανείς στη μεγάλης κλίμακας υιοθέτηση της
«αμοιβής ανάλογα με την απόδοση» για τους εκπαιδευτικούς, όπου η αμοιβή των
εκπαιδευτικών εξαρτάται όλο και περισσότερο από τα αποτελέσματα των μαθητών
τους στα τεστ […]
Ακόμη και αν ήταν
μερικώς αληθείς (και φυσικά υπάρχουν κάποιοι εκπαιδευτικοί -και γιατροί και
δικηγόροι και τραπεζίτες και κυβερνητικοί αξιωματούχοι και προϊστάμενοι και
αξιολογητές και άνθρωποι σε κάθε σχεδόν επάγγελμα- που δεν κάνουν καλά τη δουλειά
τους), ο πρωταρχικός ρόλος κάθε μορφής κριτικά δημοκρατικής αξιολόγησης θα
έπρεπε να είναι να προσφέρει βοήθεια και υποστήριξη. Αλλιώς, βασίζουμε τις
κρίσεις μας σε παραδοχές που αποβλέπουν στο να τιμωρήσουν[…]
Τελικά, κανένα
εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να θεωρείται δημοκρατικό, αν εκείνοι που
επιτελούν το σημαντικότερο έργο στο εσωτερικό του, οι εκπαιδευτικοί,
αντιμετωπίζονται με αντιδημοκρατικούς και τιμωρητικούς τρόπους.
Ο ελληνικός λαός και οι εκπαιδευτικοί του αξίζουν καλύτερη τύχη.»
Michael W. Apple
John Bascom Professor of Curriculum and
Instruction and Educational Policy Studies
University of Wisconsin, Madison