Θυμάστε τις Βραζιλιάνικες σαπουνόπερες;
Ήταν διάσημες τηλεοπτικές
σειρές όπου φανταστικοί χαρακτήρες έπαιζαν μονότονα τον ίδιο ρόλο: του κακού πλούσιου
και του καλού φτωχού.
Έπαιξαν τότε πολιτικά πολύ
σημαντικό ρόλο στις υπανάπτυκτες χώρες.
Έπρεπε ο κόσμος που ζούσε
μέσα στις φρικτές συνθήκες στις φαβέλες, να μην ξεσηκωθεί.
Ένας μόνο τρόπος υπήρχε:
να στρέψουν την ελπίδα στον πρίγκιπα που θα έρθει και να τους κάνουν να φαντασιώνονται
πως είναι πρωταγωνιστές, πλούσιοι και χαρούμενοι όπως στις τηλεοπτικές σκηνές που
έβλεπαν.
Η φτώχεια, οι ασθένειες
και η βία ήταν πραγματικά γεγονότα, αποδυνάμωναν κάθε διάθεση για αντίσταση.
Η Βραζιλία καθηλώθηκε και
εξαθλιώθηκε σαν χώρα με τη χρήση της εικόνας, με τη διαφθορά και τη βία των συμμοριών.
Αν προσθέσει κανείς και
την αλόγιστη χρήση των ναρκωτικών, έχει μπροστά του την πλήρη εικόνα της κατάρρευσης.
Ευτυχώς, εδώ και δύο δεκαετίες περίπου τα πράγματα έχουν αλλάξει. Οι «επενδυτές»
τα ήθελαν όλα. Οι θάνατοι από πείνα και ασθένειες έφτασαν στο απροχώρητο.
Ο δημόσιος πλούτος, πετρέλαιο
και μεταλλεύματα, λεηλατημένος από κάθε λογής διεθνείς «επενδυτές».
Υποστηρικτής αυτής της λεηλασίας
μια στυγνή δικτατορία, σύνηθες φαινόμενο σε όλη τη Λατινική Αμερική, με
τον πληθυσμό να προσπαθεί να επιβιώσει κάτω από απάνθρωπες συνθήκες.
Έπρεπε να μην υπάρχει κριτική
για τα όσα συμβαίνουν, να μη συνδέουν τίποτα με τη ζωή τους και οι ερμηνείες
να είναι μεταφυσικές και απλοϊκές, κάτι σαν παραμύθι για παιδιά.
Τους χάρισαν από μια τηλεόραση
και κάθε σπίτι ζούσε το παραμύθι του.
Κάτι αντίστοιχο βιώνει και
η ελληνική κοινωνία με τις παραστάσεις τύπου Σεφερλή.
Το απόλυτο ζητούμενο είναι
να μην υπάρχει κριτική σκέψη, να μιλά ο ηθοποιός (ποιεί ήθος, λέμε τώρα), σαν να
απευθύνεται σε παιδιά.
Κάτι παρόμοιο έγινε μετά
την ήττα που υπέστη η Αμερική από το Βιετνάμ.
Μήπως μετρήσατε πόσες δεκάδες
ταινίες είδαμε με υπερήρωες που μόνοι τους κατατρόπωναν κάθε «σχιστομάτη»;
Ταινίες στις οποίες ξοδεύτηκαν
αμέτρητα εκατομμύρια για την παραγωγή τους, από πηγές που ποτέ δεν μάθαμε, με στόχο
ν’ ανακτηθεί το γόητρο της ηττημένης Αμερικής.
Κυρίαρχο επίσης σ’ αυτές
τις ταινίες για το Βιετνάμ δεν ήταν η ενδεχόμενη αντίδραση του λαού της Αμερικής.
Όχι, ποτέ πολλοί μαζί γιατί ποτέ δεν ξέρεις προς τα πού θα στραφούν. Πάντα ένας
Ράμπο ή ένας Σβαρτζενέγκερ θα έσωζε τη χώρα.
Ένα τεράστιο μήνυμα για
την αυτοδικία, όχι τη συλλογική αντίδραση.
Η τέχνη επιστρατευόταν πάντα
σε κάθε μάχη. Από την αρχαιότητα, δεν είναι τωρινό φαινόμενο.
Πάντα γνώριζαν τη δύναμη
της εικόνας. Δείτε το δέος που ακόμα και σήμερα προκαλούν οι Πυραμίδες, τα αγάλματα
με τις μορφές που παρέπεμπαν σε θεούς ή σε παντοδύναμους δυνάστες.
Η εικόνα και ο λόγος πηγαίνουν κατ’
ευθείαν στο υποσυνείδητο. Εκείνο λειτουργεί διαχρονικά και σχεδόν μόνιμα και όταν
το συνειδητό θελήσει να το κάνει πράξη, τότε θα έχει κάτι από το χαρακτήρα της εικόνας
που υπάρχει μέσα μας.
Φανταστείτε λοιπόν αν μια
εικόνα ή μια παράσταση μπορέσει να μετατρέψει αυτό το υποσυνείδητο όπως του μικρού
παιδιού.
Από τη μια είναι ευχάριστο,
δε σε βάζει στον κόπο να σκεφτείς και όπως το μυαλό μας βομβαρδίζεται καθημερινά
από πληροφορίες και σκέψεις, μοιάζει με όαση. Είναι αυτό που λέμε να ξεσκάσουμε
λίγο, να μη σκεφτόμαστε συνέχεια. Δεν είναι άδικο, είναι αναγκαία μια νοητική ή
συναισθηματική ξεκούραση. Είναι όμως επικίνδυνη όταν γίνεται συνέχεια και στοχευμένα.
Ξεκινάει από τη διαδικασία
της μάθησης και συνεχίζεται μέχρι την ωριμότητα. Είναι ένα τεράστιο όπλο, ύπουλο
γιατί δύσκολα αντιμετωπίζεται.
Έχεις απέναντί σου κάποιον
που μπορεί να σου μεταδώσει εικόνες και εσύ μόνο να τις δεχτείς. Άνισος αγώνας.
Ο μεγάλος διανοητής και
φιλόσοφος Ουμπέρτο Έκο θεωρεί ηλίθιους τους δικτάτορες που ακόμα και σήμερα προσπαθούν
να επιβληθούν με τα όπλα. Είναι πιο απλό να δώσεις σε κάθε σπίτι δώρο μια τηλεόραση.
Αν σ’ αυτά που θα δείχνει δεν υπάρχουν ερωτηματικά, κριτικές και απόψεις αλλά παρουσιάζονται
όλα σαν δόγματα, τότε έχεις νικήσει.
Μετατρέπεις
έναν ολόκληρο λαό σε παιδάκια που βλέπουν παραμύθια.
Το κυρίαρχο δόγμα είναι
πως ο πλούτος και η φτώχια έχουν έρθει από τον ουρανό και δεν αλλάζουν. Αυτό είναι
και το νόημα της φιλανθρωπίας που εφαρμόζουν όλες σχεδόν οι θρησκείες. Στην ουσία
υπάρχει μια θεϊκή αποδοχή του πλούσιου φιλάνθρωπου και του φτωχού που είναι ικανοποιημένος
με τα περισσεύματα και τα αποφάγια που θα του προσφέρουν οι καλοί πλούσιοι.
Αιώνες κρατάει αυτό το παραμύθι και αποδίδει μια χαρά.
Μια χώρα που στο υπέδαφός
της αλλά και στα προϊόντα που παράγει μπόρεσε με την αντίδραση του λαού της να ανακάμψει
και να θεωρείται μια υπερδύναμη.
Συμμετέχει ισότιμα σε τεράστιας
δύναμης οργανισμούς, η φτώχεια οι θάνατοι και η πείνα έχουν μειωθεί πάρα πολύ, παρά
τις συνεχείς επιθέσεις που δέχεται από το παγκόσμιο σύστημα των «επενδυτών».
Αν παρακολουθείτε τις πρωινές
και τις μεσημεριανές εκπομπές στη χώρα μας θα δείτε ανάλογα φαινόμενα.
Συζητήσεις και αναλύσεις
ανούσιων γεγονότων παρουσιάζονται σαν σημαντικές για τη ζωή μας.
Ερμηνείες κοινωνικών καταστάσεων
επιπέδου καφενείου και κουτσομπολιού. Είπαμε, θα πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται ο τηλεθεατής
σαν ανάπηρος πνευματικά.
Να μη
συνδεθεί τίποτε με τις συνθήκες που ζούμε.
Να μη μας
ενώσει.
Να μη μας
προβληματίσει τίποτα.
Ένας είναι ο στόχος: να μην αντιδράσουμε.
Ανάρτηση από: https://lefterianews.wordpress.com