Ο Μιχαλολιάκος προσέρχεται στην κηδεία του δικτάτορα Παπαδόπουλου και ανταλλάσσει θερμό χαιρετισμό με τον «σωσία» του Περίανδρου, ο οποίος τότε φυγοδικούσε.
Του Δημήτρη Ψαρρά
Του Δημήτρη Ψαρρά
Μαζί με πολλά άλλα που κληροδότησε στη μεταπολιτευτική δημοκρατία το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου ήταν και μια μικρή ομάδα νέων φανατικών εθνικοσοσιαλιστών, που επρόκειτο λίγα χρόνια αργότερα να δημιουργήσουν τη Χρυσή Αυγή. Η ομάδα αυτή, που είχε από τότε επικεφαλής τον Νικόλαο Μιχαλολιάκο και μέλη τον Αριστοτέλη Καλέντζη, τον Ηλία Τσιαπούρα και τον Ιωάννη Περδικάρη, οργανώθηκαν στο «Κόμμα 4ης Αυγούστου» του Κώστα Πλεύρη, τη μοναδική πολιτική ομάδα που δρούσε ελεύθερα υπό το δικτατορικό καθεστώς.
Εξαρχής η ομάδα αυτή ασπαζόταν τις απόψεις του Πλεύρη για την ανάγκη να μεταλλαχτεί η δικτατορία σε ολοκληρωτικό καθεστώς, με δική του οργανωμένη νεολαία στο χιτλερικό και μουσολινικό πρότυπο. Υπήρχε μια σαφής διαφορά από τη θέση του επίσημου προπαγανδιστή της χούντας, του Γεωργίου Γεωργαλά, ο οποίος επέμενε ότι αρκεί ο «αντικομμουνισμός» ως ιδεολογική ταυτότητα του καθεστώτος.
Πάντως, ο Μιχαλολιάκος και η ομάδα του πήραν μέρος στην καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, στα μετόπισθεν των αστυνομικών δυνάμεων, και μάλιστα ο Τσιαπούρας βαρύνεται με δολοφονίες διαδηλωτών από την ταράτσα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης εκείνο το δραματικό βράδυ του Νοέμβρη του 1973.
Αλλά και η πρώτη «δημόσια» εμφάνιση του Μιχαλολιάκου συνδέεται με τη χούντα. Ηταν η συμμετοχή του στο λιντσάρισμα και τον βαρύ τραυματισμό δημοκρατών δημοσιογράφων τον Δεκέμβριο του 1976, κατά την κηδεία του αρχιβασανιστή της χούντας, απότακτου αστυνομικού Ευάγγελου Μάλλιου, τον οποίο είχε δολοφονήσει η οργάνωση «17 Νοέμβρη». Ο Μιχαλολιάκος θα είναι ο μόνος από όσους συνελήφθησαν στα επεισόδια, που θα γλιτώσει τη δίκη μέχρι την παραγραφή της κατηγορίας εις βάρος του. Πάντως θα προλάβει να γνωρίσει στη φυλακή τον δικτάτορα.
«Μέρα χαράς και μέρα λύπης»
Θυμάται ο ίδιος σε μεταγενέστερο κείμενό του, με αφορμή το θάνατο του Παπαδόπουλου: «Χριστούγεννα του 1976 και τα Χριστούγεννα αυτά για μένα είναι διαφορετικά. Βρίσκομαι στο κελί αριθμός τέσσερα και περνάω την εορτάσιμη αυτή ημέρα με ανθρώπους που τα στήθη τους κοσμούν χρυσά αριστεία ανδρείας που δεν τους τα έχει χαρίσει κανείς, αλλά τα έχουν κερδίσει με το αίμα τους στα πεδία των μαχών. Ανάμεσά τους και ο Αρχηγός της 21ης Απριλίου, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος. Γλυκύτατος, προσηνής, ένας άνθρωπος ξεχωριστός που φροντίζει την εμφάνισή του και με την πρώτη ματιά δείχνει πως γνωρίζει να ελέγχει και να επιβάλλεται στο περιβάλλον του. Εμεινα στην πρώτη πτέρυγα Κορυδαλλού δύο ολόκληρους μήνες. Η ημέρα κατά την οποία έγινε δεκτή η αίτηση αποφυλακίσεώς μου ήταν για μένα μαζί μια μέρα χαράς και μέρα λύπης. Χαράς γιατί θα ανέπνεα και πάλι ελεύθερος τον αέρα και λύπης γιατί άφηνα πίσω μου κάποιους ξεχωριστούς ανθρώπους, που θα παρέμεναν πίσω από τα σκληρά κάγκελα της φυλακής» (9.7.1999).
Ακολούθησε η εμπλοκή του Μιχαλολιάκου με τις τρομοκρατικές βομβιστικές ενέργειες των ακροδεξιών οργανώσεων που επιχειρούσαν να αποσταθεροποιήσουν το μεταπολιτευτικό καθεστώς. Χάρη και στην ιδιαίτερη προσωπική σχέση του αδελφού του Τάκη Μιχαλόλια με τον Παπαδόπουλο, θα βρει για λίγο πολιτικό καταφύγιο στην αρχηγία της Νεολαίας ΕΠΕΝ, του κόμματος που ίδρυσε από τις φυλακές Κορυδαλλού ο δικτάτορας.
Γρήγορα όμως αντιλήφθηκε ότι η οργάνωση αυτή δεν προσφερόταν για εθνικοσοσιαλιστικές αναζητήσεις. Θα μείνει στην ηγεσία της μόνο από τον Σεπτέμβριο του 1984 έως τον Ιανουάριο του 1985. Διηγείται και πάλι ο ίδιος: «Τον Σεπτέμβριο του 1984 με εντολή προσωπική του Γεωργίου Παπαδοπούλου αναλαμβάνω αρχηγός της νεολαίας. Πιστεύω πως έπραξα το καθήκον μου απέναντι στην εμπιστοσύνη που μου έδειξε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος στο ακέραιο. Από ένα σημείο και πέρα όμως ήταν αδύνατον να συνεργαστώ με κάποιους ανθρώπους, οι οποίοι έπαιζαν ένα άσχημο παιχνίδι, πρώτα απ’ όλα απ’ ό,τι απεδείχθη στο χρόνο εις βάρος του ίδιου του Γεωργίου Παπαδοπούλου. Τον Ιανουάριο του 1985 παραιτούμαι από την ΕΠΕΝ αρνούμενος να αποδεχθώ τόσο τις ανακριτικού τύπου ερωτήσεις κάποιων κυρίων εάν είμαι εθνικοσοσιαλιστής, όσο και το γεγονός ότι εν αγνοία του Γεωργίου Παπαδοπούλου, η ΕΠΕΝ είχε ενταχθεί στην ομάδα των φίλων του Ισραήλ!»
Από τότε οι σχέσεις της ομάδας Μιχαλολιάκου, που έφερε το όνομα Χρυσή Αυγή, θα παραμείνουν σχέσεις αγάπης και μίσους. Σε μεταγενέστερα κείμενά του ο Μιχαλολιάκος δεν διστάζει να πει ότι και «στην περίοδο του Στρατιωτικού καθεστώτος υπήρχε το σπέρμα της καταστροφής», έστω και λιγότερο από το καθεστώς που προηγήθηκε και τη μεταπολίτευση που ακολούθησε (8.12.1995).
Σε πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας της, η Χρυσή Αυγή φτάνει να δηλώσει ότι «οι δικτάτορες αξιωματικοί έχοντας κατά βάθος μια γενική ιδέα περί πατριωτισμού εμποτισμένη με αρκετό αντικομμουνισμό έπεσαν στην παγίδα του συστήματος. Καταλύοντας την κοινοβουλευτική δημοκρατία οι δικτάτορες δεν έκαναν επανάσταση όπως διαφήμιζαν –αυτοδιαψευδόμενοι συνεχώς- αλλά βοηθούσαν στην αναπαλαίωση του σάπιου κομματισμού, που ήθελε κάτι παραπάνω για να ανατραπεί και να εισέλθει οριστικά στο παρελθόν» (26.4.1996).
Ο Χρήστος Παππάς με τη σημαία της χούντας στην Κρήτη, τον Νοέμβριο του 2012
Η στάση της οργάνωσης εκείνη την περίοδο συνίσταται στο να τιμάει με εκδηλώσεις την επέτειο της 21ης Απριλίου, να μετέχει στις χουντικές συνάξεις με αίτημα την αποφυλάκιση των πρωταιτίων ισοβιτών, αλλά και να εξετάζει «κριτικά» το καθεστώς των συνταγματαρχών. «Διότι εμείς», γράφουν σε ανυπόγραφο κείμενό τους, «λαμβάνοντας υπόψη τις τεράστιες διαφορές της δικής μας Κοσμοθεωρίας με την Ιδεολογία της 21ης Απριλίου –στο βαθμό που θα δεχθούμε πως η 21η Απριλίου είχε Ιδεολογία- είμαστε οι μόνοι που έχουμε δικαίωμα να κρίνουμε τους ανθρώπους εκείνους που υλοποίησαν την 21η Απριλίου. Και να τους κρίνουμε όχι για αυτά που έκαναν, αλλά για αυτά που δεν έκαναν». Είναι προφανές ότι η χούντα υπήρξε πολύ «light» για τα γούστα της οργάνωσης.
Βέβαια, αυτό δεν εμποδίζει τον Χρήστο Παππά να κλείνει το μάτι στους χουντικούς, διαφημίζοντας με άρθρο του το νέο βιβλίο του Γεωργίου Γεωργαλά «Ρίζες, Ινδοευρωπαίοι ή Αιγαίοι;» (24.5.1996). Αλλά και με τον Γεωργαλά οι σχέσεις της Χρυσής Αυγής διαταράχτηκαν λίγους μήνες αργότερα, όταν αποκαλύφτηκε ότι συνεργαζόταν με τον τότε βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Πάνο Καμμένο.
Στην επέτειο των τριάντα χρόνων από το πραξικόπημα, ο Μιχαλολιάκος θα κάνει έναν απολογισμό του καθεστώτος για να καταρρίψει την άποψη ότι «στη διάρκεια της 21ης Απριλίου υπήρχε ένα καθεστώς τυραννίας και συνεχώς οι δυνάμεις ασφαλείας συνελάμβαναν όποιον πολίτη διατύπωνε μια διαφορετική άποψη. Αυτό είναι ένα μεγάλο ψέμα [και έχει προκύψει] από έναν ποταμό λάσπης και προπαγάνδας». Βέβαια και πάλι ο Αρχηγός δεν θα παραλείψει να επαναλάβει ότι «δεν έχει κανένα λόγο να αποκρύψει ότι η 21η Απριλίου δεν ήταν η Ιδανική Πολιτεία της Εθνικής και Κοινωνικής Κοσμοθεωρίας» (2.5.1997).
Ο ανταγωνισμός
Ο θάνατος του Γεωργίου Παπαδόπουλου στις 27 Ιουνίου 1999 θα γίνει αφορμή για τη σύγκλιση μεγάλης μερίδας της Ακροδεξιάς. Συνέβη λίγες μέρες μετά τις ευρωεκλογές εκείνης της χρονιάς, στις οποίες ο Μιχαλολιάκος είχε συνεργαστεί με τον παλιό του Αρχηγό Κώστα Πλεύρη στο σχήμα «Πρώτη Γραμμή».
Το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν ενθαρρυντικό (48.532 και 0,75%), ιδίως σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 1994 (7.242 και 0,11%), αλλά ήδη από την επομένη των εκλογών ξεκίνησαν οι εσωτερικές έριδες για την πρωτοκαθεδρία. Η Χρυσή Αυγή θεωρούσε πολλούς συνεργάτες του Πλεύρη «συμβιβασμένους αστούς», ενώ αισθάνθηκε και ριγμένη που δεν κέρδισε και αυτή λίγη από τη δόξα της επιτυχίας, ενώ της είχαν αναθέσει μόνο τη χαμαλοδουλειά της διανομής ψηφοδελτίων και του «πολέμου στο πεζοδρόμιο».
Η κηδεία του δικτάτορα στις 30.6.1999 θα γίνει τόπος συνάντησης αλλά και ανταγωνισμού στελεχών του χώρου της ακραίας εθνικοφροσύνης. Πλεύρης και Μιχαλολιάκος θα παραστούν χωριστά. Οι χρυσαυγίτες, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας τους, προσήλθαν «χωρίς διακριτικά» (sic), ενώ φαντασιώνονταν ότι θα μπορούσε να επαναληφθεί η σκηνή που περιγράφει ο Σέξπιρ στον «Ιούλιο Καίσαρα», με τον Αντώνιο να ξεσηκώνει το πλήθος, ζητώντας την άδεια για να εκφωνήσει τον επικήδειο από τους δολοφόνους του Καίσαρα.
«Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ήταν ο δολοφονημένος Καίσαρας», αναφέρει σε ανυπόγραφο κείμενο η εφημερίδα της οργάνωσης, «αλλά δυστυχώς Αντώνιος δεν υπήρξε και δεν μπορούσε να είναι κάποιος από αυτούς που δεν ήσαν οι άμεσοι συνεργάτες του τις ημέρες του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Δεν υπήρξε εκείνος που θα είχε τη δύναμη, όντας γνήσιος εκπρόσωπος εκείνου του καθεστώτος, να πει όλη την αλήθεια και να ζητήσει δικαίωση μπροστά από το νεκρό σώμα του Γεωργίου Παπαδοπούλου. Και αυτό ήταν η ύστατη ήττα του Γεωργίου Παπαδοπούλου»(9.7.1999).
Ωστόσο, σύμφωνα με ορισμένους παρατηρητές, υπήρξε παρών κάποιος «Αντώνιος», μόνο που αυτός έμεινε σιωπηλός. Ορισμένοι αναγνώρισαν στο πρόσωπο ενός από όσους υποδέχτηκαν στο νεκροταφείο τον Νίκο Μιχαλολιάκο, τον Αντώνιο (Περίανδρο) Ανδρουτσόπουλο, τον τότε υπαρχηγό της Χρυσής Αυγής, ο οποίος φυγοδικούσε κατηγορούμενος για τη δολοφονική επίθεση της Φάλαγγας στην πλατεία δικαστηρίων ένα χρόνο νωρίτερα.
Οι φωτογραφίες από αυτή τη συνάντηση επιδείχτηκαν στο δικαστήριο όταν τελικά παραδόθηκε ο Περίανδρος, αλλά ο ίδιος και ο συνήγορός του (και αδελφός του Αρχηγού) Τάκης Μιχαλόλιας αρνήθηκαν ότι είναι αυτός. Πάντως κανείς δεν είπε ποιος τελικά ήταν αυτός ο σωσίας του Περίανδρου που χαιρετούσε με τόσο θέρμη ο Αρχηγός στην κηδεία του δικτάτορα.
Ετσι, με τον θάνατό του, ο δικτάτορας αντί να ενώσει διαχώρισε τους επιγόνους του. Αλλωστε στον ορίζοντα είχε ήδη προβάλει ο νέoς αστέρας της Ακροδεξιάς Γιώργος Καρατζαφέρης, ο οποίος επρόκειτο την επόμενη χρονιά να ιδρύσει το δικό του κόμμα, το ΛΑΟΣ, προσκαλώντας όλο το φάσμα της Ακροδεξιάς, στο οποίο περιλαμβανόταν ρητά τόσο η Χρυσή Αυγή όσο και οι νοσταλγοί του χουντικού καθεστώτος. Αλλά και με τον Καρατζαφέρη η συνεργασία της Χρυσής Αυγής υπήρξε θνησιγενής, εφόσον η οργάνωση δεν μπορούσε να του επιβάλλει το εθνικοσοσιαλιστικό της μοντέλο.
Υπάρχουν βέβαια και ορισμένα στοιχεία της 21ης Απριλίου, τα οποία φαίνεται να θαυμάζει η ηγεσία της ναζιστικής οργάνωσης. Κυρίως φαίνεται να ταυτίζεται με τους «σκληρούς» και ελαφρώς «εθνικοσοσιαλιστές» πραξικοπηματίες. Και όπως ο Πλεύρης περηφανεύεται σε αυτοβιογραφικό του βιβλίο ότι ο ίδιος πρότεινε να πετάξουν από το παράθυρο τον Παναγούλη και να πουν ότι αυτοκτόνησε, αλλά δεν το αποδέχτηκε ο Παπαδόπουλος, έτσι και ο Ηλίας Κασιδιάρης, με άρθρο του στη «Χρυσή Αυγή» αναφέρεται στην πρόταση του Ιωάννη Λαδά να δολοφονήσουν τον Ανδρέα Παπανδρέου το βράδυ του πραξικοπήματος και να αποδώσουν την πράξη σε «ανεύθυνους» (27.4.2011).
Ο τρόπος σκέψης
Ανεξάρτητα από την ιστορική ακρίβεια όλων αυτών των αποκαλύψεων, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος που σκέφτονται αυτά τα πρόσωπα, ειδικά εν όψει της δίκης που έχει ξεκινήσει. Η εν ψυχρώ δολοφονία του πολιτικού αντιπάλου είναι βέβαια ένα από τα αντικείμενα που θα εξετάσει το δικαστήριο κατά τη διερεύνηση του εγκληματικού χαρακτήρα της οργάνωσης.
Πάντως, παρά τη γενική κριτική της Χρυσής Αυγής προς το καθεστώς της δικτατορίας, τα στελέχη της δεν παύουν να αναφέρονται και να εκμεταλλεύονται τον μύθο που έχει κατασκευάσει η μεταπολιτευτική Ακροδεξιά –σε συνεργασία με ορισμένα μέσα ενημέρωσης- για τη δήθεν «άμωμη» χουντική διακυβέρνηση. Ως γνωστόν η χούντα -όπως είναι φυσικό για όλα τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα- υπήρξε περίοδος ακραίας διαφθοράς και σκανδάλων, αλλά όσοι δεν την έζησαν παρασύρονται εύκολα από την εικόνα των «επαναστατών που πέθαναν στην ψάθα» (βλ. Ιός, «Εφτά χρόνια αρπαχτή. Τα σκάνδαλα της εθνοσωτηρίου»).
Επιπλέον η Χρυσή Αυγή δεν παύει να χρησιμοποιεί τους συμβολισμούς της χούντας, όταν επιθυμεί να δείξει το ακραίο της πρόσωπο χωρίς να αποκαλύψει και τα ναζιστικά της πιστεύω. Ο Χρήστος Παππάς επέλεξε να προβάλει τη σημαία με το πουλί της χούντας στην επίσκεψή του στην Κρήτη τον Νοέμβριο του 2012, εφόσον θα ήταν λίγο άστοχο να εμφανιστεί κατευθείαν με τη σβάστικα. Αλλά όλοι κατάλαβαν ότι θέλει να προκαλέσει. Και τα κανάλια τού έκαναν τη χάρη να μεταδώσουν την πρόκλησή του αυτή.
Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκεται και η προβολή από την οργάνωση ορισμένων μελών της με άμεση αναφορά στη χούντα. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ο πατέρας του υπαρχηγού της οργάνωσης Ηλίας Παππάς, ο οποίος τοποθετήθηκε στην τελευταία θέση του ψηφοδελτίου επικρατείας στις εκλογές του 2012. Ο Ηλίας Παππάς, σύμφωνα με το επίσημο βιογραφικό του, από νεαρή ηλικία συνδέθηκε με «φιλία και βαθιά αλληλοεκτίμηση με τον Ταγματάρχη, τότε, Γεώργιο Παπαδόπουλο, μετέπειτα ηγέτη της 21ης Απριλίου».
Και βέβαια «ως Ταγματάρχης πυροβολικού είχε ενεργό συμμετοχή στη στρατιωτική επέμβαση του 1967. Τη νύχτα της 20ής προς 21η Απριλίου 1967 υπηρετών στο 2ο Επιτελικό Γραφείο του ΓΕΣ ήταν στον έμπιστο κύκλο του Γεωργίου Παπαδοπούλου στον οποίο έμεινε πιστός μέχρι το τέλος». Και το πιο ωραίο: κατά τη διάρκεια της χούντας «διορίσθηκε κυβερνητικός επίτροπος στην Τράπεζα της Ελλάδος».
Ανάρτηση από: http://www.efsyn.gr