Σχόλιο για τη διήμερη συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ
Του Γιώργου Ρακκά
Εδώ και πέντε χρόνια ή έξι χρόνια, ο κόσμος είχε συνηθίσει να μην “τσιμπάει” από την εικονική πραγματικότητα των Μουρούτηδων, που προωθούσαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, για να σώσουν τα κομματικά τους τομάρια.
Τώρα, μάλλον, θα πρέπει να συνηθίσουμε την εικονική πραγματικότητα μιας “φραξιονιστικής πάλης δίχως αρχές” που σοβεί στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.
Τι λέει η κυρίαρχη αφήγηση, για τα πεπραγμένα της Κεντρικής Επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ που συγκλήθηκε μέσα στο Σαββατοκύριακο;
Ότι διαμορφώνεται μια “πραγματιστική τάση” στον ΣΥΡΙΖΑ, με επικεφαλής των πρωθυπουργό που τονίζει ότι η σύναψη μιας συμφωνίας με τους εταίρους είναι μονόδρομος, ακόμα και αν αυτή σηματοδοτεί μια ουσιαστική υποχώρηση από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Και ότι παράλληλα διαμορφώνεται μια ‘φονταμενταλιστική τάση’, των Λαφαζανικών, των τροτσκιστών του Νταβανέλου και των περί τον Ρούντι Ρινάλντι και της εφημερίδας «Δρόμος», που στο δίλημμα «συμφωνία και υποχώρηση ή ρήξη και… πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» προτάσσουν το δεύτερο. Κι ας πάμε και στην δραχμή!
Στην πραγματικότητα, αυτά είναι “να ‘χαμε να λέγαμε”. Προφανώς, εδώ που φτάσαμε, όταν αυτή η ‘αντιμνημονιακή’ (sic!) κυβέρνηση ξαφνικά ανακαλύπτει τον “πραγματισμό” ενόσω είναι στην εξουσία, αυτό δεν μπορεί παρά να σημάνει αναπόφευκτα ‘ιστορικό συμβιβασμό’ με το πολιτικό σύστημα που κυβερνούσε την προηγούμενη κυβέρνηση. Γι’ αυτό και πλέον είναι σαφές, ότι η “κεντροαριστεροποίηση”, έτσι όπως την καταγγέλλουν οι “φονταμενταλιστές”, του ΣΥΡΙΖΑ, παίχτηκε στις… 25 Γενάρη και δεν παίζεται στις 25 Μάη. Τότε είχαν γίνει οι συμφωνίες –υπερατλαντικές και εσωτερικές– τότε παίχτηκαν τα άθλια παιγνίδια με τους Κουβέληδες, Χαϊκάληδες, Ψυχάρηδες και Γιάννες Αγγελοπούλου που προοδιέγραφαν τη συνέχεια. Και αυτές οι συμφωνίες ήταν αναγκαίες για να ανέβει στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ, διότι δεν διέθετε πραγματική λαϊκή στήριξη έξω από την ψήφο, και γι’ αυτό η συνέχεια ήταν προδιαγεγραμμένη, είτε κωλοτούμπα είτε βουτιά στο κενό. Τότε έπρεπε να πάρετε θέση όπως πήρε το ΑΡΔΗΝ που αρνήθηκε τη συμμετοχή στις εκλογές, τις οποίες θεωρούσε ότι θα ήταν καταστροφικές για τη χώρα. Αντ’ αυτού όμως προτίμησαν να συμμετάσχουν στην έφοδο προς την εξουσία, άσχετα με τις πιθανές συνέπειες.
Τέσσερεις μήνες μετά, λοιπόν, συγκροτείται ένα διευρυμένο μπλοκ διαφωνούντων στο οποίο ηγείται ο… υπουργός φραξιονιστικής (μας συγχωρείτε, παραγωγικής) ανασυγκρότησης, που υποστηρίζει σχεδόν ότι… «η ρήξη είναι μονόδρομος» (Και άντε ο Λαφαζάνης, τα έλεγε αυτά εδώ και καιρό, αν και θα θέλαμε να ρωτήσουμε τους Λαφαζανικούς και τον ίδιον, αφού τα πράγματα είναι έτσι, τότε γιατί συμμετέχει στην Επιτροπή για τις Ιδιωτικοποιήσεις μαζί με τον Τσακαλώτο και τον Σταθάκη. Εκτός κι αν το κάνει για να τους “παίξει καθυστέρηση” και να τις ναρκοθετήσει…).
Το πρόβλημα με αυτήν την θέση, είναι κεντρικό και αφορά την χώρα. Οι φονταμενταλιστές, μας λένε ότι η ρήξη θα διαφυλάξει την προσήλωση του κόμματος στο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης». Εκείνο που δεν μας λένε, είναι αν θα είναι εφικτή ακόμα και η ύπαρξη μιας κυβέρνησης Εθνικής και Κοινωνικής Σωτηρίας με την ρήξη ή αν θα διολισθήσουμε στην γεωπολιτική απίσχναση της χώρας, την υποτίμηση των λαϊκών εισοδημάτων, και εν τέλει σε συνθήκες απότομου εκφασισμού της πολιτικής ζωής του τόπου.
Το ερώτημα αυτό απευθύνεται, κυρίως, τον Ρούντι Ρινάλντι, και την ομάδα του «Δρόμου», η οποία όλην την προηγούμενη περίοδο εξέφραζε μια ιδιαίτερη ευαισθησία για την γεωπολιτική θέση της χώρας και τα εθνικά θέματα, την ίδια στιγμή που έκανε κριτική στους «Λαφαζανικούς» (και στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ) για τις καταστροφικές συνέπειες της δραχμικής χίμαιρας. Τα ξέχασαν όλα αυτά, για τις ανάγκες της εντελώς εφήμερης εσωκομματικής συγκυρίας;
Δεν είναι δείγμα απίστευτου οπορτουνισμού, από εκεί που την προηγούμενη περίοδο δήλωνες “προεδρικός” (κοντά στον Δραγασάκη) και συμμετείχες μάλιστα ενεργά ως τέτοιος στην εσωκομματική διαπάλη εναντίον των λαφαζανικών να διαγράφεις σήμερα στροφή 180ο μοιρών, για να συμμαζέψεις τα ασυμμάζευτα που προκύπτουν από το γεγονός ότι το «καρπούζι Αλέξης» βγήκε μεταλλαγμένο, κόκκινο από έξω και πράσινο από μέσα; Και είναι δυνατόν, με τον ίδιο τρόπο που μέχρι τώρα κατάπινες σχεδόν αμάσητο αυτό το καρπούζι, να καταπίνεις σήμερα αμάσητους τους Μουσσολινισμούς της Ζωής Κωνσταντοπούλου, ή τις ιδεοληψίες των δραχμικών και του Αντώνη Νταβανέλου;
Στην πραγματικότητα, βρισκόμαστε μπροστά στο δίλημμα να επιλέξουμε αναμεταξύ ενός δεξιού και ενός αριστερού οπορτουνισμού. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι βαθύτερο και προκύπτει από το γεγονός ότι μετά το 1989 τουλάχιστον (αλλά και παλαιότερα) η μεγάλη πλειοψηφία της Αριστεράς έχασε κάθε σοβαρό ιδεολογικό και αξιακό έρεισμα, και αντιμετωπίζει τις πολιτικές θέσεις ως πουκάμισα αδειανά που τα φοράει κατά το δοκούν, για να αντιμετωπίσει τους εφήμερους συσχετισμούς της εκάστοτε πολιτικής συγκυρίας. Αυτή η αντίληψη του πολιτικού, ως ‘γενικού κουμανταδόρου’ που έχει πλέον η αριστερά, είναι εντελώς αδιέξοδη, γιατί επειδή η πραγματικότητα είναι σάπια καταλήγεις να κάνεις κουμάντο στην αθλιότητα. Αυτά παθαίνει σήμερα ο Τσίπρας.
Βέβαια εμάς δεν μας ενδιαφέρει τι παθαίνει ο Τσίπρας. Μας ενδιαφέρει τι παθαίνει η χώρα και ο ελληνικός λαός. Και στην προκειμένη περίπτωση, ακριβώς επειδή έχουμε να κάνουμε με έναν πρωθυπουργό «γενικό κουμανταδόρο» η επίταση των εσωκομματικών ανταγωνισμών πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες κυβερνητικής αφλογιστίας, και άρα ενός gr-accident. Γιατί άλλο είναι να το παίζεις «κεντριστής» («βάλτους» τους έλεγε ο Λένιν γιατί πάντοτε λιμνάζανε μεταξύ δύο θέσεων) μεταξύ Λαφαζάνη και Παπαδημούλη, και άλλο μεταξύ… Σόιμπλε και Ζωής.
Είναι δυνατόν να διακινδυνεύει κανείς τέτοιες εξελίξεις για να την «βγάλει καθαρή» ως προς την τάση του και την δική του ομάδα; Πόσο επιδερμικά μπορεί να είναι στην πραγματικότητα τα στοιχεία του πατριωτισμού, της γεωπολιτικής ευαισθησίας, της κατανόησης της πολύ λεπτής, και εξαιρετικά ευάλωτης κατάστασης των φτωχότερων και των πιο αδύναμων, για να το ρίχνει κανείς σε τέτοιες στιγμές στον συνδικαλισμό του αμφιθεάτρου;
Κάποιοι, φαίνεται πως δεν ωρίμασαν αρκετά, και νομίζουν ότι βρίσκονται ακόμα στα φοιτητικά αμφιθέατρα. Όχι, δεν είναι ένας γραφικός παλιμπαιδισμός: «Είναι η μεταπολίτευση, ηλίθιε!» που θα ‘λεγε και ο Μπογιόπουλος (σιγά μην έλεγε τόσο βαθυστόχαστο πράγμα ο… Μπογιόπουλος). Και αυτό που ζούμε, είναι το τέλος της, όπου οι «μανούβρες των αμφιθεάτρων» προβάλλονται ως τάχα σοβαρή αντιπολίτευση, φέρνοντας ένα βήμα πιο κοντά την καταστροφή, και μετέπειτα, στον εκφασισμό της χώρας!
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr