Η δυσκολία εξόδου από την κρίση εκφράζεται και αποκαλύπτεται στις λεγόμενες «επενδύσεις πάθους» των πολυεκατομμυριούχων που αφορούν την τέχνη, τα αεροπλάνα, τα ακριβά ακίνητα, νησιά, επαύλεις και σούπερ γιοτ, ταξίδια και το γκολφ.
Την τελευταία δεκαετία όποιοι από τους πλούσιους αυτού του κόσμου επένδυσαν σε κινεζικά κεραμικά είχαν αποδόσεις 77%, σε κοσμήματα 156%, σε ρολόγια 82%, σε κρασιά 176%, σε αυτοκίνητα 456%, σε γραμματόσημα 250% και σε νομίσματα 227%. Όταν δε δεν επιδίδονται σε τολμηρές επενδύσεις τότε καταφεύγουν στη φιλανθρωπία.
Η αγορά, ειδικά, έργων τέχνης εν μέσω κρίσης και λιτότητας, καλά κρατεί. Μόνο στη διάρκεια της εβδομάδας 8 – 15 Μαΐου του τρέχοντος έτους οι πωλήσεις του οίκου δημοπρασιών Christie’s, ξεπέρασαν το 1,7 δισ. δολάρια! Την ίδια εβδομάδα ο οίκος Sotheby’s ολοκλήρωσε δημοπρασία σύγχρονων έργων τέχνης με πωλήσεις 379,7 εκατ. δολαρίων.
Μια εβδομάδα πριν είχε ήδη εξασφαλίσει 368 εκατ. δολάρια στη δεύτερη μεγαλύτερη δημοπρασία σε έργα ιμπρεσιονισμού και μοντέρνας τέχνης.
Οι συνολικές πωλήσεις των γνωστών οίκων Sotheby’s και Christie’s και του μικρότερου οίκου Phillips στη Νέα Υόρκη εκτοξεύθηκαν στα 2,7 δισ. δολάρια στο δεκαπενθήμερο από 4 έως 15 Μαΐου.
Οι συλλέκτες που συμμετείχαν στις παραπάνω δημοπρασίες των Christie’s και Sotheby’s αντιπροσωπεύουν την «αφρόκρεμα» των πλουσιότερων του κόσμου, που μπορούν να διαθέσουν
179,4 εκατ. δολάρια για να αγοράσουν τον πίνακα «Les Femmes d’ Alger, Version O» του Πικάσο (Christie’s),
ή 66 εκατ. δολάρια για τον πίνακα «L’ Allee des Alyscamps» του Βαν Γκονγκ (Sotheby’s),
ή 50,56 εκατ. δολάρια για τον πίνακα «Composition No.III, with Red, Blue, Yellow and Black» του Πιτ Μόντριαν (Christie’s)
ή 41,7 εκατ. δολαρίων για τον πίνακα «The Ring» του Ρόι Λίχτενσταϊν ….
Στη λίστα έργων που πουλήθηκαν έναντι αστρονομικών ποσών δεν μπορεί να παραλειφθεί το χάλκινο γλυπτό «L’ home au doigt» του Αλμπέρτο Τζιακομέτι, που δημοπρατήθηκε έναντι 141,28 εκατ. δολαρίων από τον οίκο Christie’s στις 14 Μαΐου.
Πριν δύο χρόνια στη διάρκεια του 2013, οι πωλήσεις έργων τέχνης, συμπεριλαμβανομένων των έργων ζωγραφικής, γλυπτικής και φωτογραφίας, έφθασαν παγκοσμίως στο επίπεδο ρεκόρ των 8,8 δισ. ευρώ καταγράφοντας αύξηση 13% σε ετήσια βάση. (Στοιχεία Artprice, εταιρεία ερευνών και βάσης δεδομένων για την αγορά έργων τέχνης που έχει έδρα στη Γαλλία.)
Η Κίνα διατηρεί για τέταρτη συναπτή χρονιά τα σκήπτρα της πρώτης σε αγορές χώρας στον κόσμο. Ακολουθούν οι ΗΠΑ, που πραγματοποίησαν αγοραπωλησίες έργων τέχνης συνολικής αξίας 2,93 δισ. ευρώ, υψηλότερης κατά 20% από τις αντίστοιχες του 2012.
Η αγορά έργων τέχνης απευθύνεται στην ελίτ των πιο εύπορων του κόσμου, ο πλούτος των οποίων έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.
Μόνο στις ΗΠΑ, οι 400 πλουσιότεροι πολίτες διαθέτουν συνολική περιουσία 2,29 τρισ. δολάρια!
Ακριβώς γι’ αυτό, γιατί αυξάνονται οι πλούσιοι και ο πλούτος τους, η αναζήτηση νέων αγοραστών αποτελεί πρόκληση για τους οίκους δημοπρασιών. Ο οίκος π.χ. Sotheby’s έχει αναθέσει στο ένα τρίτο των 1.500 εργαζομένων που απασχολεί να εντοπίσουν 9.000 μεγάλους συλλέκτες.
Σε αυτή την ελίτ δεν περιλαμβάνονται μόνο παραδοσιακοί συλλέκτες που εμπλουτίζουν με προσεκτικές και επιλεκτικές κινήσεις μέσα στο χρόνο τη συλλογή τους.
Μέλη της είναι πλέον υψηλόβαθμα στελέχη από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο, ολιγάρχες της ρωσικής οικονομίας, αλλά και η ανερχόμενη τάξη των πλουσίων από την Ασία. Συλλέκτες από την Κίνα, την Ταϊβάν και άλλες ασιατικές χώρες έχουν, κυριολεκτικά, εισβάλει στη διεθνή αγορά έργων τέχνης.
Στην Ελλάδα η οικονομική ύφεση επηρεάζει ουσιαστικά την πρωτογενή και τη δευτερογενή αγορά έργων τέχνης καθώς μικρό κεφάλαιο, δικηγόροι και γιατροί, οι «μικροπελάτες» της τέχνης έχουν πληγεί. Οι δε 800-1.000 εφοπλιστές της Ελλάδας, παρόλο που δεν έχουν πληγεί από την κρίση, «προτιμούν» κυρίως – όχι αποκλειστικά – τη διεθνή αγορά.
«Η σύγχρονη τέχνη εκφράζει τη δημιουργικότητα του σήμερα, επειδή απευθύνεται όχι στα μάτια, αλλά στις συνειδήσεις, αφυπνίζοντας, προβληματίζοντας και κινητοποιώντας» δήλωνε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος,τέως προεδρος του ΣΕΒ, αγοράζοντας έργα από τη Frieze Art Fair αξίας 100.000 ευρώ, τα οποία θα αποτελούν μέρος της μόνιμης συλλογής του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Στο τελευταίο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός ο Νουριέλ Ρουμπίνι, καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Στερν του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, μιλώντας όχι μόνο με την ιδιότητα του οικονομολόγου αλλά και ως συλλέκτης έργων τέχνης, υποστήριξε «είτε σας αρέσει είτε όχι, η τέχνη χρησιμοποιείται ως μέσο φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής».
Ο Μάρτιν Ροθ, διευθυντής του Μουσείου V&A στο Λονδίνο συμπλήρωνε πως «είναι ένα καμουφλάζ που αποκαλείται τέχνη, αλλά στην πραγματικότητα είναι ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Σε τελική ανάλυση καταλήγει να είναι μια επιχείρηση και να λειτουργεί σαν παγκόσμιο νόμισμα, αλλά δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο της τέχνης».
Φοροαποφυγή, φοροαπαλλαγή, ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Σωστά.
Η επένδυση σε έργα τέχνης, θα προσθέταμε εμείς, ως μέσο αποθησαυρισμού σε περιόδους μάλιστα χαμηλών μέσων ποσοστών κερδοφορίας είναι ένας από τους δείκτης επιστροφής των ανενεργών κεφαλαίων στην «πραγματική οικονομία», δείκτης των δυσκολιών της καπιταλιστικής αγοράς. Εικόνα επίσης του «να εξασφαλιστώ εγώ και ας καούν οι άλλοι», της πλήρους δηλαδή εξατομίκευσης μιας παρακμάζουσας τάξης που διαχέει την παρακμή της στο σώμα της κοινωνίας.
Α.Κ.Α.
Ανάρτηση από: http://kommon.gr