Τα αποτελέσματα των εκλογών ανταποκρίνονται στο πλαίσιο που τους δόθηκε από εκείνους που τις προκάλεσαν. Εκλογές νομιμοποίησης του τρίτου μνημονίου, «πλυντήριο» για το πολιτικό σύστημα, γρήγορες και αιφνιδιαστικές προκειμένου να προλάβουν τις επιπτώσεις της συμφωνίας με τους δανειστές.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχουν τα επιμέρους αποτελέσματα, οι «νικητές και ηττημένοι» της αναμέτρησης.
Στους νικητές θα μπορούσαν να συγκαταλεχθούν: Ο ΣΥΡΙΖΑ/Τσίπρας γιατί αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με διαφορά. Το ΠΑΣΟΚ που ανέβασε τα ποσοστά του (6,48% από 5% περίπου που είχε, αθροίζοντας και τη ΔΗΜΑΡ τον Ιανουάριο). Η Χρυσή Αυγή που έχασε ελάχιστες ψήφους, ανέβασε όμως το ποσοστό της από 6,3 σε 7% περίπου (χωρίς πάντως να καταγράψει εντυπωσιακή άνοδο). Οι ΑΝΕΛ επειδή κατάφεραν τελικά να μπουν στη Βουλή, το ίδιο και η Ε.Κ. του Β. Λεβέντη.
Στους ηττημένους θα περιλάμβανε κανείς: Την Ν.Δ. αφού έχασε σε ψήφους και ποσοστό, και κυρίως ηττήθηκε με σημαντική διαφορά (πάνω από 7%) από τον ΣΥΡΙΖΑ. Σαφώς το Ποτάμι που έχασε 2% και 150.000 ψήφους. Και βέβαια την ΛΑ.Ε. που έμεινε εκτός Βουλής, κάτι που δεν ήταν καθόλου στις προβλέψεις της.
Το ΚΚΕ μάλλον σε ουδέτερη κατάσταση. Έχασε μεν 40.000 ψήφους, ανέβασε, από την άλλη, ελάχιστα το ποσοστό του. Κατά βάση δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένο, αφού δεν εισέπραξε καθόλου από την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και την «επιβεβαίωση» (σύμφωνα με το ίδιο) όσων έλεγε το τελευταίο διάστημα.
Στις μικρότερες αριστερές δυνάμεις, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μάλλον ευχαριστημένη αφού πήρε λίγες χιλιάδες ψήφους περισσότερες και 0,85%, παρά το γεγονός ότι κι αυτή είχε μια μικρή διάσπαση δυνάμεων που ακολούθησαν την ΛΑ.Ε., ενώ το ΕΠΑΜ συγκέντρωσε κάτι λιγότερο, περίπου 40.000 ψήφους.
Όλα τα κόμματα που μπήκαν στη Βουλή, πάντως, πήραν λιγότερες ψήφους με εξαίρεση το ΠΑΣΟΚ και τον Β. Λεβέντη. Συνολικά, τα κόμματα που ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο πήραν 700.000 ψήφους λιγότερες. Έχασαν περίπου 320.000 ο ΣΥΡΙΖΑ, 200.000 η Ν.Δ., 100.000 οι ΑΝΕΛ, 150.000 το Ποτάμι και κέρδισε περίπου 40.000 το ΠΑΣΟΚ με τη ΔΗΜΑΡ.
Πολιτικά, ανάμεσα σε άλλα, καταγράφονται τα εξής σημαντικά στοιχεία:
1. Ο σχεδιασμός του Αλ. Τσίπρα «βγήκε»: Κατάφερε να μην έχει φθορά σε σχέση με τους αντιπάλους του. Κατέγραψε μια σημαντική διαφορά από την Ν.Δ. Πήρε 145 έδρες, μόλις 4 λιγότερες από τον Ιανουάριο. Τώρα, μαζί με τους ΑΝΕΛ, μπορεί και προχωρά σε γρήγορη συγκρότηση κυβέρνησης, έχοντας και εφεδρείες για το μέλλον (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι κ.λπ.). «Εκκαθάρισε», τέλος, την κοινοβουλευτική του ομάδα, ενώ βλέπει και την ΛΑ.Ε. εκτός Βουλής.
2. Η αποχή ήταν ηχηρή, μεγάλη, καταγράφηκε και αποτέλεσε σημαντικό στοιχείο της συμπεριφοράς μέρους του εκλογικού σώματος, σε σχέση με αυτήν του Ιανουαρίου. Πέρασε το 43% σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ. Παρά την επίθεση και την συκοφάντηση που συνάντησε από κόμματα και ΜΜΕ, κατόρθωσε να ακουστεί και αποτελεί και η αποχή έναν από τους «νικητές». Ήταν η κύρια μορφή που πήρε η «τιμωρία» του πολιτικού συστήματος για τον πολιτικαντισμό και το ψέμα που το χαρακτηρίζει. Αποτελεί ένα σημάδι υπόγειων διεργασιών που γίνονται σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι διαστρεβλωτικό το σχήμα που την παρουσιάζει σύσσωμη σαν «απολίτικη» και αδιάφορη στάση, το ίδιο και οι συγκρίσεις με τις ΗΠΑ κλπ. Μια σύγκριση με το δημοψήφισμα και τις προηγούμενες εκλογές φανερώνει κάποια από τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά.
3. Καθίσταται φανερό ότι όποιος θέλει να συμβάλλει στο άνοιγμα ενός νέου κύκλου λαϊκής ενεργοποίησης, δεν πρέπει να ανακυκλώνει το κυρίαρχο, αστικό στην ουσία του, μοντέλο πολιτικής πρακτικής και στάσης. Δεν κατασκευάζονται κόμματα «εν μια νυκτί», δεν επιβραβεύεται η προχειρότητα και ο σκέτα καταγγελτικός λόγος, δεν βρίσκουν ανταπόκριση οι λύσεις ευκολίας και αυτοματισμού (νόμισμα κ.λπ.). Το αρνητικό αποτέλεσμα της ΛΑ.Ε. είναι ένα παράδειγμα για το πώς τμήματα της Αριστεράς αδυνατούν να συλλάβουν τα βασικά από όσα διακυβεύονται στην κοινωνική διαδικασία. Φάνηκε ότι ο «αναχωρητισμός» και η «απόσυρση από τα πολιτικά πράγματα» δεν αφορά απαραίτητα όσους έκαναν σε αυτές τις συνθήκες άλλες επιλογές, όσο ολόκληρους πολιτικούς χώρους που δεν αντιλαμβάνονται τις απαιτήσεις της κάθε φορά συγκυρίας.
Δύο ακόμα ποιοτικά στοιχεία
1. Η κεντροαριστερή πρόταση
Το βασικό που πρέπει να παρατηρήσει κανείς για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ότι ψηφίζει μνημόνια (προφανώς και είναι πολύ σημαντικό και αυτό), αλλά ότι είναι ο βασικός εκφραστής της κεντροαριστερής ανασύστασης. (Σημειώνουμε ότι αυτό αποτελεί ένα θέμα που ο Δρόμος της Αριστεράς αναδεικνύει συστηματικά ήδη από την περίοδο πριν τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ). Ο βασικός ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να προσπαθεί, ως κλασικό πλέον κεντροαριστερό μόρφωμα, να προσδώσει στο πολιτικό σύστημα μια ορισμένη σταθεροποίηση (χωρίς αυτό να είναι εγγυημένο). Αποτελεί κατεξοχήν ενσωματωτική, συστημική δύναμη που επιχειρεί να χειριστεί την λαϊκή δυσφορία, μέσα από ιδεολογικά – «ρεαλιστικά» σχήματα και με αυτό τον τρόπο να καθηλώνει τον ριζοσπαστισμό.
Η διαδικασία αυτή άρχισε από το 2012 και ολοκληρώνεται με τις πρόσφατες εκλογές. Δεν μπορεί να αντιληφθεί πολλά όποιος δεν συγκρούεται με αυτήν την διάσταση του ΣΥΡΙΖΑ και απλώς αναπαράγει το σχήμα μνημόνιο/αντιμνημόνιο. Και φυσικά, όποιος νομίζει ότι θα αποτελέσει τον «γνήσιο εκφραστή του “ΟΧΙ”», επίσης δεν αντιλαμβάνεται επί της ουσίας τίποτα και κυρίως τη συνθετότητα της πολιτικής και κοινωνικής διαδικασίας.
Ο Αλ. Τσίπρας από το καλοκαίρι ενορχηστρώνει την τακτική του πάνω στο γεγονός της ρευστοποίησης και του αποπροσανατολισμού που ήταν υπαρκτά και καθοριστικά χαρακτηριστικά στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Είχε να ξεπεράσει το πρόβλημα των διαφωνιών προς την πολιτική του (40 περίπου «παρών» και «όχι» σε προαπαιτούμενα και μνημόνιο), να κάνει γρήγορα εκλογές πριν φανούν οι συνέπειες των μέτρων στην κοινωνία, να επιβληθεί στους αντιπάλους του (κυρίως Ν.Δ.).
Η εκλογική του τακτική ήταν σχετικά απλή και καταγράφηκε ως εξής: «Πάμε σε εκλογές γιατί με ρίξανε από μέσα, έδωσα μάχη με τους δανειστές, έφερα μια συμφωνία όχι καλή αλλά θα αγωνιστώ να περάσει με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες για τους αδύναμους, αν ξανάρθουν οι άλλοι, όλα θα είναι χειρότερα». Αυτή δεν είναι απλά μια μνημονιακή πρόταση διαχείρισης, είναι η κεντροαριστερή αφήγηση για την διαχείριση αυτή και είχε στρωθεί ο δρόμος για να γίνει αποδεκτή.
Σε επίπεδο κοινωνίας δεν αναδείχθηκε μια πειστική εναλλακτική πρόταση. Η πρόταση για το «νόμισμα» έχασε ξανά κατά κράτος σε πολιτικό επίπεδο. Όπως έχασε και η απλή πρόταση της Ν.Δ. («εμείς έχουμε το know-how της διαχείρισης – διακυβέρνησης»). Έτσι, το «δώστε μου χρόνο και μια δεύτερη ευκαιρία, αφού η πρώτη δεν πρόλαβε σχεδόν καθόλου να δοκιμαστεί, δεν φταίνε οι 7 μήνες για τα προβλήματα 40 χρόνων», λειτούργησε σχετικά πειστικά και αποτελεσματικά για ευρύτατα στρώματα του πληθυσμού. Εκεί βρίσκεται το «μυστικό της επιτυχίας» του Αλ. Τσίπρα.
Στην Ελλάδα, ιστορικά η κεντροαριστερή πρόταση είναι πολύ πιο αποτελεσματική για το σύστημα και τις στρατηγικές του επιδιώξεις. Ο κεντροαριστερός άξονας είναι ο βασικός πυλώνας και απαραίτητος για να προωθούνται διάφοροι σχεδιασμοί. Από αυτή την άποψη, δεν είναι τυχαίο ότι ιστορικά, μεγάλοι διεθνείς παίκτες (πχ ΗΠΑ) δείχνουν ενδιαφέρον για αυτόν και στηρίζονται σε κρίσιμες στιγμές πάνω του.
2. Πολιτικό σύστημα και ριζοσπαστισμός
Σε συνάρτηση με τον αποπροσανατολισμό που επιχειρήθηκε, ήταν και είναι υπαρκτή μέσα στην ελληνική κοινωνά και μια αποστροφή και απογοήτευση προς το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Αυτό εκφράστηκε με την αποχή, και το άκυρο-λευκό, που φαίνεται ότι, σε ένα σημαντικό ποσοστό ποσοστό, αποτέλεσαν συνειδητή επιλογή και πολιτική στάση. Κυρίως η αποχή έκφρασε το πιο πολιτικοποιημένο (ίσως και σε μεγάλο βαθμό, απογοητευμένο, πικραμένο, διαψευσμένο) τμήμα του ριζοσπαστισμού. Δεν είναι αδιαφορία ή «καναπές», αλλά κάτι που σε μοριακό επίπεδο σχετίζεται με διεργασίες και διαδικασίες που θα εκδηλωθούν στο άμεσο μέλλον. Η ίδια η ύπαρξη αυτού του χώρου δείχνει πως οι διαδικασίες εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης περνούν βαθιά κρίση και θα πρέπει να αναζητηθούν τρόποι και μορφές που να εκφράζουν αυτό το διάχυτο δυναμικό.
Είναι φανερό ότι η επαφή με τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό δεν γίνεται με έναν μόνο τρόπο και μάλιστα με αυτόν που χαρακτηρίζει την κεντρική πολιτική σκηνή και τα τερτίπια της. Χρειάζεται μια σχέση καθαρή, ειλικρινής και βαθιά, ισότιμη, αυτοκριτική διάθεση, αλλά και στοιχεία ουσίας και ηθικής που πρέπει να εκφέρονται. Μόνο μια πολιτική δύναμη που θα προβάλλει έναν σύνθετο λόγο, διεισδυτικό και απλό συνάμα, που θα απαντά στο δια ταύτα με τρόπο φυσιογνωμικό και ταυτοτικό που θα κατοχυρώνει μια διαφορετικότητα και βαθιά δημοκρατικότητα, θα μπορούσε να προσεγγίσει αυτό το χώρο και να συμβάλλει στην έκφρασή του.
Με βάση όλα αυτά, θα πρέπει να αξιολογηθούν οι βασικές αναλύσεις και διαπιστώσεις του Δρόμου αυτό το διάστημα σε σχέση με τις εκλογές και το χαρακτήρα τους, τον «Κανένα», τις επιδιώξεις των βασικών δυνάμεων, τις κοινωνικές διεργασίες που εκδηλώνονται και το ρόλο της Αριστεράς. Ο Δρόμος της Αριστεράς θα προσπαθήσει να τοποθετηθεί στα ουσιαστικά εξαγόμενα των εκλογών αλλά και σχετικά με το νέο τοπίο που διαμορφώνεται και τις αναγκαίες σήμερα πρωτοβουλίες. Στο φύλλο που θα κυκλοφορήσει το Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου θα υπάρχουν τα πρώτα άρθρα και αναλύσεις για αυτά τα θέματα.
Σκίτσο: «Πρόσφυγες»
Του Βαγγέλη Παπαβασιλείου
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.grΤου Βαγγέλη Παπαβασιλείου