Του Κώστα Ράπτη
Η Τουρκική ηγεσία νομίζει ότι έχει ακόμη καιρό: τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη, οπότε σκοπεύει να έχει ολοκληρώσει την “αντιτρομοκρατική επιχείρηση” που διεξάγει στις νοτιοανατολικές επαρχίες. Αυτός, σύμφωνα με την Hurriyet Daily News, είναι ο προγραμματισμός που εκπονήθηκε στις συνεδριάσεις του ανώτατου ηγετικού οργάνου του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στις 20 Δεκεμβρίου και του υπουργικού συμβουλίου την επομένη.
Προφανώς, η Κουρδική Πρωτοχρονιά (Nevroz) που συμπίπτει με την εαρινή ισημερία αποτελεί στο νού των Τούρκων ιθυνόντων το χρονικό ορόσημο για την ανακοίνωση, από θέση ισχύος μετά την στρατιωτική επικράτηση, μεταρρυθμιστικών μέτρων για την ενσωμάτωση του κουρδικού στοιχείου. Ενδεχομένως, ο σχεδιασμός αυτός να περιλαμβάνει κάποιον ρόλο και για τον φυλακισμένο (και μάλιστα σε απομόνωση όλους τους τελευταίους μήνες) ηγέτη του ΡΚΚ Abdullah Ocalan – όπως είχε συμβεί σε καλύτερους καιρούς, π.χ. με το ιστορικό του μήνυμα στο Nevroz του 2013 που κήρυξε το τέλος της ένοπλης πάλης, χάριν της ακμαίας τότε ειρηνευτικής διαδικασίας με την κυβέρνηση του ΑΚΡ.
Όμως η σύγκρουση δεν είναι απαραίτητο να εξελιχθεί ευθύγραμμα – ιδίως αν αναλογισθεί κανείς ότι ήδη 200.000 άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους στα νοτιοανατολικά, στο μεγαλύτερο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης στην Τουρκία μετά την μαζική καταστροφή κουρδικών χωριών τη δεκαετία του ’90.
Αν ο θάνατος τουλάχιστον 170 Κούρδων (όχι μόνο ενόπλων, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Human Rights Watch) εντός του Δεκεμβρίου είναι κάτι που μπορεί να αποσιωπηθεί ή να δικαιολογηθεί, ο αποκλεισμός ολόκληρων πόλεων επί δύο εβδομάδες και η καθήλωση των κατοίκων τους σε κατάσταση απαγόρευσης κυκλοφορίας, με σταδιακή εξάντληση ακόμη και των στοιχειωδών εφοδίων, είναι κάτι που μπορεί να κινητοποιήσει όχι μόνο την εν πολλοίς παθητική τουρκική κοινή γνώμη αλλά ακόμη και την τόσο πρόθυμη να εκβιασθεί για 3 δισ. ευρώ από τον Erdogan Ευρωπαϊκή Ένωση…
Το κρίσιμο στοιχείο είναι ότι η νέα ανάφλεξη του Κουρδικού ζητήματος στην Τουρκία παρουσιάζει δύο νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Το πρώτο είναι ότι η σύρραξη έχει μεταφερθεί στα αστικά κέντρα και έχει ως πρωταγωνιστή μία ριζοσπαστικοποιημένη νεολαία, η οποία δεν χειραγωγείται εύκολα για πολιτικούς συμβιβασμούς. Τα χαντάκια που ανοίγουν, προκειμένου να εμποδίσουν την είσοδο αστυνομικών οχημάτων, ελαφρά οπλισμένοι νέοι στις εισόδους αστικών περιοχών, τις οποίες κατόπιν ανακηρύσσουν “αυτόνομες” είναι ο κατεξοχήν τόπος της σύγκρουσης, που πολύ απέχει από το παλαιότερο αντάρτικο των βουνών.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι ο αριθμός των ανήλικων κρατουμένων έχει πενταπλασιασθεί στην Τουρκία σε σύγκριση με το 2009, ενώ η πλειονότητα των συλληφθέντων από τον Ιούλιο, οπότε κατέρρευσε η ειρηνευτική διαδικασία, και μετά ανήκει στην ηλικιακή κατηγορία 12-17 ετών. Όλα αυτά σε μία χώρα όπου οι ανήλικοι αντιπροσωπεύουν το 29,4% του γενικού πληθυσμού – και αγγίζουν το 50% στις κουρδικές επαρχίες, οι οποίες κάθε άλλο παρά βιώνουν το “τουρκικό οικονομικό θαύμα”.
Το δεύτερο νέο στοιχείο είναι η δυνατότητα που ανοίγεται να συναντηθούν τα εσωτερικά με τα εξωτερικά μέτωπα της Τουρκίας, καθώς οι ρώσο-τουρκικές εντάσεις προσφέρουν στο κουρδικό στοιχείο της γείτονος έναν πιθανό διεθνή υποστηρικτή που μέχρι τώρα δεν διέθετε (με την εξαίρεση της, διόλου συγκρίσιμης, στήριξης που προσέφερε η Συρία του Assad στο ΡΚΚ μέχρι το 1998, οπότε και υπαναχώρησε ενώπιον της τουρκικής απειλής πολέμου).
Η συνάντηση του ηγέτη του φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP) Selahattin Demirtas με τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Sergey Lavrov στη Μόσχα στις 23 Δεκεμβρίου υπήρξε από αυτή την άποψη αποκαλυπτική, όσο και αν η Ρωσία διακηρύσσει ότι δεν εμπλέκεται στα εσωτερικά ζητήματα άλλων χωρών.
Το διεθνές ενδιαφέρον στράφηκε ήδη στην τοποθέτηση του Demirtas, την οποία ο Τούρκος πρωθυπουργός Ahmet Davutoglu έσπευσε να χαρακτηρίσει προδοτική, σχετικά με την κατάρριψη του ρωσικού Suhoi-24 από τουρκικά μαχητικά. Εξίσου ενδιαφέρουσα ωστόσο υπήρξε η προσφώνηση του Lavrov, σύμφωνα με την οποία η Μόσχα υποστηρίζει την εξασφάλιση των δικαιωμάτων όλων των εθνοτικών ομάδων της Τουρκίας, ως μέσο προώθησης της εθνικής της ενότητας. Επιπλέον ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας τόνισε ότι οι Κούρδοι του Ιράκ και της Συρίας ανήκουν σε αυτούς που πολεμούν το Ισλαμικό Κράτος και τις λοιπές εξτρεμιστικές ομάδες, δίνοντας μάχη, από κοινού με τον συριακό και ιρακινό στρατό, για τις εστίες τους και το δικαίωμά τους να παραμείνουν στη γη τους. Η Ρωσία, πρόσθεσε, συμμετέχει στην αντιτρομοκρατική επιχείρηση έπειτα από πρόσκληση της συριακής κυβέρνησης και είναι πρόθυμη να συνεργασθεί με όσους αντιμετωπίζουν επί του εδάφους την τρομοκρατική απειλή.
Όλα αυτά, ενώ το μεν HDP επείγεται για διεθνοποίηση του προβλήματος, καθώς αισθάνεται διπλή πίεση αφενός από το μαχητικό τμήμα του ΡΚΚ και αφετέρου από την εκλογική του βάση που επιθυμεί ειρηνικές λύσεις, η δε Ρωσία φιλοδοξεί, όπως αποκαλύπτουν και οι δηλώσεις Lavrov, όχι μόνο να λειτουργήσει ως μεσολαβητής μεταξύ της Δαμασκού και των Κούρδων της Συρίας, αλλά και να μεταφέρει στο εσωτερικό της Τουρκίας το τίμημα των τυχοδιωκτικών μεσανατολικών πρωτοβουλιών του ΑΚΡ.
Ανάρτηση από: http://www.capital.gr