Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

Πόσο χρειάζεται μια «Συνταγματική Αλλαγή»;

Του Γεράσιμου Δεληβοριά

Η περίπτωση Σφακιανάκη φέρνει ξανά στην επιφάνεια το βασικό ίσως πρόβλημα της σύγχρονης Ελλάδας, την κυρίαρχη αντίθεση που την καθηλώνει στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική παρακμή.
 Την απόλυτη κυριαρχία της κάστας των πολιτικών και την αδύναμη κοινωνία που την συνοδεύει. Παρά την αντίδραση όλων όσων γνωρίζουν το έργο και την προσφορά του συγκεκριμένου αστυνομικού, ο Σφακιανάκης απομακρύνεται τελικά από την θέση που τόσο τίμησε, για να μείνει αλώβητο το κύρος της πολιτικής εξουσίας.
 Ο Τόσκας από τη μεριά του, εφάρμοσε την παλιά καλή αρχή του Περίανδρου. Όσα κεφάλια ξεχωρίζουν κόβονται. Μετριότητα ο ίδιος, δεν μπορεί να ανεχτεί κανέναν άξιο κοντά του.

 Θα περίμενε κανείς να υπάρξει μια κλιμάκωση αντιδράσεων, από όσους κυρίως κατανοούν το πρόβλημα και τη σημασία του, να αποδείξουν πως τώρα είναι η ώρα, ότι δεν πάει άλλο, πως όχι δεν θα τους περάσει αυτή τη φορά.
 Μια συλλογή υπογραφών, μια διαρκής συγκέντρωση διαμαρτυρίας, συνεχείς αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα και τις ηλεκτρονικές ιστοσελίδες, συνεχείς επιστολές σε εφημερίδες και στις αρμόδιες Δημόσιες Αρχές, είναι μερικά από τα μέσα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και σίγουρα θα έφερναν αποτέλεσμα.
 Πρώτα απ’ όλα είναι σίγουρο πως θα συγκέντρωνε, θα συσπείρωνε πολλούς άλλους πολίτες σε ένα απολύτως δίκαιο αίτημα.
 Κυρίως όμως θα δημιουργούσε ένα μέτωπο, που όχι μόνον η σημερινή κυβέρνηση, αλλά ολόκληρη η κάστα των πολιτικών και η οικονομική ολιγαρχία που την στηρίζει, φοβούνται όπως ο διάβολος το λιβάνι.
 Την αμφισβήτηση της παντοδυναμίας του πολιτικού συστήματος.
 Η σημερινή κυβέρνηση και όλο το μπλόκ εξουσίας, κατανοούν πως βρίσκονται ακόμη σε πολύ δύσκολη θέση και κάθε καινούργιο μέτωπο αμφισβήτησης κάνει αυτή τη θέση ακόμη πιο δύσκολη, όχι μονάχα για την κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, αλλά για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
 Γι’ αυτό και όλα τα κανάλια και οι εφημερίδες έσπευσαν να υποβαθμίσουν το θέμα και να αποδεχτούν το τελικό αποτέλεσμα με κάποια γκρίνια, απλώς για την τιμή των όπλων.
 Ο κλήρος πέφτει λοιπόν σε όσους κατανοούν πως  η αλλαγή του πολιτικού συστήματος και όχι απλά της κυβέρνησης, θα λύσει την αντίφαση που σπαράζει τη χώρα μας και την καθιστά υποτελή σε ξένα κέντρα αποφάσεων.
 Εδώ όμως κυριαρχεί η  αντίληψη  πως αρκεί μια  Συνταγματική αλλαγή, με την θεσμοθέτηση δημοψηφισμάτων και άλλων θεσμών και νόμων που θα κατοχυρώνουν μιαν πραγματική εξουσία του «δήμου», για να λυθούν όλα τα προβλήματα και να βαδίσει η χώρα στο δρόμο της προκοπής.
 Θολώνει έτσι η ίδια η πραγματικότητα και φυσικά λησμονούνται όλα όσα μας δίδαξε η Ιστορία. Αφού είναι γνωστό πως ο βασιλιάς Ιωάννης παρασπόνδησε αμέσως μόλις υπέγραψε τη Μάγκνα Κάρτα και χρειάστηκε μια καινούργια ένοπλη εξέγερση για να τον συνετίσει κι ακόμη περισσότερες για να μπορέσει ο κοινοβουλευτισμός να επικρατήσει στην Αγγλία.
Και δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα. Αρκεί μονάχα να θυμηθούμε την απάντηση του Στάλιν στην παρατήρηση του Τσώρτσιλ, ότι ο Πάπας θα αντιδρούσε στα σχέδια διανομής του κόσμου.
-Πόσες μεραρχίες διαθέτει ο Πάπας;  ρώτησε ο Ρώσος δικτάτορας, θυμίζοντας πως είναι η δύναμη που καθορίζει τις τύχες των λαών.
 Δεν υπάρχει όμως μεγαλύτερη δύναμη απ’ αυτήν που πηγάζει από την αποφασιστικότητα των ανθρώπων. Αυτήν, κανένα όπλο, κανένας στρατός δεν μπορεί να την κάμψει. Συχνά, πολύ συχνά, σιδερόφραχτα καθεστώτα καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι  μπροστά της. Οι μνήμες από το 1989 είναι ακόμη νωπές.