Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Ο Σαββόπουλος ήταν που
έβαλε στο λεξιλόγιο μας την «καθ’ ημάς Ανατολή». Μπορεί τον όρο να είχαν χρησιμοποιήσει
άλλοι, εξειδικευμένοι επιστήμονες και λόγιοι, τα αποφθέγματα τους όμως ελάχιστοι
τα θυμούνται, ακόμη κι όταν είναι άκρως χαριτωμένα. Ποιος θυμάται ας πούμε, «τα
μέζεα του στεατοπυγικού μας υποσυστήματος»;
Ο Σαββόπουλος έντυσε
με λόγια και νότες τα αναρχοαυτόνομα όνειρα και διαθέσεις της νεολαίας του 60. Ωρίμασε
μ’ αυτή τη γενιά, την αφομοιωμένη και υποταγμένη στο σύστημα, τη γενιά της επανάστασης
και της αρχοντοχωριάτικης μονοκατοικίας στα Βόρεια Προάστια. Προτού εμφανιστεί το
ΦέΙσμπουκ, ήταν οι ατάκες του Σαββόπουλου που διαμόρφωναν το λεξιλόγιο αλλά και
τη συνείδηση αυτής της γενιάς, που τώρα αποτελεί την «κοινή γνώμη»
Το γεγονός λοιπόν
ότι διαπιστώνει πως «είμαστε ρεμπέτ ασκέρ και η Ευρώπη μας προσφέρεται ως τόπος
κανόνων» (συνέντευξη στα ΝΕΑ του Σαββάτου 11/06/16), έχει ιδιαίτερη σημασία. «Η
Ελλάδα (συνεχίζει) και ο Νότος πρέπει να εξορθολογήσουν το ανατολικό
στοιχείο τους». Και το επιστέγασμα φυσικά: «Το πελατειακό κράτος ανήκει στα ήθη
και στα έθιμα μας».
Βέβαια, στο τελευταίο
υπάρχει μια υπερβολή, που οφείλεται μάλλον στον παρορμητικό χαρακτήρα του Σαββόπουλου.
Κατά πάσα πιθανότητα, ο αγαπητός μας Νιόνιος θα εννοεί - όπως και πολλοί διάσημοι
συγγραφείς και χρονογράφοι του προηγούμενου αιώνα, όπως ο Ψαθάς και ο Παλαιολόγος
- την Τουρκοκρατία σαν γενεσιουργό αιτία του «ρουσφετιού», βασικό συστατικό του
πελατειακού κράτους. Δεν νομίζουμε ότι μπορεί κανείς να ισχυρισθεί στα σοβαρά πως
το ρουσφέτι και το πελατειακό κράτος υπήρχε ανέκαθεν στα γονίδια μας, από υπάρξεως
του ελληνικού έθνους.
Προσπαθώντας να κατανοήσουμε
την πρώτη διαπίστωση, το «ρεμπέτ ασκέρ», ψάχνουμε πρώτα την εννοιολογική του σημασία.
Και διαβάζουμε στο clubs.pathfinder.gr ότι «σύμφωνα με το εξάτομο λεξικό των
Liddell και Scott, τα συγγενικά ρήματα της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας ελληνικής
γλώσσας: ρέμβω, ρομβέω, ρυμβέω, ρέμβομαι, ρεμβεύω, ρεμβάζω και ρέμπομαι, έχουν την
ίδια ρίζα και το ίδιο νόημα.
Σημαίνουν περιστρέφομαι,
περιφέρομαι, περιδιαβάζω, περιπλανιέμαι, τριγυρίζω και ρέμβος, ρεμβόμενος, ρεμβάζων,
ρεμβέτης ή ρεμπέτης είναι αυτός που τριγυρίζει, που περιπλανιέται.
Άλλωστε και η λέξη
ρεμπέτ, η οποία προφανώς είναι δάνειο από την ελληνική, στην τουρκική γλώσσα σημαίνει
ο άτακτος (στρατιώτης και όχι μαθητής) και ρεμπέτ ασκέρ ομάδα ή συμμορία ανταρτών
ή ατάκτων πολεμιστών».
Ρεμπέτης επομένως
είναι αυτός που αρνείται να υποταχθεί στον αφέντη και ρεμπέτ ασκέρ ένας στρατός
ανυπόταχτων. Ας θυμηθούμε εδώ, πως ο Χαριτόπουλος ονοματίζει τον Άρη Βελουχιώτη
σαν «Αρχηγό των ατάκτων»
Είναι φυσικό η εξουσία,
όχι μονάχα η οθωμανική, αλλά κάθε καταπιεστική εξουσία να προσπαθεί να λοιδορήσει
αυτούς που της αντιστέκονται. Η ίδια έχει το προνόμιο της «τακτικότητας» που ταυτίζεται
με τον καθωσπρεπισμό και την αρετή. Οι άλλοι είναι «άτακτοι», εκτός των ορίων της
τάξεως, περιθωριακοί, ρεμπέτες, άτομα κατωτέρας στάθμης και ηθικής.
Έτσι το «ρεμπέτ ασκέρ»
παίρνει τη σημασία μιας ομάδας ληστοσυμμοριτών ή στην καλύτερη περίπτωση μιας παρέας
χαζοβιόληδων που παρακινούνται από πονηρούς και ξεκινάν χωρίς πρόγραμμα και οργάνωση
(κάτι σαν τους συριζαίους δηλαδή) να καταστρέψουν την καθιερωμένη έννομη τάξη.
Ο χαρακτηρισμός μας
σαν έθνος ατάκτων (ρεμπέτ ασκέρ) υπήρξε όρος απαραίτητος για την εδραίωση του καθεστώτος
της ξένης προστασίας και κηδεμονίας για τη χώρα μας, από την πρώτη στιγμή της ύπαρξης
της σαν κράτος μέχρι και σήμερα.
Η Ευρώπη, στο πρόσωπο
των Βαυαρών, ανέλαβε να μας μάθει τους «κανόνες» της ύπαρξης μας σαν «πολιτισμένο
έθνος», ώστε να χωρέσουμε κι εμείς στη μεγάλη οικογένεια των πολιτισμένων, Δυτικών
φυσικά κρατών. Από τότε το «ανήκομεν εις την Δύσιν», καθόριζε την αντίθεση προς
τα «βάρβαρα» ανατολικά κράτη (1) και την αποδοχή εις το διηνεκές της ξένης κηδεμονίας.
Το αξίωμα της υποταγής,
θα διατυπώνεται με έμφαση κάθε φορά που θα υπάρχει καπιταλιστική κρίση και σαν συνέπεια
της μια μεγάλη κρίση – αμφισβήτηση των Δυτικών θεσμών στην Ελλάδα. Στα μέσα του
19ου αιώνα, ο τραπεζίτης Μάρκος Ρενιέρης γράφει: «Δεχόμενη
η Ελλάς δι’ όλων των πόρων του σώματος της τον δυτικόν πολιτισμόν, υιοθετούσα των
δυτικών εθνών τους πολιτικούς και διαδικαστικούς νόμους, τον διοικητικόν οργανισμόν,
τας κοινωνικάς ελευθερίας και τας τέχνας, δεν δέχεται ξένα στοιχεία, αλλ’ οικειοποιείται
τα δικά της, δεν οπισθοδρομεί αλλά προοδεύει», καταλήγοντας φυσικά, «η Ελλάς είναι
Δύσις, αυτό μας συμφέρει να είμαστε»(2)
Το ίδιο φυσικά συμβαίνει
και τα τελευταία οχτώ χρόνια, που το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα βιώνει μια
παρατεταμένη κρίση, με συνέπεια την κρίση των Δυτικών θεσμών και του καθεστώτος
της ξένης εξάρτησης και κηδεμονίας της χώρας μας.
Το γεγονός ότι επιστρατεύονται
πλέον καλλιτέχνες, συγγραφείς κλπ, δείχνει το μέγεθος της κρίσης του πολιτικού μας
συστήματος, που δεν μπορεί πια να πείσει κανέναν, πέρα από τα πολύ στενά κοινωνικά
στηρίγματα του.
Και το ότι μετά από
σχεδόν εβδομήντα χρόνια, αναβιώνει ο μύθος της τουρκοκρατίας σαν της μήτρας που
μέσα της διαμορφώθηκε ο κακός χαρακτήρας μας (ρεμπέτ ασκέρ) και τα αχαρακτήριστα
ήθη και έθιμα μας (πελατειακό κράτος) δείχνει το μέγεθος του φόβου που έχει καταλάβει
την ολιγαρχία από την αμφισβήτηση του ιδεολογικού υπόβαθρου της εξουσίας της.
Στην περίοδο της
τουρκοκρατίας, «οι ιδεολογικές μορφοποιήσεις του ελληνικού έθνους – λαού δημιουργούνται
από τις συνθήκες καταπίεσης και αντίστασης στην οθωμανική εξουσία».(3) Χαρακτηριστικό
της ύπαρξης του έθνους σ’ αυτήν την περίοδο είναι ο «κοινοτισμός» (των Ελλήνων οι
κοινότητες, που τραγούδησε κι ο Σαββόπουλος).
Οι κοινοτισμός είναι
το μέσο άμυνας στην τυραννία και την αυθαιρεσία, ενώ ρέπει από φυσικού του σε δημοκρατικές
πρακτικές. Στις πρώτες εκλογές που έγιναν μετά το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου
1843 στη Ναύπακτο ψήφισαν και οι γυναίκες (!) κάτι μοναδικό στον κόσμο
εκείνη την εποχή.(4)
Το πελατειακό κράτος
εισάγεται και καθιερώνεται από τους Βαυαρούς και το εγκολπώνεται η άρχουσα τάξη
μετά την μεταβολή του 1843.
Με την Βαβαροκρατία
ξεκινά ένας ανηλεής πόλεμος κατά του κοινοτισμού, που συνεχίζεται αμείωτος μέχρι
την τελική συντριβή του στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου 1946-1949. Οι κοινότητες
χωνεύονται μέσα στις μεγάλες πόλεις, κυρίως στην Αθήνα και εξαφανίζονται.
Τώρα, ο δρόμος είναι
ανοιχτός στην ολιγαρχία για να εκπαιδεύσει ολόκληρη την κοινωνία πάνω στις αρχές
και τα πρότυπα της ξενοδουλείας.
Ο ωχαδερφισμός, η
φιλαυτία, η απληστία, η αρπαγή, η τεμπελιά, η αγυρτεία, η δουλοπρέπεια, η περιφρόνηση
των άλλων, επιβραβεύονται, ενώ τιμωρούνται η φιλοπονία, η φιλοπατρία, το φιλότιμο,
η ηθική ακεραιότητα.
Αν υπάρχει λοιπόν
κάτι που χρειάζεται απαραιτήτως ο ελληνισμός, δεν είναι «ένας ευρωπαϊκός τόπος κανόνων».
Πάνω απ΄ όλα, χρειάζεται
να ξαναβρεί τον εαυτό του.
Και πρώτο βήμα φυσικά,
είναι η ανασυγκρότηση των κοινοτήτων του.
Των Ελλήνων τις Κοινότητες.
1)Δ. Μάρτος «Αθηναϊσμός»
εκδ. Γόρδιος σελ. 224- 267
2)Δ. Μάρτος , στο ίδιο
σελ.191
3)Δ. Μάρτος στο ίδιο σελ.
52
4)Δ. Μέρτος, «Αθήνα πρωτεύουσα» εκδ. Γόρδιος