Του Γιώργου Καραμπελιά
(…) στην ύστερη μεταπολιτευτική περίοδο, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η εμφύλια διαμάχη καθίσταται ουσιαστικά άνευ αντικειμένου και ουσιαστικού διακυβεύματος. Ιδιαίτερα μετά την αποτυχία του υπαρκτού σοσιαλισμού, τη σύγκλιση σοσιαλδημοκρατίας και Δεξιάς στην Ευρώπη και τη διασφάλιση της θεσμικής ισότητας αριστερών και δεξιών πολιτών. Οι συνέπειες του ψυχρού πολέμου έχουν ξεπεραστεί διεθνώς, ενώ εκείνες του εγχωρίου εμφυλίου έχουν επουλωθεί στο λαϊκό σώμα – γι’ αυτό και η εμφυλιοπολεμική ροπή επιβιώνει πλέον αποκλειστικά ως μηδενισμός. Προνομιακός χώρος εκδήλωσής του αποτελεί η κυριαρχία των κάθε είδους μηδενιστικών ρευμάτων στα νεολαιίστικα κινήματα και η παράλληλη μεταβολή του εθνομηδενισμού σε κυρίαρχη ιδεολογία των ελίτ.
Μία κατ’ εξοχήν μηδενιστική εξέγερση –που εκδηλώθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα–, εκείνη του Δεκεμβρίου του 2008, θα την ακολουθήσει και η εξίσου μηδενιστικού χαρακτήρα υποστροφή του κινήματος των «αγανακτισμένων». Οι ενυπάρχουσες σε αυτό το κίνημα δημιουργικές δυνατότητες μιας επανεδαφικοποίησης της ελληνικής –κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής– πραγματικότητας εξοβελίστηκαν και κατακλύστηκαν από τον κυρίαρχο μηδενισμό που ανέδειξε στο πολιτικό προσκήνιο τη «Χρυσή Αυγή», τον Πάνο Καμένο, ή τον… Βασίλη Λεβέντη και, προπαντός, επέτρεψαν στους εθνομηδενιστές του ΣΥΡΙΖΑ να αναρριχηθούν στην κυβέρνηση…
Και εάν οι παλιές εμφύλιες διαμάχες είχαν καταστεί μια τελετουργία χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο, μια και η Αριστερά είχε πλέον μεταβληθεί σε συγκυβερνήτη της Δεξιάς, οι υπαρκτές και οξυνόμενες κοινωνικές αντιθέσεις οδηγούν σε μια γενικευμένη κοινωνική ανομία χωρίς κανένα πρόταγμα, που διοχετεύεται στην ανορθολογική και ατομικιστική βία των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών (από τους χούλιγκαν μέχρι την αυξημένη βία της νέας εγκληματικότητας). Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, κριτικάραμε ορισμένες αναρχικές και αριστερίστικες ομάδες μέσα στα πανεπιστήμια, τονίζοντας πως η συστηματική χρήση βίαςαπέναντι στους αντιπάλους, έναντι επιχειρημάτων, εθίζει στη βία μια κοινωνία όπως η ελληνική, όπου το επίπεδο της διαπροσωπικής βίας ήταν εξαιρετικά χαμηλό. Και καθώς το φαινόμενο γενικεύθηκε, ιδιαίτερα στη δεκαετία του 2000, τονίζαμε μονότονα πως αυτές οι πρακτικές ανοίγουν τον δρόμο στη γενίκευση και μιας ακροδεξιάς φασιστικής βίας. Πράγμα που επιβεβαιώθηκε μετά το 2010.
Από το 2006-2007, κριτικάραμε έντονα τον νεοπαγή τότε Σύριζα για το γεγονός ότι, μέσα από τις επαναλαμβανόμενες σχεδόν κάθε Πέμπτη διαδηλώσεις, επέτρεπε να γίνεται κομμάτια η Αθήνα από ομάδες που, με λοστούς, μπαλτάδες και βαριοπούλες, κατέστρεφαν συστηματικά τράπεζες, μαγαζιά και αυτοκίνητα. Αποκορύφωμα αυτής της λογικής, που πήρε τα χαρακτηριστικά μιας μηδενιστικής πρόβας τζενεράλε, υπήρξε και ο Δεκέμβρης του 2008. Τότε, σε εκατοντάδες σχεδόν πόλεις και κωμοπόλεις της Ελλάδας, ρίζωσε ένα φαινόμενο μετατροπής του διάχυτου ατομικισμού της νεολαίας σε πολιτικό μηδενισμό που έδωσε, δύο χρόνια μετά, το ανοσιούργημα της Marfin.
Η έλλειψη κοινωνικού και εθνικού οράματος αποτελεί το ιδεολογικό υπόβαθρο στο οποίο θα οικοδομηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ στη δεκαετία του 2000 και θα ενσωματώσει σταδιακώς ένα μεγάλο μέρος της εκτός ΚΚΕ Αριστεράς. Το υποκατάστατο της έλλειψης οραμάτων, εκτός από μια νεφελώδη αντιπαγκοσμιοποιητική και δικαιωματική ιδεολογία, θα ανευρεθεί σε μια φαντασιακή και εν τέλει εμφυλιοπολεμική αναφορά στην «Αριστερά και τις αξίες της». Αυτή η μυθική επίκληση καθώς και το παράλληλο «μίσος» για τη Δεξιά, συναντούσε εν τοις πράγμασι τη διάχυτη αντιεξουσιαστική ιδεολογία του μίσους για την «εξουσία» και τους «μπάτσους». Ιδεολογία που είχε καταστεί κυρίαρχη στο μεγαλύτερο μέρος των αριστερών νεολαιών και του αριστερισμού, μετά από δύο ή τρεις δεκαετίες ηγεμονίας του αντιεξουσιαστικού αναρχισμού στο melting pot της πλατείας Εξαρχείων και των πανεπιστημίων. Εξάλλου, θα μπορούσε άνετα να συναντηθεί, από την άλλη πλευρά του φάσματος, με το «αντιδεξιό» μίσος των Πασόκων, όπως και έγινε εν τέλει όταν επλήγησαν οικονομικά.
Προς την ίδια ρηχή εμφυλιοπολεμική ιδεολογία θα συμβάλει και μια μυθοποιητική «επιστροφή» στο Αντάρτικο, τον Άρη Βελουχιώτη και προ παντός τον Εμφύλιο. Ο Άρης δεν προβάλλεται πλέον ως ο πατριώτης, πρόμαχος ενός εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, αλλά, πριν απ’ όλα, ως ο εχθρός της «Δεξιάς» και ο αυτουργός του «Μελιγαλά». Κεντρικά συνθήματα των αριστεριστών του ΕΜΠ, γόνων των Βορείων Προαστίων, θα γίνουν τα «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς», «μίσος ταξικό» και άλλα ηχηρά παρόμοια – παρότι, εάν υπήρχε κάποιο «ταξικό μίσος», θα ήταν μάλλον εκείνο που ένιωθαν εναντίον τους οι λούμπεν πληβείοι της Χρυσής Αυγής! Έτσι κατασκευάστηκε μια νέα «ταξική σύγκρουση» η οποία έπαψε να έχει οποιοδήποτε αυθεντικό ταξικό περιεχόμενο και διοχετευόταν ενάντια στα «βοθροκάναλα», τον… Άδωνι Γεωργιάδη (το βιβλιοπωλείο του οποίου συστηματικά πυρπολούσαν τα «οργισμένα τέκνα» των πενηντάρηδων Συριζαίων), και τον «ακροδεξιό Σαμαρά».
Η νέα ψευδοταξική σύγκρουση είχε απολέσει –ελλείψει κοινωνικού και εθνικού οράματος– κάθε στόχο αυθεντικού μετασχηματισμού της κοινωνίας και της πατρίδας και είχε μεταβληθεί σε ένα απλό όχημα κοινωνικού ή ηλικιακού φθόνου.
Έτσι, όταν άρχισε η οικονομική κατάρρευση και τα μνημόνια, στις πλατείες της αγανάκτησης, εκτός από μια εξαιρετικά συγκεχυμένη και ακαθόριστη ακόμα πρόταση «αλλαγής», εν τέλει κυριάρχησε τομηδενιστικό τέρας το οποίο εξέτρεφε ο εγωτισμός της ελληνικής κοινωνίας και το οποίο ανέδειξε ως κυρίαρχα πολιτικά φαινόμενα τη Χ.Α., τους ΑΝΕΛ και τον Σύριζα.
Αυτός ο μηδενισμός κυριάρχησε πλήρως μετά τις ευρωεκλογές του 2014: στα εύλογα επιχειρήματα μου πως θα αποτελούσε εγκληματικό λάθος να πυροδοτηθούν εκλογές με την ευκαιρία της προεδρικής εκλογής, γιατί θα οδηγούσε τους αντιμνημονιακούς στο να επιλέξουν μεταξύ υπογραφής μνημονίων και καταστροφικού grexit, η απάντηση ήταν στερεότυπα η ίδια: «Τώρα είναι η ευκαιρία και πρέπει να την αδράξουμε». Οι πιο «επαναστάτες» μάλιστα το καρύκευαν και με ολίγον Λένιν, Μάο, Γκράμσι και άλλα ηχηρά παρόμοια περί επαναστατικής συγκυρίας. Όλα τα μέσα ήταν θεμιτά: και η ανοιχτή διαβουκόληση των πολιτών, με τα 12 «κοστολογημένα» (!) δισ. της Θεσσαλονίκης, και η εξαπάτηση του Κουβέλη, και το θέατρο που στήθηκε σε ζωντανή μετάδοση στον «Αντένα», από τον Λαζόπουλο, τον Καμένο, τον Τσίπρα και τον Παπαδάκη, με όργανο τον Χαϊκάλη. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Έτσι εγώ διέκοψα τελεσίδικα κάθε σχέση μαζί τους και έμεινε μόνο ο παλιός φίλος μου Ζουράρις να απολαμβάνει τους καρπούς των… κόπων του.
Στις φιλοσοφικές και ιδεολογικές συζητήσεις των παλαιότερων χρόνων, αναφερόμαστε στηνκαταστροφή του αστικού πολιτισμού(Παναγιώτης Κονδύλης) και την ανάδυση του ατομικιστικού, ηδονιστικού, καταναλωτικού μηδενισμού στις δυτικές κοινωνίες. Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά του, όχι ως φιλοσοφικό ή ιδεολογικό διακύβευμα, αλλά ως έναν υλοποιούμενο εφιάλτη και, απέναντί του, δυστυχώς, είναι ακόμα λίγοι όσοι έχουν συνείδηση του γεγονότος πως, χωρίς την παρουσία οράματος, το ένστικτο του θανάτου κυριαρχεί απέναντι στο ένστικτο του έρωτα και την ελπίδα.
* Προδημοσίευση από το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά «Πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς: Η Υπέρβαση», που θα κυκλοφορήσει τις προσεχείς ημέρες από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.
Ανάρτηση από: http://www.liberal.gr