Ρεζίς Ντεμπρέ, Εγκώμιο των Συνόρων, Εκδόσεις Εστία, Αθήνα 2015
Του Δημήτρη Ναπ. Γιαννάτου από την Ρήξη φ. 127
Το βιβλίο του Ρεζίς Ντεμπρέ, συντρόφου εν όπλοις του Τσε Γκεβάρα, Εγκώμιο των συνόρων (Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ-2010), είναι συγκλονιστικό και δραματικά επίκαιρο. Αποδομεί την αριστεροδέξια ιδεολογική κυριαρχία της «no limits» και «no boarders» πλάνης που ποτίζει τον «πολιτισμό» του κόσμου μας.
Ψυχολογική παραδοχή του Ντεμπρέ είναι ότι, ο ασύνορος κόσμος αποτελεί το «βάλιουμ» σ’ έναν επώδυνο κόσμο, που σε κάνει να ονειρεύεσαι ό,τι επιθυμείς και να αποφεύγεις να τον αντιμετωπίσεις. Κάτι που δεν απέφυγε ο ίδιος, όταν συμμετείχε στο εθνικοπελευθερωτικό αντάρτικο της Λατινικής Αμερικής.
Ο Ντεμπρέ παραμένει ριζοσπάστης, κατεβαίνοντας όμως στη ρίζα των πραγμάτων, όπως ομολογεί. Έτσι, εγκωμιάζει τα σύνορα για να αντικρούσει τη «βλακώδη ιδέα που γοητεύει τη Δύση: η ανθρωπότητα που δεν είναι σε σωστό δρόμο, θα τα πήγαινε καλύτερα αν δεν υπήρχαν σύνορα». Οι ριζικές του παραδοχές δεν προέρχονται από μια ακροδεξιά εθνικιστική, συντηρητική ουτοπία, αλλά αντίθετα, μάλλον από μια μεταμαρξιστική εξελιγμένη σκέψη, δημοκρατική και ευρωπαϊκή. Ως οντολογική αναζήτηση της ανθρώπινης ουσίας, ενάντια στην ου-τοπία του μετανθρώπου, ενός ιπτάμενου δίποδου χωρίς έδαφος και όρια.
Ο Ντεμπρέ ξεκινά από μια βασική αρχή της ανθρώπινης φύσης: «Πώς βάζεις τάξη στο χάος; Τραβώντας μια γραμμή. Ξεχωρίζοντας το «εντός» και το «εκτός», το «εδώ» και το «εκεί». Έτσι ο σωρός γίνεται σύνολο».
Για να τεκμηριώσει την άποψή του ο Ντεμπρέ, ανατρέχει σε θεμελιακά κείμενα του ανθρώπινου πολιτισμού: Παλαιά Διαθήκη, Ιλιάδα, Αινειάδα, στην κοσμολογία της θρησκείας και της ιστορίας πόλεων και πολιτισμών. Έτσι, ορίζει το αρχετυπικό γεννεόγραμμα των συνόρων, που γεννιέται μαζί με τον ανθρώπινο πολιτισμό.Ψυχολογική παραδοχή του Ντεμπρέ είναι ότι, ο ασύνορος κόσμος αποτελεί το «βάλιουμ» σ’ έναν επώδυνο κόσμο, που σε κάνει να ονειρεύεσαι ό,τι επιθυμείς και να αποφεύγεις να τον αντιμετωπίσεις. Κάτι που δεν απέφυγε ο ίδιος, όταν συμμετείχε στο εθνικοπελευθερωτικό αντάρτικο της Λατινικής Αμερικής.
Ο Ντεμπρέ παραμένει ριζοσπάστης, κατεβαίνοντας όμως στη ρίζα των πραγμάτων, όπως ομολογεί. Έτσι, εγκωμιάζει τα σύνορα για να αντικρούσει τη «βλακώδη ιδέα που γοητεύει τη Δύση: η ανθρωπότητα που δεν είναι σε σωστό δρόμο, θα τα πήγαινε καλύτερα αν δεν υπήρχαν σύνορα». Οι ριζικές του παραδοχές δεν προέρχονται από μια ακροδεξιά εθνικιστική, συντηρητική ουτοπία, αλλά αντίθετα, μάλλον από μια μεταμαρξιστική εξελιγμένη σκέψη, δημοκρατική και ευρωπαϊκή. Ως οντολογική αναζήτηση της ανθρώπινης ουσίας, ενάντια στην ου-τοπία του μετανθρώπου, ενός ιπτάμενου δίποδου χωρίς έδαφος και όρια.
Ο Ντεμπρέ ξεκινά από μια βασική αρχή της ανθρώπινης φύσης: «Πώς βάζεις τάξη στο χάος; Τραβώντας μια γραμμή. Ξεχωρίζοντας το «εντός» και το «εκτός», το «εδώ» και το «εκεί». Έτσι ο σωρός γίνεται σύνολο».
Ως τίμιος μελετητής, αναγνωρίζει τη «θεμελιωτική αμφισημία» των συνόρων: «αξιαγάπητα και μισητά», «υπέροχα και καταραμένα». «Επισφραγίζουν ειρήνη, πυροδοτούν έναν πόλεμο», «συνδέουν και χωρίζουν». Όμως είναι σκληρά για να αντέχουν, καθώς κουβαλούν την πανάρχαια ουσία του ιερού, που είναι απτό και στερεό. Συνακόλουθα, η ουσία της θρησκευτικής κοσμολογίας, συναντά τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά κάθε λαού. Όρια κι αυτά στο διάβα της ιστορίας, διασχίζουν τον κόσμο χωρίς να κάνουν θόρυβο. Τα σύνορα ως ανθρωπολογικά χνάρια, ως σημεία διαχωρισμού, διαφύλαξης και ενότητας υπάρχουν σε όλες τις εκδηλώσεις του ανθρώπινου βίου.
Ξεκινώντας από το παράδειγμα του δέρματος των έμβιων όντων, περιγράφει ότι το δέρμα-σύνορο, αυτή η μονωτική επίστρωση, δεν εμποδίζει, αλλά ρυθμίζει την επικοινωνία ανάμεσα στο εντός και το εκτός. Με τη λογική αυτή, τα σύνορα του κόσμου χρειάζεται να είναι ορατά και συμφωνημένα, αναγνωρίσιμα και όχι κρυφά. Αλλιώς, όπου δεν υπάρχουν σύνορα, θα υψώνονται τείχη και φράκτες.
Το τείχος κρύβει τον Άλλον, ενώ το σύνορο τον αναγνωρίζει, αποδεχόμενο την ταυτότητά του, αλλιώς καταλήγει σε ολοκληρωτισμό, μηδενισμό και ναρκισσισμό: «Αν δεν υπάρχουν παντοτινά σύνορα, υπάρχει πάντα ένα έσχατο σύνορο». Ουσιαστικά το μηδέν, ο μηδενισμός. Αναγνωρίζοντας το σύνορο αναγνωρίζουμε την πολυπλοκότητα, τη διαφορετικότητα του κόσμου. Το αντίθετο μετατρέπει έναν χώρο αδιάκοπης διάβασης σε χώρο διαμονής, αυξάνοντας το άγχος και το υπαρξιακό κενό. Πίσω από τη νεοφιλελεύθερη γοητεία του «χωρίς σύνορα» κρύβεται ένας κόσμος στον οποίο τελικά κυριαρχεί ο ισχυρότερος. Η αποικιοκρατία της Δύσης εξαγνίζεται με την ψευδαίσθηση μιας απόλυτης ελευθερίας, που οδηγεί όμως σε «καθεστώτα τύπου απαρτχάιντ στην καρδιά του παγκόσμιου χωριού», εγκαθιστώντας την απόλυτη ταξική κοινωνία και εκμετάλλευση.
Η επίθεση στην ιδιοπροσωπία κάθε λαού διαλύει τους τόπους του, τη γειτονιά του, την κοινότητα, το είμαι «από», μέσα από τις χρησιμοθηρικές δραστηριότητες και τον δικτυωμένο τεχνολογικά κόσμο. Το θετικό της τεχνολογίας «δεν σημαίνει όμως ότι θα κατοικήσουμε τον κόσμο αυτό σαν να ήταν ένας κόσμος».
Η οικουμενικότητα ενός κόσμου χωρίς σύνορα είναι ψευδής και χαρακτηρίζει τη νεοφιλελεύθερη μετανεωτερικότητα της εποχή μας. Και όπως λέει προκλητικά ο Ντεμπρέ, η παγκόσμια υπερεθνική ταυτότητά μας θα διαμορφωθεί μόνο αν εμφανιστούν, ως θαύμα οι …εξωγήινοι: «Απέναντι στον εξωγήινο από άλλο γαλαξία η Ανθρωπότητα θα μπορεί να αναθερμανθεί αφού λάβει μορφή και υπόσταση», προκειμένου να διασώσει τη δική της αλλοκοτιά.
Όμως στις μέρες μας, «η παρακμή των πατρίδων και των πολέμων (…) αναζωπύρωσαν την ανάγκη συλλογικής έπαρσης και συγχώνευσης. Το βλέπουμε στην επαναφορά της θρησκείας, «επειδή οι χυμοί της δεν έχουν στεγνώσει» και αποτελούν οικονομικό τρόπο, ώστε να «μετακινηθούν» οι περιπλανώμενοι στο χωριό τους χωρίς να μετακινηθούν. «Όταν ανακαλύπτουν την καταγωγή τους, οι ξενιτεμένοι τρίτης γενιάς γίνονται πιο αδιάλλακτοι, από όσο ήταν στην πατρίδα του οι παππούδες τους», λέει ο Ντεμπρέ, φωτίζοντας έμμεσα το τζιχαντιστικό κύμα. Η ψυχική αναδίπλωση σε κάθε είδους –ισμούς δηλώνει τον φόβο του ανθρώπου να μην καταλήξει «οποιοσδήποτε», δηλαδή «κανένας».
Όμως τα σύνορα έχουν και ταξικό πρόσημο: «…η ασπίδα των ταπεινών. Η σαφής και ξεκάθαρη οριοθεσία συμφέρει τους ενδεείς». «Ο θηρευτής απεχθάνεται τα οχυρώματα. Στο θήραμα είναι ιδιαιτέρως αρεστά (…) ο ισχυρός κυριαρχεί στους αιθέρες. Αντιστασιακοί, μαχητές εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, «τρομοκράτες» – έχουν σύντροφο το υπόγειο, το λαγούμι, όχι τον ουρανό. Γίνονται ένα με το τούνελ, τις υπόγειες στοές». Αντιστέκονται στην ενοποίηση του χώρου σε συνοριακή ζώνη, όπου η δήθεν ανθρωπιστική ιδεολογία του «no boarders» ξεπλένει τα εγκλήματά της, προκαλώντας μιαν «αντεπανάσταση με τον μανδύα της επανάστασης».
Η ιδεολογία «χωρίς σύνορα» είναι οικονομισμός, τεχνικισμός, απολυταρχισμός και ιμπεριαλισμός. «Η αυτοκρατορία και ο κόσμος έχουν την ίδια έκταση», κατά τον Οβίδιο, και μέσα στην αποεθνικοποιημένη «ευαισθησία» της κρύβεται η υπερίσχυση της μαφίας έναντι του κράτους, ο unicode μετάνθρωπος έναντι της ανθρώπινης ύπαρξης και η απολυταρχία έναντι της δημοκρατίας.
Κατά τον Ντεμπρέ, χρειαζόμαστε μιαν ηθική του συνόρου, αναγκαία όσο ποτέ, ικανή να προστατεύσει τον άνθρωπο από τον «εγκλωβισμό στην ιδιαιτερότητα και τη διάλυση στην οικουμενικότητα».
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr