Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Κατερίνα Γώγου – Είμαι Ελληνίδα. Το πεπρωμένο μου είναι η Ελλάδα. Το όνομά μου είναι Οδύσσεια.

Συνειδητοποιώ ολοένα περισσότερο, γιατί το τελευταίο βιβλίο της Γώγου : «Με λένε Οδύσσεια», δεν έτυχε της αναγνώρισης που του έπρεπε. Βιβλίο τραγικό όσο και τα υπόλοιπα, αλλά συνάμα και το πιο βαθύ, το πιο αυτοβιογραφικό, το πιο ελληνικό! Είχε θαρρώ, απαγορευμένες ελληνικές λέξεις και ιστορίες, για τους ατομικιστές νομάδες των εξαρχειώτικων περιθωρίων, που βυθισμένοι μέσα στο ναρκισσισμό μιας  μηδενιστικής «αναρχίας»,  αδυνατούν να συλλάβουν ότι είναι άλλο αναρχικός στην Ελλάδα και άλλο Έλληνας αναρχικός. Δεν θα μιλήσω για τα προσωπικά βιώματα και το τραύμα της Γώγου. Τις μικρότητες και τις μεγαλοσύνες της. Το βαθιά πληγωμένο βίωμα από την γέννησή της σχεδόν! Εκείνη τα εξιστορεί καλύτερα στα ποιητικά βιβλία της. Ψυχή πονεμένη, γι’αυτό ξέρει να ζυγώνει τον Καζαντζίδη στα μονοπάτια της πατρίδας μας. Το περιθώριο, η απομόνωση και ο λυγμός της αγαλήνευτα, σε ραντεβού με την Ελλάδα και τον αγώνα της να επιβιώσει. Με αναστοχασμό μεγάλο…!
Είναι που μπορεί και συνομιλεί με όλους τους «πρίγκιπες της αναρχίας», πάντα όμως μέσα στον πολιτισμό του Παπαδιαμάντη και του Ελύτη. Γιατί ο εκδυτικισμός και παρασιτισμός των περισσότερων πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων στην χώρας μας αποθέωνε εισαγόμενα πρότυπα. Από την προηγμένη Ευρώπη, μέχρι τον Μπακούνιν και τον Κροπότκιν, ξεχνώντας πάντα τον Μαρίνο Αντύπα. Όμως η Γώγου, ήξερε… Η μάνα, ο πατέρας, η Ακρόπολη, η Πατησίων, η Ελλάδα. Στο καταστάλαγμα της ζωής της, ίσως της ξεφεύγει ότι μιλούσε ενάντια σε όλα, σε πατρίδες, ιδεολογίες, σύνορα, όρια, επειδή αναζητούσε το σύνορο εντός της, τον τόπο της. Στο περιθώριο μιας γενιάς, άγγιζε στοργικά με το χάδι που της είχε λείψει, τον περιθωριακό πόνο του κάθε ανθρώπου, σε τούτη τη μικρή φλούδα γης. Δεν είναι «αναρχικός» ο πόνος, αλλά ανθρώπινος.  Με έναν τρόπο ανεξήγητο, καθώς δεν θα μπορούσα να ζω ποτέ την ζωή της, λυτρώθηκα και έκλαψα αμέτρητες φορές με τα λόγια της, από παλιά και τώρα ακόμα! Ας την διαβάσουμε στο στερνό της βιβλίο :
«Η ΓΛΩΣΣΑ. Από τα ομορφότερα δώρα φύσης και ανθρώπου προς άνθρωπο, αλώθη. Έννοιες και λέξεις προδώσανε τον Άνθρωπο. Παραπληροφορούνε. Μετατράπηκαν, για τους πιο ευαίσθητους, σε μοναχικό τρομώδες παραλήρημα. Οι υπόλοιποι; Καμιά ερώτηση, καμιά απάντηση, καμιά επικοινωνία. Η μαγεία των αριθμών μετατράπηκε στο εξευτελιστικό «Πόσα;»

Δεν είμαι σοφή, ούτε φιλόσοφη. Δεν ξέρω καν αν είμαι ηθοποιός ή ποιήτρια. Γι αυτό που είμαι σίγουρη για μένα είναι πως αγαπάω με ερωτικό πάθος τον Άνθρωπο. Ζητάω ταπεινά συγχώρεση απ αυτούς που αληθινά σκύψανε στην ψυχή του Ανθρώπου, είτε σα διανοούμενοι ή σαν τον Ντοστογιέφσκι και τον Παπαδιαμάντη-παραδείγματα γραφής, ψυχής, θρύλου, ζωής. Σ’όλους τους συμπατριώτες μου-κάποιοι ασέλγησαν πάνω τους. Χάθηκαν έννοιες πρωταρχικές, όπως: σεβασμός, αλληλεγγύη, ελευθερία, αγάπη. Θεωρώ καθήκον μου να μιλήσω, γιατί είμαι σίγουρη ότι το εργαλείο γλώσσα(κώδικας για μένα ψυχής)οι όποιες πολιτικές και υψηλότερα ιστάμενες εντολές…εξετελέσθησαν με πλήρη επιτυχία. Δυστυχισμένοι κι αυτοί…Η Ελλάδα είναι τόπος δύναμης. Ο Ηράκλειτος πάτησε εδώ. Και όχι μόνον αυτός.
Η πατρίδα είναι ΦωςΉλιος. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση: μια χούφτα γης και να υπάρχει ακόμα. Είμαστε όμως τώρα στην ύψιστη ιστορική της στιγμή. Αισθάνομαι, άλλωστε ποιος άλλος λόγος να μπαίνω σε τέτοιο θέμα, πως τώρα μπορούμε. Έχουν όλα καταρρεύσει.Θάνατοι από φωτιά στην Ελλάδα….μπερδευτήκανε όλοι, όλα. Ξεχάσανε τον κοινό τους όρκο. Πουλάνε έναντι φαστ φουντ τον Όλυμπο, τα νησιά του Ελύτη.
Πιστεύω πως σε κάθε Έλληνα, ό,τι όνομα και να του δίνει, κοιμάται μέσα μας ένας Χριστός. Για μένα Θεός είναι η Αλήθεια. Αυτό-πως να το πω-το όπλο μας είναι ισχυρότερο κι απ το τελειότατης επίσης ,εκτέλεσης όπλο οριστικού θανάτου. Μιλώ για την ηρωίνη γιατί αποδεκάτισε παιδιά. Είναι θέμα τιμής, λοιπόν, διότι πολεμιστές και πολεμίστριες είμαστε, να γείρουμε λίγο και ξανά να θυμηθούμε. Θέλω να ξαναβρεθούμε. Δε θέλω να χαθούμε».
(…)«Μητέρα μου η Παναγία. Γιούλα τη φωνάζουνε. Το πρόσωπό της μια χουφτίτσα παιδική μ’ένα ματσάκι άσπρα φούλια, που με ντροπαλοσύνη κι αδεξιότητα τα δίνει σ’όποιον τα ζητήσει…»
(…) «Για το νεκροταφείο δεμένη πάνω σ’έναν ταφόσταυρο και Προμηθέα Δεσμώτη. Ηράκλειτος, Ερινύες και από το άγραφτο καινούργιο βιβλίο μου την αρχή του: Με λένε… Το όνομά μου βγαίνει από το μεγαλύτερο κινδυνευτή της πατρίδας μου, με λένε ΟΔΥΣΣΕΙΑ»
(…) «Στην πατρίδα μας η κατάρα του πατέρα είναι βαριά. Κι εγώ είμαι Ελληνίδα. Και η καταγωγή μου από ψηλό βουνό, ψηλά, πάνω στην Γκιώνα. Κι αυτά τα πιστεύω…»
Και το τελευταίο κείμενο του βιβλίου:
«Είμαι Ελληνίδα.
Το πεπρωμένο μου είναι η Ελλάδα. Το όνομά μου είναι Οδύσσεια.
Πατέρα, πήρα όλα τα χάπια μου και ξέρω απ’εξω τις κυριακάτικες βόλτες και τα αρχεία κείμενα στις επιτύμβιες ρήσεις των νεκροταφείων. Τώρα πρέπει να σας αφήσω κι εσύ, πατέρα, σ’εσένα μιλάω, μπορείς να πάρεις πίσω την κατάρα που μου’δωσες, να γαληνέψεις εκεί πέρα μακριά, να μπορέσω να σε συγχωρήσω…Θα κοιτάξω να κοιμηθώ, αφού προσευχηθώ για όλους: «Πιστεύω εις ένα Θεό, Πατέρα, Παντοκράτορα, και πολύ αγαπώ τη ζωή». Ίσως με την σκέπη Του καταφέρω να ζήσω…
Η Αικατερίνα
Δημήτρης Ναπ.Γ


Ανάρτηση από: https://geromorias.blogspot.gr