Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2018

Η μετανάστευση των Ελλήνων γιατρών σε αριθμούς

Εφημερίες «λάντζας» και εφημερίες εκπαίδευσης
Της Πέννυς Μπουλούτζας
Τετάρτη απόγευμα και ο 31χρονος Γιώργος Φερεντίνος, ειδικευόμενος στο 4ο έτος της καρδιολογίας, είχε εφημερία στον «Ευαγγελισμό». Ηταν στο νοσοκομείο από τις 8 το πρωί και θα έμενε έως την επομένη το μεσημέρι. Πάνω από 30 ώρες συνεχόμενες. Την ίδια ώρα, ο 27χρονος Ορέστης Αργυρίου, ειδικευόμενος στη χειρουργική, ήταν καθ’ οδόν για το Λίβερπουλ. Μόλις είχε επιστρέψει στο Ηνωμένο Βασίλειο από την Αθήνα. Λίγες ώρες ξεκούρασης πριν από τη δική του 12ωρη εφημερία. Ο Γιώργος στο τέλος της καθημερινής του εργασίας αυτό που θα έχει αποκομίσει είναι ότι βγήκε άλλη μία ημέρα «λάντζας». Αντίθετα, ο Ορέστης αισθάνεται ότι κάθε μέρα εκπαιδεύεται στο αντικείμενό του. Δύο νέοι γιατροί, εκ των οποίων ο ένας επέλεξε να μείνει στην Ελλάδα και ο άλλος να φύγει στο εξωτερικό, όπως εκτιμάται ότι έκαναν περίπου 18.000 Ελληνες γιατροί εν μέσω οικονομικής κρίσης. Η σύγκριση στις συνθήκες εργασίας και εκπαίδευσής τους είναι απογοητευτική για τη χώρα μας. Οπως αναφέρει στην «Κ» ο Γιώργος Φερεντίνος, ο βασικός μισθός ενός ειδικευόμενου γιατρού στην Ελλάδα είναι στα 1.000 ευρώ. Για επτά εφημερίες (16ωρες και 24ωρες) λαμβάνει επιπλέον περίπου 500 ευρώ. Με αυτές τις απολαβές ένας νέος γιατρός εκτός από το να καλύψει τα προς το ζην, θα αγοράσει συγγράμματα και θα πληρώσει την συμμετοχή του σε συνέδρια με τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα, εάν αυτή δεν καλυφθεί από φαρμακευτικές εταιρείες. Μέριμνα κρατική στο κομμάτι αυτό δεν υφίσταται.

«Ζεις καλά»
Στο Ηνωμένο Βασίλειο στην αρχή της ειδικότητας ένας γιατρός λαμβάνει 2.800 λίρες (μισθός και 12ωρες εφημερίες), ποσό το οποίο αυξάνεται κατά 100 ευρώ σε κάθε επόμενο έτος ειδικότητας. Οπως δηλώνει στην «Κ» ο Ορέστης Αργυρίου, «είναι μια αμοιβή η οποία ειδικά εάν δεν μένεις στο Λονδίνο όπου το κόστος διαβίωσης είναι υψηλό, σου επιτρέπει να ζεις “καλά”». Κάθε ειδικευόμενος λαμβάνει επιπλέον ένα ποσό –περίπου 800 λίρες ετησίως– για τις εκπαιδευτικές του ανάγκες. «Η προσέλευση στο νοσοκομείο είναι στις 8 το πρωί, και συνήθως θα χρειαστεί να μείνουμε και μετά τις 5 το απόγευμα, ανάλογα και με το τμήμα στο οποίο υπηρετούμε. Π.χ. στις στεφανιογραφίες θα μείνουμε έως τις 9 το βράδυ», σημειώνει ο κ. Φερεντίνος. Στα αγγλικά νοσοκομεία, το ωράριο είναι 8 π.μ. με 4 μ.μ. και εφαρμόζεται πιστά. «Είναι θέμα νοοτροπίας. Δεν θα έρθει κάποιος να σου δώσει δουλειά στις τέσσερις παρά δέκα, γνωρίζοντας ότι θα σχολάσεις», επισημαίνει ο κ. Αργυρίου.
«Η θητεία μας, όπως λειτουργεί το σύστημα, αποσκοπεί στο να κρατάμε “όρθιο” το ΕΣΥ», τονίζει ο κ. Φερεντίνος. «Η εκπαίδευση είναι πονεμένο κομμάτι. Οργανωμένο πρόγραμμα εξειδίκευσης που να είναι το ίδιο από τον Εβρο έως την Κρήτη δεν υπάρχει. Κάθε κλινική φτιάχνει και το δικό της πρόγραμμα μαθημάτων. Οι πολλές ώρες εργασίας “γυρίζουν” σε εμάς ως κλινική εμπειρία, αλλά όχι ως επιστημονική γνώση. Θα μάθω πολύ καλά να κάνω μαλάξεις σε μία ανακοπή αλλά την επιπλέον επιστημονική γνώση για την ανακοπή δεν θα τη μάθω, εάν δεν ενδιαφερθώ ο ίδιος».
Το βρετανικό σύστημα δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Η υπόθεση «ειδικότητα» μέσα από διαφορετικά στάδια χαρακτηρίζεται από εναλλαγές ανά εξάμηνα σε διαφορετικές κλινικές (rotation), προσήλωση στην κάλυψη της εκπαιδευτικής ύλης, τακτική καταγραφή από τον ειδικευόμενο και τους εποπτεύοντες σε ηλεκτρονική πλατφόρμα της πορείας της ειδίκευσης και συνεχή αξιολόγηση. Δηλαδή δικλίδες ασφαλείας που εγγυώνται ότι με το που θα τελειώσεις την ειδικότητα, θα μπορείς άμεσα να την ασκήσεις με αξιοπιστία. «Είναι ένα αρκετά εντατικοποιημένο σύστημα, αλλά με συγκεκριμένο ρυθμό. Αισθάνεσαι ότι κάθε ημέρα μαθαίνεις κάτι», καταλήγει ο κ. Αργυρίου.
«Μας διώχνουν...»
«Με προβληματίζει το μετά. Οσο φυσικά η καθημερινότητα αφήνει χρόνο για να σκεφτώ. Ελπίζω ότι τελειώνοντας την ειδικότητα, τα πράγματα θα είναι διαφορετικά στην Ελλάδα», επισημαίνει ο Γιώργος Φερεντίνος, ειδικευόμενος γιατρός στον «Ευαγγελισμό». Σήμερα, η προοπτική για έναν γιατρό στην Ελλάδα είναι είτε να εργαστεί σε ιδιωτικό νοσοκομείο όπου ξεκινά με αποδοχές ύψους 700-750 ευρώ, είτε να ανοίξει ένα δικό του ιατρείο όπου θα χρειαστεί όμως κεφάλαιο (για ένα μέσο ιατρείο εκτιμάται στις 40.000 ευρώ), είτε να εργαστεί
στο ΕΣΥ ως επικουρικός που σημαίνει ότι ανά έτος θα αλλάζει νοσοκομείο. «Βάζεις την οικογένεια στη βαλίτσα και πηγαίνεις όπου υπάρχει θέση», σημειώνει ο κ. Φερεντίνος. Υπάρχει φυσικά και η λύση του εξωτερικού. «Να φύγεις από μία χώρα η οποία σε έχει σπουδάσει επί 12 έτη και σου λέει ότι “αυτά που έμαθες θα τα εφαρμόσεις κάπου αλλού, γιατί εδώ δεν μπορώ, ή μάλλον δεν θέλω, να σε κρατήσω”».
Επέλεξε την αντίστροφη πορεία
Ο Χρήστος Νίχλος, 33 ετών, ακολούθησε αντίστροφη πορεία από αυτή χιλιάδων συναδέλφων του. Από το εξωτερικό, επέστρεψε στην Ελλάδα. «Ηθελα να δοκιμάσω να δω πώς είναι. Είχα κάπως διαφορετικά τα πράγματα στο μυαλό μου. Κάπως καλύτερα από ό,τι είναι στην πραγματικότητα», σημειώνει στην «Κ». Τελείωσε την Ιατρική Σχολή στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας και για δύο έτη έκανε την ειδικότητά του στην Παθολογία στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Μπόχουμ, πριν επιστρέψει στην Ελλάδα για να συνεχίσει σε μεγάλο νοσοκομείο της Αθήνας.
Για τις απολαβές, δεν τίθεται καν θέμα σύγκρισης. Ενας ειδικευόμενος στη Γερμανία λαμβάνει 3.000-3.500 ευρώ (ανάλογα με το νοσοκομείο) βασικό μισθό, και επιπλέον 1.000 ευρώ για 10 εφημερίες, 16ωρες ή 12ωρες, τον μήνα. Και για όποια δαπάνη έχει σχέση με την εκπαίδευση, όπως αγορά βιβλίων ή εξοπλισμού, ο φόρος επιστρέφεται. Το κόστος συμμετοχής σε σημαντικά σεμινάρια καλύπτεται από το νοσοκομείο.
Ομως για τον κ. Νίχλο η βασική διαφορά είναι η εντατικοποίηση και η οργάνωση της εργασίας. «Σε ένα γερμανικό νοσοκομείο ένας ειδικευόμενος μπορεί να έχει 15 ασθενείς στην ευθύνη του, ενώ εδώ θα έχει πέντε. Ομως η εργασία εκεί είναι πιο αυτοματοποιημένη. Δεν κυνηγάς τις άλλες ειδικότητες για μία κλινική εκτίμηση. Ξέρεις ότι με το που θα ζητήσεις ακτινογραφία, αυτή θα γίνει άμεσα και δεν θα χρειαστεί να το ξαναπείς. Ετσι, μπορείς να διαχειριστείς πολύ περισσότερους ασθενείς», τονίζει ο κ. Νίχλος και συνεχίζει: «Τρέχεις από το πρωί έως το βράδυ, όπως εδώ. Μάλλον περισσότερο από εδώ. Αλλά ο χρόνος εκεί είναι πολύ πιο παραγωγικός. Ενιωθα ότι μέσα σε 8 ώρες έκανα όσα εδώ κάνω σε 2-3 ημέρες». Για έναν νέο γιατρό, το μέλλον στη Γερμανία είναι εξασφαλισμένο. «Εκτός από σπάνιες περιπτώσεις θα σε κρατήσουν και μετά την ειδικότητα», καταλήγει.
Η Γερμανία είναι μεταξύ των πρώτων προτιμήσεων των Ελλήνων γιατρών που αποφάσισαν να μεταναστεύσουν τα χρόνια της κρίσης. Και είναι πολλοί. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, το διάστημα 2010-2017, ο ΙΣΑ εξέδωσε 10.773 πιστοποιητικά για το εξωτερικό εκ των οποίων τα 3.251 αφορούσαν γιατρούς που δεν είχαν λάβει ακόμα ειδικότητα. Πέρυσι εξέδωσε 1.293 πιστοποιητικά, ενώ η χρονιά με τη μεγαλύτερη «διαρροή» παραμένει το 2012, όταν 1.808 γιατροί αναζήτησαν μία εργασία εκτός Ελλάδας. Πέρυσι οι περισσότεροι γιατροί επέλεξαν το Ηνωμένο Βασίλειο (545), την Κύπρο (139) και τη Γερμανία (106), ενώ αρκετά ψηλά στη σχετική λίστα είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (47).
Οπως σχολίασε στην «Κ» ο πρόεδρος του ΙΣΑ Γιώργος Πατούλης «το brain drain που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα είναι μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδο. Αντί να είμαστε μία “ζηλευτή” χώρα Υγείας με τόσους γιατρούς που παράγουμε, ώστε να έρχονται ασθενείς από άλλες χώρες να θεραπεύονται εδώ, δημιουργήσαμε το πρόβλημα με την αδράνεια των κυβερνήσεων. Εμείς πιστεύουμε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες ώστε με την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού στην Ελλάδα, να επιστρέψουν οι γιατροί μας στη χώρα».

Ανάρτηση από: http://www.kathimerini.gr