Του Δημήτρη Ναπ. Γιαννάτου από την Ρήξη φ. 144
Μια από τις βασικές επιπτώσεις της κρίσης και του μνημονίου είναι ότι αποκάλυψε την τεράστια απόσταση ανάμεσα στην ελληνική κοινωνία ως οργανωμένη συλλογικότητα και του πολιτικού προσωπικού, το οποίο κατέλαβε το κράτος, μετατρέποντάς το σε αντικοινωνικό μηχανισμό εξουσίας και υπηρέτη αλλότριων υπερεθενικών συμφερόντων. Από την αρχή του 2010, η αίσθηση αυτή ήταν έντονη στη χώρα και οι κυβερνήσεις που ανέβηκαν στην εξουσία, αξιολογήθηκαν με ποικίλους τρόπους και χαρακτηρισμούς ως «υπηρέτες ξένων αφεντάδων». Έτσι, η ρευστοποίηση της εθνικής και πολιτικής συνείδησης εκφράστηκε με τα, αποστασιοποιημένα από το κοινό καλό, κυβερνητικά κόμματα του μνημονίου.
Αλλά με τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η κατάσταση έφτασε στην κορυφή των μηχανισμών της βιοπολιτικής εξουσίας και υποδούλωσης. Καθώς περιφέρονται στην γκρίζα ζώνη των «ειδικών ομάδων» που χρησιμοποιεί το σύστημα κυριαρχίας. Να μια επίπτωση του διαρκούς μνημονίου. Η «γκριζοποίηση» των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ανάμεσα στο «κακό» και στο «καλό», ανάμεσα στις δυνάμεις κατοχής και τις μάζες που κατευθύνονται στα οικονομικά-κοινωνικά κρεματόρια. Είναι, καθ’ υπερβολήν, η Σοντερκομάντο (ειδική ομάδα) του μνημονίου. Το σύγχρονο φάντασμα της φιγούρας των ανθρώπων από τις ομάδες των Εβραίων που χρησιμοποιούσαν οι ναζήδες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (Βλ. Πρίμο Λέβι, Αυτοί που βούλιαξαν και αυτοί που σώθηκαν, Άγρα Αθήνα 2000.) Τραγικές, βασανισμένες υπάρξεις, που χρησιμοποίησε η εξουσία για να οδηγούν τους εγκλείστους στους θαλάμους αερίων, να σέρνουν έξω τα πτώματα, να τα πλένουν, να τους βγάζουν τα χρυσά δόντια, να κόβουν τα μαλλιά των γυναικών, να κάνουν διαλογή ρούχων, να μεταφέρουν τα πτώματα στα κρεματόρια και να αδειάζουν τους φούρνους από τις στάχτες.
O μηχανισμός αυτός οδηγούσε ψυχολογικά τους φυλακισμένους σε μεγαλύτερη απόγνωση, θλίψη και απελπισία, καθώς σχετικοποιούσε τα πάντα και γκρέμιζε την αίσθηση της ταυτότητας και του «εμείς» ως κέντρο της ύπαρξης. Ενώ, από την άλλη, έσπρωχνε την ειδική ομάδα να προσπαθεί συνεχώς να αμύνεται στη δημιουργία ασυνείδητων δεσμών συνενοχής. Όπως αναφέρει ο Λέβι στο βιβλίο του, στο διάλειμμα ενός ποδοσφαιρικού αγώνα των SS με μια Σοντερκομάντο, το σατανικό γέλιο του διοικητή είναι διαπεραστικό: «Το κατορθώσαμε, δεν είστε πλέον η άλλη φυλή, η ενάντια φυλή, ο εχθρός του χιλιετούς Ράιχ. Σας αγκαλιάσαμε, σας διαφθείραμε, σας σύραμε στον πάτο μαζί μας. Είστε όμοιοί μας, κηλιδωμένοι από το ίδιο σας το αίμα, όπως εμείς. Κι εσείς, όπως ο Κάιν, φονεύσατε τον αδερφό σας. Ελάτε, μπορούμε να παίξουμε μαζί!»Αλλά με τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η κατάσταση έφτασε στην κορυφή των μηχανισμών της βιοπολιτικής εξουσίας και υποδούλωσης. Καθώς περιφέρονται στην γκρίζα ζώνη των «ειδικών ομάδων» που χρησιμοποιεί το σύστημα κυριαρχίας. Να μια επίπτωση του διαρκούς μνημονίου. Η «γκριζοποίηση» των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ανάμεσα στο «κακό» και στο «καλό», ανάμεσα στις δυνάμεις κατοχής και τις μάζες που κατευθύνονται στα οικονομικά-κοινωνικά κρεματόρια. Είναι, καθ’ υπερβολήν, η Σοντερκομάντο (ειδική ομάδα) του μνημονίου. Το σύγχρονο φάντασμα της φιγούρας των ανθρώπων από τις ομάδες των Εβραίων που χρησιμοποιούσαν οι ναζήδες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (Βλ. Πρίμο Λέβι, Αυτοί που βούλιαξαν και αυτοί που σώθηκαν, Άγρα Αθήνα 2000.) Τραγικές, βασανισμένες υπάρξεις, που χρησιμοποίησε η εξουσία για να οδηγούν τους εγκλείστους στους θαλάμους αερίων, να σέρνουν έξω τα πτώματα, να τα πλένουν, να τους βγάζουν τα χρυσά δόντια, να κόβουν τα μαλλιά των γυναικών, να κάνουν διαλογή ρούχων, να μεταφέρουν τα πτώματα στα κρεματόρια και να αδειάζουν τους φούρνους από τις στάχτες.
Η κυβέρνηση της αριστεροδεξιάς, δρώντας κατ’ ανάλογο τρόπο, έβαλε την αριστερά και με τη βούλα στο κάδρο των συνδιαμορφωτών της νεοελληνικής κρίσης και παρακμής, ως μέρος δηλαδή του προβλήματος. Παράλληλα, αποκάρδιωσε τους πολίτες που είχαν στον νου ότι επιζεί ένα κοινωνικό ηθικό «καλό», το οποίο αντιμάχεται το ατομικιστικό και ανήθικο «κακό». Την ίδια στιγμή, όμως, μας απελευθέρωσε από τις αυταπάτες των πολιτικών πινακίδων που όριζαν, αυτό το καλό και το κακό, με όρους αριστεράς-δεξιάς. Και τώρα καλούμαστε να δούμε ότι, μετά το οριστικό τέλος της μεταπολίτευσης, δεν υπάρχει μόνο η μοναξιά και η ερημιά του Έλληνα, όσο κι αν αυτό το συναίσθημα επικρατεί. Αλλά ότι υπάρχει κι ένα μεγάλο πεδίο ελευθερίας, απαλλαγμένης από αυταπάτες, για να οικοδομήσουμε το νέο εθνικό και κοινωνικό κοινό καλό. Προϋπόθεση γι’ αυτό, η καθολική ρήξη σε όλα τα επίπεδα, με ό,τι οικοδόμησε την κρίση και την υποβάθμιση του βίου μας και η εκ νέου διαμόρφωση των ορισμών του ήθους, της πολιτικής, της εθνικής μας προοπτικής και της συλλογικής μας ταυτότητας.
Κλείνοντας, να τονίσουμε, βέβαια, ότι μια θεμελιώδης διαφορά υπάρχει με το σήμερα και με τις ομάδες που περιέγραψε ο Λέβι: Εκείνοι οι μοιραίοι και δυστυχισμένοι άνθρωποι ποτέ δεν επιζήτησαν και επιθύμησαν εκείνο τον ρόλο, που πρόθυμα έσπευσαν να πάρουν οι σημερινοί εξουσιαστές μας!
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr