Του Σταύρου Λυγερού
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει πολύ εκλογικό έδαφος, αλλά δεν καταρρέει, επειδή αντλεί προνομιακά ψήφους από δύο εκλογικές δεξαμενές: Η πρώτη είναι η μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων, οι οποίοι έχουν αντιδεξιά αντανακλαστικά. Η δεύτερη είναι οι «νεοπληβείοι», με τους οποίους έχει οικοδομήσει εκλογικούς δεσμούς, μέσω της επιδοματικής πολιτικής του.
Οι αντιδεξιοί είναι κατά κανόνα είναι κεντροαριστερών αντιλήψεων πολίτες, οι οποίοι παραδοσιακά ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ και από το 2012 και το 2015 κατέφυγαν ως εκλογικοί πρόσφυγες στο κόμμα του Τσίπρα, λόγω των Μνημονίων. Αν και σήμερα είναι δυσαρεστημένοι με τις κυβερνητικές πολιτικές, δεν έχουν εναλλακτική λύση, δεδομένου ότι το ΚΙΝΑΛ, ως μετονομασία του ΠΑΣΟΚ, παραμένει γι’ αυτούς απωθητικό.
Σήμερα, παρότι δυσαρεστημένοι, ελπίζουν πως στη μεταμνημονιακή περίοδο τα πράγματα θα βελτιωθούν. Οι κεντροαριστεροί αυτοί ψηφοφόροι βρίσκονται κατά κανόνα σε κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού. Η κατάσταση αυτή ναι μεν διαμορφώνει μία ασταθή ισορροπία, αλλά τελικώς εκλογικά ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ιδιότυπη αυτή πολιτική ατμόσφαιρα εκ των πραγμάτων επέτρεψε στην κυβέρνηση Τσίπρα να φθάσει αλώβητη μέχρι σήμερα και να διατηρεί ακόμα την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Η ιστορία διδάσκει, όμως, πως από ένα χρονικό σημείο και πέρα, οι ψηφοφόροι σταματούν να συγκρίνουν συμπολίτευση και αντιπολίτευση. Σταδιακά αρχίζει να κυριαρχεί το σύνδρομο της αρνητικής ψήφου. Με άλλα λόγια επικρατεί το δόγμα “να φύγει η κυβέρνηση και ας έλθει οποιοσδήποτε”. Το δόγμα αυτό το είδαμε πριν 10 χρόνια, όταν η ΝΔ του Καραμανλή έχανε έδαφος στις δημοσκοπήσεις, αλλά το αντιπολιτευόμενο ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου, που δεν έπειθε, έχανε περισσότερο! Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, κυριάρχησε το σύνδρομο της αρνητικής ψήφου που το 2009 έστειλε τους “πράσινους” στην εξουσία με 44%!
Υπερπλεονάσματα και «νεοπληβείοι»
Ο δεύτερος λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταρρέει εκλογικά είναι ότι έχουν στοιχηθεί πίσω του ψηφοφόροι από τα κοινωνικά στρώματα που κυριολεκτικά αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Το 2012 και το 2015 το κόμμα του Τσίπρα ψηφίσθηκε μαζικά από μεσαία στρώματα. Η πολιτική του αυτά τα χρόνια, κυρίως η κάθε είδους υπερφορολόγηση με σκοπό τα υπερπλεονάσματα, έχει απωθήσει ένα μεγάλο ποσοστό από τους τότε ψηφοφόρους του.
Από την άλλη πλευρά, τα υπερπλεονάσματα έδωσαν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να ασκήσει μία επιδοματική πολιτική υπέρ των νοικοκυριών που έχουν πέσει στον γκρεμό ή βρίσκονται στο χείλος του. Αυτή η κατηγορία ψηφοφόρων είναι ο κύριος αποδέκτης του μποναμά στο τέλος κάθε χρόνου, αλλά και των άλλων παροχών που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός. Η στρατηγική οικονομικής ενίσχυσης των “νεοπληβείων”, που αριθμητικά έχουν διογκωθεί πολύ τα χρόνια των Μνημονίων, ταιριάζει με το ιδεολογικό στερεότυπο του ΣΥΡΙΖΑ περί ταξικότητας. Εξ ου και η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μία ρητορική προστασίας των κατώτερων εισοδηματικών στρωμάτων.
Από την άλλη, η στρατηγική αυτή εξασφαλίζει στον ΣΥΡΙΖΑ μία πρόσθετη βάση εκλογικής στήριξης και επιπλέον πρόσφερε ένα ιδεολογικό άλλοθι στους βουλευτές του να ψηφίζουν όλο το προηγούμενο διάστημα χωρίς διαρροές τα κάθε φορά επώδυνα μέτρα του 3ου Μνημονίου. Με άλλα λόγια, το αφήγημα ότι «διαφωνούμε με το Μνημόνιο, αλλά το εφαρμόζουμε για να σώσουμε τη χώρα», εμπλουτίσθηκε με το ότι «παρά τις δύσκολες συνθήκες εμείς φροντίζουμε τους φτωχότερους». Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πράγματι οικοδομήσει εκλογικούς δεσμούς με τους “νεοπληβείους”, αλλά η έκταση και η αντοχή τους θα αποδειχθούν μόνο όταν ανοίξουν οι κάλπες.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει πολύ εκλογικό έδαφος, αλλά δεν καταρρέει, επειδή αντλεί προνομιακά ψήφους από δύο εκλογικές δεξαμενές: Η πρώτη είναι η μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων, οι οποίοι έχουν αντιδεξιά αντανακλαστικά. Η δεύτερη είναι οι «νεοπληβείοι», με τους οποίους έχει οικοδομήσει εκλογικούς δεσμούς, μέσω της επιδοματικής πολιτικής του.
Οι αντιδεξιοί είναι κατά κανόνα είναι κεντροαριστερών αντιλήψεων πολίτες, οι οποίοι παραδοσιακά ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ και από το 2012 και το 2015 κατέφυγαν ως εκλογικοί πρόσφυγες στο κόμμα του Τσίπρα, λόγω των Μνημονίων. Αν και σήμερα είναι δυσαρεστημένοι με τις κυβερνητικές πολιτικές, δεν έχουν εναλλακτική λύση, δεδομένου ότι το ΚΙΝΑΛ, ως μετονομασία του ΠΑΣΟΚ, παραμένει γι’ αυτούς απωθητικό.
Σήμερα, παρότι δυσαρεστημένοι, ελπίζουν πως στη μεταμνημονιακή περίοδο τα πράγματα θα βελτιωθούν. Οι κεντροαριστεροί αυτοί ψηφοφόροι βρίσκονται κατά κανόνα σε κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού. Η κατάσταση αυτή ναι μεν διαμορφώνει μία ασταθή ισορροπία, αλλά τελικώς εκλογικά ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ιδιότυπη αυτή πολιτική ατμόσφαιρα εκ των πραγμάτων επέτρεψε στην κυβέρνηση Τσίπρα να φθάσει αλώβητη μέχρι σήμερα και να διατηρεί ακόμα την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Η ιστορία διδάσκει, όμως, πως από ένα χρονικό σημείο και πέρα, οι ψηφοφόροι σταματούν να συγκρίνουν συμπολίτευση και αντιπολίτευση. Σταδιακά αρχίζει να κυριαρχεί το σύνδρομο της αρνητικής ψήφου. Με άλλα λόγια επικρατεί το δόγμα “να φύγει η κυβέρνηση και ας έλθει οποιοσδήποτε”. Το δόγμα αυτό το είδαμε πριν 10 χρόνια, όταν η ΝΔ του Καραμανλή έχανε έδαφος στις δημοσκοπήσεις, αλλά το αντιπολιτευόμενο ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου, που δεν έπειθε, έχανε περισσότερο! Από ένα χρονικό σημείο και πέρα, όμως, κυριάρχησε το σύνδρομο της αρνητικής ψήφου που το 2009 έστειλε τους “πράσινους” στην εξουσία με 44%!
Υπερπλεονάσματα και «νεοπληβείοι»
Ο δεύτερος λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταρρέει εκλογικά είναι ότι έχουν στοιχηθεί πίσω του ψηφοφόροι από τα κοινωνικά στρώματα που κυριολεκτικά αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Το 2012 και το 2015 το κόμμα του Τσίπρα ψηφίσθηκε μαζικά από μεσαία στρώματα. Η πολιτική του αυτά τα χρόνια, κυρίως η κάθε είδους υπερφορολόγηση με σκοπό τα υπερπλεονάσματα, έχει απωθήσει ένα μεγάλο ποσοστό από τους τότε ψηφοφόρους του.
Από την άλλη πλευρά, τα υπερπλεονάσματα έδωσαν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να ασκήσει μία επιδοματική πολιτική υπέρ των νοικοκυριών που έχουν πέσει στον γκρεμό ή βρίσκονται στο χείλος του. Αυτή η κατηγορία ψηφοφόρων είναι ο κύριος αποδέκτης του μποναμά στο τέλος κάθε χρόνου, αλλά και των άλλων παροχών που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός. Η στρατηγική οικονομικής ενίσχυσης των “νεοπληβείων”, που αριθμητικά έχουν διογκωθεί πολύ τα χρόνια των Μνημονίων, ταιριάζει με το ιδεολογικό στερεότυπο του ΣΥΡΙΖΑ περί ταξικότητας. Εξ ου και η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μία ρητορική προστασίας των κατώτερων εισοδηματικών στρωμάτων.
Από την άλλη, η στρατηγική αυτή εξασφαλίζει στον ΣΥΡΙΖΑ μία πρόσθετη βάση εκλογικής στήριξης και επιπλέον πρόσφερε ένα ιδεολογικό άλλοθι στους βουλευτές του να ψηφίζουν όλο το προηγούμενο διάστημα χωρίς διαρροές τα κάθε φορά επώδυνα μέτρα του 3ου Μνημονίου. Με άλλα λόγια, το αφήγημα ότι «διαφωνούμε με το Μνημόνιο, αλλά το εφαρμόζουμε για να σώσουμε τη χώρα», εμπλουτίσθηκε με το ότι «παρά τις δύσκολες συνθήκες εμείς φροντίζουμε τους φτωχότερους». Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πράγματι οικοδομήσει εκλογικούς δεσμούς με τους “νεοπληβείους”, αλλά η έκταση και η αντοχή τους θα αποδειχθούν μόνο όταν ανοίξουν οι κάλπες.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr