Προετοιμασία των όρων για υποχωρήσεις σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων – Διακινούνται επικίνδυνοι μύθοι και ψεύδη για την προετοιμασία των πολιτών για τα χειρότερα
Του Σπύρου Παναγιώτου
Ο κύβος ερρίφθη. Οι διατεταγμένες από τη Γερμανία και το ΝΑΤΟ συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας θα ξεκινήσουν στα τέλη Γενάρη. Η δυτική συμμαχία χαιρετίζει την επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών που είχαν διακοπεί το 2016 μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία. Η ελληνική πλευρά επιμένει, σε όλους τους τόνους, ότι ο νέος κύκλος συζητήσεων θα αφορά αποκλειστικά και μόνο την προσπάθεια διευθέτησης της ΑΟΖ σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο ως μοναδικής διαφοράς με την Τουρκία. Η τουρκική πλευρά διατυμπανίζει με στόμφο ότι υποχρεωτικά θα συζητηθούν όλα τα θέματα που αφορούν τις τουρκικές διεκδικήσεις, ΑΟΖ, θαλάσσια σύνορα, εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση νήσων του Αιγαίου, καθεστώς κυριαρχίας σε κατοικημένα νησιά και βραχονησίδες κ.λπ. Είναι φανερό ότι η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να εμποδίσει τους Τούρκους διπλωμάτες να αναφερθούν σε όποιο θέμα θέλουν κατά τη διάρκεια των διερευνητικών συζητήσεων. Έχοντας όμως αποδεχθεί τις πιέσεις Ε.Ε. και ΝΑΤΟ και συρόμενη σε μια διαπραγμάτευση εν μέσω προκλήσεων και απειλών στην πραγματικότητα, με τη συμμετοχή της όχι μόνο νομιμοποιεί τις τουρκικές διεκδικήσεις αλλά δημιουργεί και ένα σοβαρό τετελεσμένο: Οι μονομερείς διεκδικήσεις της Άγκυρας μετατρέπονται επίσημα σε αναγνωρισμένες διμερείς διαφορές. Το κλειδί άλλωστε της νέας φάσης είναι ότι οι συνομιλίες ξεκινούν από εκεί που σταμάτησαν. Όχι τυχαία η τουρκική διπλωματία επαναλαμβάνει συνεχώς αυτή τη διατύπωση. Η εξήγηση κρύβεται στις δηλώσεις του γνωστού καθηγητή και υφυπουργού Εσωτερικών της κυβέρνησης Σημίτη, Χρ. Ροζάκη ότι κατά τις συνομιλίες πριν το 2016 είχε ανοίξει η συζήτηση και είχαν υπάρξει μερικές συμφωνίες για όλα τα θέματα της τουρκικής ατζέντας που υποκριτικά η σημερινή κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη δηλώνει ότι «αρνείται» να ανοίξει.
Την ίδια στιγμή από το πολιτικό σύστημα διακινούνται επικίνδυνοι μύθοι και ψεύδη για την προετοιμασία των πολιτών για τα χειρότερα. Ας δούμε κάποιους από αυτούς:Μύθος νο 1: Έναρξη των διαπραγματεύσεων θα σημάνει το τέλος των τουρκικών προκλήσεων
Η τουρκική πλευρά κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης έχει πολλές φορές πάρει μέτρα «αποκλιμάκωσης της έντασης» ιδιαίτερα τις παραμονές κρίσιμων αποφάσεων της Ε.Ε. χωρίς όμως καμιά αποκλιμάκωση των διεκδικήσεων σε βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Και τώρα το ίδιο ακριβώς συμβαίνει. Η Τουρκία απέσυρε προσχηματικά τα ερευνητικά της σκάφη από Αιγαίο και Κύπρο γιατί κατάφερε να σύρει την Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις και την Κύπρο στην αποδοχή της πενταμερούς. Ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας δεν άφησε περιθώρια ψευδαισθήσεων: «Η απειλητική γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε εναντίον μας στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., ήταν η αιτία να ξεχειλίσει το ποτήρι. Αντιδράσαμε και αν ξανασυμβεί θα το ξανακάνουμε. Το μικρό διάστημα Οκτωβρίου και Δεκεμβρίου έδειξε ότι η κλιμάκωση δεν θα φέρει αποτέλεσμα σε κανέναν και στη Σύνοδο του Δεκεμβρίου η Ε.Ε. υιοθέτησε μια πιο ήπια γλώσσα». Έτσι δήλωσε χαρακτηριστικά ο Τούρκος υπουργός όταν ανακοινώθηκε η ημερομηνία των διαπραγματεύσεων. Η Τουρκία ομολογεί ότι η ένταση ήταν προσχεδιασμένη πολιτική και ότι θα την επαναλάβει αν δεν πάρει όσα επιθυμεί.
Μύθος νο 2: Η ελληνική διπλωματία είναι ενισχυμένη και η Τουρκία απομονωμένη
Η ελληνική κυβέρνηση αυτοθαυμάζεται ότι η ελληνική διπλωματία έχει ενισχυθεί και έχει οδηγήσει σε απομόνωση της Τουρκία. Στην πραγματικότητα η Άγκυρα απολαμβάνει την προστασία του ΝΑΤΟ και την ανοχή των ΗΠΑ σε όλα τα μέτωπα που έχει ανοίξει: Λιβύη, Συρία, Αρμενία, Ιράκ, Ν.Α. Αιγαίο. Η γερμανική Ευρώπη με τη σειρά της σε δύο διαδοχικές συνόδους κορυφής όχι μόνο δεν επέβαλε κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας για την εκτός διεθνούς δικαίου στάση της σε βάρος δύο κρατών μελών αλλά επέμεινε στη «θετική ατζέντα» των σχέσεών της με την Τουρκία. Αντίθετα ασφυκτικές πιέσεις δέχθηκε αποκλειστικά η ελληνική πλευρά για να ξεκινήσει το διάλογο με την Τουρκία χωρίς προϋποθέσεις. Η ελληνική πλευρά δεν τόλμησε ποτέ μέχρι σήμερα να υποστηρίξει ότι δεν μπορεί να συζητήσει με μια χώρα που αμφισβητεί έμπρακτα κυριαρχικά δικαιώματα αλλά και την ίδια την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Δεν τόλμησε ποτέ να θέσει ενώπιον των διεθνών οργανισμών ότι οι απαιτήσεις της Άγκυρας παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο και καθιστούν νόμιμη άμυνα τη διακοπή κάθε σχετικής συζήτησης. Αντίθετα καλλιεργούσε την ψευδαίσθηση ότι κατέστησε τις «ελληνοτουρκικές διαφορές» πρόβλημα των σχέσεων μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας. Αποδέχθηκε σιωπηρά την ευρωπαϊκή θέση «περί συνευθύνης» για την ένταση στο Αιγαίο. Και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι η χώρα προσέρχεται στο νέο γύρο διαπραγματεύσεων σύμφωνα με το πνεύμα των αποφάσεων των ευρωπαϊκών Συνόδων Κορυφής. Έτσι όταν ο νέος κύκλος ελληνοτουρκικού διαλόγου οδηγηθεί σε αδιέξοδο, πιο πιθανό σενάριο καθώς η Τουρκία εκτιμά ότι μπορεί να τα «πάρει όλα», η χώρα θα βρεθεί στη μέγγενη νέων πιέσεων ως υπεύθυνη της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων. Και αυτά παραμονές της πενταμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό.
Η ελληνική πλευρά δεν τόλμησε ποτέ να υποστηρίξει ότι συζητά με την Τουρκία τη στιγμή που αμφισβητεί έμπρακτα κυριαρχικά δικαιώματα και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Αποδέχθηκε τις πιέσεις Ε.Ε και ΝΑΤΟ και οδηγείται σε ένα διάλογο με κίνδυνο να κατηγορηθεί ως υπεύθυνη όταν και αν οδηγηθεί σε αδιέξοδο
Μύθος νο 3: Η δυτική συμμαχία θα προστατέψει τη χώρα μας
Η Ελλάδα έχει κοστολογηθεί από τη δυτική συμμαχία ως χώρα δεδομένη, προβλέψιμη, έτοιμη και πρόθυμη να υποχωρήσει σε κάθε αίτημα των δυτικών σε κάθε πίεση. Η δεκαετής επιβολή μνημονίων και η εμπειρία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ανάδειξε ένα πολιτικό προσωπικό έτοιμο για κάθε συμβιβασμό με μοναδικό ζητούμενο τη διάσωση του. Τα οικονομικά μνημόνια άνοιξαν το δρόμο για τα γεωπολιτικά μνημόνια και το «κόντεμα» της Ελλάδας και του ελληνισμού σε όλα τα μέτωπα.
Αντίθετα η Τουρκία υπολογίζεται ως ανερχόμενη δύναμη, κρίσιμος παράγοντας στην επαναχάραξη των ιμπεριαλιστικών βλέψεων στην περιοχή. Οι ΗΠΑ του Τραμπ έδειξαν την μέγιστη ανοχή στις προκλήσεις της Τουρκίας και την πολιτική Ερντογάν. Οι ΗΠΑ του Μπάιντεν δεν δείχνουν πρόθυμες σε μέτρα σε βάρος της Τουρκίας που θα επιτρέπουν τη μόνιμη διατάραξη της συνοχής στην Ν.Α. πτέρυγα του ΝΑΤΟ και τη μεγαλύτερη σύσφιξη των σχέσεών της με τη Ρωσία. Η Γερμανία ανοικτά στηρίζει και ανέχεται την επεκτατική ατζέντα του Ερντογάν. Η φιλία Γερμανίας-Τουρκίας δεν έχει απλά ιστορικό βάθος αλλά στη σημερινή εποχή η οικοδόμηση ενός γερμανοτουρκικού άξονα αναδεικνύεται σε πολύτιμο εργαλείο διείσδυσης της Γερμανίας σε μια τεράστια περιοχή από τα Δυτικά Βαλκάνια έως τη Μέση Ανατολή και από το Καύκασο έως την Β. Αφρική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα και Κύπρος προετοιμάζονται να παίξουν το ρόλο της σύγχρονης Ιφιγένειας προς όφελος αντιθετικών και συγκρουόμενων γεωπολιτικών επιδιώξεων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων εν μέσω μιας χαοτικής περιόδου.
Υπάρχει ένα συμπέρασμα και ένα ερώτημα
Η πολιτική ελίτ της χώρας είναι έτοιμη για ένα μεγάλο και επώδυνο συμβιβασμό. Έχει δώσει τη συγκατάθεσή της στη διεθνή κοινότητα μέσω εκκωφαντικών σιωπών και σχεδιασμένων παραλήψεων. Σήμερα προετοιμάζεται πολύμορφα η κοινή γνώμη ώστε οι εθνικές υποχωρήσεις να μην θέσουν σε μεγάλο κίνδυνο το πολιτικό σύστημα. Αυτό είναι το συμπέρασμα. Και το ερώτημα: Θα καταστεί δυνατή η αποχαύνωση της λαϊκής συνείδησης και η αποδοχή των σχεδιασμών των ισχυρών της γης; Μέσα σε ένα απρόβλεπτο και ασταθές σκηνικό, μέσα στον τριπλό βρόγχο που συνιστούν οι εθνικές απειλές, η πανδημία και η νέα οικονομική κρίση τίποτα δεν είναι σίγουρο ούτε ακόμα και αν η σημερινή απάθεια δεν μετασχηματιστεί σε ένα νέο κύμα λαϊκής οργής…
Ανάρτηση από: https://edromos.gr/