Του Δημήτρη Μηλάκα
Εφ’ όλης της ύλης ελληνοτουρκικό κουβεντολόι στα 200 χρόνια από την Επανάσταση
Κατά έναν περίεργο (;) τρόπο, με το ξεκίνημα του νέου χρόνου άρχισε να δημιουργείται κλίμα «προσέγγισης» με την Τουρκία σε ένα τραπέζι διαλόγου όπου, σε τελική ανάλυση, βρίσκονται τοποθετημένες προς συζήτηση όλες οι τουρκικές διεκδικήσεις όπως αυτές έχουν διατυπωθεί από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 με τις έρευνες των «Σισμίκ» και «Χόρα», τη δεκαετία του 1990 με τα Ίμια και καθ’ όλο το δεύτερο εξάμηνο του 2020 με το ερευνητικό «Ορούτς Ρέις».
Οι πιέσεις που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση από Αμερικανούς (στο ΝΑΤΟ) και Γερμανούς (στην Ε.Ε.) για την υιοθέτηση μιας «ρεαλιστικής» προσέγγισης στα ελληνοτουρκικά, η οποία οδηγεί στο τραπέζι των συνομιλιών, την υποχρεώνουν να κρατά χαμηλούς τόνους και να κλείνει τα μάτια:
● Στην «ατιμωρησία» που απολαμβάνει η Άγκυρα, η οποία παρά την πειρατική της συμπεριφορά στην ανατολική Μεσόγειο δεν υπέστη την παραμικρή κύρωση από την Ε.Ε.
● Στην προκλητική πρωτοχρονιάτικη δήλωση του Ερντογάν σύμφωνα με την οποία η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήταν «το στέμμα του 2020» για την τουρκική πολιτική.
● Στην έκδοση Navtex από την Τουρκία για δραστηριότητες δίπλα (δυτικά) στην Κρήτη από τις πρώτες μέρες του νέου χρόνου.
● Στην έκδοση Notam από την Άγκυρα για πραγματοποίηση ασκήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021 στο κεντρικό Αιγαίο δίπλα και μεταξύ Σκύρου και Λέσβου.
Παρ’ όλα αυτά η ελληνική κυβέρνηση αναμένει μια πρόσκληση, την οποία έχει γίνει σαφές ότι δεν μπορεί να αρνηθεί, όταν αυτή διατυπωθεί, για την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών. Στις εν λόγω συνομιλίες, οι οποίες έχουν ολοκληρώσει 60 γύρους, θα πρέπει να υπογραμμιστεί πως έχουν συζητηθεί τα πάντα και έχουν εξεταστεί όλες οι πιθανές εκδοχές για την οριοθέτηση των ελληνοτουρκικών θαλασσίων συνόρων στο Αιγαίο.
Οι εν λόγω συνομιλίες δεν κατέληξαν στην ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τους, διότι η κυβέρνηση Σημίτη έχασε τις εκλογές και ο Κώστας Καραμανλής επέλεξε να μην αναλάβει έναντι της Ιστορίας το βάρος ενός οδυνηρού συμβιβασμού.
Κατά έναν περίεργο (;) τρόπο, με το ξεκίνημα του νέου χρόνου άρχισε να δημιουργείται κλίμα «προσέγγισης» με την Τουρκία σε ένα τραπέζι διαλόγου όπου, σε τελική ανάλυση, βρίσκονται τοποθετημένες προς συζήτηση όλες οι τουρκικές διεκδικήσεις όπως αυτές έχουν διατυπωθεί από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 με τις έρευνες των «Σισμίκ» και «Χόρα», τη δεκαετία του 1990 με τα Ίμια και καθ’ όλο το δεύτερο εξάμηνο του 2020 με το ερευνητικό «Ορούτς Ρέις».
Οι πιέσεις που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση από Αμερικανούς (στο ΝΑΤΟ) και Γερμανούς (στην Ε.Ε.) για την υιοθέτηση μιας «ρεαλιστικής» προσέγγισης στα ελληνοτουρκικά, η οποία οδηγεί στο τραπέζι των συνομιλιών, την υποχρεώνουν να κρατά χαμηλούς τόνους και να κλείνει τα μάτια:
● Στην «ατιμωρησία» που απολαμβάνει η Άγκυρα, η οποία παρά την πειρατική της συμπεριφορά στην ανατολική Μεσόγειο δεν υπέστη την παραμικρή κύρωση από την Ε.Ε.
● Στην προκλητική πρωτοχρονιάτικη δήλωση του Ερντογάν σύμφωνα με την οποία η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήταν «το στέμμα του 2020» για την τουρκική πολιτική.
● Στην έκδοση Navtex από την Τουρκία για δραστηριότητες δίπλα (δυτικά) στην Κρήτη από τις πρώτες μέρες του νέου χρόνου.
● Στην έκδοση Notam από την Άγκυρα για πραγματοποίηση ασκήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021 στο κεντρικό Αιγαίο δίπλα και μεταξύ Σκύρου και Λέσβου.
Παρ’ όλα αυτά η ελληνική κυβέρνηση αναμένει μια πρόσκληση, την οποία έχει γίνει σαφές ότι δεν μπορεί να αρνηθεί, όταν αυτή διατυπωθεί, για την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών. Στις εν λόγω συνομιλίες, οι οποίες έχουν ολοκληρώσει 60 γύρους, θα πρέπει να υπογραμμιστεί πως έχουν συζητηθεί τα πάντα και έχουν εξεταστεί όλες οι πιθανές εκδοχές για την οριοθέτηση των ελληνοτουρκικών θαλασσίων συνόρων στο Αιγαίο.
Οι εν λόγω συνομιλίες δεν κατέληξαν στην ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τους, διότι η κυβέρνηση Σημίτη έχασε τις εκλογές και ο Κώστας Καραμανλής επέλεξε να μην αναλάβει έναντι της Ιστορίας το βάρος ενός οδυνηρού συμβιβασμού.
Ανισορροπία δυνάμεων
Στη βάση αυτής της ανισορροπίας εις βάρος της Ελλάδας διαμορφώθηκε η σημερινή νέα εικόνα, η οποία εμφανίζει την Τουρκία σε ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης να διεκδικεί διευθετήσεις που αναθεωρούν το καθεστώς όπως αυτό δημιουργήθηκε μετά τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η αναθεωρητική (των Συνθηκών) πολιτική της Άγκυρας άρχισε να διατυπώνεται από τη δεκαετία του 1970, ωστόσο έλαβε τη σημερινή ακραία μορφή της μετά το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν, γεγονός που σηματοδότησε την ευκρινέστατη τουρκική επιλογή για «απογαλακτισμό» από την αμερικανική πατρωνία.
Παρατηρητές οι πάτρωνες
Παρά, ωστόσο, τις πράξεις υποτέλειας των ελληνικών κυβερνήσεων προς τους Αμερικανούς (και τους Γερμανούς στο οικονομικό επίπεδο) «προστάτες», ουδείς (εκ των προστατών) εμπόδισε την Άγκυρα να ολοκληρώσει έμπρακτα τις αμφισβητήσεις της και στην περιοχή μεταξύ Καστελλόριζου – Ρόδου – Καρπάθου και Κρήτης.
Και όχι μόνο αυτό. Μετά την ολοκλήρωση των καλοκαιρινών ερευνών του «Ορούτς Ρέις» η κυβέρνηση Μητσοτάκη καλείται, χωρίς να φαίνεται η διάθεσή της να το αρνηθεί, σε διάλογο με την Τουρκία. Σε διάλογο του οποίου το αντικείμενο δεν μπορεί να είναι άλλο από το εξής:
● Ποια νησιά, βράχοι και βραχονησίδες ανήκουν στην επικράτεια της χώρας (παραβλέποντας τα όσα οι Συνθήκες με σαφήνεια καθορίζουν).
● Ποια από αυτά τα νησιά έχουν δικαίωμα σε ΑΟΖ (παρά το γεγονός ότι το Διεθνές Δίκαιο με σαφήνεια αναφέρει ότι αυτό το δικαίωμα υπάρχει για κάθε νησί με αποδεδειγμένη οικονομική δραστηριότητα).
● Ποιος έχει δικαιοδοσία στο κεντρικό Αιγαίο, δυτικά των ελληνικών νησιών που βρίσκονται κοντά στα μικρασιατικά παράλια.
Θα πρέπει να υπογραμμιστεί επίσης ότι η ρυμούλκηση της κυβέρνησης στο τραπέζι του διαλόγου συντελείται χωρίς η Τουρκία να έχει προχωρήσει στην παραμικρή κίνηση «καλής θέλησης» και με τη σιωπηρή συναίνεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία αποφεύγει να θέτει τους όρους, το πλαίσιο και τις προϋποθέσεις μέσα από τις οποίες η Ελλάδα θα μπορούσε να καθίσει σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων.
Η μνήμη
Πέραν όλων τούτων, πάντως, έχει ιδιαίτερη σημασία η «σύμπτωση» της προσπάθειας έναρξης ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου με τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, η οποία δρομολόγησε τη δημιουργία του ελληνικού κράτους.
Και καθότι «συμπτώσεις» δεν υπάρχουν, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι το ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε ως προτεκτοράτο των τότε μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες πριόνισαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία εγκαθιστώντας στην Αθήνα ως τοποτηρητές τους το επιτόπιο πολιτικό προσωπικό.
Καλό θα είναι επίσης να μην λησμονούμε ότι, 100 χρόνια μετά την Επανάσταση του 1821 και 100 χρόνια πριν από το σημερινό 2021, το 1922, το ελληνικό προτεκτοράτο πλήρωσε τον βαρύ φόρο αυτής της προστασίας με τον ξεριζωμό των ελληνικών προαιώνιων πληθυσμών από τα μικρασιατικά παράλια…
ΥΓ.: Όχι, οι επικείμενες ελληνοτουρκικές συνομιλίες δεν βρίσκονται (προς το παρόν τουλάχιστον) στην ατζέντα των εορταστικών πανηγυριών που μας ετοιμάζει η Γιάννα Αγγελοπούλου…
Και καθότι «συμπτώσεις» δεν υπάρχουν, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι το ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε ως προτεκτοράτο των τότε μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες πριόνισαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία εγκαθιστώντας στην Αθήνα ως τοποτηρητές τους το επιτόπιο πολιτικό προσωπικό.
Καλό θα είναι επίσης να μην λησμονούμε ότι, 100 χρόνια μετά την Επανάσταση του 1821 και 100 χρόνια πριν από το σημερινό 2021, το 1922, το ελληνικό προτεκτοράτο πλήρωσε τον βαρύ φόρο αυτής της προστασίας με τον ξεριζωμό των ελληνικών προαιώνιων πληθυσμών από τα μικρασιατικά παράλια…
ΥΓ.: Όχι, οι επικείμενες ελληνοτουρκικές συνομιλίες δεν βρίσκονται (προς το παρόν τουλάχιστον) στην ατζέντα των εορταστικών πανηγυριών που μας ετοιμάζει η Γιάννα Αγγελοπούλου…
Ανάρτηση από: http://www.topontiki.gr/