[…] εἰδαμε στοὺς πρῶτους αἰῶνες τοῦ χριστιανισμοῦ ὅτι ἅγιοι καὶ ἀκλόνητοι ἄνθρωποι, ποὺ εἶχαν πάρει στὰ σοβαρὰ τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς καὶ τὴ σωτηρία τῶν δικῶν τους ψυχῶν, ἔσπασαν τοὺς κοινωνικοὺς δεσμούς τους, καί, μένοντας μακριὰ ἀπὸ κάθε συναλλαγὴ μὲ τὰ ἀνθρώπινα ὄντα, ἀναζήτησαν στὴ μοναξιὰ τὴν τελειότητα, τὴν ἀρετή, τὸν Θεό. Μὲ πολὺ μυαλὸ καὶ λογικὴ συνέπεια, ἔφτασαν νὰ βλέπουν τὴν κοινωνία σὰν πηγὴ διαφθορᾶς καὶ τὴν ἀπόλυτη ἀπομόνωση τῆς ψυχῆς σὰν ὅρο ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐξαρτῶνται ὅλες οἱ ἀρετές. Ἂν ἔβγαιναν καμιὰ φορὰ ἀπὸ τὴ μοναξιά τους, δὲν τὸ ἔκαναν ἐπειδὴ ἔνιωθαν τὴν ἀνάγκη τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ ἀπὸ γενναιοδωρία, ἀπὸ χριστιανικὴ ἀγάπη, τὴν ὁποία ἔνιωθαν γιὰ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους, πού, ἐξακολουθώντας νὰ διαφθείρονται μέσα στὸ κοινωνικὸ περιβάλλον τους, χρειάζονταν τὶς συμβουλές, τὶς προσευχὲς καὶ τὴν καθοδήγησή τους.
Τὸ έκαναν πάντα γιὰ νὰ σώσουν τοὺς ἄλλους καὶ ποτὲ τὸν ἑαυτό τους, οὔτε γιὰ νὰ φτάσουν σὲ μεγαλύτερη ἀτομικὴ τελειότητα. Αντίθετα, διακινδύνευαν να χάσουν τὶς ψυχές τους εἰσερχόμενοι πάλι στὴν κοινωνία, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχαν διαφύγει μὲ φρίκη, θεωρώντας την σχολεῖο κάθε διαφθορᾶς. Καὶ μόλις ὁλοκληρωνόταν τὸ ἅγιο ἔργο τους, ἐπέστρεφαν ὅσο πιὸ γρήγορα μποροῦσαν στὴν ἔρημό τους, προκειμένου νὰ τελειοποιήσουν πάλι τὸν ἑαυτό τους μέσῳ τῆς ἀκατάπαυστης ἐνατένισης τῶν ἀτομικῶν ὄντων καὶ τῶν μοναχικῶν ψυχῶν τους, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ μόνον. Αὐτὸ εἶναι ἕνα παράδειγμα ποὺ πρέπει νὰ μιμηθοῦν ὅλοι ὅσοι ἐξακολουθοῦν νὰ πιστεύουν στὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, στὴν ἔμφυτη ἐλευθερία ἢ ἐλεύθερη θέληση, ἂν θέλουν νὰ σώσουν τὶς ψυχές τους καὶ νὰ προετοιμαστοῦν γιὰ τὴν αἰώνιοα ζωή. Ἐπαναλαμβάνω: οἱ ἅγιοι ἀναχωρητές, πού, λόγῳ τῆς αὐτοεπιβεβλημένης ἀπομόνωσής τους, κατέληγαν στὴν ἀπόλυτη μωρία, ἦταν ἀπολύτως λογικοί. […]Μιχαὴλ Μπακούνιν, Φιλοσοφία-Θρησκεία-Ἠθική, μετ. Ζήσης Σαρίκας, ἐκδ. Πανοπτικόν, 22009
Ανάρτηση από: https://tokoinonikoodofragma.wordpress.com/