Δευτέρα 24 Μαΐου 2021

Νέα νοήματα σε παλιές λέξεις

Του Θανάση Σκαμνάκη

Η σκηνή είναι από την “Κραυγή” του Αντονιόνι: οι αγρότες συγκεντρώνονται για να εμποδίσουν τις μπουλντόζες που έχουν έρθει να καταπατήσουν τη γη τους για να φτιαχτεί το καινούργιο στρατιωτικό αεροδρόμιο. Οι εργάτες του εργοστασίου απεργούν για συμπαράσταση.


Βγαίνοντας από την πύλη τους εργοστασίου ο εργοδότης τους ακολουθεί στην αρχή απειλώντας και εν συνεχεία φωνάζοντας πως δεν έχουν τίποτα κοινό με τους αγρότες, οι αγρότες έχουν τα χωράφια τους, την ιδιοκτησία τους, κι αν τους πάρουν μερικά στρέμματα για να φτιάξουν το αεροδρόμιο δεν χάθηκε ο κόσμος. Μπορεί να έχεις δίκιο, του απαντά ο τελευταίος εργάτης, αλλά είναι θέμα αλληλεγγύης.

Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Πέρασαν πάνω από τους λαούς, και τους εργάτες και τους αγρότες, μπουλντόζες που κάθε φορά ισοπέδωναν ένα κομμάτι της ιδιόκτητης αξιοπρέπειάς τους, καταπατώντας τη ζωή τους, κομματιάζοντας σταδιακά την ιδέα της αλληλεγγύης και κάνοντας να θεωρούνται σχεδόν ευνόητα όσα έλεγε εκείνος ο εργοδότης τότε και δυσνόητη η απάντηση του απεργού.

Στο πολύ σπουδαίο έργο του «Η συγκρότηση της εργατικής τάξης της Αγγλίας», ο Ε. Τόμσον περιγράφει πως μέσα από τους αγώνες των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, περίπου μέχρι το 1830, οι ξεριζωμένοι μετά τις περιφράξεις αγρότες, οι χειρώνακτες πλέον και οι υφαντές, έδωσαν δείγματα ανυπακοής και αλληλεγγύης. Μέσω αυτής της διαδικασίας συγκροτούνταν η εργατική τάξη της Αγγλίας. Που βρίσκεται η έμφαση; Στους αγώνες και στην αλληλεγγύη. Η κοινωνική συγκρότηση των υποτελών δεν μπορεί να γίνεται έξω από αυτά.
Αυτά έλεγε και ο Μαρξ μιλώντας για την εργατική τάξη καθαυτή, που μετατρέπεται σε τάξη για τον εαυτό της.

Το συμπέρασμα αυτό το έχει κατανοήσει το κυρίαρχο σύστημα, ενώ το μειώνουν οι κυριαρχούμενοι αλλά και οι πολιτικοί εκπρόσωποί τους.

Αίφνης, η ιδέα πως αν το εργατικό κόμμα είναι καλά τότε και η τάξη πάει καλά, κυριαρχεί στους κομματικούς σχηματισμούς της Αριστεράς, τόσο ώστε να αφαιρείται από τη λίστα των πρωτευόντων υποχρεώσεων η συγκρότηση της τάξης και της μαχητικής της αντίστασης.

Ως προϋπόθεσης, εν τέλει, και για την ενίσχυση του κόμματος.

Συνεπώς, δεν έχει σημασία αν το σωματείο είναι μαζικό και αγωνιστικό, την πρώτιστη σημασία έχει αν είναι «δικό μας». Προφανώς στη βάση της λογικής πως αν είναι δικό μας θα είναι και αγωνιστικό, και θα προσπαθήσουμε να είναι και μαζικό. Η οποία όμως λογική εξίσωση δεν βγαίνει τις περισσότερες φορές.

Φυσικά η διαλεκτική σχέση της τάξης και της οργάνωσής της μας λέει πως η τάξη συγκροτεί το κόμμα της και το κόμμα συνεισφέρει τα μέγιστα στη συγκρότηση της τάξης. Μόνο που η διαλεκτική εφαρμογή δεν γίνεται αυτόματα. Κι έτσι οι σεχταρισμοί, οι βολονταρισμοί, οι γραφειοκρατισμοί, οι δογματισμοί, οι οπορτουνισμοί και λοιποί ισμοί που είναι πλήθος στο αριστερό ιδιόλεκτο, επικρατούν της διαλεκτικής.

Κι όσο τα περιθώρια στενεύουν και η ισχύς των κομμάτων και των σχηματισμών περιορίζεται τόσο μεγαλώνει η τάση της αυτάρκειας, ένα είδος ναρκισσισμού της «πρωτοπορίας», η οποία απολαμβάνει τον εαυτό της και θεωρεί ότι όσο πιο μόνη τόσο πιο καθαρή είναι.

Ή σε μια καλύτερη εκδοχή, πως οργανώνεται ως πρωτοπορία με τη βάσιμη προσδοκία πως θ’ αλλάξει ο καιρός και οι εργατικές μάζες θα ακολουθήσουν εκείνους που έμειναν πιο ακλόνητοι, πιο καθαροί και πιο θεωρητικά έτοιμοι.

Δεν είναι να τις υποτιμάς τέτοιες σκέψεις. Και κυρίως δεν είναι να τις λοιδορείς. Συντηρούν σπουδαίους αγωνιστές και καλύπτουν σοβαρές πολιτικές πρωτοβουλίες. Πιθανόν (ή προφανώς) όμως είναι ανεπαρκείς. Η ίδια η τάξη αποσυγκροτείται όσο οι αγώνες και η αλληλεγγύη της ατονούν. Κι αυτό είναι το θεμέλιο. Κι όσο η τάξη αραιώνει τόσο αραιώνουν και οι γραμμές της πολιτικής πρωτοπορίας. Κι όσο αραιώνουν οι γραμμές της πρωτοπορίας τόσο μεγαλώνει η αδυναμία μιας ουσιαστικής, σφαιρικής και εις βάθος εκτίμησης της συγκεκριμένης κατάστασης.

Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός θεώρησε πως είναι ελεύθερος να πάρει πίσω όλα όσα αναγκάστηκε - υπό την επίδραση των αγώνων, αλλά και υπό την απειλή των αγώνων - να δώσει τις προηγούμενες δεκαετίες, κυρίως μετά τον πόλεμο.

Η πρώτη φροντίδα του, από την αντιμετώπιση της απεργίας των ανθρακωρύχων στην Αγγλία και των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας στις ΗΠΑ, ήταν να καθηλώσει τις διεκδικήσεις, να αφαιρέσει το όπλο της συλλογικής διαπραγμάτευσης αποδυναμώνοντας τα σωματεία, να σκορπίσει την εργατική τάξη αλλάζοντας τις εργασιακές σχέσεις, με τη συνεπικουρία της «παγκοσμιοποίησης» και των νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, να αναγάγει το ατομικό συμφέρον πάνω από το συλλογικό, να υπονομεύσει τη δέσμευση και την αλληλεγγύη της εργατικής τάξης, να ισοπεδώσει τη συνείδηση μέσω των μέσων μαζικής προπαγάνδας και του καταναλωτισμού…

Και πέτυχε πολλά.

Τώρα όμως που το πουκάμισο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού αποδεικνύεται άδειο, η ανάγκη για την επανασυγκρότηση είναι μεγάλη, και δυνατή. Μόνο που κοιτώντας προς την τάξη και προς την πρωτοπορία, διαπιστώνουμε μεγάλες απουσίες ενέργειας, δράσης και σκέψης.

Ακριβώς εκμεταλλευόμενα αυτήν την έλλειψη τα κυβερνητικά επιτελεία ανοσιουργούν στο σώμα της εργατικής τάξης, καταργώντας ακόμη περισσότερα δικαιώματα. Παντού και στα καθ’ ημάς. Το νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη θεσμοθετεί με ακόμη πιο επιθετικό τρόπο τόσο τη διάλυση της εργασιακής λειτουργίας παραδίδοντας τους εργαζόμενους βορά στις επιθυμίες των εργοδοτών, νόμος είναι το δίκιο του εργοδότη, όσο και την περαιτέρω απαξίωση μέχρι ανυπαρξίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Το επίσης ενδιαφέρον εδώ είναι πως η ελληνική κυβερνητική προπαγάνδα με την αμέριστη συνεπικουρία των προπαγανδιστικών μέσων και των επονομαζόμενων δημοσιογράφων τους, παρουσιάζει τα μέτρα του νομοσχεδίου ως προστατευτικά για τους εργαζόμενους. Το σκοτάδι ως φως, θαύμα!...

Το οποίο δηλώνει πως είναι καιρός να αντιστραφεί η πορεία. Όχι μόνο γιατί πρέπει αλλά και γιατί μπορεί να γίνει. Η σκηνή από την «Κραυγή» δεν είναι παλιά, είναι προειδοποίηση και προετοιμασία μέλλοντος.

Ανάρτηση από: https://www.kommon.gr/