Του Ρούντι Ρινάλντι
Μέσα σε ένα νοσηρό πολιτικό κλίμα ξεκίνησε και επίσημα η προεκλογική περίοδος. Αφού περίμενε να καταλαγιάσει κάπως η οργή του κόσμου, ο πολιτικός κόσμος, χωρίς καμιά ντροπή, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής, εφορμά για να πλασαριστεί στο νέο σκηνικό που προδιαγράφεται – διαιωνίζοντας την ίδια την ύπαρξή του ως κάτι έξω, πέρα, πάνω και επί της κοινωνίας, ως ξένο σώμα που μιλά στο όνομα της χώρας, που «εκπροσωπεί» την κοινωνία και διαχειρίζεται τις κοινές υποθέσεις τάχα προς όφελος της κοινωνίας και της χώρας. Φυσικά οι εκλογές θα διεξαχθούν κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις και συνθήκες, οι οποίες καθορίζουν σε βασικές γραμμές το τι θα καταγραφεί μέσα από τις κάλπες. Και, πολύ περισσότερο, τι θα προκύψει ως κυβέρνηση και διακυβέρνηση μετά τις εκλογές, είτε με την πρώτη είτε, αν χρειαστεί, με δεύτερες εκλογές.
Τα τρία κύρια ζητήματα που έτσι κι αλλιώς επενεργούν είναι: α) Η βαθύτατη κρίση εμπιστοσύνης μεγάλου μέρους της κοινωνίας συνολικά προς το πολιτικό σύστημα. β) Η έτσι κι αλλιώς αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα στα τρία συστημικά κόμματα. γ) Το πλαίσιο που ήδη διαμορφώνεται για κυβερνήσεις συνεργασίας, οι οποίες θα προωθήσουν παραλλαγές του Ελλάδα 2.0 στην οικονομία, τη «συνεκμετάλλευση» μαζί με την Τουρκία σε ενεργειακά και Αιγαίο-Κυπριακό, την εμπέδωση και πιο σφικτή συνεργασία με τον ευρωατλαντισμό στον πόλεμο ενάντια στη Ρωσία.
Αυτά τα τρία «πεδία» θα επενεργήσουν στο τι θα καταγραφεί, και κυρίως στο τι προαλείφεται για την επόμενη μέρα σε επίπεδο διακυβέρνησης. Ας τα εξετάσουμε ένα-ένα και σε σχέση με τις εκλογικές διαδικασίες που έρχονται.
Α) Θα υπάρξει ψήφος τιμωρίας, και σε ποια έκταση;
Πρώτον, η μεγάλη κρίση εμπιστοσύνης που οδήγησε στην κοινωνική έκρηξη η οποία εκδηλώθηκε μετά το συστημικό έγκλημα στα Τέμπη δεν έχει καταλαγιάσει. Υπάρχει, λειτουργεί σε μοριακό επίπεδο, καταγράφεται και δημοσκοπικά (η περίφημη «γκρίζα ζώνη» και ο «Κανένας»), ενώ δεν γνωρίζουμε πώς θα συμπεριφερθούν 440.000 νέοι ψηφοφόροι ηλικίας 17-20 χρόνων, που ψηφίζουν για πρώτη φορά.
Δεύτερον, η αποξένωση αλλά και η εχθρότητα προς το πολιτικό συνολικά είναι υπαρκτή και εντείνεται. Συνοδεύεται από έντονη αίσθηση κοροϊδίας, δουλέματος, ανικανότητας και αδιαφορίας για στοιχειώδη διαχείριση. Το πολιτικό σύστημα καταγγέλλεται ως πηγή δεινών, αναξιόπιστο, συστηματικά ψευδόμενο, υπεύθυνο για τη χρεοκοπία της χώρας και για τη συντελούμενη «μπαχαλοποίηση» και διάλυση κάθε υποδομής, καθώς και για την υποθήκευση της χώρας για 99 χρόνια. Τα Τέμπη ήταν η θρυαλλίδα κι όχι η αιτία της κρίσης εμπιστοσύνης. Ακόμα περισσότερο, το αφήγημα του νεοφιλελευθερισμού (ως πανάκειας και αποτελεσματικής οικονομικής συνταγής) δεν μπορεί πλέον να συγκινήσει κανέναν, αφού βιώσαμε τα αποτελέσματά του μέσα σε 2-3 δεκαετίες.Επομένως είναι στο πρόγραμμα μια ψήφος τιμωρίας προς το πολιτικό σύστημα και τις συγκεκριμένες προδιαγραφές του προσβλητικού παραγκωνισμού και καταπάτησης της λαϊκής κυριαρχίας και των «θέλω» των πολιτών, καθώς και της ασυδοσίας και του «ακαταδίωκτου» που έχουν εξασφαλίσει οι πολιτικοί για τον εαυτό τους. Τι έκταση θα πάρει η ψήφος τιμωρίας; Ποια η ευρύτητά της και με ποια μορφή θα εκφραστεί;
- Δεν είναι λίγοι όσοι θα απόσχουν από τις εκλογές. Είτε δεν θα μετακινηθούν για να ψηφίσουν, είτε συνειδητά δεν θα προσέλθουν στις κάλπες. Ας σημειωθεί ότι στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 η συμμετοχή ήταν μόλις 56,16%, και αυξήθηκε ελάχιστα τον Ιούλιο 2019 (57,8%).
- Στη συνέχεια, ενδιαφέρον θα έχει το πόση θα είναι η πτώση και η τιμωρία της κυβερνητικής παράταξης. Όλοι οι δείκτες, αλλά και η λογική μαζί, δείχνουν –ιδίως μετά τα Τέμπη– μια μεγάλη φθορά. Είναι λογικό και φυσικό να τιμωρηθεί η Ν.Δ. για τη διακυβέρνηση που άσκησε και το παρακράτος που έστησε. Ένα μέρος των ψηφοφόρων της Ν.Δ. θα κρατήσει αποστάσεις, θα μετακινηθεί πιο ακροδεξιά, δεν θα προσέλθει στις εκλογές, ή ακόμα δεν θα σταυρώσει πρωτοκλασάτα στελέχη της Ν.Δ. (και ειδικά τον πρώην υπουργό Μεταφορών Κ. Καραμανλή, που θα είναι υποψήφιος στις Σέρρες).
- Η τιμωρία θα σταματήσει στη Ν.Δ., ή θα συμπεριλάβει και τον ΣΥΡΙΖΑ, και σε ποιο βαθμό; Δικαιολογημένα, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρείται αναξιόπιστος: κανείς δεν πιστεύει ότι θα εφαρμόσει αυτά που υπόσχεται προεκλογικά, και φαίνεται ότι κι αυτός προετοιμάζεται για σχήματα κυβερνητικής συνεργασίας, αποδεχόμενος πλήρως το πλαίσιο που διαμορφώνεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ πασχίζει να πιάσει το ποσοστό που είχε στις προηγούμενες εκλογές (31%), προσπαθεί να επωφεληθεί από την πτώση της Ν.Δ., αλλά δεν σημειώνει ένα ρεύμα σημαντικό υπέρ του. Δεν πείθει με το σύνθημα «Αλλαγή ή Μητσοτάκης». Μπορεί ο Μητσοτάκης να εξοστρακιστεί, αλλά δεν θα έρθει «αλλαγή» με λαϊκό πρόσημο. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Επίσης (στις πρώτες εκλογές) ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένεται να χάσει προς τα αριστερά, δηλαδή προς ΚΚΕ και ΜέΡΑ25 –που αναμένεται να αυξήσουν το ποσοστό τους– και μικρότερους σχηματισμούς που θα παρουσιαστούν.
- Επομένως ένα ακόμα μετρήσιμο και ενδιαφέρον μέγεθος θα είναι τι απόλυτο αριθμό ψήφων (και μετά ποσοστών) θα συγκεντρώσουν τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, Ν.Δ.+ΣΥΡΙΖΑ μαζί.
- Υπάρχει και το τρίτο συστημικό κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, που εμφανίζεται ως μπαλαντέρ και παρτενέρ σε όποιο κυβερνητικό σχήμα κάτσει μετά το αποτέλεσμα. Έχει ιδιαίτερο ρόλο και θα παίξει τον λαγό στις μετεκλογικές εξελίξεις. Τα έχει σπάσει με τον μητσοτακισμό (αλλά όχι με τη Ν.Δ.) και κάνει λόγο για «σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση», αλλά όλα εξαρτώνται από το ποσοστό που θα πάρει. Αν η τιμωρία συμπεριλάβει και το τρίτο κόμμα (με την έννοια ενός ποσοστού κάτω από το 10%) είναι κάτι που θα φανεί.
- Η ψήφος τιμωρίας δεν σταματά στο μαύρισμα των 3 συστημικών κομμάτων, αν και πρέπει να υπολογισθεί το σύνολο των ψήφων και του ποσοστού που θα συγκεντρώσει η «δομική συμπολίτευση» (Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ).
- Ψήφος τιμωρίας όμως θα εκφραστεί και διαμέσου της υπερψήφισης μικρών κομμάτων, που δεν θα πρόκειται να μπουν στην επόμενη Βουλή. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 το ποσοστό τους είχε φθάσει στο 6,4%, στις δε εκλογές του Ιουλίου 2019 στο 8,1%.
- Τέλος, υπάρχει και η επιλογή του άκυρου και λευκού. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 τα άκυρα ήταν 69.881 και τα λευκά 61.670 (συνολικά 2,4%), στις εκλογές του Ιουλίου 2019 τα άκυρα ήταν 77.477 και τα λευκά 42.640 (2,1%).
Είναι στο πρόγραμμα μια ψήφος τιμωρίας προς το πολιτικό σύστημα και τις συγκεκριμένες προδιαγραφές του προσβλητικού παραγκωνισμού και καταπάτησης της λαϊκής κυριαρχίας και των «θέλω» των πολιτών, καθώς και της ασυδοσίας και του «ακαταδίωκτου» που έχουν εξασφαλίσει οι πολιτικοί για τον εαυτό τους
Β) Η αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα στα τρία συστημικά κόμματα
Το πρώτο και σημαντικό στοιχείο θα είναι η μείωση της δύναμης των δύο μεγαλύτερων κομμάτων. Κανένα από τα δύο δεν αναμένεται να συγκεντρώσει τέτοια δύναμη που να μπορεί να κυβερνήσει όπως κυβέρνησαν ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015-2019 (έστω με τη μικρή προσθήκη των ΑΝΕΛ) και η Ν.Δ. από το 2019 μέχρι σήμερα. Με μια έννοια, και τα δύο κόμματα θα «κοντύνουν», θα είναι αποδυναμωμένα και αναγκασμένα να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα των κυβερνήσεων συνεργασίας. Καθένα από τα δύο μεγάλα κόμματα για να κυβερνήσει χρειάζεται το δεκανίκι ενός τρίτου, στη συγκεκριμένη περίπτωση του ΠΑΣΟΚ – και είναι δεδομένο ότι το «βαθύ σύστημα», δηλαδή οι πρεσβείες, η ευρωκρατία, η ΕΚΤ, η Τράπεζα της Ελλάδος και οι ελληνικές ολιγαρχικές ελίτ θέλουν μια συγκυβέρνηση και δέσμευση του πολιτικού συστήματος.
Επομένως, μόνο αν ο Μητσοτάκης φέρει ένα πολύ καλό σκορ (πράγμα που δεν φαίνεται) θα μπορούσε να εκβιάσει κι άλλο την κατάσταση και να γίνει ανεκτός ως μια κάποια λύση. Το πιο «φυσιολογικό» για το «βαθύ σύστημα» είναι να μην συγκεντρώνει κανένα πολιτικό πρόσωπο ιδιαίτερη δύναμη, να μην αυτονομείται φτιάχνοντας μια παράγκα (Μαξίμου Α.Ε., παρακράτος κ.λπ.), ώστε με μοχλούς ενδιάμεσα πρόσωπα ή κόμματα να προωθούνται προσαρμόσιμα σχήματα μιας χρήσεως. Δηλαδή σχήματα σχετικά ικανά να αποσβένουν κοινωνικούς κραδασμούς και να υλοποιούν «συμβόλαια» χωρίς πολλά προσκόμματα.
Ο συσχετισμός ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της πτώσης της Ν.Δ., από τα ποσοστά που θα κατορθώσουν να αποσπάσουν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ (αν δηλαδή συγκρατήσουν δυνάμεις, καταγράψουν χαμηλότερα ποσοστά, αθροίζουν ικανό αριθμό για σχηματισμό κυβερνητικού σχήματος, ακόμα και με ψήφο ανοχής από άλλες δυνάμεις κ.λπ.). Η εικόνα που δίνουν οι δημοσκοπικές εταιρίες είναι λίγο πειραγμένη: η διαφορά των δύο κομμάτων δεν είναι της τάξης των 4-5 μονάδων, όπως λένε, και το «παιχνίδι» είναι παιζόμενο μέχρι τις 21 Μαΐου. Μερικά ακόμη στοιχεία:
- Οι ενοχλήσεις από ευρωπαϊκούς κύκλους προς τον Μητσοτάκη (βλέπε υπόθεση υποκλοπών) σχετίζονται με την απαίτηση για άμεση και πλήρη ευθυγράμμισή του προς τον αμερικάνικο παράγοντα με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πρόσφατα όμως, όπως αποκάλυψε ο κ. Κοττάκης στην Εστία, υπήρξε μια κόντρα μεταξύ του Μητσοτάκη και του πρέσβη των ΗΠΑ κ. Τσούνη για τις επαφές που έχει ο τελευταίος με τον Τσίπρα, χωρίς να έχει κάνει καμία δήλωση στήριξης της κυβέρνησης. Ήγουν, η κουτάλα ανακατεύεται βαθιά, και αν χρειαστεί μπορεί να προχωρήσουν τα πράγματα και με μια κυβέρνηση κεντροαριστερής κοπής, αν δεν βγαίνει κάτι άλλο.
- Το επιθυμητό άλλο θα ήταν μια συνεργασία των δύο μεγάλων κομμάτων, με τον παραμερισμό των δύο αρχηγών και την μεσολάβηση του ΠΑΣΟΚ-μπαλαντέρ. Σε αυτό το σενάριο είναι δύσκολο να ενταχθούν οι δύο αρχηγοί (Μητσοτάκης-Τσίπρας), αλλά το εντεινόμενο «μασάζ» για κυβερνήσεις συνεργασίας και η πρόταση ΠΑΣΟΚ «ούτε με τον ένα ούτε με τον άλλο επικεφαλής της κυβέρνησης» προς τα εκεί ωθούν. Επομένως το σκορ που θα φέρουν και τα τρία κόμματα θα συνυπολογιστεί καθώς πλέκονται ήδη πολλά σενάρια επί σεναρίων.
- Πιθανά να χρειαστούν κι άλλα δεκανίκια για να φθάσουμε σε κυβέρνηση συνεργασίας: συμβολή μικρότερων κομμάτων όπως η Ελληνική Λύση ή το ΜέΡΑ25, εξαγορά βουλευτών, αλλαγές ηγεσίας (κυρίως στη Ν.Δ. μετά από άσχημο εκλογικό αποτέλεσμα), ίσως και νέα προσφυγή στην κάλπη. Εδώ θα συνυπάρξει ο «βολονταρισμός» των αρχηγών και οι πιέσεις του «βαθέως συστήματος», και βεβαίως το κλίμα που θα δημιουργηθεί έως τις εκλογές και τα πιθανά «απρόοπτα» που μπορεί να προκύψουν (τράπεζες, ελληνοτουρκικά, σκάνδαλα, αποκαλύψεις κ.λπ.). Όπως είπαμε, μέχρι τις 21 Μαΐου είναι αρκετός χρόνος, και η «κουτάλα» αναδεύει, αναδεύει…
Το «ψηφίστε μας» είναι αδύναμο απέναντι στα όσα ήδη έχουν προδιαγραφεί για την επόμενη μέρα. Η επόμενη μέρα δεν θα αντιμετωπιστεί με το α ή β ποσοστό, αλλά μόνο αν βρεθεί ο «τρόπος» να εκφραστεί η αντίσταση και η νέα συνείδηση που επωάζεται, με αυθεντικό και ακηδεμόνευτο τρόπο
Γ) Η «επόμενη μέρα» και το κοινό πλαίσιο που ήδη αποδέχονται οι συστημικοί παίκτες
Προεκλογικά τι μας λένε όλα τα κόμματα;
- Τα συστημικά υπόσχονται ομαλότητα, σταθερότητα, δικαιοσύνη, αλλαγή, ανακούφιση με αυξήσεις (χωρίς τολμηρά πράγματα). Επίσης μας λένε ότι έχουν σχέδιο και όραμα για τη χώρα (ψέμα) και ότι θα πραγματοποιήσουν τις υποσχέσεις τους (ξανά ψέμα). Ζητούν να τους δώσουμε δύναμη (ψήφους) και αυτοί ξέρουν, έχουν το know-how της διακυβέρνησης, έχουν τα απαραίτητα κονέ με τις ελίτ κ.ο.κ.
- Τα άλλα ήδη κοινοβουλευτικά κόμματα ζητούν την ψήφο μας για να δυναμώσει η παρουσία τους μέσα στη Βουλή, άρα να καταγγέλλουν και να εμποδίζουν όσα προωθούν τα συστημικά κόμματα. Δεν πείθουν, διότι όσο ήταν εκεί δεν έκαναν κάτι σημαντικό για να αλλάξουν τα πράγματα, συμπεριφέρθηκαν αρκετά συστημικά παρά τις καταγγελίες και διαφοροποιήσεις τους. Δεν έδωσαν ζωή σε κανένα νέο εγχείρημα, δεν μπόρεσαν να μπλοκάρουν καμία διαδικασία, και σε καίρια ζητήματα δεν διαφοροποιήθηκαν ουσιαστικά (αυτό συνέβη στην πανδημία, στα ελληνοτουρκικά, στον πόλεμο της Ουκρανίας, απέναντι στο μητσοτακικό παρακράτος ή μετά τα Τέμπη). Είχαν έναν τρόπο να συνεννοούνται… διαφοροποιούμενοι, ή απλώς καταψηφίζοντας, προσδοκώντας απλά στην αναπαραγωγή τους και την ύπαρξή τους «εντός» θεσμών και συστήματος.
- Υπάρχουν κι άλλα μικρότερα κόμματα, εκτός Βουλής, που ζητούν την ψήφο μας. Πέρα από αυταπάτες ή παραγοντισμούς, πέρα από καλές προθέσεις ή και αγωνιστικές θέσεις που μπορεί ορισμένα να έχουν, δεν συνδέουν την παρουσία τους με κάτι σοβαρότερο, ή με κάτι που να μοιάζει με ένα ενδιαφέρον εγχείρημα. Για ορισμένα είναι απλά μια καταγραφή ύπαρξης και μόνο. Κι αυτό είναι λίγο.
Καμία πολιτική δύναμη δεν καλεί τον λαό να αντιταχθεί στο πλαίσιο που ήδη έχει διαμορφωθεί για την επόμενη μέρα – το οποίο δεν αμφισβητούν τα τρία συστημικά κόμματα, και γι’ αυτό σιωπούν για τη σχετική «ατζέντα». Όσοι πρόκειται να παίξουν ρόλο στη διακυβέρνηση (ακόμα και σαν δομική συμπολίτευση, αν τυχόν δεν μετέχουν σε μια κυβέρνηση) έχουν αποδεχτεί πλήρως το πλαίσιο όσον αφορά την οικονομία, τις συμμαχίες της χώρας, τον ρόλο της στη Δυτική συμμαχία, τη χειραγώγηση και έλεγχο του λαϊκού παράγοντα, την υπεράσπιση των συμφερόντων των ελίτ – ντόπιων και ξένων.
Κανένας από αυτούς δεν θέτει ζήτημα ειδικού καθεστώτος και ανάγκης αλλαγής πορείας. Κανένας όμως και από τους άλλους συμβαλλόμενους στο πολιτικό σύστημα δεν ανοίγει μια διαδικασία, δεν βάζει τις βάσεις για ένα μεγάλο λαϊκό εγχείρημα και κίνημα, εθνικό και κοινωνικό ταυτόχρονα, άμεσα πολιτικό για τη Διέξοδο της χώρας, για την απάντηση του υπαρξιακού προβλήματός της, για το γκρέμισμα του ειδικού καθεστώτος μνημονίων και αποικίας που έχει εγκαθιδρυθεί από το 2010 και ύστερα. Κανένας δεν σκέφτεται καν να τεθεί σοβαρό ζήτημα Ουδετερότητας της Ελλάδας και απόκτησης σημαντικών βαθμών κυριαρχίας.
***
Το «ψηφίστε μας» είναι αδύναμο απέναντι στα όσα ήδη έχουν προδιαγραφεί για την επόμενη μέρα. Η επόμενη μέρα δεν θα αντιμετωπιστεί με το α ή β ποσοστό. Άλλωστε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος το είπε καθαρά: «Θα υπάρξει κυβέρνηση με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο» (Στουρνάρας, 2/4/2023). Η επόμενη μέρα θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μόνο αν βρεθεί ο «τρόπος» να εκφραστεί η αντίσταση και η νέα συνείδηση που επωάζεται, με αυθεντικό και ακηδεμόνευτο τρόπο – κάτι σαν τις Πλατείες, τα Κίτρινα Γιλέκα, το Πολυτεχνείο, το «ήταν η κακιά η (χ)ώρα», το «δολοφόνοι», το «Δημοκρατία πραγματική», το «θέλουμε να ζήσουμε», «θέλουμε τη Χώρα μας», «θέλουμε καλύτερη ζωή με πραγματική κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα». Αυτός ο «αντισυστημισμός», που μπορεί να γεννήσει εγχειρήματα και τρόπους, είναι απαραίτητος και πολύ πιο αποτελεσματικός από κάθε ποσοστό και κάθε παράσταση μέσα σε μια σημαδεμένη Βουλή, στο καθεστώς της μεταδημοκρατίας ή «δημο»κτατορίας των ελίτ, των yes men, των κυνικών και ανάλγητων ολιγαρχών μας. Μας πρέπει και αξίζουμε μια άλλη Πολιτεία, μια άλλη Χώρα, έναν άλλο Τόπο, μια καλύτερη κοινωνία. Χρειαζόμαστε νέα εγχειρήματα, με χωρητικότητα, με διαδικασίες, με δυναμική, με ενωτικό πνεύμα, χωρίς αποκλεισμούς, ώστε να δημιουργηθεί ένα μεγάλο κοινωνικό και εθνικό κίνημα, να υπάρξει ένα πολιτικό κίνημα Διεξόδου και Ουδετερότητας της χώρας, κόντρα στο ένοχο πολιτικό σύστημα και τις ελίτ.
Ανάρτηση από: https://edromos.gr/