«Η Ελλάδα δεν θέλει να δεχθεί ότι το Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα του
Ελληνισμού και όχι αποκλειστικά και μόνο των Κυπρίων», δηλώνει ο Π. Βουτουρής.
Της Μαργαρίτας Πουρνάρα
Περιδιαβάζουμε με τον Παντελή Βουτουρή τα σοκάκια της παλιάς Λευκωσίας. Ο
πρόεδρος του τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου
Κύπρου με ξεναγεί στα όρια της Πράσινης Γραμμής, την οποία επισκέπτομαι για
πρώτη φορά.
Βλέπω τη θηριώδη βλάστηση να κρύβει τους τοίχους των σπιτιών που τρυπήθηκαν από την ανταλλαγή πυρών το ’74, αφουγκράζομαι αυτήν την περίεργη σιγή της άλλης πλευράς, που απέχει μια ανάσα. Μπαίνουμε μαζί σε εκκλησιές, με τις φροντισμένες, γαλήνιες αυλές. Ανοίγουμε τα πνευμόνια μας στις εκμαυλιστικές μυρωδιές από τα γιασεμιά που στολίζουν τις εικόνες στα τέμπλα. Και μιλάμε για την Κύπρο, την ιστορία της και τις σημερινές της προκλήσεις, τα τραύματα και τις προοπτικές της. Τα λόγια του, σταράτα, αιχμηρά, από καρδιάς.
Γεννημένος το 1956, έζησε τα τραγικά γεγονότα της εισβολής στο τέλος της εφηβείας του. Ηταν μια εμπειρία που χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη του και μέχρι σήμερα δεν έχει περάσει τα τουρκοκυπριακά σύνορα, για να επισκεφθεί την άλλη πλευρά του νησιού απ’ όπου έλκει την καταγωγή του. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη και δίδαξε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης. Καταπιάστηκε με τη νεοελληνική λογοτεχνία, γλώσσα, κριτική, και ιστορία των ιδεών από την ύστερη βυζαντινή περίοδο μέχρι σήμερα. Εστίασε το ενδιαφέρον του στον Κωστή Παλαμά, στον Ανδρέα Εμπειρίκο, στην πνευματική ανάπτυξη του ελληνισμού κατά τον 19ο αιώνα.
Η οπτική του στο θέμα της Κύπρου ξεπερνά τα στενά όρια των γραμμάτων και εκτείνεται ώς το ευαίσθητο θέμα της εθνικής ταυτότητας, της πνευματικής σχέσης με τη μητέρα Ελλάδα. Και μαζί, βαδίζουμε νοερά όλη την πορεία από την Αγγλοκρατία ώς την Ανεξαρτησία, το Σχέδιο Ανάν, την οικονομική κρίση και τα σχέδια επίλυσης του Κυπριακού που είναι σήμερα στα σκαριά. Με ενδιάμεσες στάσεις μπροστά σε ιστορικά κτίρια, σε φυλάκια, σε τραύματα παλιά που φαίνεται ότι δεν έχουν ακόμα επουλωθεί.
Ναρκωτικό η ευπορία
– Πώς είναι η ζωή ενάμιση χρόνο μετά τον αιφνιδιασμό του 2013, που άλλαξε τα οικονομικά δεδομένα της Κύπρου; Πού βρισκόμαστε σήμερα;
– Η οικονομική κρίση άφησε βαθιά τα σημάδια της. Ανθρωποι έχασαν την εργασία τους, δρόμοι ερήμωσαν, ο ρυθμός της ζωής μεταβλήθηκε. Η οικονομική κρίση όμως κάποια στιγμή θα ξεπεραστεί. Με τα υπόλοιπα τι γίνεται; Γιατί, ασφαλώς, η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Η ζωή, οι συνειδήσεις και οι συμπεριφορές δεν ρυθμίζονται πάντα από τους οικονομικούς δείκτες. Ο Ελύτης στα «Ανοιχτά Χαρτιά» λέει ότι δεν είναι η στέρηση της ευμάρειας που κάνει τη δυστυχία μας ανυπόφορη. Αναφερόταν στη ζωή στη γερμανοκρατούμενη Αθήνα του 1943. Στη σημερινή Κύπρο, η στέρηση ίσως μας βοηθήσει να εκτιμήσουμε την αξία όσων είχαμε χάσει στα χρόνια της ευμάρειας. Να συνειδητοποιήσουμε την πνευματική μας υπανάπτυξη, την κρίση της παιδείας μας, την απαξίωση του πολιτισμού μας, την αλαζονεία μας. Η άμεση προτεραιότητα που δόθηκε στην οικονομική και τουριστική ανάπτυξη από το 1974 και εξής, η προαγωγή του πλούτου σε απόλυτη αξία, μπορεί να λειτούργησε κατευναστικά και θεραπευτικά, σαν μπάλωμα της αιμάσσουσας πληγής, συγχρόνως όμως ευνόησε την καθολική, ηθική, ιδεολογική, και πολιτιστική μας αλλοτρίωση. Η ευπορία επέδρασε σαν ναρκωτικό, και μας οδήγησε σε έναν καταναλωτικό εθισμό, ευτέλισε τις αξίες μας και εξαγόρασε τα ιδανικά μας. Οταν όμως μια κοινωνία αφήνεται να εξαρτηθεί σε τέτοιο βαθμό από τον πλούτο, εύκολα δελεάζεται και ακόμη πιο εύκολα χειραγωγείται. Παράδειγμα σήμερα, με το εκκολαπτόμενο σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού, υπάρχει μια απροκάλυπτη σύνδεση της οικονομίας μας και του πολιτικού μας προβλήματος, λες και επειδή χάσαμε την ευμάρειά μας, μπορούν να μας εξαγοράσουν. Δεν αναφέρομαι σε σκοτεινά σχέδια συνωμοσίας, αλλά στο πλέγμα των συνθηκών που διαμορφώνουν το τοπίο στις ημέρες μας.
Ιδεολογήματα
– Ποια είναι η ταυτότητα της Κύπρου σήμερα; Ποια ήταν τα καθοριστικά στοιχεία της διαμόρφωσής της;
– Μπερδεμένη. Ως δάσκαλος απελπίζομαι όταν οι φοιτητές μου με ρωτάνε «τι είμαστε;». Για να κατανοήσουμε τη σημερινή κρίση ταυτότητας πρέπει να γυρίσουμε πίσω πολλές δεκαετίες, στην περίοδο της Αγγλοκρατίας. Οι Αγγλοι, στα χρόνια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ενωτικό κίνημα, έστησαν μια μηχανή η οποία, όπως έγραφε ο Σεφέρης, έκανε τους ανθρώπους μπαστάρδους, «σπαρτούς», Κυπρίους, όχι Ελληνες. Ετσι επινοήθηκαν τα σοβινιστικά νεοκυπριακά ιδεολογήματα περί ύπαρξης κυπριακού έθνους και κυπριακής ταυτότητας. Ανιστόρητα ιδεολογήματα που ευδοκιμούν σήμερα σε όλους σχεδόν τους πολιτικούς χώρους και παρατάξεις, αριστερά και δεξιά. Αυτή η κρίση ταυτότητας δεν είναι άσχετη με τη σημερινή αβουλία και παθητικότητά μας. Γιατί τι άλλο χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά μας εκτός από απωθήσεις και μεταθέσεις; Αποστρέφουμε το βλέμμα από τον Πενταδάκτυλο, περνάμε από την Πράσινη Γραμμή και κάνουμε ότι δεν ξέρουμε τι συμβαίνει δέκα βήματα μπροστά μας. Πριν από λίγο καιρό γινόταν μια αντιφασιστική διαδήλωση στη Λευκωσία. Οι διαδηλωτές διέσχισαν τη Λήδρας και βάδιζαν πλάι στην Πράσινη Γραμμή. Ε, λοιπόν, κανένας από αυτούς δεν συνέδεσε τον φασισμό με την κατοχή. Ούτε ένα αντικατοχικό σύνθημα δεν ακούστηκε. Και κάπως έτσι φτάσαμε από το σύνθημα «Απελευθέρωση» στο ακατανόητο σύνθημα της διζωνικής «Επανένωσης». Ακατανόητο, αφενός γιατί οι δύο ζώνες οριστικοποιούν τη διχοτόμηση, δεν επανενώνουν, και αφετέρου γιατί ο διαχωρισμός των πολιτών με φυλετικά και εθνοτικά κριτήρια είναι αντιδραστικός, ρατσιστικός, και ασύμβατος με τις ευρωπαϊκές αξίες. Είμαστε –νομίζω– σε μια κατάσταση πολιτικής και πολιτιστικής σύγχυσης, ιδιαιτέρως επικίνδυνη.
Βλέπω τη θηριώδη βλάστηση να κρύβει τους τοίχους των σπιτιών που τρυπήθηκαν από την ανταλλαγή πυρών το ’74, αφουγκράζομαι αυτήν την περίεργη σιγή της άλλης πλευράς, που απέχει μια ανάσα. Μπαίνουμε μαζί σε εκκλησιές, με τις φροντισμένες, γαλήνιες αυλές. Ανοίγουμε τα πνευμόνια μας στις εκμαυλιστικές μυρωδιές από τα γιασεμιά που στολίζουν τις εικόνες στα τέμπλα. Και μιλάμε για την Κύπρο, την ιστορία της και τις σημερινές της προκλήσεις, τα τραύματα και τις προοπτικές της. Τα λόγια του, σταράτα, αιχμηρά, από καρδιάς.
Γεννημένος το 1956, έζησε τα τραγικά γεγονότα της εισβολής στο τέλος της εφηβείας του. Ηταν μια εμπειρία που χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη του και μέχρι σήμερα δεν έχει περάσει τα τουρκοκυπριακά σύνορα, για να επισκεφθεί την άλλη πλευρά του νησιού απ’ όπου έλκει την καταγωγή του. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη και δίδαξε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης. Καταπιάστηκε με τη νεοελληνική λογοτεχνία, γλώσσα, κριτική, και ιστορία των ιδεών από την ύστερη βυζαντινή περίοδο μέχρι σήμερα. Εστίασε το ενδιαφέρον του στον Κωστή Παλαμά, στον Ανδρέα Εμπειρίκο, στην πνευματική ανάπτυξη του ελληνισμού κατά τον 19ο αιώνα.
Η οπτική του στο θέμα της Κύπρου ξεπερνά τα στενά όρια των γραμμάτων και εκτείνεται ώς το ευαίσθητο θέμα της εθνικής ταυτότητας, της πνευματικής σχέσης με τη μητέρα Ελλάδα. Και μαζί, βαδίζουμε νοερά όλη την πορεία από την Αγγλοκρατία ώς την Ανεξαρτησία, το Σχέδιο Ανάν, την οικονομική κρίση και τα σχέδια επίλυσης του Κυπριακού που είναι σήμερα στα σκαριά. Με ενδιάμεσες στάσεις μπροστά σε ιστορικά κτίρια, σε φυλάκια, σε τραύματα παλιά που φαίνεται ότι δεν έχουν ακόμα επουλωθεί.
Ναρκωτικό η ευπορία
– Πώς είναι η ζωή ενάμιση χρόνο μετά τον αιφνιδιασμό του 2013, που άλλαξε τα οικονομικά δεδομένα της Κύπρου; Πού βρισκόμαστε σήμερα;
– Η οικονομική κρίση άφησε βαθιά τα σημάδια της. Ανθρωποι έχασαν την εργασία τους, δρόμοι ερήμωσαν, ο ρυθμός της ζωής μεταβλήθηκε. Η οικονομική κρίση όμως κάποια στιγμή θα ξεπεραστεί. Με τα υπόλοιπα τι γίνεται; Γιατί, ασφαλώς, η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Η ζωή, οι συνειδήσεις και οι συμπεριφορές δεν ρυθμίζονται πάντα από τους οικονομικούς δείκτες. Ο Ελύτης στα «Ανοιχτά Χαρτιά» λέει ότι δεν είναι η στέρηση της ευμάρειας που κάνει τη δυστυχία μας ανυπόφορη. Αναφερόταν στη ζωή στη γερμανοκρατούμενη Αθήνα του 1943. Στη σημερινή Κύπρο, η στέρηση ίσως μας βοηθήσει να εκτιμήσουμε την αξία όσων είχαμε χάσει στα χρόνια της ευμάρειας. Να συνειδητοποιήσουμε την πνευματική μας υπανάπτυξη, την κρίση της παιδείας μας, την απαξίωση του πολιτισμού μας, την αλαζονεία μας. Η άμεση προτεραιότητα που δόθηκε στην οικονομική και τουριστική ανάπτυξη από το 1974 και εξής, η προαγωγή του πλούτου σε απόλυτη αξία, μπορεί να λειτούργησε κατευναστικά και θεραπευτικά, σαν μπάλωμα της αιμάσσουσας πληγής, συγχρόνως όμως ευνόησε την καθολική, ηθική, ιδεολογική, και πολιτιστική μας αλλοτρίωση. Η ευπορία επέδρασε σαν ναρκωτικό, και μας οδήγησε σε έναν καταναλωτικό εθισμό, ευτέλισε τις αξίες μας και εξαγόρασε τα ιδανικά μας. Οταν όμως μια κοινωνία αφήνεται να εξαρτηθεί σε τέτοιο βαθμό από τον πλούτο, εύκολα δελεάζεται και ακόμη πιο εύκολα χειραγωγείται. Παράδειγμα σήμερα, με το εκκολαπτόμενο σχέδιο επίλυσης του Κυπριακού, υπάρχει μια απροκάλυπτη σύνδεση της οικονομίας μας και του πολιτικού μας προβλήματος, λες και επειδή χάσαμε την ευμάρειά μας, μπορούν να μας εξαγοράσουν. Δεν αναφέρομαι σε σκοτεινά σχέδια συνωμοσίας, αλλά στο πλέγμα των συνθηκών που διαμορφώνουν το τοπίο στις ημέρες μας.
Ιδεολογήματα
– Ποια είναι η ταυτότητα της Κύπρου σήμερα; Ποια ήταν τα καθοριστικά στοιχεία της διαμόρφωσής της;
– Μπερδεμένη. Ως δάσκαλος απελπίζομαι όταν οι φοιτητές μου με ρωτάνε «τι είμαστε;». Για να κατανοήσουμε τη σημερινή κρίση ταυτότητας πρέπει να γυρίσουμε πίσω πολλές δεκαετίες, στην περίοδο της Αγγλοκρατίας. Οι Αγγλοι, στα χρόνια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ενωτικό κίνημα, έστησαν μια μηχανή η οποία, όπως έγραφε ο Σεφέρης, έκανε τους ανθρώπους μπαστάρδους, «σπαρτούς», Κυπρίους, όχι Ελληνες. Ετσι επινοήθηκαν τα σοβινιστικά νεοκυπριακά ιδεολογήματα περί ύπαρξης κυπριακού έθνους και κυπριακής ταυτότητας. Ανιστόρητα ιδεολογήματα που ευδοκιμούν σήμερα σε όλους σχεδόν τους πολιτικούς χώρους και παρατάξεις, αριστερά και δεξιά. Αυτή η κρίση ταυτότητας δεν είναι άσχετη με τη σημερινή αβουλία και παθητικότητά μας. Γιατί τι άλλο χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά μας εκτός από απωθήσεις και μεταθέσεις; Αποστρέφουμε το βλέμμα από τον Πενταδάκτυλο, περνάμε από την Πράσινη Γραμμή και κάνουμε ότι δεν ξέρουμε τι συμβαίνει δέκα βήματα μπροστά μας. Πριν από λίγο καιρό γινόταν μια αντιφασιστική διαδήλωση στη Λευκωσία. Οι διαδηλωτές διέσχισαν τη Λήδρας και βάδιζαν πλάι στην Πράσινη Γραμμή. Ε, λοιπόν, κανένας από αυτούς δεν συνέδεσε τον φασισμό με την κατοχή. Ούτε ένα αντικατοχικό σύνθημα δεν ακούστηκε. Και κάπως έτσι φτάσαμε από το σύνθημα «Απελευθέρωση» στο ακατανόητο σύνθημα της διζωνικής «Επανένωσης». Ακατανόητο, αφενός γιατί οι δύο ζώνες οριστικοποιούν τη διχοτόμηση, δεν επανενώνουν, και αφετέρου γιατί ο διαχωρισμός των πολιτών με φυλετικά και εθνοτικά κριτήρια είναι αντιδραστικός, ρατσιστικός, και ασύμβατος με τις ευρωπαϊκές αξίες. Είμαστε –νομίζω– σε μια κατάσταση πολιτικής και πολιτιστικής σύγχυσης, ιδιαιτέρως επικίνδυνη.
Η Ελλάδα μάς έχει γυρίσει την πλάτη
– Η ιδεολογική αυτή κρίση πώς επηρέασε
τον πολιτισμό στην Κύπρο;
– Η Κύπρος δεν μπορεί να σταθεί πολιτισμικά χωρίς την Ελλάδα. Αλλωστε μετέχουμε σε έναν κοινό πολιτισμό, έχουμε την ίδια γλώσσα και την ίδια ιστορία. Οπως είπα και πριν, έγιναν πολλές προσπάθειες από τους Βρετανούς να απομονωθεί η Κύπρος από την Ελλάδα, μέσα από μια επινοημένη διακριτή ταυτότητα. Ηδη από το 1950, προέβαλαν τη θεωρία ότι η κυπριακή διάλεκτος δεν είναι ελληνική. Οτι τάχα είναι γλώσσα απότοκος της κοινής ελληνιστικής που διαμορφώθηκε μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ. Σήμερα, πάλι, υπάρχει ένα μικρό κίνημα γλωσσολόγων που ισχυρίζονται ότι η κυπριακή είναι γλώσσα και όχι διάλεκτος. Η λογοτεχνία μας παρουσιάστηκε ως κυπριακή και όχι ως ελληνική, από την αποικιοκρατία, και το ίδιο συνεχίζεται σήμερα. Από το 1974 υπήρχε μια εκνευριστική αδιαφορία για πολλά σημαντικά ζητήματα τέτοιας φύσης, τάση που ενισχύθηκε και από τον τρόπο που τα αντιμετώπιζαν και οι Ελλαδίτες. Το 2004, όταν μας εκβίαζαν με το σχέδιο Ανάν, περισσότεροι από 200 «πνευματικοί άνθρωποι» στην Ελλάδα υπέγραψαν ένα κείμενο υποστήριξης του σχεδίου, χωρίς προηγουμένως να το έχουν διαβάσει. Και το λέω με βεβαιότητα διότι όταν δημοσιοποίησαν το κείμενό τους, οι χίλιες σελίδες του σχεδίου δεν είχαν ακόμη μεταφραστεί στα ελληνικά. Η Ελλάδα δεν θέλει να δεχθεί ότι το Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα του Ελληνισμού και όχι αποκλειστικά και μόνο των Κυπρίων. Την ίδια στάση αποπνέουν και τα σχολικά βιβλία στην Ελλάδα. Αγνοούν προκλητικά την Κύπρο. Το 2014 εορτάζουμε στην Κύπρο το έτος του μείζονος ποιητή Κώστα Μόντη. Ποιος τον γνωρίζει στην Ελλάδα; Ολα αυτά είναι δείγματα μιας συνολικότερης στάσης. Τεκμαίρεται από αυτά ότι η Ελλάδα έχει γυρίσει την πλάτη στην Κύπρο πολιτιστικά, πολιτικά και συναισθηματικά.
– Στην Κύπρο τι φτάνει από την Ελλάδα σε επίπεδο πολιτισμού;
– Τηλεοπτικά υποπροϊόντα ανάξια λόγου. Η Κύπρος οδηγείται σε άτυπο πολιτιστικό απομονωτισμό. Οι πνευματικοί άνθρωποι στην Ελλάδα αποστρέφουν το βλέμμα τους από την Κύπρο και, από την άλλη, πολλοί Κύπριοι βολεύονται στη μοναξιά τους. Ομως η Ελλάδα στενεύει τρομερά χωρίς την Κύπρο, χάνει τα στρατηγικά ερείσματά της στην Ανατολική Μεσόγειο και αποκλείει περισσότερους από μισό εκατομμύριο ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα και έχουν τον ίδιο τρόπο σκέψης. Για την κατάσταση αυτή νομίζω ότι έχει μεγάλη ευθύνη η ελληνική Αριστερά και οι πολιτικοί που έβλεπαν το νησί σαν αναμμένο κάρβουνο στα χέρια τους. Που θα ήθελαν να το πετάξουν μακριά, χωρίς να έχει σημασία πού. Απαντήστε μου ειλικρινά, ποιο πολιτικό κόμμα στην Ελλάδα έχει επεξεργασμένες θέσεις για το Κυπριακό και πόσο αυτές ανατροφοδοτούνται από τη σύγχρονη πραγματικότητα; Για να επιστρέψουμε όμως στο θέμα του πολιτισμού, ο Ελληνισμός έχει μπει σε περίοδο πολιτιστικής συστροφής εν γένει. Δυστυχώς. Δεν έχουμε συγκροτημένη στάση για το πώς θα αναπτύξουμε μια πολιτιστική δράση εκτός συνόρων, στα Βαλκάνια ή αλλού, παρότι πρέπει να σας πως ως ελληνιστής ότι υπάρχει ενδιαφέρον από τους ξένους για τη λογοτεχνία μας, τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας. Ας γνωρίζουμε όμως και μια πικρή αλήθεια. Ας μην περιμένουμε από τους ξένους να στραφούν σε μας, αν εμείς δεν περάσουμε πρώτα από το στάδιο της οδύνης που προηγείται κάθε δημιουργίας.
– Η Κύπρος δεν μπορεί να σταθεί πολιτισμικά χωρίς την Ελλάδα. Αλλωστε μετέχουμε σε έναν κοινό πολιτισμό, έχουμε την ίδια γλώσσα και την ίδια ιστορία. Οπως είπα και πριν, έγιναν πολλές προσπάθειες από τους Βρετανούς να απομονωθεί η Κύπρος από την Ελλάδα, μέσα από μια επινοημένη διακριτή ταυτότητα. Ηδη από το 1950, προέβαλαν τη θεωρία ότι η κυπριακή διάλεκτος δεν είναι ελληνική. Οτι τάχα είναι γλώσσα απότοκος της κοινής ελληνιστικής που διαμορφώθηκε μετά τον 3ο αιώνα μ.Χ. Σήμερα, πάλι, υπάρχει ένα μικρό κίνημα γλωσσολόγων που ισχυρίζονται ότι η κυπριακή είναι γλώσσα και όχι διάλεκτος. Η λογοτεχνία μας παρουσιάστηκε ως κυπριακή και όχι ως ελληνική, από την αποικιοκρατία, και το ίδιο συνεχίζεται σήμερα. Από το 1974 υπήρχε μια εκνευριστική αδιαφορία για πολλά σημαντικά ζητήματα τέτοιας φύσης, τάση που ενισχύθηκε και από τον τρόπο που τα αντιμετώπιζαν και οι Ελλαδίτες. Το 2004, όταν μας εκβίαζαν με το σχέδιο Ανάν, περισσότεροι από 200 «πνευματικοί άνθρωποι» στην Ελλάδα υπέγραψαν ένα κείμενο υποστήριξης του σχεδίου, χωρίς προηγουμένως να το έχουν διαβάσει. Και το λέω με βεβαιότητα διότι όταν δημοσιοποίησαν το κείμενό τους, οι χίλιες σελίδες του σχεδίου δεν είχαν ακόμη μεταφραστεί στα ελληνικά. Η Ελλάδα δεν θέλει να δεχθεί ότι το Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα του Ελληνισμού και όχι αποκλειστικά και μόνο των Κυπρίων. Την ίδια στάση αποπνέουν και τα σχολικά βιβλία στην Ελλάδα. Αγνοούν προκλητικά την Κύπρο. Το 2014 εορτάζουμε στην Κύπρο το έτος του μείζονος ποιητή Κώστα Μόντη. Ποιος τον γνωρίζει στην Ελλάδα; Ολα αυτά είναι δείγματα μιας συνολικότερης στάσης. Τεκμαίρεται από αυτά ότι η Ελλάδα έχει γυρίσει την πλάτη στην Κύπρο πολιτιστικά, πολιτικά και συναισθηματικά.
– Στην Κύπρο τι φτάνει από την Ελλάδα σε επίπεδο πολιτισμού;
– Τηλεοπτικά υποπροϊόντα ανάξια λόγου. Η Κύπρος οδηγείται σε άτυπο πολιτιστικό απομονωτισμό. Οι πνευματικοί άνθρωποι στην Ελλάδα αποστρέφουν το βλέμμα τους από την Κύπρο και, από την άλλη, πολλοί Κύπριοι βολεύονται στη μοναξιά τους. Ομως η Ελλάδα στενεύει τρομερά χωρίς την Κύπρο, χάνει τα στρατηγικά ερείσματά της στην Ανατολική Μεσόγειο και αποκλείει περισσότερους από μισό εκατομμύριο ανθρώπους που μιλούν την ίδια γλώσσα και έχουν τον ίδιο τρόπο σκέψης. Για την κατάσταση αυτή νομίζω ότι έχει μεγάλη ευθύνη η ελληνική Αριστερά και οι πολιτικοί που έβλεπαν το νησί σαν αναμμένο κάρβουνο στα χέρια τους. Που θα ήθελαν να το πετάξουν μακριά, χωρίς να έχει σημασία πού. Απαντήστε μου ειλικρινά, ποιο πολιτικό κόμμα στην Ελλάδα έχει επεξεργασμένες θέσεις για το Κυπριακό και πόσο αυτές ανατροφοδοτούνται από τη σύγχρονη πραγματικότητα; Για να επιστρέψουμε όμως στο θέμα του πολιτισμού, ο Ελληνισμός έχει μπει σε περίοδο πολιτιστικής συστροφής εν γένει. Δυστυχώς. Δεν έχουμε συγκροτημένη στάση για το πώς θα αναπτύξουμε μια πολιτιστική δράση εκτός συνόρων, στα Βαλκάνια ή αλλού, παρότι πρέπει να σας πως ως ελληνιστής ότι υπάρχει ενδιαφέρον από τους ξένους για τη λογοτεχνία μας, τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας. Ας γνωρίζουμε όμως και μια πικρή αλήθεια. Ας μην περιμένουμε από τους ξένους να στραφούν σε μας, αν εμείς δεν περάσουμε πρώτα από το στάδιο της οδύνης που προηγείται κάθε δημιουργίας.
Ανάρτηση από: http://www.kathimerini.gr