Του Σταύρου Λυγερού
Παρά τον τεράστιας έκτασης επικοινωνιακό βομβαρδισμό που δέχθηκαν, οι Βρετανοί το τόλμησαν. Το 52% αγνόησε τις απεγνωσμένες εκκλήσεις του πρωθυπουργού Κάμερον, αλλά και των Εργατικών του Κόρμπιν. Αγνόησε τις απειλές του ευρωιερατείου, τις συστάσεις του προέδρου Ομπάμα, τις δυσοίωνες προειδοποιήσεις των κάθε είδους εμπειρογνωμόνων και μεγαλοπαραγόντων των Αγορών για τις καταστροφές που θα πέσουν στο κεφάλι των Βρετανών εάν υπερψηφίσουν την έξοδο από την ΕΕ.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μία εκλογική επανάσταση των πιεζόμενων μικρομεσαίων στρωμάτων της Βρετανίας εναντίον των κάθε είδους παγκοσμιοποιημένων αρχουσών ελίτ. Πιθανότατα το Brexit να υπερτερούσε και στη Σκωτία και στη Βόρειο Ιρλανδία, εάν δεν υπήρχαν εκεί οι εθνικές ιδιαιτερότητες και οι αποσχιστικές τάσεις, που ώθησαν την πλειονότητα να ψηφίσει υπέρ της παραμονής.
Και για τους Σκωτσέζους και για τους Βορειοϊρλανδούς η έξοδος από την ΕΕ αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία για να διεκδικήσουν την απόσχισή τους από τη Βρετανία. Το επιχείρημά τους είναι ότι έχει καταγραφεί στις κάλπες η επιθυμία τους να παραμείνουν στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Είναι ενδεικτικό ότι η τοπική πρωθυπουργός της Σκωτίας έσπευσε να επαναφέρει το ζήτημα της ανεξαρτησίας.
Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και το Σιν Φέιν, το κόμμα που αγωνίζεται για την απόσχιση της Βόρειας Ιρλανδίας από τη Βρετανία και την ένωσή της με την Ιρλανδία. Ακόμα και οι Ισπανοί άδραξαν την ευκαιρία για να ζητήσουν συνδιοίκηση του Γιβραλτάρ. Οι πιέσεις αυτές, ωστόσο, δεν αναμένεται τουλάχιστον προσεχώς να απειλήσουν την ακεραιότητα της Βρετανίας. Το πρόβλημα τόσο για το βρετανικό πολιτικό σύστημα όσο και για την ηγεσία της ΕΕ είναι η διαχείριση του Brexit.
Στο πολιτικό επίπεδο το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το ευρωιερατείο θα επιλέξει το διαζύγιο να πραγματοποιηθεί με βελούδινο τρόπο. Ή αντιθέτως θα υιοθετήσει τιμωρητική τακτική για να στείλει μήνυμα σε επίδοξους μιμητές πως εάν ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο θα ματώσουν. Πριν τις κάλπες είχαν ακουστεί σχετικές απειλές, αλλά μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος επικρατούν χαμηλοί τόνοι.
Είναι λογικό, επειδή η Βρετανία έχει μεγάλο ειδικό βάρος. Δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο εύκολων εκβιασμών εκ μέρους του ευρωιερατείου. Το Λονδίνο επιδιώκει συντεταγμένη έξοδο. Εάν το ευρωιερατείο επιλέξει τη ρήξη, δεν θα ματώσει μόνο η Βρετανία. Θα ματώσει και η ΕΕ.
Εκτός αυτού, υπάρχουν και οι ΗΠΑ. Ήθελαν τη Βρετανία εντός της Ένωσης για να ασκούν και μέσω αυτής έμπρακτη επιρροή στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Δεν πρόκειται, όμως, να την αφήσουν απροστάτευτη. Η ειδική σχέση τους παραμένει ζωτικής σημασίας για την Ουάσιγκτον.
Εάν ακολουθηθεί η οδός του βελούδινου διαζυγίου, ο τεράστιος όγκος των θεσμικών και νομικών ζητημάτων θα μπει σε μία σειρά ρύθμισης. Προφανώς, θα πραγματοποιηθούν δύσκολες διαπραγματεύσεις για το νέο πλαίσιο των εμπορικών σχέσεων της Βρετανίας με την ΕΕ και με τρίτες χώρες. Προφανώς, η βρετανική οικονομία θα υποστεί κάποια κάμψη. Δεν αναμένεται, όμως, να υπάρξει ούτε κενό, ούτε δραματικές επιπτώσεις.
Η βρετανική κυβέρνηση και η Τράπεζα της Αγγλίας πριν τις κάλπες τροφοδοτούσαν την κινδυνολογία. Τώρα, όμως, είναι υποχρεωμένες να διαχειρισθούν την κρίση και να αποκαταστήσουν το κλίμα σταθερότητας. Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι Ευρωπαίοι. Η αναταραχή στις Αγορές δεν συμφέρει καμία πλευρά.
Στο πολιτικό επίπεδο, το πρόβλημα των Βρετανών είναι η διαδοχή του Κάμερον. Όλα δείχνουν, όμως, πως ούτε και σ’ αυτό το επίπεδο θα προκύψουν ανεξέλεγκτες εξελίξεις. Η ανακοίνωση του πρωθυπουργού ότι θα παραιτηθεί ουσιαστικά άνοιξε τον δρόμο για να αναλάβει τα ηνία η ομάδα των Συντηρητικών που πρωτοστάτησε στην εκστρατεία υπέρ του Brexit.
Πολιτικό πρόβλημα έχει το ευρωιερατείο, επειδή το ευρωπαϊκό οικοδόμημα τρίζει επικίνδυνα. Προφανώς, ο παραδοσιακός βρετανικός ευρωσκεπτικισμός ήταν η βάση του κινήματος υπέρ του Brexit. Εκεί θα συναντήσεις τα υπολείμματα του αυτοκρατορικού μεγαλείου και την απέχθεια για την υπαγωγή σε κανόνες της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών.
Όλα αυτά υπήρχαν από την ένταξη στην τότε ΕΟΚ το 1973. Γι’ αυτό τις προηγούμενες δεκαετίες η Βρετανία λειτούργησε κατά κανόνα σαν τροχοπέδη στην πορεία του ενοποιητικού εγχειρήματος. Αντιλαμβανόταν πάντα την ΕΕ σαν ζώνη ελεύθερων συναλλαγών και γι’ αυτό αρνήθηκε να εισέλθει στην Ευρωζώνη, στη ζώνη Σένγκεν κλπ. Ουσιαστικά ήταν με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω.
Ο παραδοσιακός ευρωσκεπτικισμός των Βρετανών, ωστόσο, δεν έφθασε ποτέ να προσλάβει διαστάσεις πλειοψηφικού κινήματος υπέρ της εξόδου. Χρειάσθηκε να μεσολαβήσουν εξελίξεις στο σύνολο σχεδόν της Ευρώπης για να φθάσουμε στο Brexit.
Η οικονομική κρίση του 2008 είναι η καμπή για τη μετάλλαξη της ΕΕ. Έβγαλε στην επιφάνεια διεργασίες και αντιθέσεις που τα προηγούμενα χρόνια επικαλύπτονταν από το κλίμα ευημερίας. Αφενός η εφαρμογή πολιτικών λιτότητας, αφετέρου η επιβολή απροκάλυπτης γερμανικής ηγεμονίας άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Ειδικά για τους Βρετανούς, η μετατροπή του Βερολίνου σε αφεντικό της ΕΕ λειτουργεί σαν κόκκινο πανί.
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, τα μικρομεσαία στρώματα βλέπουν τα εργασιακά δικαιώματα και το βιοτικό επίπεδό τους να συρρικνώνονται στον βωμό της παγκοσμιοποίησης. Η πολυετής οικονομική στασιμότητα διέψευσε το αρχικό αφήγημα ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι παράγοντας ευημερίας για όλους τους συμμετέχοντες.
Αποδείχθηκε ότι ο μεγάλος κερδισμένος από την επιβολή του ευρώ είναι η Γερμανία και ο μεγάλος χαμένος η ευρωπαϊκή περιφέρεια. Αποδείχθηκε πως η Ευρωζώνη είναι τοξική. Γι’ αυτό και χώρες-μέλη που ετοιμάζονταν να εισέλθουν, όπως π.χ. η Πολωνία, δεν διαβαίνουν το κατώφλι.
Προκαταλήψεις και αντιθέσεις που υποτίθεται ότι ανήκαν οριστικά στο παρελθόν έχουν επανέλθει στο προσκήνιο. Η κρίση ενεργοποίησε παλαιά ρήγματα, δημιούργησε νέα και συνολικά βάθυνε το χάσμα ανάμεσα στις άρχουσες ελίτ και στις λαϊκές τάξεις. Όσο το ενοποιητικό εγχείρημα γινόταν περισσότερο αντιπαθητικό στους πιεζόμενους μικρομεσαίους, τόσο αυτοί παλινδρομούσαν στο οικείο πλαίσιο του εθνικού κράτους.
Τα μηνύματα ήταν πολλά και ηχηρά τα τελευταία χρόνια. Δεν προέκυψε από το πουθενά η εμφάνιση και εντυπωσιακή άνοδος ενός νέου ευρωσκεπτικιστικού ρεύματος σ’ όλες σχεδόν τις χώρες-μέλη, ακόμα και σ’ αυτές που μέχρι πριν μερικά χρόνια εμφάνιζαν τεράστια ποσοστά ευρωπαϊσμού.
Το παραδοσιακό ηγεμονικό δίπολο κεντροδεξιά-κεντροαριστερά χάνει συνεχώς έδαφος. Δεν είναι μόνο η Ελλάδα που λόγω Μνημονίων ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Χρυσή Αυγή. Στην Ιταλία το κίνημα του Γκρίλο έχει εδραιωθεί, επειδή έχει σημαία του την έξοδο από το ευρώ. Στη Γαλλία πρώτο κόμμα είναι το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν. Στην Ισπανία οι Ποδέμος είναι προ των πυλών της εξουσίας. Στην Αυστρία ο ακροδεξιός υποψήφιος έχασε την Προεδρία της Δημοκρατίας για λίγες ψήφους. Στην Πολωνία και στην Ουγγαρία έχουν εκλεγεί κυβερνήσεις που αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία του ευρωιερατείου. Ακόμα και στην ίδια την ωφελημένη Γερμανία υπάρχει αντι-ευρώ κόμμα που έχει υπερβεί δημοσκοπικά το 15%.
Σ’ αυτό το πολιτικό κλίμα ήρθαν να προστεθούν αφενός η διόγκωση του προσφυγικού-μεταναστευτικού κύματος, αφετέρου οι επιθέσεις της ισλαμικής τρομοκρατίας. Η ανασφάλεια τροφοδοτεί τα ευρωσκεπτικιστικά και ξενοφοβικά κινήματα, γεγονός που υπονομεύει περαιτέρω το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η Λεπέν έσπευσε να ζητήσει την πραγματοποίηση δημοψηφίσματος για παραμονή ή έξοδο από την ΕΕ και στη Γαλλία. Κατά πόδας και ο ηγέτης της ολλανδικής ακροδεξιάς Βίλντερς. Δεν αποκλείεται καθόλου να εκδηλωθούν αντίστοιχες τάσεις και σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης.
Πώς αντιδρούσε σ’ όλα αυτά το ευρωιερατείο, η ολιγαρχία του χρήματος και τα συστημικά Μίντια; Μέχρι το Brexit, με έκδηλη αλαζονεία και πολιτική τύφλωση δεν έκανε τίποτα για να αναχαιτίσει το ευρωσκεπτικιστικό ρεύμα. Η μόνη αντίδρασή του ήταν να αναγορεύσει τον «εθνολαϊκισμό» στο απόλυτο κακό. Με αυτή την προπαγανδιστική ρομφαία επιχείρησε να καταστείλει ιδεολογικά την πολιτική εκδήλωση των κοινωνικών αντιδράσεων.
Μέσα σ’ αυτό το ευρωπαϊκό τοπίο κατέστη δυνατή η υπερψήφιση του Brexit. Μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος, σύσσωμο το ευρωιερατείο προσπαθεί με κάθε τρόπο να διαβεβαιώσει ότι δεν πρόκειται για την αρχή του τέλους της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Ο Ολάντ ζήτησε επανεκκίνηση του ευρωπαϊκού οράματος, αλλά είναι πολλοί πλέον που θεωρούν ότι έχει υποστεί ανήκεστο βλάβη. Όσο κι αν δεν το ομολογούν το Brexit θα λειτουργήσει σαν ντόμινο. Θα επιταχύνει τις φυγόκεντρες τάσεις και ως εκ τούτου την αποδιάρθρωση της ΕΕ.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τις Βρυξέλλες, το ενδεχόμενο μίας εντυπωσιακής κίνησης εκ μέρους της Μέρκελ και του Ολάντ με σκοπό τη φυγή προς τα εμπρός δεν είναι πιθανή. Ο λόγος είναι ότι στα ζωτικά διαφωνούν. Επιπροσθέτως και οι δύο έχουν εκλογές το 2017 και δεν επιθυμούν να ανοίξουν μέτωπα.
Πιθανή είναι η ανάληψη πρωτοβουλιών στην εξωτερική πολιτική και άμυνα. Κυρίως με δρομολόγηση δημιουργίας προπλάσματος ευρωπαϊκού στρατού. Πρόκειται για πρωτοβουλία που είχε προσκρούσει στην αντίθεση της Βρετανίας. Όλα δείχνουν ότι θα επικρατήσει μία περίοδος ακινησίας. Είναι πολλοί πλέον αυτοί που διαφωνούν με τις σχεδόν εκβιαστικές προτροπές για περαιτέρω συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών, οι οποίες είναι η άλλη όψη της “ρυθμιστικής βουλιμίας” των κοινοτικών μανδαρίνων.
Ένα δεύτερο ζήτημα που ανέδειξε το Brexit είναι η δήλωση Γιούνκερ ότι δεν εμπιστεύεται τα δημοψηφίσματα, επειδή οι ψηφοφόροι παρασύρονται! Πώς να εμπιστευτεί άσχετους πολίτες που όταν πάνε στις κάλπες χαλάνε τα σχέδια των “σοφών” εξουσιαστών; Πρόκειται για κραυγαλέο πολιτικό πατερναλισμό.
Η θέση περί ανεύθυνων πολιτών που αγνοούν τα προς κρίση ζητήματα και παρασύρονται από λαϊκιστές αναπαράγεται και διαχέεται ολοένα και περισσότερο από τις άρχουσες ελίτ. Στην πραγματικότητα ξανασερβίρεται μία παρωχημένη ολιγαρχική-αριστοκρατική θέση, η οποία ακυρώνει την πεμπτουσία της δημοκρατίας.
Την πολιτική “εργολαβία” του Brexit έφεραν σε πέρας οι δυνάμεις του παραδοσιακού βρετανικού ευρωσκεπτικισμού. Οι Εργατικοί του Κόρμπιν υποστήριξαν τη θέση της ευρωπαϊκής Αριστεράς ότι ναι μεν η ΕΕ έχει πολλά προβλήματα, αλλά πρέπει να αλλάξει από τα μέσα. Η θέση αυτή τελικά τους έφερε δίπλα-δίπλα με τις άρχουσες ελίτ και σε αντίθεση με ψηφοφόρους τους.
Επειδή το δόγμα της αλλαγής εκ των έσω έχει μέχρι τώρα αποδειχθεί παρηγορητικός λόγος χωρίς πολιτικό αντίκρισμα, τα πληττόμενα μικρομεσαία στρώματα κατά κανόνα γυρίζουν την πλάτη στην Αριστερά. Εκτός αυτού και επειδή έχει την τάση να υποτιμάει τις κοινωνικές παρενέργειες και τα προβλήματα δημόσιας ασφάλειας που προκαλεί το μεταναστευτικό κύμα.
Εξαιρέσεις είναι η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Εκεί, λόγω και της ιστορίας, το αντισυστημικό ρεύμα τροφοδότησε κυρίως την Αριστερά. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, όμως, φαίνεται ότι χάνει το τρένο. Το αντισυστημικό ρεύμα τροφοδοτεί τα ευρωσκεπτικιστικά και ξενοφοβικά κόμματα.
Παρόλα αυτά, το Brexit αναμένεται να ωθήσει του Ισπανούς ψηφοφόρους που σήμερα πάνε στις κάλπες προς την κατεύθυνση της αλλαγής. Κι αυτό, επειδή η ψήφος των Βρετανών ενισχύει όχι μόνο τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα, αλλά συνολικά τις αντισυστημικές δυνάμεις.
Ένας από τους λόγους που το ευρωιερατείο απέφυγε βιαστικές κινήσεις είναι ότι ήθελε να μην επιβαρύνει το κλίμα για το κόμμα Ραχόι στην Ισπανία. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, οι κινήσεις θα γίνουν από τη Δευτέρα και πάντα κατά τρόπο που να λαμβάνονται υπόψη και τα δύο μέτωπα.
Η επίδραση του Brexit αναμένεται να είναι μεγαλύτερη στις ΗΠΑ και μάλιστα υπέρ της υποψηφιότητας του Τράμπ. Όχι μόνο επειδή ο ιδιότυπος Ρεπουμπλικανός υποψήφιος πρόεδρος υποστήριξε εξαρχής την έξοδο της Βρετανίας. Το γεγονός ότι παρά τον προπαγανδιστικό βομβαρδισμό οι Βρετανοί αψήφησαν τις απειλές έχει τη δύναμη του παραδείγματος. Ωθεί όσους Αμερικανούς θέλουν να ψηφίσουν τον Τραμπ για να στείλουν μήνυμα στο κατεστημένο, να ξεπεράσουν τον φόβο που καλλιεργούν τα συστημικά Μίντια ότι αυτή η ψήφος είναι επικίνδυνη.
Μετά τη νίκη του Brexit είναι σαφές πως το ευρωιερατείο έχει ζωτική ανάγκη να δείξει πως η υπόλοιπη ΕΕ είναι αρραγής. Με άλλα λόγια, δεν έχει την πολυτέλεια να αναζωπυρώσει την ελληνική κρίση. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάψει απαιτεί από την Ελλάδα την εφαρμογή του Μνημονίου. Σημαίνει, όμως, ότι αντικειμενικά διευρύνονται τα περιθώρια διαπραγμάτευσης της Αθήνας. Είναι ενδεικτικό ότι ο Τσίπρας έσπευσε να εκφράσει την πρόθεση να επαναδιαπραγματευθεί και το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων και την περικοπή των εργασιακών δικαιωμάτων.
Πολλά θα κριθούν από το αποτέλεσμα των ισπανικών εκλογών. Εάν εκεί σχηματισθεί αριστερόστροφη κυβέρνηση, θα διευρυνθούν τα περιθώρια κινήσεων του Ρέντσι. Το Βερολίνο εκ των πραγμάτων θα βρεθεί σε διλήμματα όσον αφορά όχι μόνο τον τρόπο αντιμετώπισης των νοτιοευρωπαίων, αλλά και συνολικά του τρόπου που η Γερμανία θα δει εφεξής την Ευρωζώνη.
Ανάρτηση από: https://piotita.gr