«Η επένδυση στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης είναι η μεγαλύτερη επένδυση στη Βόρεια Ελλάδα» τόνισε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Η σωστή διατύπωση μάλλον είναι ότι η επένδυση στο λιμάνι θα ήταν η μεγαλύτερη στη Βόρεια Ελλάδα, αν οι μνημονιακές κυβερνήσεις δεν είχαν αποφασίσει να το πουλήσουν «κοψοχρονιά», με πρόσχημα την υποτιθέμενη ανάπτυξη. Αλλά μερικές, πραγματικές επενδύσεις, δεν αρέσουν και πολύ...
Του Θάνου Καμήλαλη
Η
περίπτωση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης παρουσιάζει κοινά σημεία με τις
προηγούμενες, ήδη «επιτυχημένες» ιδιωτικοποιήσεις, στις οποίες δεσμεύτηκαν οι
προηγούμενες κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας και ολοκλήρωσε τους προηγούμενους
μήνες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Πλέον η διαδικασία είναι λίγο – πολύ γνωστή.
Το ελληνικό κράτος πουλάει κερδοφόρες δημόσιες δομές, με σκοπό τα έσοδα να
δοθούν άμεσα για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους της χώρας (αποπληρώνοντας
απλώς λίγες εβδομάδες χρέους). Το ξεχωριστό στην περίπτωση του ΟΛΘ είναι ότι
εδώ και χρόνια υπάρχουν ολοκληρωμένες μελέτες για ένα αναπτυξιακό επενδυτικό
πλάνο, που μπορεί να εκτελεστεί από τον δημόσιο ΟΛΘ χωρίς να επιβαρυνθεί
οικονομικά το κράτος. Επενδύσεις σημαντικά μεγαλύτερες από τα όρια που θέτει το
ΤΑΙΠΕΔ για τον επόμενο ιδιοκτήτη του δεύτερου μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας.
Φαίνεται όμως ότι μερικές επενδύσεις δεν… αρέσουν στο ΤΑΙΠΕΔ, που στο παρελθόν
έχει σταματήσει και τώρα προσπαθεί να αγνοήσει τα υπάρχοντα σχέδια για την
ανάπτυξη του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.
Πωλείται
κερδοφόρο λιμάνι, τιμές λογικές
Η
ΟΛΘ Α.Ε. είναι μια σταθερά κερδοφόρα εταιρεία. Εκτός αυτού ο νέος αγοράστης θα πάρει
«προίκα» και τα 80 εκατ. ευρώ αποθεματικά της.
Παρά
τις δυσκολίες της οικονομικής κρίσης, η ΟΛΘ Α.Ε, όπως ο ΟΛΠ και τα 14 περιφερειακά
αεροδρόμια, είναι μια σταθερά κερδοφόρα εταιρεία για το ελληνικό Δημόσιο. Το διάστημα
2011-2015, το σύνολο των διανεμόμενων κερδών ανήλθε σε 81.244.800 ευρώ (από τα οποία
60,3 εκατ. ήταν το μερίδιο του ελληνικού Δημοσίου). Την ίδια περίοδο, το ελληνικό
κράτος εισέπραξε 5,2 εκατ. ευρώ περίπου (2% επί του κύκλου εργασιών) ως αντάλλαγμα
για την παραχώρηση της χρήσης του λιμένα. Ένα στοιχείο επίσης που πιθανότατα θα
αποσιωπηθεί όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία πώλησης, είναι ότι διαθέτει στο ταμείο
του περίπου 80 εκατ. ευρώ αποθεματικά, κάτι που μειώνει σημαντικά τα πραγματικά
έσοδα από την ιδιωτικοποίησή του. Το ύψος του αποθεματικού του ταμείου είναι αυτό
που, σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένους συμβούλους επιχειρήσεων, επιτρέπει την υλοποίηση
μεγάλων επενδύσεων χωρίς την ανάγκη ιδιωτικοποίησης του.
Το 2011 η πολυεθνική σύμβουλος επιχειρήσεων Deloitte εκπόνησε για λογαριασμού του ΟΛΘ ένα ολοκληρωμένο επιχειρησιακό σχέδιο, με επενδύσεις ύψους 234,9 εκατ, ευρώ που κρίνονταν απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες για τη διατήρηση και την ενίσχυση της ανταγωνιστικής θέσης του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Η Deloitte (βλ. προηγούμενο ρεπορτάζ του TPP) διαπίστωσε αφενός τα στρατηγικά πλεονεκτήματα του ΟΛΘ έναντι των ανταγωνιστικών λιμανιών της Ευρώπης, αφετέρου το ότι το κόστος για τις επενδύσεις επέκτασης θα μπορούσε να προέλθει αποκλειστικά από τα ταμειακά διαθέσιμα του Οργανισμού, τη μελλοντική κερδοφορία του και τη χρηματοδότηση του 50% από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων μέσω δανείου με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους (π.χ. χαμηλό επιτόκιο, 5ετής περίοδος χάριτος, 20ετής διάρκεια αποπληρωμής). Η Deloitte έκρινε επίσης ότι η επένδυση θα έπρεπε να ξεκινήσει άμεσα, με στόχο να έχει ολοκληρωθεί το κύριο μέρος της τα πρώτα 5 χρόνια και το πλήρες σχέδιο σε ορίζοντα 13 ετών.
Έχοντας πάρει και την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το τότε Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΛΘ επιχείρησε να θέσει το έργο σε εφαρμογή, μετά από μια σειρά καθυστερήσεων ωστόσο (με υπαίτιο τον Άκτωρα), το σχέδιο προσέκρουσε στην κατηγορηματική άρνηση του ΤΑΙΠΕΔ, που είχε το πλειοψηφικό πακέτο της εταιρείες ενόψει ιδιωτικοποίησης, να δώσει την έγκριση του στις επενδύσεις. Η επιστολή του Ταμείου ανέφερε τότε ότι «το συμφέρον του μετόχου εξυπηρετείται καλύτερα εφόσον δεν αναληφθούν τέτοιες σημαντικές δεσμεύσεις, ενόψει της σχεδιαζόμενης αποκρατικοποίησης». Φαίνεται ότι το ΤΑΙΠΕΔ προτίμησε να μην αφήσει τον ΟΛΘ να προχωρήσει στην υλοποίηση του business plan, αφενός για επικοινωνιακούς λόγους (κι όμως, μπορούν να γίνουν επενδύσεις σε δημόσιες δομές), αφετέρου για να αυξήσει πλασματικά τα έσοδα από την επικείμενη ιδιωτικοποίηση που πρόκειται να παρουσιάσει, εμφανίζοντας τον ιδιώτη επενδυτή να προχωρεί σε επένδυση εκατοντάδων εκατ στο λιμάνι και αποκρύπτοντας το από πού θα προέλθουν στην πραγματικότητα τα χρήματα (τακτική που έχει ήδη ακολουθήσει στην περίπτωση των «επενδύσεων» της COSCO στον ΟΛΠ).
Σύμφωνα με πληροφορίες, η υπόθεση της ακύρωσης της επένδυσης ερευνάται από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών μετά από παραγγελία του Εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς
Το 2011 η πολυεθνική σύμβουλος επιχειρήσεων Deloitte εκπόνησε για λογαριασμού του ΟΛΘ ένα ολοκληρωμένο επιχειρησιακό σχέδιο, με επενδύσεις ύψους 234,9 εκατ, ευρώ που κρίνονταν απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες για τη διατήρηση και την ενίσχυση της ανταγωνιστικής θέσης του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Η Deloitte (βλ. προηγούμενο ρεπορτάζ του TPP) διαπίστωσε αφενός τα στρατηγικά πλεονεκτήματα του ΟΛΘ έναντι των ανταγωνιστικών λιμανιών της Ευρώπης, αφετέρου το ότι το κόστος για τις επενδύσεις επέκτασης θα μπορούσε να προέλθει αποκλειστικά από τα ταμειακά διαθέσιμα του Οργανισμού, τη μελλοντική κερδοφορία του και τη χρηματοδότηση του 50% από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων μέσω δανείου με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους (π.χ. χαμηλό επιτόκιο, 5ετής περίοδος χάριτος, 20ετής διάρκεια αποπληρωμής). Η Deloitte έκρινε επίσης ότι η επένδυση θα έπρεπε να ξεκινήσει άμεσα, με στόχο να έχει ολοκληρωθεί το κύριο μέρος της τα πρώτα 5 χρόνια και το πλήρες σχέδιο σε ορίζοντα 13 ετών.
Έχοντας πάρει και την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το τότε Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΛΘ επιχείρησε να θέσει το έργο σε εφαρμογή, μετά από μια σειρά καθυστερήσεων ωστόσο (με υπαίτιο τον Άκτωρα), το σχέδιο προσέκρουσε στην κατηγορηματική άρνηση του ΤΑΙΠΕΔ, που είχε το πλειοψηφικό πακέτο της εταιρείες ενόψει ιδιωτικοποίησης, να δώσει την έγκριση του στις επενδύσεις. Η επιστολή του Ταμείου ανέφερε τότε ότι «το συμφέρον του μετόχου εξυπηρετείται καλύτερα εφόσον δεν αναληφθούν τέτοιες σημαντικές δεσμεύσεις, ενόψει της σχεδιαζόμενης αποκρατικοποίησης». Φαίνεται ότι το ΤΑΙΠΕΔ προτίμησε να μην αφήσει τον ΟΛΘ να προχωρήσει στην υλοποίηση του business plan, αφενός για επικοινωνιακούς λόγους (κι όμως, μπορούν να γίνουν επενδύσεις σε δημόσιες δομές), αφετέρου για να αυξήσει πλασματικά τα έσοδα από την επικείμενη ιδιωτικοποίηση που πρόκειται να παρουσιάσει, εμφανίζοντας τον ιδιώτη επενδυτή να προχωρεί σε επένδυση εκατοντάδων εκατ στο λιμάνι και αποκρύπτοντας το από πού θα προέλθουν στην πραγματικότητα τα χρήματα (τακτική που έχει ήδη ακολουθήσει στην περίπτωση των «επενδύσεων» της COSCO στον ΟΛΠ).
Σύμφωνα με πληροφορίες, η υπόθεση της ακύρωσης της επένδυσης ερευνάται από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών μετά από παραγγελία του Εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς
Μικρότερες
επενδύσεις μετά την ιδιωτικοποίηση
Την άνοιξη του 2016 και μετά την ίδια διαδικασία (απόφαση διοίκησης ΟΛΘ και μελέτη διεθνούς συμβούλου επιχειρήσεων) ο Οργανισμός του λιμανιού της Θεσσαλονίκης εκπονεί νέο επιχειρησιακό σχέδιο για την περίοδο 2017-2021. Το νέο business plan εντάσσεται στη νέα Σύμβαση Παραχώρησης Ελληνικού Δημοσίου – ΟΛΘ Α.Ε και λόγω της σταθερής κερδοφορίας του λιμανιού, αυξάνει το ύψος των απαραίτητων επενδύσεων στις οποίες πρέπει να προχωρήσει, τονίζοντας ξανά ότι έχει τις δυνατότητες να το πετύχει, χωρίς κρατική ενίσχυση ή ιδιωτικοποίηση. Το πολυσέλιδο νέο σχέδιο προβλέπει μεταξύ άλλων:
·
Επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 309 εκατ την
πενταετία 2017-2021
·
Συνολικό επενδυτικό πρόγραμμα 833 εκατ την
περίοδο 2017-2050
·
Μελέτη για χαμηλό, βασικό και υψηλό σενάριο
ζήτησης
·
Επιπλέον 160-240 νέες θέσεις εργασίας, αναλόγως
του σεναρίου ζήτησης
Απόσπασμα
από την απόρρητη μελέτη πολυεθνικής συμβούλου επιχειρήσεων για το λιμάνι της
Θεσσαλονίκης.
Αξίζει να αναφέρουμε ενδεικτικά ότι στον Πειραιά, η COSCO έχει
δεσμευθεί μόνο σε υποχρεωτικές επενδύσεις ύψους 350 εκατ. ευρώ την επόμενη
δεκαετία (με έξοδα από κοινοτικά προγράμματα βέβαια).
Το
σχέδιο του δημοσίου ΟΛΘ για επενδύσεις περιέχει 309 εκατ. ευρώ την πενταετία
2017-2021. Στο ίδιο διάστημα το ΤΑΙΠΕΔ ζητάει 180 εκατ.
Ωστόσο
παρά τις σχετικές μελέτες και το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων,
το ΤΑΙΠΕΔ σύμφωνα με πληροφορίες ζητάει από τους υποψήφιους επενδυτές δέσμευση
για υποχρεωτικές επενδύσεις μόνο 180 εκατ. ευρώ (το ανέφερε άλλωστε και ο
Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ), συν 30 εκατ. την δεύτερη πενταετία, ενώ για το διάστημα
μέχρι το 2050, που το σχέδιο του ΟΛΘ μιλάει για επενδύσεις μισού δισ.δεν θα
υπάρχει καμία δέσμευση από τον ιδιώτη. Η απόφαση του Ταμείου να θέσει τόσο
χαμηλό όριο προκαλεί ερωτηματικά για το εάν όντως η σχεδιαζόμενη ιδιωτικοποίηση
θα είναι προς το συμφέρον του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, της πόλης γενικότερα
αλλά και του ελληνικού κράτους. Σε μελέτη της για τον ΟΛΘ η διεθνής εταιρεία
Ocean Shipping Consultants (O.S.C.) σημειώνει «τα μελλοντικά μεγέθη του λιμένα
είναι σε συνάρτηση με την επένδυση για την αύξηση της δυναμικότητάς του. Η
ανάγκη επέκτασης του λιμένα είναι σαφής και αδιαμφισβήτητη». Παράλληλα
εκφράζονται σοβαρές ανησυχίες για το εάν στη συμφωνία ΤΑΙΠΕΔ – ιδιώτη επενδυτή
θα υπάρχουν σαφείς δεσμεύσεις για το εργασιακό καθεστώς των εργαζομένων του ΟΛΘ
καθώς και για νέες θέσεις εργασίας.
Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του λιμανιού της Θεσσαλονίκης προχωράει και αναμένεται να βρίσκεται να φάση ολοκλήρωσης μέχρι το τέλος του έτους. Στο επόμενο διάστημα θα διαβάσουμε όλα τα «συνοδευτικά» μιας ιδιωτικοποίησης, για το πώς η διαδικασία ήταν επιτυχημένη, για το πώς το ύψος των επενδύσεων είναι σημαντικό και για την ανάπτυξη που έρχεται. Ωστόσο ιδιαίτερα στην περίπτωση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, το (νεοφιλελεύθερο) αφήγημα ότι μόνο ένας ιδιώτης μπορεί να φέρει επενδύσεις, μοιάζει να καταρρίπτεται.
Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του λιμανιού της Θεσσαλονίκης προχωράει και αναμένεται να βρίσκεται να φάση ολοκλήρωσης μέχρι το τέλος του έτους. Στο επόμενο διάστημα θα διαβάσουμε όλα τα «συνοδευτικά» μιας ιδιωτικοποίησης, για το πώς η διαδικασία ήταν επιτυχημένη, για το πώς το ύψος των επενδύσεων είναι σημαντικό και για την ανάπτυξη που έρχεται. Ωστόσο ιδιαίτερα στην περίπτωση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, το (νεοφιλελεύθερο) αφήγημα ότι μόνο ένας ιδιώτης μπορεί να φέρει επενδύσεις, μοιάζει να καταρρίπτεται.
Τα
20€ σου αξίζουν όσο τα 246 εκατομμύριά τους
Αυτοί
διαθέτουν 246 εκατομμύρια για να αγοράσουν τη δυνατότητα να χειραγωγούν την
γνώμη σου. Το ThePressProject όμως χρειάζεται μόνο 2.000 ανθρώπους
διατεθειμένους να προσφέρουν 20€ για να κάνει το
μεγαλύτερο βήμα στη δημοσιογραφία και να προσφέρει καθημερινά 3 φορές
περισσότερο πρωτογενές ρεπορτάζ σαν και αυτό. Εμείς δημοσιογραφούμε έχοντας στο
νου μας τα δικά σου συμφέροντα και όχι τα δικά τους. Εσύ ποιον στηρίζεις;
Ευχαριστώ τον φίλο Κοσμά Τ.