Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

Ένα μέτρο κρίσης για την Αριστερά

Ήταν φθινόπωρο του 1977. Ο Μισέλ Φουκώ συζητούσε για τον εγκλεισμό, την ψυχιατρική, τη φυλακή. Κάποια στιγμή, έγινε αναφορά στις λατινοαμερικανικές δικτατορίες της δεκαετίας του ’70 (για τις οποίες ο δυτικός καπιταλισμός συνήθως είτε ξεροκατάπινε είτε έβρισκε λόγους ανοιχτής στήριξης). O Jean-Pierre Faye επεσήμανε ότι στην Αργεντινή οι ψυχίατροι της Αριστεράς και τάσεις της αντιψυχιατρικής στοχοποιούνταν από το καθεστώς.

Του Νίκου Σκοπλάκη

Αυτή η επισήμανση έδωσε το έναυσμα στον Φουκώ να παρουσιάσει μα πολύ ενδιαφέρουσα αντίστιξη: «Δεν ξέρω καλά την Αργεντινή. Γνωρίζω λίγο την Βραζιλία. Η κατάσταση εκεί πέρα είναι ιδιαιτέρως περίπλοκη. Διότι είναι απολύτως αληθινό ότι αφενός Βραζιλιάνοι γιατροί συμμετέχουν στις ανακρίσεις που λαμβάνουν μορφή βασανιστηρίων. Δίνουν συμβουλές… Και είναι βέβαιο ότι υπάρχουν ψυχίατροι που συμμετέχουν σ’ αυτό. Πιστεύω πως μπορώ να επιβεβαιώσω ότι υπάρχει τουλάχιστον ένας ψυχίατρος στο Ρίο, ο οποίος είναι σύμβουλος βασανιστηρίων. [...] Και όχι ένας ψυχαναλυτής χαμηλής βαθμίδας, αλλά μία προσωπικότητα που αναφέρεται στις πιο εκλεπτυσμένες μορφές της σύγχρονης ψυχανάλυσης… Από την άλλη πλευρά, είναι απολύτως βέβαιο ότι υπάρχουν εκεί πέρα ψυχαναλυτές και ψυχίατροι που είναι θύματα της πολιτικής καταστολής. Και που έχουν καταφέρει να πάρουν πρωτοβουλίες δράσης στην αντίθετη κατεύθυνση, στην αντιπολίτευση. Επικεφαλής μιας πολύ σημαντικής διαδήλωσης ενάντια στην καταστολή, στη διάρκεια των ετών 1968-1969, βρήκα έναν ψυχαναλυτή από το Ρίο».

Μια παρόμοια αντίστιξη θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε και στην εποχή της καπιταλιστικής κρίσης, κατά την οποία η ενοποίηση του πληθυντικού θρυμματισμού της κοινωνίας από τους οργανικούς διανοούμενους του νεοφιλελευθερισμού σε μια ακόμα πιο αυταρχική σύνθεση έρχεται αντιμέτωπη με πρωτοπόρες κοινωνικές αντιστάσεις, οι οποίες απορρίπτουν όχι μόνο τη νεοφιλελεύθερη οικονομική διαχείριση, αλλά και τις ιδεολογικές και κοινωνικές συντεταγμένες της. Τα «ευγενή» κατορθώματα του συστημικού life-style απειλούνται από μια ριζική, δημοκρατική κριτική, η οποία χτυπά κατ’ ευθείαν στον πυρήνα της ψυχοπολιτικής τους διαχείρισης. Το συστημικό life-style γαντζώνεται στα ερείσματά του αναδιατάσσοντάς τα ποικιλοτρόπως, ώστε να πλαγιοκοπήσει από παντού μια δημοκρατική κριτική, η οποία αρνείται να συσσωματωθεί τακτικιστικά στην ιδεολογική στρατηγική του, δεν ενσωματώνει «γεφυροποιές» εννοιολογικές πιρουέτες στον λόγο της και επιδιώκει να απεμπλέξει τις κοινωνικές αναγνώσεις από την κηδεμονία των νεοφιλελεύθερων οργανικών διανοουμένων.
Αυτή η εξέλιξη ενέχει τον μέγιστο κίνδυνο να εκπαιδευτεί στις καταπιεζόμενες τάξεις η δυνατότητα ενός βλέμματος, το οποίο θα συλλάβει την ετερογένεια του ταξικού και του κοινωνικού, καταστρέφοντας την λεπτή και συγχρόνως βάναυση ιδεολογική αρχιτεκτονική του νεοφιλελευθερισμού, επομένως και τα προνόμια των αρχιτεκτόνων αλλά και των μπετατζήδων του. Έτσι, μπορεί να επικρατήσει μια ηγεμονική συγχρονικότητα των κοινωνικών αντιστάσεων, η οποία θα ενοποιήσει τον πληθυντικό θρυμματισμό της κοινωνίας σε μια πραγματική αριστερή διέξοδο με κοινωνική και οικονομική δημοκρατία, όχι λιγότερο και δημοκρατία της γνώσης. Δεν είναι, λοιπόν, καιροί για τέτοια βλέμματα, εξ ου και το συστημικό life-style γαντζώνεται στα ερείσματά του με την πυκνή βία μιας κατασταλτικής πνευματικότητας: ευπρόσδεκτοι και σοβαροί ανακηρύσσονται οι κατασταλτικοί ψυχολογισμοί της ενοχοποίησης, οι φορείς δηλητηριώδους χλεύης για ό, τι απομυθοποιεί το «know-how» της συμπιεζόμενης πολιτοφροσύνης, της απονεύρωσης του ταξικού, της πολιτικής ακύρωσης των καταπιεζόμενων τάξεων. Ευπρόσδεκτοι και σοβαροί συστήνονται οι ζηλωτές, οι μισθοφόροι και οι λογχοφόροι σταυρωτές που κατατεμαχίζουν κάθε εννοιολόγηση και κάθε πολιτισμικά θησαυρισμένη γνώση, ώστε να την επιβάλουν με αδρομερείς συγχωνεύσεις και αποτρόπαιες συρραφές ως «αίρεση», απέναντι σε αυτό που παραπλανητικά, ύπουλα και αυτάρεσκα αποκαλούν «δόγμα», δηλαδή την υπόσχεση κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής χειραφέτησης, με την κοινωνία όχι μόνο όρθια, αλλά και ομιλούσα.
Η γραμμή επαφής αυτής της «αίρεσης» με αυτό το «δόγμα» είναι η πρέσα που ισοπεδώνει τις έννοιες και τα νοήματα σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα μεταλλάσσει σε άγραφο χαρτί, το οποίο προορίζεται να απλωθεί ασφυκτικά πάνω από την κοινωνία και τις αντιθέσεις της. Πάνω σε αυτό το χαρτί καλούνται οι φορείς της «κατασταλτικής πνευματικότητας» να γράψουν τον λόγο των συστημικών επιταγών για την κοινωνία, με την κοινωνία φιμωμένη, υποταγμένη, πνιγμένη, παροχετεύοντας τις προσδοκίες της σε ένα νέο αδιέξοδο απομορφωτικής κατάτμησης. Αυτή η πρέσα συμπυκνώνει όλη την τεχνογνωσία του «μηχανικού των ψυχών» (που κανιβαλίζει και με παντοειδείς προβολές το ανάγει στα θύματά του), αλλά και την τεχνογνωσία της, κατά Ρεζίς Ντεμπραί, νεοφιλελεύθερης τηλεοπτικής εικονομίας, η οποία, με μοχλούς τα ακροδεξιά στερεότυπα και τον κοινωνικό δαρβινισμό των τεχνοκρατικών ελίτ, απέκτησε ένα ανεκτίμητο επιχειρησιακό κεφάλαιο για την αναπαραγωγή της δοσμένης εξουσίας. Στο φόντο της καπιταλιστικής κρίσης, μόνο οι απόλυτοι και αυθαίρετοι ορισμοί της κατασταλτικής πνευματικότητας μπορούν να στηρίξουν την κλονισμένη αυθεντία του άρχοντος συνασπισμού, διαμεσολαβώντας την ιδεολογία και την πρακτική της βίας του σε ένα περιβάλλον όπου θα κυριαρχεί η εξατομικευμένη οδύνη, το απολογητικό άγχος, η σιωπηλή διλημματικότητα στη στάση και τη δράση.
Μια εξήγηση που παρακολουθεί την εξέλιξη της κατασταλτικής πνευματικότητας στην Ελλάδα των Μνημονίων, δεν θα μπορούσε να προσπεράσει την κληρονομιά της θατσερικής Αγγλίας. Όχι μόνο επειδή η κατασταλτική πνευματικότητα στην Ελλάδα συναρπάζεται, ομολογημένα ή υπόρρητα, από τις βιοπολιτικές τεχνικές της νεοφιλελεύθερης μητρίδας, αλλά επειδή προσφέρονται παραδείγματα, τα οποία μας βοηθούν να κατανοήσουμε όψεις και πρακτικές των εγχώριων οργανικών του νεοφιλελευθερισμού και του συστημικού life-style. Ο έγκριτος αριστερός δημοσιογράφος, Owen Jones, δημοσίευσε το 2011 μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μονογραφία για τη δαιμονοποίηση της αγγλικής εργατικής τάξης, αλλά και των πρωτοπόρων κοινωνικών αντιστάσεων  και όσων συμβάλλουν στην οργάνωση συναινέσεων υπέρ αυτής της τάξης. Οργανικοί διανοούμενοι του νεοφιλελευθερισμού, δημοσιογράφοι, δημοσιολόγοι, ψυχολόγοι και ψυχίατροι, κοινωνιολόγοι και σκηνοθέτες, με όλες τις υλικές/ιδεολογικές πρακτικές των συστημικών ΜΜΕ, ενθέτουν στερεότυπα μίσους και κοινωνικού δαρβινισμού στον πυρήνα της καρικατούρας που περιφέρουν ως εικόνα των θυμάτων του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, με όλα τα οχήματα της πολιτιστικής βιομηχανίας, αλλά επίσης χαρακτηρίζουν και ταξινομούν ως κολάσιμη ανωμαλία κάθε ενοχλητική κριτική φωνή.
Σύμφωνα με τον Owen Jones, αυτό το μίσος «είναι κάτι πολύ περισσότερο από σνομπισμός. Είναι ταξικός πόλεμος», ενώ ο, τιδήποτε αντιτίθεται στη διάπλαση εξουθένωσης και διαρκούς καθυπόταξης, «συστηματικά γίνεται θρύψαλα σε εφημερίδες, στην τηλεόραση, στο facebook και στη γενική συζήτηση. Αυτό σημαίνει δαιμονοποίηση της εργατικής τάξης ». Ένα από τα πιο αποτρόπαια παραδείγματα αυτής της δαιμονοποίησης παραδίδεται με την ταινία «Eden Lake» του James Watkins, στην οποία οι κοινωνικά απαξιωμένοι παρουσιάζονται ως ψυχοπαθείς, θέσει και δυνάμει δολοφόνοι ωραίων, φωτογενών και επιτυχημένων εκλεκτών . Το είδος της ψυχιατρικοποίησης που ο Φουκώ ανέφερε ως συνεργό βασανιστηρίων, εμφανίζεται εδώ ως συνεργός ενοχοποίησης, συκοφαντίας και εξευτελισμού.
Στην Ελλάδα πριν από την κρίση, οι οργανικοί διανοούμενοι του νεοφιλελευθερισμού δημιουργούσαν αλυσίδες θαυμάτων για το καταναλωτικό φαντασιακό του ληστρικού εκσυγχρονισμού. Στις σημερινές συνθήκες, οι ίδιοι οργανικοί διανοούμενοι συσπειρώνουν το θεσμικό (και παραθεσμικό) διασκορπισμό τους στη νέα κεντροθέτηση που αποκαλώ κατασταλτική πνευματικότητα. Ο πειθαρχικός χώρος που εγκαθιδρύει, στοχεύει να εντατικοποιήσει στην κοινωνία με το στανιό οργανικές σχέσεις και σαθρές ιεραρχήσεις που εκείνη, με διαβαθμίσεις, όλο και περισσότερο απορρίπτει. Ως προς αυτό, κατασκευάζει αλυσίδες από «ηθικά παίγνια» (εν ου παικτοίς), τα οποία ανασυντάσσουν την κανονικοποίηση, σύροντας στην πρέσα της «αίρεσης» και του «δόγματος» τους «αυθάδεις», οι οποίοι εγκαλούν τους οργανικούς του νεοφιλελευθερισμού για καταστροφική μονοπώληση του πολιτισμού και της δημόσιας συζήτησης, δηλαδή για τον αποκλεισμό των καταπιεζόμενων τάξεων από οποιαδήποτε δυνατότητα κοινωνικού ελέγχου και συμμετοχής στην πολιτική.
Με εντατικό και εξαντλητικό ρυθμό προσπαθούν, όπως οι Άγγλοι ομόλογοί τους παραπάνω, να παρουσιάσουν το διεφθαρμένο, εκφασιστικό και ολιγαρχικό πεδίο εξουσίας τους σαν ένα αναγκαίο «δωμάτιο πανικού». Όσες/-οι διεκδικούν τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματά τους, ευτελίζονται σε στίφη με μαχαίρια στα δόντια: η ζωντανή και ενδυναμωμένη ταξική και πολιτική συνείδηση θα καθιστούσε άχρηστους τους τηλεοπτικούς και διαπλοκογραφικούς διαύλους της κατασταλτικής πνευματικότητας, θα την σάρωνε, απογυμνώνοντας τους ενοχοποιητικούς ψυχολογισμούς της. Γι’ αυτό, οι θεράποντες και οι θεραπαινίδες της χαρακτηρίζουν και ταξινομούν κάθε μορφή κοινωνικής αφύπνισης (πρωτογενή ή ώριμη) σαν εγκληματική και κολάσιμη ανωμαλία: οι καταπιεζόμενες τάξεις είθισται να διδάσκονται πρώτα τι πρέπει να καταλάβουν. Η άρνηση αυτού του έθους συνεπάγεται στιγματισμό και χρήση λάσπης-δεν μπορεί, κάτι από τον ακτινωτό και μιντιακό καταιονισμό ασυναρτησιών θα πιάσει (ή θα εκβιάσει). Άλλωστε, μόνο στο φόντο της άβουλης μάζας μπορεί να λάμπει το (φικτίβ) πνεύμα και μόνο όσο οι κοινωνικά πληττόμενοι ζουν ή πεθαίνουν στα πόδια της καλής θέλησης των πλουσίων, θα μπορούν να εξαργυρώνουν οι οργανικοί του νεοφιλελευθερισμού αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα: να κοινωνικοποιούν ημιμορφωτικά τον οίκτο, τη μιζέρια, την ενοχοποίηση και τον διασυρμό υπέρ πριγκίπων και πριγκιπισσών από τις ανθηρές εργολαβίες του παντός.
Είναι φθινόπωρο του 2013: Abyssus abyssum invocat, και οι τεχνικές της δαιμονοποίησης δεν μπορούν παρά να καθιστούν πιο αδίστακτο και αποκρουστικό τον μνημονιακό νεοφιλελευθερισμό όσο επικαθορίζουν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τη δημόσια συζήτηση. Η κοινωνική συμμαχία της Αριστεράς θα εκφραστεί αποτελεσματικότερα, θα επεξεργαστεί πολιτικά υποδείγματα ή έστω θα κατορθώσει να βιωθεί οσοδήποτε ως συλλογικότητα, μόνον εφόσον κατοχυρώνει και διευρύνει το πολιτικό της έδαφος στον απόλυτο αντίποδα αυτών των τεχνικών. Πολλές, ναι, πολλές τέτοιες τεχνικές συρρικνώνουν ή απειλούν την κοινωνική κίνηση για αριστερή διέξοδο. Ο βαθμός απόκρουσής τους θα είναι το μέτρο κρίσης για την Αριστερά.

Ανάρτηση από: http://rednotebook.gr