Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Εδώ και αρκετούς μήνες, τη χώρα σαρώνει ένας δικαστικός παροξυσμός. Όλα φαίνεται να ξεκίνησαν με την παραπομπή και καταδίκη Τσοχατζόπουλου, κλιμακώθηκαν με τις συλλήψεις και παραπομπές του αρχηγού και των βουλευτών της Χρυσής Αυγής και «γκαζώσανε» με την έρευνα των οικονομικών σκανδάλων για το ΤΤ και την παραπομπή Παπακωνσταντίνου.
Σε σημείο μάλιστα, η απογευματινή εφημερίδα του συγκροτήματος Λαμπράκη να αφιερώσει δύο ολόκληρες σελίδες, βάζοντας τον ηχηρό τίτλο «Βόμβα κάτω από την κάλπη» (1)
Το δισέλιδο άρθρο, ξεκινά με τη διαπίστωση πως ο μεγάλος χαμένος από τις εισαγγελικές έρευνες, είναι τα λεγόμενα «συστημικά κόμματα» που είναι φυσικά, για όποιον δεν το έχει καταλάβει, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Όλα τα υπόλοιπα κόμματα είναι προφανώς εκτός και εναντίον του «συστήματος», είναι «αντισυστημικά».
Αφού διαπιστώσει ένα «εισαγγελικό ξεσάλωμα», ο αρθρογράφος επισημαίνει πως την εποχή του αμαρτωλού ΤΤ, «δίνονταν αφειδώς δάνεια» και «ο απλός κόσμος ξεχνάει ότι κι αυτός έπαιρνε με ευκολία ένα καταναλωτικό δανειάκι των 5,000 ευρώ».
Αυτή είναι μάλλον μια καινούργια εκδοχή του «μαζί τα φάγαμε». Εντάξει ρε παιδιά, μερικοί πήραν μεγάλα δάνεια χωρίς εγγυήσεις. Αλλά και σείς, μην το ξεχνάτε, παίρνατε διακοποδάνεια με μιαν απλή υπογραφή, χωρίς να σας ζητά η τράπεζα υποθήκη το σπίτι σας. Νάμαστε δίκαιοι, έτσι; Αλλιώς θα πρέπει να κλείσουμε «καμμιά 500αριά τραπεζικά στελέχη στη φυλακή». Το γεγονός πως τα δάνεια των πολλών εκατομμυρίων καταλήξανε σε προσωπικούς λογαριασμούς των ληπτών, είναι μια λεπτομέρεια που η καλή εφημερίδα δεν βρίσκει το λόγο να αναφέρει. Το βασικό άλλωστε είναι η «δικαιοσύνη». Μαζί, όλοι μαζί παίρναμε δάνεια. Κι αυτοί με τα πολλά και μεις με τα λίγα.
Όπως επίσης δεν αναφέρει ποιοι και γιατί εκφράζουν «αμφιβολίες από κι ως που η εισαγγελία είναι ξαφνικά ο μοναδικός εκφραστής του δημοσίου συμφέροντος σε θέματα διοίκησης τραπεζών και οργανισμών».
Αντίθετα, αναφέρει την «αντίληψη» (ποιανών άραγε; Άλλο μυστήριο) που βλέπει τους εισαγγελείς να έχουν «ξεφύγει», να παίζουν «επικοινωνιακά παιχνίδια προαναγγέλλοντας διώξεις και να προεξοφλούν καταδίκες» και φυσικά καταγράφει την αγανάκτηση (ποιανών πάλι) για την κατάχρηση του μέτρου της προφυλάκισης για εγκλήματα «λευκού κολλάρου». Έτσι λένε τώρα αυτούς που λεηλάτησαν και ιδιοποιήθηκαν τη δημόσια περιουσία. Όχι, δεν λέγονται καταχραστές, τρωκτικά, λαμόγια. «Λευκά κολλάρα» λέγονται.
Πόσο διαφορετική ήταν η στάση και οι απαιτήσεις των εκδοτικών συγκροτημάτων, απέναντι στο «λευκό κολλάρο» του Κοσκωτά, το κεφάλι του οποίου ζητούσαν σε δίσκο και δεν υποχωρούσαν αν η εξουσία δεν τους το πρόσφερε, όπερ και εγένετο. Γιατί ο Κοσκωτάς, αντίθετα με τα όσα κατηγορείται ο Φιλιππίδης, δεν καταχράσθηκε χρήματα του Δημοσίου, ούτε των καταθετών της τράπεζας του, ούτε διασπάθισε δημόσιο χρήμα, ούτε το χάρισε σε ημετέρους για να πάρει τη μίζα του. Το μοναδικό του έγκλημα, ήταν ότι προσπάθησε και θα το κατόρθωνε, να εκθρονίσει τους βαρόνους της ενημέρωσης.
Προκειμένου να τον εμποδίσουν, οι άρχοντες των ΜΜΕ, δεν δίστασαν να προκαλέσουν πολιτική κρίση στη χώρα και θα έφταναν και στον εμφύλιο πόλεμο αν χρειαζόταν. Κι όταν χόρτασαν αίμα, δεν δίστασαν να κατηγορήσουν την αριστερά και τον Φλωράκη για το «βρώμικο 89» που οι ίδιοι είχαν προκαλέσει και δημιουργήσει.
Με την ίδια άνεση, το εκδοτικό συγκρότημα επισημαίνει σήμερα
την «εμμονή των ανακριτικών Αρχών να πιάσουν ντε και καλά πολιτικούς». Μάλιστα, καλά διαβάσατε. Οι ανακριτές έχουν ξεκινήσει πόλεμο κατά του πολιτικού συστήματος, των «συστημικών κομμάτων», και « η κατεύθυνση της έρευνας», είναι αποκλειστικά προς το ΠΑΣΟΚ. Κι εδώ βρίσκεται ο μεγάλος κίνδυνος, «η βόμβα κάτω από την κάλπη», αφού «το επόμενο θύμα της σκανδαλομανίας θα είναι η ΝΔ».
Αλλά, όλα κι όλα και τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης έχουν ξεκαθαρίσει «ότι δεν πρέπει και δεν μπορεί να υπάρξει παρέμβαση στην Εισαγγελία», αφού «η παραμικρή κίνηση θα θεωρηθεί απόπειρα συγκάλυψης».
Υπάρχει φυσικά και η αντίθετη άποψη, αυτή του «Πιτσιρίκου», που λέει πως η εισαγγελική θύελλα εκπορεύεται κατευθείαν από τη κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια παραπλάνησης της κοινής γνώμης πως τάχα επιχειρείται «κάθαρση». Ο στόχος είναι ένας. Η αντιστροφή των πτωτικών δημοσκοπήσεων. Κι ότι θα πάψει αμέσως μετά τις εκλογές του Μαϊου, κι αφού θα έχει πετάξει (η κυβέρνηση) μερικά ψίχουλα «πρωτογενούς πλεονάσματος» στο πόπολο.
Η εξέλιξη που υποψιάζεται ο απαισιόδοξος πιτσιρίκος, είναι συμβατή με την ιστορία και την κατάσταση της πατρίδας μας και γι’ αυτό πολύ πιθανή. Πόσες και πόσες υποθέσεις δεν έχουν κλείσει με απαλλακτικά βουλεύματα, αφήνοντας μια πικρή γεύση στο στόμα των κατώτερων στρωμάτων, που βλέπουν να διαιωνίζεται το κράτος αδικίας και διαφθοράς.
Ακόμη και η μοναδική μέχρι σήμερα καταδίκη του Τσοχαντζόπουλου στηρίχθηκε στις ουσιαστικά αόριστες κατηγορίες για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, αφού για τα πραγματικά εγκλήματα της διαφθοράς, της εθνικής μειοδοσίας και της διασπάθισης της δημόσιας περιουσίας, είχε φροντίσει να τον απαλλάξει ο Βενιζέλος, όπως φρόντισε ν’ απαλλάξει και τον εαυτό του μαζί με όλους όσους κυβέρνησαν και ευθύνονται για τα ίδια εγκλήματα. Το πιο πιθανό λοιπόν, είναι να δούμε σε λίγα χρόνια τον Τσοχαντζόπουλο ν’ απαλλάσσεται από δευτεροβάθμιο ή τριτοβάθμιο δικαστήριο.
Αν έχει δίκιο ο «Πιτσιρίκος», τότε γιατί ανησυχεί η εφημερίδα του συγκροτήματος; Και γιατί «έτερος υπουργός της συγκυβέρνησης» σχολιάζει ότι «οι εισαγγελείς έχουν υπεισέλθει σε θέματα διοίκησης, καταργώντας τη διάκριση των εξουσιών»(!!!!!!!!)
Είπε κανείς τίποτε; Μήπως είπε ο γάΙδαρος τον πετεινό κεφάλα; Ζούμε σε μια χώρα, όπου «η διάκριση των εξουσιών» είναι από τα πιο σύντομα ανέκδοτα. Όπου όλες οι εξουσίες, έχουν συγκεντρωθεί και ασκούνται από μιαν ομάδα ανθρώπων, των υπουργών της κυβέρνησης, και κυρίως από το στενό περιβάλλον ενός ανθρώπου, του πρωθυπουργού. Όπου για κάθε πρόβλημα που ανακύπτει και προκύπτει, ακούμε γελοίους εκφωνητές ειδήσεων να ανακοινώνουν πως «ο πρωθυπουργός έδωσε οδηγίες για την επίλυση του προβλήματος». Σε μια χώρα που κάποτε, ο κάθε πικραμένος κατευθύνονταν και κατασκήνωνε στο Καστρί, την έδρα της πραγματικής εξουσίας.
Όπου ο κάθε πραγματικά αδικημένος, για να βρεί το δίκιο του πρέπει να καταφύγει στα πρωινάδικα, στον Παπαδάκη ή τον Αυτιά. Γιατί αυτή είναι η νομοτέλεια που διέπει τα υπερσυγκεντρωτικά καθεστώτα. Να αναπτύσσονται παράκεντρα εξουσίας, που αναδεικνύουν συνεχώς την ανικανότητα και την ανευθυνότητα όσων ασκούν διοίκηση σε όλα τα επίπεδα.
Αυτός ο υπερσυγκεντρωτισμός, που κάνει παντοδύναμο το πολιτικό σύστημα της ελληνικής ολιγαρχίας, είναι ταυτόχρονα και το πιο αδύνατο σημείο του, η αχίλλεια φτέρνα του. Ένα τυχαίο, ακόμη και μικρό λάθος την κατάλληλη στιγμή, μπορεί να προκαλέσει το ντόμινο που θα ξεσκεπάσει τη γύμνια της εξουσίας, που θα κάνει φανερή σε όλους την ανικανότητα των κυβερνώντων, προκαλώντας πολιτική πανεθνική κρίση. Και καθώς η οικονομική ολιγαρχία, είναι αξεδιάλυτα δεμένη με την εκάστοτε πολιτική εξουσία, κάθε πολιτικός τριγμός απειλεί και το κοινωνικό στάτους της χώρας.
Το 1963, το λάθος ήταν η τοποθέτηση ενός αδέκαστου δικαστικού σαν ανακριτή στην υπόθεση Λαμπράκη. Το 1965, η ηλιθιότητα ενός νεαρού που ήθελε να το παίξει μονάρχης. Το 1989, η ασθένεια του Παπανδρέου που τον κρατούσε μακριά από τη λήψη των αποφάσεων. Το 2011, πάλι η ηλιθιότητα ενός πρωθυπουργού που τον έσπρωχνε σε νευρικές κινήσεις.
Και τις τέσσερις φορές το σύστημα της ολιγαρχίας ταρακουνήθηκε, το 1965 μάλιστα τόσο έντονα, που πραγματικά κινδύνευσε. Ενώ το 2011, η αναφορά Πάγκαλου σε «ελικόπτερα», δεν ήτανε καθόλου αστεϊσμός, καθώς μάλλον έψαχνε κάτι στο μέγεθος του.
Το γεγονός ότι και τις τέσσερις φορές το ολιγαρχικό καθεστώς κατάφερε να επιβιώσει, οι περισσότεροι το αποδίδουν στον εκμαυλισμό της ελληνικής κοινωνίας. Ο «Πιτσιρίκος» ισχυρίζεται πως επανάσταση δεν γίνεται, όταν ο καθένας κοιτάει «την πάρτη» του.
Πάντως τον τελευταίο καιρό, πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν «εγρήγορση». Στο κανάλι «Ε», κάποιος Νικολόπουλος καλεί συνεχώς σε εξέγερση(!), ώστε να «ξαναγίνουμε» Ταϋλάνδη (δεύτερη φορά μετά τον Νοέμβρη του ’73). Ο Σταύρος Θεοδωράκης (Λόγιος Ερμής), αναρωτώμενος «Τι θα κάνουμε μ’ αυτή την κωλοχώρα;»,
Καταλήγει ότι χρειάζεται ένας (γενικός) ξεσηκωμός, μια συμμαχία μεγαλύτερη του 60%. Και για να γίνει αυτό, «χρειάζεται ένα ρεσάλτο (!) στο σκάφος της πολιτικής», από «κάποιους» (ποιούς;)
Κάποιοι άλλοι προσπαθούν να ξεσηκώσουν τους «καναπεδάτους» που είναι εξαθλιωμένοι (ως προς τι άραγε;) «μοιάζουν με τα σκυλιά», ενώ άλλοι περνούν γενεές 14 τον «μπουρτζόβλαχο» Έλληνα, που ανεβάζει τη Σούλα στοFB, αφήνοντας να τον ελέγχουν, ή κατσαδιάζουν τους «κυρ Παντελήδες» για την αδράνεια και την «καναπεδοποίηση» τους.
Η πραγματικότητα όμως βρίσκεται αλλού. Αιτία της αδυναμίας του ελληνικού λαού να κινητοποιηθεί και ν’ αποτινάξει το ολιγαρχικό σύστημα εξουσίας, είναι η αλλοτρίωση που έχει υποστεί και τον έχει μεταβάλλει σε υποχείριο των πολιτικών κομμάτων, ή σε «δρομοδιαδηλωτή», όπως εύστοχα υποστηρίζει ο καθηγητής Κοντογιώργης. Η αναζήτηση της λύσης των προβλημάτων στην εναλλαγή κομμάτων στην εξουσία κι όχι στην ενεργότερη συμμετοχή του ίδιου του λαού στη λήψη των αποφάσεων, είναι η σανίδα της σωτηρίας για την άρχουσα τάξη και το πολιτικό σύστημα σε κάθε πανεθνική κρίση που ξεσπάει. Η διάψευση των ελπίδων του λαού από κάθε κομματική εναλλαγή, οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη αλλοτρίωση και παθητικότητα (καναπεδοποίηση).
Πιο κοντά στην αλήθεια λοιπόν βρίσκεται ο Ε.Ανδρικόπουλος (klydonas), όταν διαπιστώνει πως «οι δραγάτες της άρχουσας τάξης τρέμουν, μήπως οι γραικύλοι ανυψωθούν σε λαό».
Μπορούν πραγματικά οι δικαστικές διώξεις να γίνουν η θρυαλλίδα που θα πυροδοτήσει την έκρηξη των συνειδήσεων, που θα σαρώσει τη σκουριά των εγκεφάλων μας, καταδικάζοντας μας στην αδράνεια και την υποταγή;
Αυτή είναι η πρόκληση που ορθώνεται μπροστά στον καθένα που κραυγάζει για ξεσηκωμό. Οι περισσότεροι εννοούν έναν ξεσηκωμό υπό την αρχηγία τους, που φυσικά δεν διαφέρει απ’ αυτό που ζητούν οι κάθε λογής πολιτικοί «σωτήρες» κάθε μεγέθους και κάθε απόχρωσης.
Ενώ το ζητούμενο είναι η εξουσία των πολιτών, που θα βάλει τέλος στα «τζάκια», τις δυναστείες, τις πατρωνίες, τις πελατειακές σχέσεις και το κράτος της ανομίας, της ανελευθερίας και της ξένης εξάρτησης.
Υπάρχει κι ένα ιστορικό προηγούμενο, που τείνουμε σαν γνήσιοι νεοέλληνες, ξερόλες και υπερφίαλοι να το περιφρονούμε, ή να το προσπερνάμε με συγκατάβαση.
Πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια, καθώς μετά τους Περσικούς πολέμους οι ολιγαρχικοί ξαναπήραν κεφάλι στη διακυβέρνηση της Αθήνας, περιορίζοντας τις λαϊκές ελευθερίες, ο Εφιάλτης ξεκίνησε έναν δικαστικό αγώνα εναντίον όσων άσκησαν κακοδιοίκηση. Έγινε έτσι ο φόβος και ο τρόμος των ολιγαρχικών που τον έβλεπαν στον ύπνο τους να τους κυνηγά. Έτσι βγήκε και ο όρος «εφιάλτης» για τα άσχημα όνειρα. Μέσα όμως απ’ αυτή τη διαδικασία, οι φτωχοί πολίτες διαπίστωσαν ότι οι αριστοκράτες δεν ήταν άτρωτοι, το αντίθετο, ήταν ανθρωπάκια που μπορούσαν να εξουσιάζουν μονάχα χάρη στην αβουλία και την ατολμία των πολλών. Αυτή η γνώση έγινε σιγά σιγά δύναμη και κάποια στιγμή που οι ολιγαρχικοί ήσαν αδύναμοι, ο λαός της Αθήνας με ειρηνικό «ρεσάλτο», πήρε την εξουσία στα χέρια του και την κράτησε για 140 χρόνια. Έτσι ο Εφιάλτης αποδείχθηκε ο πιο μεγαλοφυής πολιτικός όλων των εποχών, ο πρώτος που οργάνωσε και καθοδήγησε μιαν ειρηνική επανάσταση και καθιέρωσε το άριστο των πολιτευμάτων. (2)
Μπορούμε και μείς να γίνουμε ο «εφιάλτης» τους. Χρειάζεται ένα δίκτυο συλλογής πληροφοριών και συντονισμού ενεργειών για την υποβοήθηση ή την πρόκληση δικαστικών διώξεων εναντίον όσων διέπραξαν οικονομικά εγκλήματα σε βάρος του λαού και της χώρας. Μια αρχή μπορεί να είναι η πρόταση του Θανάση Βασιλείου (tokaravani 30/12/13), για τη δημιουργία μιας Roug Livre, όπως αυτή που δημοσιεύθηκε από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση το 1790, όπου θα καταχωρηθούν όσοι ζούσαν και εξακολουθούν να ζούν από αργομισθίες, επιδόματα, επιδοτήσεις, μίζες και άλλα «ευγενή» αθλήματα.
Μια πρόταση που μπορεί να εμπλουτισθεί από χιλιάδες άλλες προτάσεις και αφού αποκρυσταλλωθεί με ανοιχτές ψηφοφορίες μέσω διαδυκτίου, να μπεί σε εφαρμογή ανοίγοντας το δρόμο σ’ έναν πραγματικό αγώνα για την πνευματική, πολιτική και κοινωνική ανόρθωση του ελληνικού λαού, της ελληνικής κοινωνίας.
-------------------------
(1) ΤΑ ΝΕΑ, 11/01/2014 Δημ. Μητρόπουλου, «Βόμβα κάτω από την κάλπη».
(2) Χρήστος Γ. Ρήγας, η δημοκρατία του Εφιάλτη (η εξουσία των πολιτών) εκδ. Έλευσις