Του Γιώργου Ρακκά
Τα δύο πρακτικά αποτελέσματα του κοινού υπουργικού συμβουλίου Ελλάδας – Τουρκίας στη Σμύρνη ήταν, βέβαια, η σύναψη συμφωνίας για την ακτοπλοϊκή σύνδεση της Σμύρνης με τη Θεσσαλονίκη και μια αντίστοιχη για τη σιδηροδρομική σύνδεση της ελληνικής συμπρωτεύουσας με την Κωνσταντινούπολη. Ο οικονομικός αντίκτυπος αυτών των συμφωνιών πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων, κάτι γενικόλογες αναφορές στην ενίσχυση της τουριστικής συνεργασίας και των εμπορικών συναλλαγών.
Στην πραγματικότητα, μεσοπρόθεσμα, τα έργα θα μεταβάλουν τη χώρα μας σε έναν μεσοσταθμό στην πορεία των τουρκικών προϊόντων προς την Ευρώπη – πράγμα που παραπλεύρως θα ενταφιάσει και οποιαδήποτε προοπτική για την ελληνική παραγωγική ανασυγκρότηση, καθώς το φτηνό κόστος των τουρκικών προϊόντων θα τινάξει στον αέρα τον ανταγωνισμό.
Και, κατά δεύτερο λόγο, υπάρχει και ένα ζήτημα που αρχίζει και τίθεται με το λιμάνι –το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, παραμένει αποκλεισμένο σε ό,τι αφορά στα επιβατικά του δρομολόγια από τα… ελληνικά νησιά! Το γεγονός ότι αναβαθμίζεται ως κόμβος λοτζίστικ των τουρκικών μεταφορών δεν συνεπάγεται άραγε την ενίσχυση της τουρκικής υποψηφιότητας που έχει κατατεθεί για την εξαγορά του;
Η διείσδυση των τουρκικών συμφερόντων στη συμπρωτεύουσα (όπως και σε ολόκληρη τη Βόρειο Ελλάδα), όπως και οι εν λόγω συμφωνίες, ψήνονται εδώ και καιρό.Στην πραγματικότητα, μεσοπρόθεσμα, τα έργα θα μεταβάλουν τη χώρα μας σε έναν μεσοσταθμό στην πορεία των τουρκικών προϊόντων προς την Ευρώπη – πράγμα που παραπλεύρως θα ενταφιάσει και οποιαδήποτε προοπτική για την ελληνική παραγωγική ανασυγκρότηση, καθώς το φτηνό κόστος των τουρκικών προϊόντων θα τινάξει στον αέρα τον ανταγωνισμό.
Και, κατά δεύτερο λόγο, υπάρχει και ένα ζήτημα που αρχίζει και τίθεται με το λιμάνι –το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, παραμένει αποκλεισμένο σε ό,τι αφορά στα επιβατικά του δρομολόγια από τα… ελληνικά νησιά! Το γεγονός ότι αναβαθμίζεται ως κόμβος λοτζίστικ των τουρκικών μεταφορών δεν συνεπάγεται άραγε την ενίσχυση της τουρκικής υποψηφιότητας που έχει κατατεθεί για την εξαγορά του;
Ιδιαίτερο ρόλο σε αυτές έχει παίξει ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, από την πρώτη στιγμή της εκλογής του στο τιμόνι της πόλης. Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τις πρόσφατες συμφωνίες, πριν από μερικές εβδομάδες είχε διοργανώσει φιέστα, με αφορμή την επίσκεψη αντιπροσωπείας από τον Δήμο της Σμύρνης, με ατζέντα παρόμοια με αυτήν του διακυβερνητικού συμβουλίου της Σμύρνης! Αυτό για όποιον πιστεύει τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης, που σε κάθε ευκαιρία ισχυρίζεται ότι ασκεί ανεξάρτητη (sic!) διπλωματία των πόλεων, αποδεσμευμένη από κάθε κρατική μεθόδευση –ιδίως αποδεσμευμένη τάχα από τον… νεοθωμανισμό.
Σε αυτήν, ο δήμαρχος Σμύρνης είχε δηλώσει μάλιστα, υπό το επιδοκιμαστικό βλέμμα του δημάρχου Θεσσαλονίκης, ότι «τις δύο πόλεις ενώνει ο Κεμάλ», προσθέτοντας ότι η συνεργασία των δύο πόλεων έχει προοπτική στους κλάδους του τουρισμού, των μεταφορών, αλλά και των κατασκευών.
Προφανώς, η αναφορά του δημάρχου Σμύρνης στον Κεμάλ (σφαγέα των προγόνων ενός μεγάλου ποσοστού των Θεσσαλονικέων – ας μην το ξεχνάμε) δεν έγινε τυχαία. Αυτά τα πρωτοφανή, για το διπλωματικό πρωτόκολλο σχόλια (φανταστείτε τι θα συνέβαινε στο σενάριο επιστημονικής φαντασίας που θα ήθελε τον Γιάννη Μπουτάρη να μνημονεύει τον… Νικηταρά τον Τουρκοφάγο κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Σμύρνη, παρ’ όλο που δεν είναι το ίδιο, μιας και ο Σταματελόπουλος έκανε μια επανάσταση, ενώ ο Κεμάλ διέπραξε πολλαπλές γενοκτονίες) δεν έγιναν τυχαία. Ούτε και η υπόμνηση με την οποία άρχισε τον λόγο του, ότι η οικονομία της Τουρκίας είναι εξαιρετικά ισχυρή, η οποία χαρακτηρίζεται μάλλον ανοίκεια για επίσκεψη φιλίας, καθώς δεν συνηθίζεται στο πλαίσιό της να ξεκινάει ο φιλοξενούμενος την προσφώνησή του με την υπόμνηση της ισχύος του.
Το μήνυμα ήταν σαφές –και αυτό επισφραγίζει και τον πολιτικό χαρακτήρα των ελληνοτουρκικών συμφωνιών. Κατ’ αρχάς, είναι σαφές πως, για τους Τούρκους αξιωματούχους, οικονομική συνεργασία και αποδοχή των τουρκικών θέσεων πάνε πακέτο: Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, αυτό σημαίνει ότι η παρουσία των Τούρκων τουριστών στην πόλη συνδέεται άμεσα με το αν οι αρχές της θα αποδεχθούν την επίσημη τουρκική αφήγηση για το παρελθόν της. Εξ άλλου, η συντριπτική πλειοψηφία των επισκέψεων από τη γειτονική χώρα γίνεται στο πλαίσιο του λαϊκού προσκυνηματικού τουρισμού, καθώς οι τουρίστες αποτείνουν φόρο τιμής στο υποτιθέμενο σπίτι του Κεμάλ. Γι’ αυτό εξ άλλου οι Τούρκοι αφήνουν κατά μέσο όρο πολύ λιγότερα χρήματα (γύρω στα 67 €/ημέρα, σύμφωνα με στοιχεία των ξενοδόχων της πόλης), σε σχέση με τους Κύπριους ή τους Ρώσους – ενώ μιλάμε για μια μορφή τουρισμού που χαρακτηρίζεται από πολύ χαμηλότερη υπεραξία σε σχέση με άλλες, όπως είναι ο συνεδριακός τουρισμός.
Και, την ίδια στιγμή, βέβαια, γινόμαστε χαλί για να μας πατήσουν, υποχωρώντας σε κάθε τουρκική αξίωση. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο στο κυβερνητικό επίπεδο, όπου η ελληνική κυβέρνηση δέχθηκε να μετάσχει στο Ανώτατο Ελληνοτουρκικό Συμβούλιο, την ίδια στιγμή που η Τουρκία παροχετεύει συστηματικά πρόσφυγες και μετανάστες στη χώρα μας με σκοπό να εγκλωβιστούν εδώ, αλλά και μεθοδεύει τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Έχει να κάνει και στο τοπικό επίπεδο: Ο Γιάννης Μπουτάρης έκοψε τρεις φορές την προσπάθεια της παράταξης «Μένουμε Θεσσαλονίκη» να καταθέσει ψήφισμα καταγγελίας για τις σφαγές στο Βόρειο Κουρδιστάν (Νοτιοανατολική Τουρκία), λέγοντας ευθαρσώς ότι αυτό δεν αρέσει στους ομολόγους του της Σμύρνης και θα δημιουργήσει πρόβλημα στην προσέγγιση μεταξύ των δύο πόλεων.
Αν αυτό δεν αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι η πόλη τελεί ήδη υπό καθεστώς περιορισμένης κυριαρχίας, τότε τι άλλο θα ήταν; Αυτά, για να λάβουμε μια πρόγευση το τι σημαίνει η αναζωπύρωση της ελληνοτουρκικής επαναπροσέγγισης από την κυβέρνηση Τσίπρα…
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr