Ή, πως ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να χρυσώσει το χάπι των δυσβάσταχτων μέτρων
Του Νίκου Ντάσιου από τη Ρήξη φ. 121
Το «παράλληλο πρόγραμμα» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που πέρασε τον Φεβρουάριο από τη Βουλή (Ν 4368/16), παρουσιάστηκε ως μια φιλόδοξη προσπάθεια επανίδρυσης του κοινωνικού κράτους. Αποτελεί μάλλον «χρύσωμα του χαπιού» εν μέσω αγροτικών και λοιπών κινητοποιήσεων για το ασφαλιστικό και τα ογκούμενα κοινωνικά αδιέξοδα από την εισροή και παραμονή χιλιάδων προσφύγων & μεταναστών. Επισημαίνουμε ότι το πρόγραμμα αυτό είχε αποσυρθεί τον Δεκέμβριο κατόπιν ενστάσεων των «θεσμών» για την μη κοστολόγηση της δημοσιονομικής επιβάρυνσης, προκειμένου να καταβληθεί στη χώρα η δόση του 1ος δισ. ευρώ.
Ας δούμε πιο αναλυτικά δύο από τις βασικότερες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, κάνοντας τις απαραίτητες διευκρινήσεις:
Α) Η πρόσβαση όλων των ανασφάλιστων σε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε δημόσια νοσοκομεία (Αρ. 33). Η ρύθμιση κρίνεται σημαντική δεδομένης της υποβάθμισης όλων των δεικτών υγείας, με πιο χαρακτηριστική αυτή της αύξησης της βρεφικής θνησιμότητας κατά την τελευταία 5ετία. Το μέτρο αφορά περί τα 3 εκατ. ανασφάλιστων συμπολιτών μας, οι οποίοι υποχρεούνταν σε ανήθικες «Δηλώσεις Αποδοχής Χρέους» κάθε φορά που χρειάζονταν επείγουσα διαγνωστική εξέταση!Για την ενεργοποίηση όμως της εφαρμογής του μέτρου, αλλά και για την πρόσβαση όσων οφείλουν στα ασφαλιστικά τους ταμεία, απαιτούνται Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (ΚΥΑ) των υπουργών Εργασίας, Υγείας και Οικονομίας, οι οποίες συνήθως καθυστερούν.
Προϋπόθεση για να λειτουργήσει το μέτρο είναι η αντιμετώπιση της υποστελέχωσης των δημόσιων νοσοκομείων, ιδιαιτέρως των Πρωτοβάθμιων Φορέων Υγείας (ΠΦΥ) στις περισσότερες των επαρχιακών πόλεων, από τις οποίες λείπουν βασικές ειδικότητες γιατρών αλλά και στοιχειώδης υλικοτεχνική υποδομή. Πώς είναι δυνατόν αυτές οι δομές να ανταποκριθούν σε πολλαπλάσιες ανάγκες, όταν μάλιστα στο ίδιο άρθρο (33), προβλέπεται και η εξυπηρέτηση προσφύγων & μεταναστών και όσων «διαμένουν στη χώρα μας για ανθρωπιστικούς ή εξαιρετικούς λόγους»;
Ακούγεται οξύμωρο –αν και ευθυγραμμίζεται με την πελατειακή πρακτική της κυβέρνησης– η ίδρυση «γραφείων προστασίας δικαιωμάτων ληπτών» σε κάθε νοσοκομείο και 11μελούς επιτροπής στο υπουργείο Υγείας για την εποπτεία και τον έλεγχο των δικαιωμάτων των ληπτών χωρίς διακρίσεις και ανισότητες!! Η οικονομική κάλυψη των έκτακτων αναγκών των νοσοκομείων και των υπολοίπων δομών θα γίνεται από τους προϋπολογισμούς των ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού κατά την πρόβλεψη του Αρ. 88. Πώς όμως θα καταστεί δυνατή η κάλυψη αυτών των εκτάκτων αναγκών –που είναι πλέον μόνιμες– όταν οι περισσότεροι δήμοι είναι ελλειμματικοί και θα πρέπει να παρουσιάζουν ετησίως ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς; Προφανώς, μέσω της μείωσης του μισθολογικού κόστους, αύξησης των δημοτικών τελών, χορηγιών, ή με την συνδρομή των ΜΚΟ – των οποίων η απευθείας χρηματοδότηση ρυθμίζεται στο άρθρο 3 του παρόντος.
Β) Σε συνέχεια των ανωτέρω, το «παράλληλο πρόγραμμα» μεταθέτει ένα σύνολο υποχρεώσεων για την κάλυψη κοινωνικών αναγκών στην τοπική αυτοδιοίκηση, χωρίς να συνοδεύεται από ανακατανομή πόρων ή συγκρότηση δημοτικών παραγωγικών δομών. Το δημοτικό συμβούλιο καθίσταται υπεύθυνο για την έκδοση αποφάσεων μείωσης ή και απαλλαγής από την καταβολή δημοτικών τελών σε απόρους, άτομα με αναπηρίες, πολύτεκνους, τρίτεκνους – στα θετικά του νόμου κρίνεται η ένταξη των τριτέκνων στις διατάξεις περί μοριοδότητησης του Ν 2463/19989 (Αρ 19)–, μονογονεϊκές οικογένειες, μακροχρόνια άνεργους (Αρ. 13). Είναι προφανείς οι πιέσεις που αναμένεται να ασκηθούν στους αιρετούς των δήμων για τις σχετικές απαλλαγές, όταν είναι γνωστό πως δεν υπάρχουν θεσμοθετημένα αντικειμενικά κριτήρια –πέραν των εισοδηματικών, που δεν αποτυπώνουν συνήθως την πραγματικότητα– για τον προσδιορισμό όσων πραγματικά βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό. Για το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας, το νομοσχέδιο επαναλαμβάνει τη γνωστή πρακτική των 5μήνων προσλήψεων σε δημόσιες υπηρεσίες με όριο τα 495€/μήνα (Αρ. 1). Απουσιάζει παντελώς κάθε απόπειρα σχεδιασμού ολοκληρωμένων επιχειρηματικών δράσεων στον αγροτικό και στον μεταποιητικό τομέα, με έμφαση στους νέους συνεταιρισμούς.
Συνεχίζοντας τη γνωστή πρακτική δημιουργίας επιδοτούμενων δομών –που κλείνουν όταν σταματήσει η κοινοτική επιχορήγηση–, ο νόμος προβλέπει την ίδρυση «Κέντρων Κοινότητας» σε κάθε δήμο (Αρ. 4). Οι δομές αυτές προβλέπεται να λειτουργήσουν ως «ΚΕΠ φτωχών», παρέχοντας θεματικές υπηρεσίες μιας στάσης («One stop shop»), παραπέμποντας τον κάθε ωφελούμενο στη σχετική υπηρεσία, π.χ. στους Κοινωνικούς Ξενώνες, στα Κοινωνικά Φροντιστήρια, στις δομές ΑμΕΑ, στα προγράμματα υποστήριξης που υλοποιούνται κοκ. Στα «Κέντρα Κοινότητας» προβλέπεται να υλοποιούνται δράσεις ψυχοκοινωνικής στήριξης, συμβουλευτικής, επαγγελματικού προσανατολισμού, αλλά και εκδηλώσεις ευαισθητοποίησης και δημοσιότητας που θα έχουν αποδέκτες πρωτίστως τους πολίτες που υφίστανται κοινωνικό αποκλεισμό. Θα έχουν επίσης την ευθύνη καθορισμού των δικαιούχων για την παροχή του «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», η εφαρμογή του οποίου θα πρέπει να γενικευτεί στο σύνολο της χώρας. Ερώτημα αποτελεί κι εδώ η βιωσιμότητα των νέων δομών, όταν παραμένουν απλήρωτοι δεκάδες εργαζόμενοι σε δομές για την αντιμετώπιση της φτώχειας: Κοινωνικά παντοπωλεία, κοινωνικά συσσίτια, ιατρεία κοκ.
Πέρα όμως από τη μη πρόβλεψη της βιωσιμότητας των επιμέρους μέτρων, το μεγαλύτερο έλλειμμα του νομοσχεδίου είναι η παντελής ανυπαρξία αναφοράς για την αντιμετώπιση της δημογραφικής απίσχνασης που λαμβάνει διαστάσεις εθνικής εξαφάνισης στον τρέχοντα αιώνα. Η σύσταση Ταμείου Στήριξης της Οικογένειας, με πόρους για παράδειγμα από τη ναυτιλία και τον τουρισμό, θα έπρεπε να ήταν η πρώτη προτεραιότητα για την στήριξη –ιατροφαρμακευτική, στεγαστική, προνοιακή – των νέων ζευγαριών, που αδυνατούν στις σημερινές συνθήκες να κάνουν οικογένεια, και την αποφυγή της μετανάστευσής τους σε άλλες χώρες.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr