Αν θυμάστε, πριν από λίγους μήνες ιταλικό δικαστήριο καταδίκασε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας έξι σεισμολόγους, για την αδυναμία τους να προβλέψουν τον καταστροφικό σεισμό της Ακουίλα το 2009. Οι δικαστές οδηγήθηκαν στην απόφασή τους αυτή λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι η σεισμολογία αποτελεί κλάδο των φυσικών επιστημών, οπότε σαν τέτοια αφήνει την εντύπωση ότι θα πρέπει να έχει ταυτόχρονα την ικανότητα και να προβλέπει, αλλιώς είναι για τα μπάζα, και ως τέτοια ας αλλάξει κατηγορία, ώστε να μην μπερδεύονται οι άνθρωποι κι οι δικαστές. Φυσικά η σεισμολογία δεν μπορεί να προβλέψει, και κανένας σεισμολόγος, πλην ολίγων ευφάνταστων ημεδαπών, δεν ισχυρίστηκε το αντίθετο, παρά μόνο να επιβεβαιώσει εκ των υστέρων αν είχαμε σεισμό, πόσο μέγεθος είχε και πού στο διάολο συνέβη. Εν πάση περιπτώσει μια τέτοια δικαστική απόφαση μπορεί ν' αποτελέσει προηγούμενο, ώστε κάποια στιγμή να ξεκαθαρίσει ο χώρος από τους λαθρεπιβάτες των επιστημών, οι οποίοι έχουν το θράσος να νομίζουν ότι τα πέντε δέκα μαθηματικά ορνιθοσκαλίσματα που αραδιάζουν, αποτελούν κιόλας τεκμήρια αξιοπιστίας και εγκυρότητας. Αυτό το τελευταίο δεν ισχύει για τη σεισμολογία, ισχύει όμως για την οικονομική.
Η οικονομική έχει το κακό συνήθειο να κάνει προβλέψεις, και όσο περισσότερες κάνει κάποιος, τόσο πιο περιζήτητος γίνεται και τόσο πιο μεγάλος γίνεται ο μισθός του, φτάνει μάλιστα και στα ανώτατα αξιώματα του υπουργού οικονομικών, άσχετο αν κανένας δεν κάθεται εκ των υστέρων να τις αξιολογήσει, και να ζητήσει τα ρέστα. Στο βαθμό μάλιστα που μια σύγχρονη οικονομία βρίθει προβλέψεων, καταλαμβάνοντας ολόκληρο τον ορίζοντα των πιθανών εκβάσεων, το να υπάρξουν και μια και δυο που επαληθεύτηκαν, όπως καταλαβαίνετε, είναι απολύτως φυσιολογικό και στατιστικά δικαιολογημένο.
Το οξύμωρο με την οικονομική, λοιπόν, είναι ότι ενώ οι προβλέψεις της λαμβάνονται στα σοβαρά από τις κυβερνήσεις ώστε βάσει αυτών να χαράζονται πολιτικές, που στις πλείστες των περιπτώσεων, βέβαια, χαράζουν και πετσοκόβουν ολόκληρες κοινωνίες, κανείς δικαστής ως τα τώρα δεν βρέθηκε ν' απαγγείλει κατηγορίες εναντίον εκείνων, οι λανθασμένες προβλέψεις των οποίων οδήγησαν σε μαζικές ανθρωποκτονίες και καταστροφές. Γιατί;
Η μόνη εξήγηση που υπάρχει είναι ότι κανένας δεν παίρνει τελικά την οικονομική στα σοβαρά, και ότι κανένας δεν δίνει πίστη στα λεγόμενά της, όσα τερτίπια και να επινοεί ώστε να πείθει για το αντίθετο. Αν την έπαιρναν, θα τής ζητούσαν και το λόγο.
Εδώ υπάρχουν δυο μόνο τινά. Είτε θεωρείς την οικονομική σοβαρή επιστήμη, οπότε και στέλνεις τους οικονομολόγους στα δικαστήρια για πρόκληση βλάβης λόγω αστοχιών και πλημμελούς γνώσης και εφαρμογής του αντικειμένου τους, είτε στέλνεις στα δικαστήρια τους πολιτικούς που εμπιστεύτηκαν σεσημασμένους τσαρλατάνους. Ανάμεσα σ' αυτά τα δυο, δεν χωράει τίποτε άλλο λογικό.
Η μόνη που πήρε στα σοβαρά την οικονομική, ήταν η βασίλισσα της Αγγλίας, η οποία απαιτώντας, εν τη αφελεία της, μια εξήγηση για την τόση μεγάλη αστοχία των οικονομολόγων, προκάλεσε και εύλογη έκπληξη και αμηχανία στο σινάφι, το οποίο μέχρι τώρα είχε μάθει να πατάει ανενόχλητα σε δυο βάρκες, και του επιστήμονα, και του τσαρλατάνου.
Ηγεμόνας, ήταν αυτός, και η απορία της δεν έπρεπε να μείνει αναπάντητη. Όπως ήταν φυσικό προκάλεσε αναστάτωση στη Βρετανική Ακαδημία, η οποία και συγκάλεσε σύσκεψη των κορυφαίων οικονομολόγων του ακαδημαϊκού χώρου, του χρηματοπιστωτικού τομέα και της κυβέρνησης για ν' αποφανθούν. Αφού συσκέφθηκαν απερίσπαστοι και κεκλεισμένων των θυρών για κανένα μήνα, παρέδωσαν τελικά πόρισμα στο οποίο η αποτυχία της πρόβλεψης οφειλόταν κατά γράμμα "στην αποτυχία της συλλογικής φαντασίαςπολλών ευφυέστατων ανθρώπων, τόσο στη Μεγάλη Βρετανία, όσο και σ' ολόκληρο τον κόσμο, να κατανοήσουν τους κινδύνους του συστήματος εν όλω".
Αποτυχία της "συλλογικής φαντασίας;", ήταν η εύστοχη παρατήρηση του Χα-Τζουν Τσανγκ στο γνωστό βιβλίο περί των 23 Αληθειών κλπ. Δηλαδή, όλα όσα έλεγαν ως τα τώρα περί του λογικού υποστρώματος της οικονομικής είχαν πάψει να ισχύουν; Κατά πόσο μια σύλληψη σαν τη φαντασία, συλλογική ή μη έχει θέση στην κυρίαρχη ορθολογική πραγματεία των οικονομικών; Στην πραγματικότητα, όπως συνεχίζει ο Τσανγκ, οι κορυφές του οικονομικού χώρου, δεν είχαν ιδέα για το τι είχε φταίξει.
Γιατί λοιπόν να συνεχίζουμε να τους εμπιστευόμαστε και να τους ακριβοπληρώνουμε; Είτε στα γραφεία τους και έξω απ' την πολιτική, είτε, όταν ανακατεύονται, στη φυλακή.
Ανάρτηση από : http://e-cynical.blogspot.gr