Της Μαρίας Σαμπατακάκης
Αγαπημένοι μου γονείς, Πρώτον έρχομαι να ρωτήσω για την υγεία σας. Εγώ υγιαίνω καλώς και διαβιώ με πολλές δυσκολίες.
Αγαπημένοι μου γονείς, Πρώτον έρχομαι να ρωτήσω για την υγεία σας. Εγώ υγιαίνω καλώς και διαβιώ με πολλές δυσκολίες.
Η ζωή στην Αθήνα είναι πολύβουη. Φώτα, δρόμοι, κίνηση. Ωραία και πολιτισμένα πράματα, που τα απολαμβάνουν, όμως, μόνον όσοι έχουν λεφτά. Ακόμη δεν κατάφερα να βρω εργασία ως φιλόλογος και εξοικονομώ τα προς το ζην δουλεύοντας σε καφενείο. Το μεροκάματο είναι μικρό και στριμώχνομαι για να τα βγάλω πέρα. Μέχρι τώρα έκανα υπομονή και επέδειξα μεγάλη πειθαρχία, πιστεύοντας ότι το σχέδιο που είχα κατά νου θα απέδιδε λίαν συντόμως.
Το καφενείο όπου εργάζομαι βρίσκεται σε καλό σημείο. Στη γύρω περιοχή υπάρχουν τέσσερα σχολεία. Καθημερινά μπαινοβγαίνω στα γραφεία των καθηγητών, κουβαλώντας καφέδες και πορτοκαλάδες. Ταυτόχρονα, όμως, έχω μάτια και αυτιά σε εγρήγορση μήπως και προκύψει κάποια θέση. Με τον καιρό έπιασα κουβέντες, έκανα γνωριμίες. Μίλησα σε διάφορους υπεύθυνους για τη μόρφωση και τις ικανότητές μου, ζητώντας εργασία. Ολοι τους μου χαμογέλασαν, με χτύπησαν φιλικά στην πλάτη και μου είπαν να μην απελπίζομαι. Πως κάτι θα βρεθεί και για μένα, να έχω πίστη στον εαυτό μου, ότι νέος είμαι, θα έρθει η ώρα μου να δείξω τι αξίζω.
Τις προάλλες έμαθα ότι σ' ένα ιδιωτικό εκπαιδευτήριο παραδίπλα ζητούσαν να προσλάβουν παιδονόμο για να προσέχει τους μαθητές κατά την ώρα των διαλειμμάτων. Πήγα και παρουσιάστηκα στον διευθυντή. «Είμαι αριστούχος της φιλολογίας, νομίζω θα μπορούσα να αντεπεξέλθω στα καθήκοντα του παιδονόμου και ίσως, αν υπήρχε δυνατότητα, να διδάξω κιόλας», του είπα. «Νεαρέ μου, εκτιμώ την κατάρτισή σας αλλά ο ιδιοκτήτης της σχολής μας σκοπεύει να πάρει άνθρωπο εκ της εκλογικής πελατείας του βουλευτή κουνιάδου του, καταλαβαίνετε υποθέτω τους λόγους...». Εφυγα κακήν κακώς.
Σήμερα το πρωί άκουσα ότι η θέση δόθηκε τελικώς στον... καντηλανάφτη της εκκλησίας, όπου ο βουλευτής βάφτισε τα παιδιά του. Την αρχική ψυχρολουσία διαδέχτηκε η οδυνηρή διαπίστωση ότι κάποιο λάκκο έχει η φάβα του επαγγελματικού μου προσανατολισμού. Κι έτσι αποφάσισα να αλλάξω πορεία στη ζωή. Γυρνώντας το βράδυ στο καμαράκι μου, έκανα μια στάση στην εκκλησία της γειτονιάς μου, άναψα ένα κεράκι και ρώτησα τον επίτροπό της αν χρειάζονται κάποιον για να τους ανάβει τα καντήλια. Μπορεί να φύγω και για Γερμανία.
Φιλώ το χέρι σας,
Ο γιος σας
ΥΓ. Το γράμμα γράφτηκε (περίπου έτσι) το 1959, όταν η Ελλάδα γνώριζε τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση. Η εποχή έχει χαρακτηριστεί από μέρος της εγχώριας ιστοριογραφίας ως «οικονομικό θαύμα». Και κατά μία έννοια, ήταν. Διότι παραμένει απορίας άξιον πώς οι μεγάλοι ρυθμοί ανάπτυξης που σημείωσαν οι τότε κυβερνήσεις Καραμανλή δεν στάθηκαν ικανές να απορροφήσουν εργατικό δυναμικό και να αποτρέψουν το τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα που στέρησε τη χώρα από μυαλά και χέρια.
Τα κοινά στοιχεία με το σήμερα είναι εμφανή. Μόνο που τα τωρινά ποσοστά της ανεργίας αποδίδονται στην κρίση. Η επιλεκτική μας μνήμη επιμένει να αγνοεί την περίφημη «γενιά των 700 ευρώ» κατά τις μέρες των «παχιών αγελάδων», όταν η υψηλή ανεργία καλυπτόταν με τα προγράμματα ανασφάλιστης εργασίας Stage. Η ανεργία δεν είναι μόνον απόρροια συνθηκών, αλλά συνδέεται άμεσα με την ύπαρξη ή μη πολιτικής βούλησης και σχεδιασμού.
Ανάρτηση από: http://keimena-paideias.blogspot.gr