Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

ΚΥΠΡΙΑΚΟ: ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ

Διαδήλωση για τοΚυπριακό, την Άνοιξη του 1956
Του Λευτέρη Ριζά

Το άρθρο αυτό γράφτηκε πριν από επτά χρόνια – το 2005 – για την ηλεκτρονική έκδοση του Monthly Review του οποίου ως γνωστό υπήρξα για 35 χρόνια εκδότης και την τελευταία περίοδο, συνεκδότης. Κρίνω την αναδημοσίευση του στον ΟΙΣΤΡΟ, απαραίτητη και χρήσιμη. Όχι μόνο γιατί η Κύπρος ασκεί από χτες την προεδρία της ΕΕ, αλλά γιατί εξακολουθεί να υπάρχει σύγχυση και άγνοια για το Κυπριακό και ταυτόχρονα να «κυκλοφορούν» απόψεις σχετικά με το ζήτημα αυτό απαράδεκτες για αριστερούς-πατριώτες. Σκοπεύω, άλλωστε ειδικά για τον ΟΙΣΤΡΟ και το www.antirropondeos.gr να γράψω σχετικά άρθρα, συνέχεια αυτού εδώ. Εκείνο που κύρια δεν γίνεται αντιληπτό είναι ότι η εθνική και λαϊκή κυριαρχία στην Ελλάδα συνδέεται στενότατα με την πορεία του κυπριακού. Και όπως έγραψα και σε σχετικό μου άρθρο στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς» - που αναδημοσιεύτηκε και στο ΟΙΣΤΡΟ – με τίτλο «Προβλήματα του αντι-μνημονιακού μετώπου και η Αριστερά»- υπάρχει στενότατη σχέση του σχεδίου ΑΝΑΝ με το Μνημόνιο. Πάνω σε αυτά το ζητήματα και την περαιτέρω ανάλυση τους θα επανέλθω.

 
Πέρασαν κι όλας 50 χρόνια από την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ στην Κύπρο. Οι πρώτες βόμβες – καμπάνες της εθνεγερσίας του κυπριακού ελληνισμού – που ανήγγειλαν τον αγώνα της ΕΟΚΑ για Αυτοδιάθεση – Ένωση με την Ελλάδα, έσκασαν την 1η Απρίλη 1955. Πόσοι θυμήθηκαν αυτή την επέτειο το 2005; Πόσοι την μνημόνευσαν; Η επίσημη Πολιτεία και τα κόμματα της Βουλής φρόντισαν να την ξεχάσουν. Δεν είπαν λέξη. Οι κυπριακοί σύλλογοι στην Ελλάδα οργάνωσαν σχετικές εκδηλώσεις. Σε μία από αυτές – στην Θεσσαλονίκη – ένα τσούρμο «διεθνιστών», «αντι-εθνικιστών», «αντιρατσιστών», πολέμιων της παγκοσμιοποίησης κλπ. προσπάθησαν να εισβάλλουν στο χώρο της εκδήλωσης φωνάζοντας αισχρά συνθήματα κατά της Κύπρου – όπως «Η Κύπρος είναι κινεζική» κ.λ.π. – αλλά τελικά απωθήθηκαν από τους κύπριους φοιτητές. Το περιστατικό πέρασε στα ψιλά μερικών εφημερίδων. Καμμιά επίσημη καταγγελία δεν έγινε από τα λαλίστατα κατά τα άλλα κόμματα μας ή από τις εξίσου λαλίστατες οργανώσεις για την υπεράσπιση των μεταναστών, της ταυτότητας του «άλλου», των δικαιωμάτων των λαών κλπ. Ως φαίνεται οι Κύπριοι δεν έχουν το δικαίωμα να προσδιορίζουν την δική τους ταυτότητα, να τιμούν τους αγώνες τους για την αποτίναξη του αποικιοκρατικού ζυγού, να θυμούνται τους δεκάδες νεκρούς – ήρωες τους, μόνο και μόνο επειδή είναι Έλληνες και σαν τέτοιοι γύρεψαν την εθνική αποκατάσταση τους. Κάτι τέτοια θεωρούνται τώρα, από ένα μέρος ανθρώπων που αυτοπροσδιορίζονται «διεθνιστές», αντι-εθνικιστές, αντιρατσιστές, κοσμοπολίτες, πολυπολιτισμικοί, «ανανεωτές» αλλά και «επαναστάτες», αγωνιστές κατά της παγκοσμιοποίησης, ως φαινόμενα «εθνικισμού», κρυπτοφασισμού, κλπ. κλπ. Η υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας / κυριαρχίας είναι αποδεκτή μόνο όταν πρόκειται για τους Παλαιστίνιους, τους Ιρακινούς, τους Κούρδους κλπ, αλλά όχι όταν πρόκειται για αγώνες του ελληνικού λαού για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση του.

Αλλά δεν φταίνε μόνο αυτοί. Πώς να εκτιμήσουν καλύτερα τη σημασία και το ρόλο του Κυπριακού στη μοίρα της Ελλάδας και του λαού της, στην πορεία της Ανεξαρτησίας και της Δημοκρατίας αυτού του τόπου, όταν οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η Χούντα έπεσε λόγω Πολυτεχνείου; Όταν δηλαδή με μεγάλη προσπάθεια, συνειδητά, αποκρύπτεται ότι το καθεστώς της 21ης Απριλίου κατέρρευσε λόγω της προδοσίας της Κύπρου; Ότι μετά το 1922 η μεγαλύτερη εθνική καταστροφή υπήρξε η τουρκική εισβολή και κατοχή του 38% της Κύπρου; Κι ότι η αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας στην Ελλάδα δεν υπήρξε καθόλου αναίμακτη – όπως συχνά διατυμπανίζεται – αλλά κόστισε πολύ αίμα, πόνο και δάκρυα: χάθηκαν κύπριοι κι έλληνες στρατιώτες (της ΕΛΔΥΚ), εκατοντάδες κύπριοι πατριώτες.

Μικρή συμβολή στη μνήμη όσων κύπριων έχουν δώσει τη ζωή τους στον αγώνα για την εθνική μας απελευθέρωση – του σύνολου Ελληνισμού, από την εποχή της τουρκοκρατίας και στη συνέχεια για τη λευτεριά της Ελλάδας και της Κύπρου, υπενθύμιση της σχέσης που έχει ο αγώνας για την εθνική μας αποκατάσταση κι ολοκλήρωση της και της Δημοκρατίας, ας θεωρηθούν οι παρακάτω λίγες, αποσπασματικές επισημάνσεις και σκέψεις.
Όσο η Ελλάδα – ο ελληνισμός – βρίσκονται κάτω από την Οθωμανική κυριαρχία οι Έλληνες της Κύπρου αγωνίζονται να διατηρήσουν την ταυτότητα τους: την εθνική (ελληνική), που ταυτίζεται με τη γλώσσα, τον πολιτισμό και την θρησκεία τους. Οι επιρροές κι επιδράσεις των κατακτητών στον πολιτισμό και το φρόνημα των ελλήνων παρέμειναν πολύ περιορισμένες. Ακόμα κι όσοι αναγκάζονται να εξισλαμισθούν εξακολουθούν να παραμένουν «κρυπτοχριστιανοί» (γνωστοί ως «λινοβάμβακοι»). Πάντοτε παρακολουθούν τις προσπάθειες, τους αγώνες των υπόλοιπων Ελλήνων για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Δεν είναι λίγοι αυτοί που παίρνουν μέρος στις προσπάθειες προετοιμασίας του ξεσηκωμού: κύπριος είναι ο Καρατζάς, συνεργάτης του Ρήγα, που βρήκε τραγικό τέλος μαζί του.

Η Επανάσταση του 1821 τους βρίσκει σε πυρετώδεις προετοιμασίες για ανάλογη κίνηση και στην Κύπρο, πράγμα που οδηγεί τις τουρκικές αρχές να παγιδεύσουν την ηγεσία τους (εκκλησιαστική και πολιτική) και να την θανατώσουν προληπτικά. Κύπριοι αγωνίζονται στην Ελλάδα το ‘ 21 – εντοπίζονται στους άνδρες του Καραϊσκάκη. Στη συνέχεια προσέρχονται εθελοντές στους Βαλκανικούς πολέμους, αγωνιζόμενοι στον ελληνικό στρατό για την απελευθέρωση της Μακεδονίας – προσδοκώντας την απελευθέρωση και της Κύπρου.

Όλο το διάστημα των αρχών του 20ου αιώνα, όταν πια αφεντικό στο νησί είναι οι Άγγλοι, δεν σταματούν να αγωνίζονται – με υπομνήματα, παραστάσεις κλπ – για την Ένωση τους με την Ελλάδα. Παίρνοντας πάντοτε την ίδια απάντηση: never. Αξίζει να δούμε γιατί η Αγγλία πεισματικά αρνιότανε να παραχωρήσει την ανεξαρτησία/ ελευθερία στην Κύπρο, που δεν σήμαινε τίποτα άλλο από την Ένωση της με την Ελλάδα.

Η Κύπρος – όπως και γενικότερα η Ελλάδα – βρίσκεται στο σταυροδρόμι όπου συναντιόντουσαν και ανταγωνίζονται διαφορετικοί πολιτισμοί, οικονομικά, πολιτικά, γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά συμφέροντα. Η Ελλάδα – κι οι Έλληνες – είναι όμηροι αυτής της σπουδαίας θέσης. Σημαντικός κρίκος στο παγκόσμιο αποικιοκρατικό και ιμπεριαλιστικό στρατηγικό σύστημα. Ιδιαίτερα από τότε που μπήκε στην ημερήσια διάταξη η διανομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (γνωστό ως Ανατολικό Ζήτημα), απέκτησε τεράστια σημασία ο έλεγχος της Ελλάδας, της Κύπρου, του Αιγαίου, των νησιών του. Ο έλεγχος τους αποτέλεσε σημείο προστριβών κι αντιπαραθέσεων μεταξύ των Μεγάλων αποικιοκρατικών/ ιμπεριαλιστικών Δυνάμεων.

Έλεγχος της Ελλάδας από τις Μεγάλες Δυνάμεις σημαίνει πρώτα από όλα περιορισμένη Ανεξαρτησία, Αυτοδιάθεση και Αυτοπροσδιορισμό του ίδιου του λαού. Σημαίνει ελεγχόμενη δημοκρατία και λαϊκή κυριαρχία. Επιβολή δηλαδή ενός καθεστώτος εξάρτησης, υποτέλειας και κοινωνικής παρακμής. Όταν στους λαούς δεν επιτρέπεται να ασκήσουν απεριόριστα την εθνική/ λαϊκή κυριαρχία τους, αυτό σημαίνει ότι δεν τους επιτρέπεται να επιλέξουν ανεμπόδιστα και το κοινωνικό καθεστώς που τους αρέσει. Που τους εξασφαλίζει την ελευθερία κι ανεξαρτησία τους. Γνωρίζουμε πόσο οι μεγάλες δυνάμεις προσδιόρισαν πάντοτε τις κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις της χώρας μας. Πόσο πλήρωσε αυτές τις επεμβάσεις ο ελληνικός λαός, μέχρι σήμερα.

Από τη στιγμή που δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος κάθε αγώνας για την ολοκλήρωση της απελευθέρωσης των υπόδουλων ελληνικών περιοχών, έπαιρνε χαρακτήρα αντιαποικιακό και ενωτικό με τη «μητέρα πατρίδα». Γι αυτό αντιμετώπιζε την αντίσταση των μεγάλων αποικιοκρατικών δυνάμεων, που φρόντιζαν πρώτα από όλα η Ελλάδα να παραμείνει ένας πιστός σύμμαχος και κρίκος της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας τους. Το τελευταίο δεν εξασφαλιζότανε μονάχα με τον πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό έλεγχο της Ελλάδας – την ολοκληρωτική εξάρτηση δηλαδή της χώρας. Αλλά και με την ενίσχυση εκείνων των κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων που είχαν συμφέρον από αυτή την εξάρτηση / προστασία από τις Μεγάλες Δυνάμεις – και κατά προτίμηση από τον κυρίαρχο των θαλασσών, την Αγγλία, λόγω και του ισχυρού εφοπλιστικού ελληνικού κεφαλαίου.

Το αίτημα των υπόδουλων ελληνικών περιοχών δεν ήταν Ανεξαρτησία, αλλά Ένωση με την Ελλάδα. Γιατί έτσι πίστευαν και σωστά ότι θα εξασφάλιζαν δημοκρατικό καθεστώς και οικονομική ανάπτυξη. Οι Μεγάλες Δυνάμεις πάντοτε προτιμούσαν την Ανεξαρτησία ή την Αυτοκυβέρνηση των ελληνικών χωρών, πριν υποχωρήσουν στην ενσωμάτωση τους στην ελεύθερη Ελλάδα. Κι αυτό γιατί οι μικρές χώρες, τα μικρά κι αδύνατα κράτη, ελέγχονται ευκολότερα από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Άλλωστε ένα μεγάλο ελληνικό κράτος στην ανατολή Μεσόγειο, μπορούσε να καταστεί ένας υπολογίσιμος ανταγωνιστής τους στην περιοχή. Το ισχυρό εφοπλιστικό, εμπορικό και τραπεζικό ελληνικό κεφάλαιο θα αποκτούσε ισχυρό κρατικό στήριγμα για την ανάπτυξη κι επέκταση του. Κι αυτό δεν το ήθελαν οι ανταγωνιστές του – τα άλλα εθνικά κεφάλαια – με καμία δύναμη. Το ελληνικό κεφάλαιο μπορεί να στριμωχνότανε έτσι. Να του κόβανε τα φτερά και τη δυνατότητα να παίξει πιο σημαντικό ρόλο στην περιοχή. Αλλά πάντα εύρισκε τρόπους να επιζεί και να αναπτύσσεται. Τη νύφη τελικά πλήρωνε πάντα ο λαός. Γιατί αυτός δεν είχε τρόπους να αναπνεύσει κάτω από καθεστώς εξάρτησης και εθνικής υποτέλειας. 
 
Γι αυτό ο αγώνας των Κυπρίων – που δεν ζητούσαν απλά και μόνο την ανεξαρτησία τους αλλά την Ένωση με τους αδελφούς τους – συνάντησε πάντοτε την λυσσασμένη αντίσταση των Άγγλων και των υπόλοιπων δυνάμεων που εποφθαλμιούσαν την περιοχή. Ο αγώνας του στεφότανε ενάντια στον κοινό δυνάστη – τον κυρίαρχο αποικιοκράτη / ιμπεριαλιστή που διαφέντευε και τον ελληνικό λαό στην ανεξάρτητη Ελλάδα. Ο αγώνας της Κύπρου ενάντια στα αποικιοκρατικά δεσμά μπορούσε να αποτελέσει το φυτίλι του αγώνα για την αποτίναξη τους σ΄ ολόκληρη την Ελλάδα και τα Βαλκάνια.

Για αυτό σε πρώτη προτεραιότητα οι Άγγλοι αποικιοκράτες έθεσαν τον αφελληνισμό των ελληνοκυπρίων. Το ισχυρό εθνικό αίσθημα τους δημιουργούσε μεγάλους πονοκεφάλους στο Λονδίνο. Ιδιαίτερα μετά το 1922, τη ρωσική επανάσταση, την αφύπνιση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, του αυξανόμενου ανταγωνισμού των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων: Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας και φυσικά των ΗΠΑ για τον έλεγχο των πετρελαίων κλπ.

Ο Στορς πίστευε ότι βρήκε ευνοϊκό κλίμα όταν ανέλαβε κυβερνήτης της Κύπρου, για να επιτύχει στα σχέδια του: στις εκλογές του 1925 είχαν ηττηθεί οι ενωτικοί, είχαν επανεμφανισθεί οι μετριοπαθείς που επιζητούσαν συνεργασία με τη Βρετανική διοίκηση, ο λαός έδειχνε αποθαρρυμένος και κουρασμένος από τη δημοκοπία των ενωτικών, ενώ είχε επηρεαστεί άσχημα και από τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον ενταφιασμό, όπως πίστεψε τότε, των ονείρων για την απελευθέρωση του ελληνισμού – άρα και της Κύπρου. Ο Στόρς πήρε διάφορα μέτρα: οικονομικά και άλλα, για να βελτιώσει την κατάσταση και να μειώσει το εθνικό-ενωτικό αίσθημα των Κυπρίων. Τα οικονομικά μέτρα δεν έφεραν καμιά ουσιαστική οικονομική ανάπτυξη. Το εθνικό-ενωτικό αίσθημα των κυπρίων, ο ελληνοκυπριακός «εθνικισμός» θεωρούσε ότι έπαιζε αρνητικό ρόλο στην προσέλκυση κεφαλαίων στο νησί. Σκοπός του, που δεν τον απέκρυπτε καθόλου, ήταν η καθολοκληρίαν εξουδετέρωση της ενωτικής κίνησης, δια της βαθμιαίας ανάπτυξης στους Ελληνοκύπριους νοοτροπίας «ελληνοφώνων Βρετανών» διατεθειμένων να παραμείνουν εσαεί υπό βρετανική κυριαρχία, έτσι ώστε η Κύπρος θα καθίστατο ένας παράδεισος και οι κάτοικοι της στους ευτυχέστερους της Μέσης Ανατολής. Η μεταρρύθμιση στην παιδεία θεωρήθηκε αναγκαία ώστε οι νέοι στην Κύπρο να ενδιαφερθούν για τον βρετανισμόν τους.

Σκόπευε στη δημιουργία ενός «στενού κυπριακού πατριωτισμού» – άρνηση του ενωτικού κινήματος – στη δημιουργία ενός κυβερνητικού κόμματος αποτελούμενου από όλα εκείνα τα στοιχεία που βρίσκονταν στην υπηρεσία της αποικιοκρατίας (δημόσιοι υπάλληλοι, οικονομικοί παράγοντες, φαφλατάδες πολιτευτές, κλπ).

Η επίθεση της αποικιοκρατίας εκδηλωνότανε σε όλα τα επίπεδα: το οικονομικό, το πολιτικό, το πολιτισμικό. Στην Κύπρο έγινε μια συστηματική προσπάθεια του πολιτιστικού/ πολιτισμικού ιμπεριαλισμού (η επιβολή πολιτισμικών προτύπων που να εξυπηρετούν τον αποικιοκρατικό ιμπεριαλισμό), σε ένα πεδίο που ένιωθε αρκετά ισχυρός, λόγω της αδυναμίας των αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων να αντιπαρατεθούν και να αποκρούσουν αυτή την επίθεση.

Παρόλες τις προσπάθειες τα σχέδια δεν πέτυχαν. Οι Κύπριοι δεν έχασαν το εθνικό τους φρόνιμα, δεν εγκατέλειψαν το όνειρο τους για Ελευθερία και Ένωση με την Ελλάδα. Η λέξη Ένωση συνόψιζε σαν μαγική πανάκεια όλα τα μικρά και μεγάλα αιτήματα της μάζας του κυπριακού λαού και περιέκλειε όλους τους πόθους και τις ελπίδες του.

Σε συνδυασμό με την όλη κακή κατάσταση και την επιβολή ενός πρόσθετου φόρου φθάσαμε στη λαϊκή εξέγερση στις 21 Οκτωβρίου το 1931. Οι εξεγερμένες μάζες – εγκαταλελειμμένες από τη μικροαστική ηγεσία τους – προχώρησαν πέρα από αυτή, κατέλαβαν και πυρπόλησαν το Κυβερνείο και κήρυξαν την Ένωση με την Ελλάδα. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κύπρου όχι μόνο απουσίασε, αλλά καταδίκασε την εξέγερση, όπως έκανε κι ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που δήλωνε από την Αθήνα:

« Όπως δήλωσα και άλλοτε ζήτημα κυπριακό δεν υφίσταται μεταξύ της ελληνικής κυβερνήσεως και της αγγλικής….Αλλά δυστυχώς σήμερον εσημειώθησαν, κατά τας ειδήσεις των εφημερίδων , και εγκληματικαί παρεκτροπαί, όπως επιθέσεις κατά του στρατού και της αστυνομίας και εμπρησμός του Διοικητηρίου της Λευκωσίας. Ενώπιον δε τοιούτων παρεκτροπών είναι γνωστόν ότι η φιλοσοφική ανοχή των Άγγλων σταματά και αρχίζει αυστηρά πλέον εφαρμογή των νόμων…» (βλ. Γρ. Δαφνή : «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τ. 2, σελ. 80, επανέκδοση ΚΑΚΤΟΣ, 1997).

Αργότερα, όταν οι Κύπριοι – που στο μεταξύ είχαν κατά χιλιάδες καταταχτεί στον Αγγλικό στρατό για να πολεμήσουν τον Άξονα – ζήτησαν την λευτεριά και Ένωση με την Ελλάδα [όπως τους είχαν υποσχεθεί οι Άγγλοι προκειμένου να καταταγούν στο στρατό], το 1946 ο Τσαλδάρης δήλωνε στην Κυπριακή Εθνική Πρεσβεία που βρισκότανε στην Αθήνα για να ζητήσει την Ένωση «..Η Αγγλία είναι φίλη και σύμμαχος. Κάθε απόσπασις εδάφους της Βρετανικής αυτοκρατορίας ευνοείται υπό του σλαβικού συνασπισμού». Η δε «Εστία» έγραφε στις 21/ 2/47 ότι η Ελλάδα κινδύνευε να παρασυρθεί και να φέρει το κυπριακό στον ΟΗΕ. Η κυβέρνηση Διομήδη – Τσαλδάρη χαρακτήριζε το δημοψήφισμα που οργανωνότανε στην Κύπρο, σαν ενέργεια μερικών «ανεύθυνων στοιχείων» που θα «ζημιώσει την Ελλάδα» μια και «δεν τίθεται ζήτημα ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα». Το ίδιο κι ο Γεώργιος Παπανδρέου απαντούσε σε κύπριους ηγέτες σχετικά με τα δίκαια αιτήματα τους ότι :

«Μόνο μωροί Κυβερνήται διαρκούντος του συμμοριτικού αγώνος και ολίγον μετά την καταύπαυσιν του, θα ήτο δυνατόν να έλθουν εις αντίθεσιν με τους συμμάχους των, τους ηγγυωμένους την ύπαρξιν της Ελλάδος» ενώ αργότερα έγραφε στον δήμαρχο Λευκωσίας Θεμ. Δέρβη ότι «Η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν το δε αμερικάνικον και δι αυτό δεν ημπορεί, λόγω Κυπριακού, να κινδυνεύει να πάθη από ασφυξίαν».

Η επίσημη Ελλάδα, λοιπόν, εξαρτημένη και υποτελής στις Μεγάλες Δυνάμεις, την Αγγλία και κατόπιν τις ΗΠΑ, ομολογούσε ότι δεν ήθελε και δε μπορούσε να διεκδικήσει την εθνική αποκατάσταση των Κυπρίων Αδελφών, γιατί αυτό ερχότανε σε αντίθεση με τα συμφέροντα των προστατών της. Άρα και τα δικά της. Οι ξένοι προστάτες είχαν σώσει, στην κυριολεξία και την τελευταία στιγμή τον αστισμού από την επίθεση των λαϊκών δυνάμεων – αυτών που αγωνίστηκαν κατά των κατακτητών – λίγα χρόνια πριν. Μπροστά στη διασφάλιση του ταξικού συμφέροντος τους, τη διαιώνιση των προνομίων τους, θυσίαζαν τα εθνικά-λαϊκά συμφέροντα– και ας ισχυρίζονταν το αντίθετο, ότι δηλαδή υπεράσπιζαν το Έθνος από τους εχθρούς του.

Στο όνομα των Δυτικών συμφερόντων – του Δυτικού Κόσμου – θυσιάστηκαν πάντοτε τα εθνικά και λαϊκά συμφέροντα: στην Κύπρο, στην Ιωνία (Μικρά Ασία), την Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο – αύριο στο Αιγαίο, ή πάλι στην Κύπρο με το σχέδιο Ανάν.

ΟΙ κύπριοι παρά τις αποδοκιμασίες του αγώνα τους δεν σταμάτησαν, δεν αποθαρρύνθηκαν. Το 1950 οργάνωσαν δημοψήφισμα για την Ένωση, όπου σάρωσε η ψήφος υπέρ της. Αλλά δεν έγινε σεβαστή η θέληση τους από τους συμμάχους κι αφέντες της Ελλάδας-Κύπρου. Μέχρι που φτάνουμε στο 1955 και αναλαμβάνουν οι απλοί άνθρωποι του λαού – κορμός τους οι αγροτιά και οι νέοι – ένοπλη πάλη για Αυτοδιάθεση-Ένωση με την Ελλάδα. Με επικεφαλής την εκκλησία. Αλλά έτσι συμβαίνει πάντοτε: στη φύση και στην κοινωνία δεν υπάρχουν κενά. Αφού οι εκπρόσωποι του εργαζόμενου κυπριακού λαού, η επίσημη «αριστερά» δεν έκανε τίποτα, επί κεφαλής βρέθηκε η εκκλησία και ο γνωστός για τη δράση του στην Ελλάδα, Γεώργιος Γρίβας-Διγενής. Αυτό είχε σοβαρές επιπτώσεις στο εσωτερικό μέτωπο. Αυτό των σχέσεων ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων. Με άσχημα αποτελέσματα. Γιατί ο ιμπεριαλιστικός παράγοντας εκμεταλλεύτηκε το κενό στο κοινό μέτωπο και διαχώρισε τη πλειοψηφία (έλληνες) από τη μειοψηφία (τούρκους).

Ο αγώνας όμως των κυπρίων, της ΕΟΚΑ, καταγράφεται στις πιο ένδοξες σελίδες των αγώνων του ελληνικού λαού για τη Λευτεριά του. Συγκλόνισε όλη την Ελλάδα. Έδωσαν τη ζωή τους για την υποστήριξη του κι ελλαδίτες νέοι. Διαμορφώθηκε ολόκληρη η γενιά του 1950 και 1960 αντι-ιμπεριαλιστικά, πατριωτικά στην Ελλάδα.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ήρωες για τους νέους της εποχής εκείνης – για όλο τον ελληνικό λαό – ήταν οι Καραολής, Δημητρίου, Αυξεντίου και όλοι όσοι έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά όχι μόνο της Κύπρου, αλλά ολόκληρης της Ελλάδας, του ελληνικού λαού που στέναζε κάτω από τους νέους επικυρίαρχους: του Αγγλοαμερικάνους, στην Ελλάδα και την Κύπρο.

ΟΙ Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου σωστά χαρακτηρίστηκαν προδοτικές. Γιατί θυσίαζαν το αίτημα των Κυπρίων – και του ελληνικού λαού – για Αυτοδιάθεση με προοπτική την Ένωση, μια κι αυτό ήθελαν οι αγγλοαμερικάνοι ιμπεριαλιστές. Ο λαός στην Ελλάδα και την Κύπρο έπαιρνε το μήνυμα: δεν μπορείτε να είστε ελεύτεροι, να απολαμβάνετε την Αυτοδιάθεση σας. Μπορεί ένας λαός που στερείται το δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης του να οικοδομήσει μια κοινωνία ελεύθερη, όπως την θέλει αυτός, αν αυτό δεν αρέσει έτσι κι αλλιώς στα μεγάλα αφεντικά; Αυτό το κατάλαβε ο λαός. Κι όταν λίγο αργότερα για να καμφθεί το φρόνιμα στην Κύπρο και Ελλάδα, να ευθυγραμμιστούν στα σχέδια του ιμπεριαλισμού, επιβλήθηκε δικτατορία στην Ελλάδα, την πλήρωσε η Κύπρος. Όπως τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου που άνοιγαν το δρόμο της Τουρκίας για να επανέλθει σε μέρη από τα οποία είχε εκδιωχθεί, τις πλήρωσε και τις πληρώνει ακόμα όλος ο ελληνικός λαός.

Οι προσπάθειες ανατροπής του Μακάριου, της κατάλυσης ακόμα κι αυτής της κουτσουρεμένης Ανεξαρτησίας της Κύπρου – την εποχή που στην Ελλάδα ήταν η Χούντα – εντάσσονται σε αυτό το σχέδιο. Της πλήρους υποταγής των Ελλήνων – του λαού, στα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών στη Μέση Ανατολή. Ακόμα κι όταν ο λαός νόμιζε ότι μπορεί να ευημερήσει, να προοδεύσει, να αναπτυχθεί, ξεχνώντας την Κύπρο, ενάντια στα συμφέροντα της Κύπρου, δεν το κατάφερε. Γιατί το προσπαθούσε απαρνούμενος την υπ ‘αριθμό ένα προϋπόθεση: την Ελευθερία, την Αυτοδιάθεση κι Ανεξαρτησία του. Κι όταν το 1981 με το σύνθημα η Ελλάδα στους Έλληνες, Εθνική Ανεξαρτησία και Λαϊκή Κυριαρχία πίστεψε ότι μπορεί να τα καταφέρει, φρόντισαν με το Ντενκτάς και το ψευδοκράτος του να του υπενθυμίσουν ότι δεν μπορεί να Λεύτερος, Ανεξάρτητος και Κυρίαρχος όσο σκύβει το κεφάλι και ανέχεται να του παραβιάζουν αυτά τα δικαιώματα σε ένα κομμάτι του έθνους του. Το σοσιαλιστικό πείραμα στην Ελλάδα τελείωσε ουσιαστικά την ημέρα που ανακηρύχθηκε το ψευδοκράτος του Ντενκτάς, που κατάπιαμε όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ που ζητούσαν την απόσυρση των στρατευμάτων εισβολής/ κατοχής από την Κύπρο. Δεν υπάρχει καμιά ελπίδα για κάτι καλύτερο στην Κύπρο, το Αιγαίο, τη Θράκη, τη FYROM, και τα άλλα εθνικά/ λαϊκά μας θέματα όσο δεν δηλώνουμε απόλυτα αλληλέγγυοι με το συντριπτικό ΟΧΙ των Κυπρίων στο επαίσχυντο σχέδιο Ανάν. Όσο δεν ομολογούμε ότι δεν μπορεί να περιμένουμε τίποτα στην Ελλάδα και την Κύπρο από όσους τάχθηκαν υπέρ του σχεδίου αυτού που τόσο ήθελαν και θέλουν οι ΗΠΑ (ο Μπους) και τα τσιράκια του στην Ευρώπη. Το μέλλον μας εξαρτάται από την διάθεση μας να αποκρούσουμε αυτό το σχέδιο που νομιμοποιεί τον τουρκικό επεκτατισμό.

Στην προσπάθεια τους να μας πείσουν για τη χρησιμότητα του σχεδίου Ανάν – της πλανητικής κυριαρχίας των ΗΠΑ – έχουν εξαπολύσει μια νέα επίθεση. Όχι για να μας καλλιεργήσουν τώρα πια, τον βρετανισμό μας, να μας κάνουν ελληνόφωνες βρετανούς, αλλά ένα χυλό της παγκοσμιοποίησης, μέρος μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας, της Ευρώπης κλπ. Δηλαδή να κατεδαφίσουν, να ενταφιάσουν κι εξαφανίσουν κάθε τι που μέσω της ιστορίας μας εξασφαλίζει την συλλογικότητα μας. Η παγκοσμιοποίηση, η αυτοκρατορία, ο ιμπεριαλισμός με επικεφαλής του τις ΗΠΑ, δεν χρειάζονται καμιά συλλογικότητα. Μόνο άτομα σκόρπια. Χωρίς μνήμη. Χωρίς ιστορία. Χωρίς νόημα στη ζωή. Παρά μόνο παθητικούς καταναλωτές.

Η καθυπόταξη του συνόλου ελληνικού λαού, η πλήρης κατάπνιξη του αιτήματος του για εθνική / λαϊκή απελευθέρωση- κυριαρχία, πέρναγε και περνάει από την πλήρη καθυπόταξη της Κύπρου, την εξαφάνιση της ως τόπου αναφοράς κάποιας ανεξαρτησίας και η εξίσου πλήρης διάρρηξη κάθε σχέσης Ελλαδικού ελληνισμού και Κυπριακού ελληνισμού. Η Κύπρος πρέπει να γίνει το εργαστήρι του πρότυπου μη-κράτους, του σύγχρονου προτεκτοράτου της αυτοκρατορίας. Γι αυτό ο λαός στην Ελλάδα έπρεπε – και πρέπει – να πάψει να ενδιαφέρεται για τον ελληνισμό στην Κύπρο και την τύχη του. Να τη θεωρεί βάρος. Όπως τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης - να τον θεωρεί σαν κάτι εξωτικό, τουρκικό, μη ελληνικό. Να αγνοεί τι συμβαίνει με την Ίμβρο και την Τένεδο. Και βέβαια να μη το λέει ανοιχτά, αλλά να θεωρεί ως δίκαιη τιμωρία μας το θράσος να ζητήσουμε την απελευθέρωση των Ελλήνων ή τουλάχιστο τον σεβασμό της εθνικότητας τους, στα παράλια της Μικράς Ασίας ή του Πόντου. Επειδή οι πρόσφυγες από τα μέρη αυτά παίζουν σημαντικότατο ρόλο στη ζωή της Ελλάδας, η επίθεση είναι πιο ύπουλη – έτσι ώστε να διαβρώνει και τη δική τους κρίση: η καταστροφή ήταν αποτέλεσμα της ιμπεριαλιστικής επέμβασης της Ελλάδας. Η υποταγή των αρχουσών τάξεων της Ελλάδας στα ιμπεριαλιστικά σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων πράγματι στοίχισε την καταστροφή. Γιατί αυτές οι τάξεις ήταν πάντοτε υποτελείς κι εξαρτημένες. Δεν μπορούσαν να ηγηθούν σε ένα αγώνα απελευθερωτικό τόσο για τους έλληνες της Μικράς Ασίας όσο και για τις φτωχές αγροτικές μάζες του τουρκικού λαού. Η ταξική φύση τους κι η εξάρτηση κι υποταγή τους στα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων μόνο στην καταστροφή μπορούσαν να οδηγήσουν. Αλλά το αίτημα για δημοκρατία, ελευθερία και εγγύηση των δικαιωμάτων και της ζωής των Ελλήνων στη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, τον Πόντο ήταν απόλυτα δίκαιο. Κι επειδή η τουρκική κοινωνία δεν μπορούσε να τα εγγυηθεί, έσπρωχνε σε διεκδίκηση της ανεξαρτησίας, της αυτοκυβέρνησης τους πιθανώς ή σε κάποιο είδος – ή είδη ένωσης με την Ελλάδα. Δύσκολα προβλήματα και ποιο δύσκολες λύσεις. Αλλά όχι σφαγή, εκδίωξη, εξαφάνιση των εθνικών ομάδων που δεν ήταν τουρκικές: έλληνες, αρμένιοι κλπ.

Στην Κύπρο τα πράγματα ήταν πεντακάθαρα: Η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του νησιού, το 82%, ήταν Έλληνες. Η ακόμα πιο συντριπτική πλειοψηφία – και πολλοί τουρκοκύπριοι – ήθελαν την Ένωση. Και τους απαγορεύτηκε. Όχι μόνο αυτό: η μειοψηφία έγινε αφεντικό. Επιβάλλει τη θέληση της με τα όπλα. Γιατί αυτή η μειοψηφία μπορεί να έχει κράτος δικό της και δεν επιτρεπότανε στους έλληνες της Ιωνίας ή του Πόντου;

Η κατάπνιξη του δικαιωμάτων των ελληνικών πληθυσμών στην πολυεθνική έτσι κι αλλιώς Τουρκία, η γενοκτονία Αρμενίων και Ποντίων, η στήριξη της αυταρχικής-προφασιστικής Τουρκίας από τις γνωστές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η ανοχή στις διώξεις κατά των Ελλήνων και η ανεκτικότητα των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι σε όλα αυτά, δεν έχουν φέρει τίποτα το καλό στο σύνολο του ελληνισμού και του λαού στην Ελλάδα. Ο τελευταίος δεν θα δεί καλύτερες ημέρες γυρίζοντας τις πλάτες στην Κύπρο, όπως χθές στους Κωνσταντινουπολίτες ή τους Πόντιους. Στόχος παραμένει πάντοτε ο ίδιος ο λαός. Δεν πρέπει να είναι ελεύθερος, κυρίαρχος. Πρέπει να υπακούει. Να μη διεκδικεί. Προπαντός την ελευθερία και αυτοπροσδιορισμό του. Για αυτό δεν πρέπει να ενδιαφέρεται για το τι γίνεται δίπλα του – στους δικούς του πρώτα απ΄ όλα. Πρέπει να ενδιαφέρεται απλά για τη γυμνή ύπαρξη του. Για το τι θα φάει και θα πιεί την κάθε μέρα. Όχι το νόημα της ύπαρξης.

Πενήντα χρόνια μετά τον αγώνα της ΕΟΚΑ για Αυτοδιάθεση-Ένωση, 45 χρόνια μετά τις συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου, 31 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και 21 μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους του Ντενκτάς – στο ενδιάμεσο τους τα Σεπτεμβριανά στην Κωνσταντινούπολη – εκείνο που μας γέμισε περηφάνεια κι ελπίδα ήταν το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν – το σχέδιο του ιμπεριαλισμού – που είπαν οι Κύπριοι αδελφοί μας πριν από ένα χρόνο. Γιατί δεν έσκυψαν το κεφάλι. Δεν άφησαν να τους τρομοκρατήσουν όσοι πρόβλεπαν καταστροφή την άλλη ημέρα αν έλεγαν ΟΧΙ. ΄Όπως το ίδιο πιπιλάνε τώρα για το ΟΧΙ στο σχέδιο ευρωσυντάγματος που είπανε οι Γάλλοι και Ολλανδοί. Τους ενοχλεί γενικά να λένε οι λαοί ΟΧΙ στα σχέδια τους. Στην επιβολή των συμφερόντων τους. Οι λαοί πρέπει να συμφωνούν. Μόνο τότε υπάρχει δημοκρατία. Το ίδιο υπάρχει οικονομική ανάπτυξη και πρόοδος όταν οι εργαζόμενοι λένε ναι στην επάνοδο του εργασιακού μεσαίωνα, όπως αυτό συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη και προωθείται και στην Ελλάδα.
 
Η υπεράσπιση των εθνικών μας δικαιωμάτων βαδίζει χέρι-χέρι με τα εργασιακά, κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα. Όποτε υπερασπίζαμε τα πρώτα από τις επιβουλές των ιμπεριαλιστών υπερασπιζόμασταν καλύτερα και όλα τα υπόλοιπα. Και το αντίστροφο.


Ανάρτηση από : http://istrilatis.blogspot.gr