Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Μέση Ανατολή: Μια μάταιη, αν και προβλέψιμη, αιματοχυσία

Του Κώστα Ράπτη 
Οι εικόνες αιματοχυσίας από τη Λωρίδα της Γάζας οπωσδήποτε συγκλονίζουν – τουλάχιστον όσους δεν έχουν συνηθίσει πια να στρέφουν αλλού το βλέμμα. Ωστόσο, στη νέα αναζωπύρωση της βίας στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση υπάρχει κάτι ακόμη πιο αποκρουστικό: ο “στρατηγικά αβαθής”, εργαλειακός (και ωστόσο απολύτως προβλέψιμος) τρόπος με τον οποίο αξιοποιείται η στρατιωτική κλιμάκωση.
Το ενάμιση εκατομμύριο των εγκλείστων κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας αποτελούν για άλλη μία φορά τον εύκαιρο “σάκο του μποξ” προκειμένου να εξασφαλισθεί ένας στόχος ολότελα διαφορετικός από τον διακηρυγμένο: η αποτροπή οποιασδήποτε “απειλής” επίλυσης του προβλήματος στην κατεύθυνση της “λύσης δύο κρατών”.
Τα δεδομένα είναι γνωστά: εν μέσω αμοιβαίας καχυποψίας στην αμερικανο-ισραηλινή “ειδική σχέση” μετά την επανεκλογή Obama, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ John Kerry κατέβαλε προσπάθεια (αν και όχι εντατική) να αναβιώσει την ειρηνευτική διαδικασία για το Μεσανατολικό, μόνο και μόνο για να προσκρούσει στο ζήτημα του συνεχιζόμενου ισραηλινού εποικισμού των κατεχόμενων παλαιστινιακών εδαφών, με αποτέλεσμα ένα πρόωρο ναυάγιο.
Στην άλλη πλευρά, ο έχων προ πολλού υπερβεί τα όρια της θητείας του πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Mahmud Abbas συμφώνησε με την οργάνωση Χαμάς τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης “παλαιστινιακής εθνικής ενότητας” στελεχωμένης από τεχνοκράτες, γεφυρώνοντας έτσι το χάσμα που από το 2006 χώριζε τις δύο πλευρές. Προς μεγάλη έκπληξη και δυσαρέσκεια του Ισραήλ, η εξέλιξη αυτή κάθε άλλο παρά προκάλεσε τις καταγγελίες των ΗΠΑ και της Ε.Ε. για “νομιμοποίηση των τρομοκρατών”. Επιπλέον, στους κόλπους των “28” (με την εξαίρεση ελάχιστων κρατών-μελών, όπως η Ελλάδα) απέκτησε ιδιαίτερη ορμή η τάση για επιβολή εμπάργκο στα προϊόντα από τους παράνομους οικισμούς Εβραίων εποίκων στα Κατεχόμενα.
Ήταν προφανές για το Ισραήλ ότι προκειμένου να προστατευθεί το μείζον (ήτοι η συνέχιση του εποικισμού, η οποία και δίνει το μέτρο της αυθεντικότητας κάθε δήλωσης πίστης στη “λύση δύο κρατών”) έπρεπε να υπονομευθεί η κυβέρνηση “παλαιστινιακής εθνικής ενότητας” με την πρώτη ευκαιρία.
Η “ευκαιρία” δόθηκε με την απαγωγή και των φόνο τριών ισραηλινών εφήβων ιεροσπουδαστών, οι οποίοι έκαναν ωτοστόπ στα περίχωρα της Χεβρώνας. Ωστόσο, καθώς περνούν οι ημέρες αποκαλύπτεται ότι η αντίδραση των ισραηλινών αρχών υπήρξε άκρως χειριστική. Σε μία συγκυρία που ήδη σημαδευόταν από την κοινοβουλευτική μάχη για τη νομοθετική απαγόρευση της ανταλλαγής θυμάτων απαγωγής με παλαιστινίους κρατουμένους, οι ισραηλινές αρχές αφενός κίνησαν διεθνή καμπάνια κατά το πρότυπο της εκστρατείας Save our Girls (για τις νιγηριανές νέες που έχουν πέσει στα χέρια της οργάνωσης Boko Haram) και αφετέρου έσπευσαν να ενοχοποιήσουν, χωρίς επαρκή στοιχεία, την Χαμάς.
Ωστόσο, ήταν προφανές ότι για την ίδια τη Χαμάς μια τέτοια κίνηση θα ήταν στην παρούσα φάση παράλογος “αυτοτραυματισμός” – πόσω μάλλον που εγκαίρως έγιναν τα ονόματα των δύο απαγωγέων, οι οποίοι ανήκαν σε “αδέσποτο” πυρήνα της Χεβρώνας που είχε επανειλημμένα παραβιάσει τις εντολές της οργάνωσης.
Το γιατί μυστηριωδώς οι απαγωγείς δεν επιχείρησαν (κατά τα “ήθη” της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης) καμία επικοινωνία και απόσπαση ανταλλάγματος, όσο πιστευόταν ότι οι τρεις άτυχοι νέοι μπορεί ακόμη να βρίσκονται εν ζωή, απαντήθηκε εκ των υστέρων με την δημοσιοποίηση της εναγώνιας κλήσης έκτακτης ανάγκης που πραγματοποίησε ένας από τους απαχθέντες – και αγνοήθηκε, ως φάρσα, για πέντε ολόκληρες ώρες. Από αυτήν, και από τα ευρήματα στο όχημα των απαγωγέων, προκύπτει ότι οι τρεις ιεροσπουδαστές πυροβολήθηκαν από όπλο με σιγαστήρα κατά τα πρώτα λεπτά μετά την απαγωγή τους.
Η “εκδίκηση” που ήρθε υπό μορφήν απαγωγής και πυρπόλησης ενός 16χρονου Παλαιστίνιου από ισραηλινούς εξτρεμιστές στην Ανατολική Ιερουσαλήμ έριξε προς στιγμήν φως στην “κουλτούρα του μίσους” που από τα γήπεδα μέχρι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μοιάζει να έχει εξαπλωθεί στην ισραηλινή κοινωνία, προσδιορίζοντας και το περιθώριο κινήσεων της πολιτικής ηγεσίας. Τροφοδότησε, όμως, και την οργή της Παλαιστινιακής νεολαίας, η οποία, δεδομένης της κατασταλτικής πολιτικής του Αbbas, βρίσκει πεδίο εκδήλωσης κυρίως στην προσαρτημένη Ανατολική Ιερουσαλήμ και την υπό πλήρη ισραηλινό έλεγχο “Ζώνη Α” των Κατεχομένων – και όχι τις παλαιστινιακές πόλεις.
Ο υπολογισμός των ισραηλινών ιθυνόντων πατούσε στις εκτιμήσεις πλήθους εμπειρογνωμόνων ότι ο παλαιστινιακός πληθυσμός δεν είχε το σθένος για μια “τρίτη Ιντιφάντα” και ότι, μετά την τροπή που πήρε η “Αραβική Άνοιξη”, η Χαμάς βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση – αφενός λόγω της αποτυχίας της προσπάθειάς της να στραφεί από την στήριξη του Ιράν σε αυτή του Κατάρ και αφετέρου λόγω της ενίσχυσης του αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας από το εχθρικό προς τους ισλαμιστές καθεστώς του στρατηγού Sisi στην Αίγυπτο.
Ωστόσο, η Χαμάς αποδείχθηκε πρόθυμη να πολεμήσει – και ικανή για μερικές επιχειρησιακές εκπλήξεις. Η βροχή ρουκετών που εκτοξεύθηκαν στην ισραηλινή επικράτεια δίνει στην ισραηλινή πλευρά επιχειρήματα αυτοάμυνας για να συνεχίσει και να κλιμακώσει τις εχθροπραξίες – δεν δίνει όμως απάντηση στο ποιός είναι ο “αντικειμενικός σκοπός”, κατά την στρατιωτική ορολογία, που θα πρέπει να επιτευχθεί, μέχρι να σταματήσει η αναίτια σφαγή. Η Χαμάς τρέφεται από κάθε σύγκρουση που την εμφανίζει λιγότερο ενδοτική από τους παλαιστίνιους πολιτικούς ανταγωνιστές της – και μπόρεσε να προβάλλει πρόσωπο νικητή ακόμη και μετά την επιχείριση “Συμπαγής Μόλυβδος” του 2008-9 που υπήρξε πραγματικά καταστροφική για τη Λωρίδα της Γάζας.
Και το κυριότερο: ο διεθνής παράγων παρακολουθεί αμήχανος, χωρίς να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες εκτόνωσης της κρίσης.
Ανάρτηση από: http://www.capital.gr