Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2024

Μια σύνοψη του τι συμβαίνει στη Συρία

Του Κώστα Ράπτη


Όταν ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου ανακοίνωνε την κατάπαυση του πυρός στον Λίβανο έστελνε δημοσίως το μήνυμα στον Μπασάρ αλ Άσαντ της Συρίας ότι "παίζει με τη φωτιά”. Μόλις ένδεκα μέρες αργότερα, το καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε το 1970 από τον πατέρα Άσαντ και που για περισσότερο από δεκατρία χρόνια έδινε μάχη για την επιβίωσή του δεν υπήρχε πια.

Αλλά αυτός που εμφανίσθηκε ενδιαμέσως στο προσκήνιο της δράσης δεν ήταν το Ισραήλ, παρά η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος την Παρασκευή, εγκαταλείποντας τις διπλωματικές κοινοτοπίες, ουσιαστικά ανέλαβε την "πατρότητα” της προέλασης των αντικυβερνητικών ανταρτών στη Συρία, εκφράζοντας μάλιστα την "ελπίδα” ότι σύντομα θα εισέλθουν στη Δαμασκό, όσο και αν διατύπωσε επιφυλάξεις για το ποιον ορισμένων εξ αυτών.

Η είσοδος των ανταρτών στη Δαμασκό πραγματοποιήθηκε σήμερα Κυριακή και ο Άσαντ αγνοείται, μαζί με το αεροπλάνο που τον φυγάδευσε από την πρωτεύουσα. Όμως η "θανατική καταδίκη” του καθεστώτος είχε υπογραφεί από χθες Σάββατο στην Ντόχα του Κατάρ, όπου σε μία προσπάθεια "αναβίωσης”, κατά την χαρακτηριστική έκφραση του Χακάν Φιντάν, της τριμερούς "Διαδικασίας της Αστάνα”, οι υπουργοί Εξωτερικών της Τουρκίας, της Ρωσίας και του Ιράν συμφώνησαν ότι υπάρχει περιθώριο εξομάλυνσης των τουρκο-συριακών σχέσεων και συμφιλίωσης της κεντρικής εξουσίας της Δαμασκού με την "νόμιμη” αντιπολίτευση.
Βέβαια ο λόγος για τον οποίο, παρά τις διαρκείς μεσολαβήσεις της Μόσχας, ο Άσαντ αρνούνταν να συνομιλήσει με τον Ερντογάν ήταν ότι έθετε ως προϋπόθεση κάθε διαλόγου την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από τα τμήματα της συριακής επικράτειας που έχουν καταλάβει σε τρεις διαδοχικές επεμβάσεις τα προηγούμενα χρόνια. Ενώ η "αντιπολίτευση”, η οποία εντέλει ανέτρεψε τον Άσαντ, έχει ως ηγέτη της τον άλλοτε υπαρχηγό του "Ισλαμικού Κράτους”, Αμπού Μουχάμαντ αλ Τζουλάνι, ο οποίος παραμένει ξεχασμένος στις λίστες τρομοκρατών των ΗΠΑ, την ώρα που δίνει συνέντευξη στο CNN.

Σε κάθε περίπτωση, η Ρωσία και το Ιράν, που αποτελούσαν μέχρι τώρα τα κύρια στηρίγματα του Άσαντ, φάνηκε να μην έχουν την προθυμία ή την δυνατότητα να επέμβουν για να διασώσουν την συριακή "επένδυσή” τους στην οποία είχαν αφιερώσει πολύ χρόνο, χρήμα και αίμα. Και ο πιθανότερος λόγος για αυτό είναι ότι δεν μπορούσαν να υπερασπισθούν μια Συρία, η οποία δεν σκόπευε να υπερασπισθεί τον εαυτό της.

Η ταχύτητα με την οποία έτρεξαν οι εξελίξεις παραπέμπει σε εικόνα εσωτερικής κατάρρευσης, με τον συριακό κυβερνητικό στρατό να αρνείται επί της ουσίας να πολεμήσει. Είναι αυτό το σημείο το οποίο γεννά τις μεγαλύτερες απορίες.

Φυσικά, οι έξωθεν πιέσεις ήταν τεράστιες και οι σύμμαχοι της Δαμασκού απορροφημένοι από δικές τους δοκιμασίες. Η Χεζμπολάχ (που αναδρομικά επιβεβαιώνεται ότι είχε κάνει τη διαφορά επί του εδάφους στη Συρία) προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί μετά την απώλεια του ηγέτη της Χασάν Νασράλλα και τα ισραηλινά πλήγματα στον Λίβανο. Η Τεχεράνη (η οποία ουδέποτε εξαπέλυσε την εξαγγελθείσα επιχείρηση "Αληθής Επαγγελία 3” σε αντίποινα προς το Ισραήλ) ζυγίζει τη στάση της εν αναμονή της εισόδου του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Η δε Ρωσία, που εδώ και σχεδόν τρία χρόνια εμπλέκεται στην δική της ουκρανική περιπέτεια, αφενός έχει περιορίσει το (εξαρχής μικρό) στρατιωτικό της αποτύπωμα στη Συρία, αφετέρου αποδεικνύει πόσο εξαρτημένη είναι από την διατήρηση ενός επιπέδου συνεννόησης με την Τουρκία, τον "κλειδοκράτορα” των Στενών της Μαύρης Θάλασσας.

Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το γεγονός, που συχνά λησμονείται, ότι το Ισραήλ εξαπέλυε, καθ' όλη αυτή την τετραετία κατά την οποία η συριακή σύγκρουση είχε "παγώσει”, αλλεπάλληλα πλήγματα από αέρος επί συριακού εδάφους εναντίον στόχων της Χεζμπολάχ, των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης, αλλά και του κυβερνητικού στρατού, με την Ρωσία να "κοιτά αλλού”. Πλέον, η οδική επικοινωνία Δαμασκού-Βηρυτού έχει ουσιαστικά διακοπεί, ενώ οι ισραηλινές δυνάμεις επιχειρούν ήδη διεύρυνση της ουδέτερης ζώνης στα Υψώματα του Γκολάν με την επίκληση του "τζιχαντιστικού κινδύνου”.

Σε κάθε περίπτωση, το "εσωτερικό μέτωπο” αποδείχθηκε το κρισιμότερο. Και ό,τι δεν είχαν καταφέρει επί τόσα χρόνια τα όπλα των ανταρτών μάλλον το κατάφεραν οι δρακόντειες αμερικανικές κυρώσεις (Caesar Act του 2019) που δημιούργησαν για την συριακή οικονομία μία κατάσταση περισσότερο ασφυκτική και αυτήν που επικρατούσε κατά την περίοδο των πιο σκληρών μαχών. Απέναντι σε αυτό, η Τουρκία καλλιεργούσε μία εικόνα "ερντογανικής ευημερίας” και "χρηστής διοίκησης” στα εδάφη που έλεγχε εμμέσως ή αμέσως, σε αντιπαράθεση προς την δυσπραγία και κυρίως την διαφθορά που επικρατούσε στα εδάφη της Δαμασκού. Ήταν ούτως ή άλλως δύσκολο για μία χώρα που έχασε τόσο μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της στην προσφυγιά να ανακάμψει έστω και σε συνθήκες επισφαλούς ηρεμίας, όμως η αδυναμία του καθεστώτος Άσαντ, μετά από τόσα χρόνια εμφυλίου πολέμου, να εμπνεύσει ένα ηγεμονικό αφήγημα στο οποίο να αναγνωρίζεται η πλειοψηφία, είχε και υλικό αντίκρυσμα.

Στο ίδιο φόντο, η μετατροπή της χώρας σε ναρκο-οικονομία, όπου κεντρικό ρόλο έπαιζε η παραγωγή και διακίνηση της δημοφιλούς σε όλη τη Μέση Ανατολή μεθαμφεταμίνης Captagon, δημιουργούσε πυρήνες ανομίας, με αδιευκρίνιστες διεθνείς συνάφειες, οι οποίες ασφαλώς διάβρωσαν το καθεστώς.

Αλλά το κεφάλαιο της "επόμενης μέρας” μένει ακόμη να γραφεί. Άγνωστο παραμένει αν μειονότητες με εστίες πυκνής γεωγραφικής συγκέντρωσης, όπως οι Αλαουίτες, από τους οποίους προερχόταν η δυναστεία Άσαντ, ίσως και οι Δρούζοι, θα υποταχθούν στην νέα κεντρική εξουσία, όπως και αν αυτή διαμορφωθεί, ή η Συρία ως κράτος θα οδηγηθεί προς αιματηρό περαιτέρω κατακερματισμό.

Και είναι ένα ερώτημα εάν o διαχωρισμός της νόμιμης αντιπολίτευσης από τους ακραίους, που φιλοδοξεί να διεκπεραιώσει το τρίο της "Αστάνα” είναι δυνατός, δεδομένης της εξ ορισμού ανεξέλεγκτης φύσης των τζιχαντιστών ή ένα νέο "Αφγανιστάν” πρόκειται να γεννηθεί στις ακτές της Μεσογείου.

Προς το παρόν, ένα καθεστώς αυταρχικό αλλά κοσμικό, σκιά παλαιότερων ημερών ακμής του αραβικού εθνικισμού, άλλοτε πρωτεργάτης του "απορριπτικού μετώπου” απέναντι στο Ισραήλ και σε πιο πρόσφατους χρόνους του "άξονα της αντίστασης” (χωρίς να του λείπει πάντως και ο ρεαλισμός που οδήγησε σε συμπόρευση με τη Δύση κατά τον πρώτο πόλεμο στο Ιράκ ή η προσπάθεια στις αρχές του αιώνα μας να συνομιλήσει με το εβραϊκό κράτος με μεσολαβητή τον Ερντογάν) εκλείπει, αφήνοντας τους Παλαιστίνιους και τη Χεζμπολάχ περισσότερο απομονωμένους, τη Ρωσία διεθνώς ταπεινωμένη, εφόσον δεν είναι σε θέση να στηρίζει τους συμμάχους της, την Κίνα δίχως την επιθυμητή πρόσβαση στην μεσογειακή φυσική κατάληξη των "δρόμων του μεταξιού” και το Ιράν δίχως το στρατηγικό βάθος που του είχε εξασφαλίσει η εδαφική συνέχεια το Ιράκ, τη Συρία και τον Λίβανο, να επιταχύνει τις διαδικασίες εμπλουτισμού ουρανίου, ώστε να εξασφαλίσει τουλάχιστον τον οίκο του.

Η Τουρκία, πάλι, αποκτά οιονεί κοινά σύνορα με το Ισραήλ, περικυκλώνει τους Κούρδους, προκαταλαμβάνει τον Τραμπ και αναβαθμίζεται σε ρυθμιστή μιας περιοχής στην οποία δεν ήταν ευπρόσδεκτη. Την ώρα που οι αραβικές μοναρχίες έχουν κλείσει τους λογαριασμούς τους με τη Συρία, επαναφέροντάς την στον Αραβικό Σύνδεσμο, και έχουν συμφιλιωθεί με το Ιράν κατόπιν κινεζικής μεσολαβήσεως, ο Ερντογάν γίνεται σημαιοφόρος του σουνιτικού σεκταρισμού και ξεδιπλώνει τον επεκτατισμό του ανεμπόδιστα. Παρά τις ρητορικές του εξάρσεις, οι εμπροσθοφυλακές του δεν βάδισαν για την απελευθέρωση των Παλαιστινίων, αλλά για την κατάλυση ενός επίσης μουσουλμανικού κράτους που τους στήριζε.

ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/share/p/19ahDVHKQo/

Ανάρτηση από: https://geromorias.blogspot.com/