Του Σταύρου Λυγερού
Ο θεσμός της παροχής ασύλου σε πρόσφυγες αποτελεί κατάκτηση του δυτικού πολιτισμού και πρέπει να διαφυλαχθεί σαν κόρη οφθαλμού. Για να εξασφαλίζεται προστασία σ’ όσους πραγματικά την έχουν ανάγκη, πρέπει να έχουν καθορισθεί σαφή κριτήρια. Ποιος είναι πρόσφυγας και ποιος οικονομικός μετανάστης. Το άσυλο θεσπίσθηκε με τη Σύμβαση της Γενεύης το 1951 για να προστατεύσει άτομα που διώκονται προσωπικά για τις πολιτικές πεποιθήσεις τους, την εθνικότητα ή τη θρησκεία τους. Δεν θεσπίσθηκε για όσους κατοικούν σε χώρες όπου επικρατεί εμπόλεμη κατάσταση.
Ο θεσμός δοκιμάσθηκε για πρώτη φορά στη γιουγκοσλαβική κρίση, τη δεκαετία του 1990. Τότε, όμως, ο αριθμός των προσφύγων ήταν πολύ μικρότερος από τον σημερινό, αλλά κυρίως οι πρόσφυγες ήταν πολιτισμικά συμβατοί με τις κοινωνίες που τους υποδέχθηκαν. Τη δεκαετία του 1990 άρχισε αυτό που αποκαλείται forum shopping. Εκείνος δηλαδή που ήθελε να υποβάλει αίτηση για άσυλο την υπέβαλλε ταυτοχρόνως σε τρία τέσσερα κράτη και περίμενε να δει ποιο θα τον αναγνωρίσει ως πρόσφυγα.
Γι’ αυτό τον λόγο θεσπίσθηκε το 1999 το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου. Τμήμα του είναι οι κανονισμοί “Δουβλίνο”. Βάσει αυτών, κάποιος μπορεί να υποβάλει αίτηση μόνον στη χώρα πρώτης εισόδου. Η μετάβαση στην ΕΕ κατέστη πλέον πολύ δύσκολη, αφού όλες οι χώρες-μέλη επέβαλαν τις ίδιες απαιτήσεις για κατοχή βίζας. Η υποχρέωση βίζας ανέκοψε σε μεγάλο βαθμό τις νόμιμες ροές προσφύγων. Ενώ, όμως, δεν υπάρχει νόμιμη οδός μαζικής εισόδου προσφύγων στην ΕΕ, η πίσω πόρτα της παράνομης εισόδου είναι ανοιχτή. Κι αυτό λειτουργεί ως κίνητρο.
Δύο χρόνια μετά τη θέσπιση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου έγινε η επέμβαση των Δυτικών στο Αφγανιστάν (2001) και δύο χρόνια αργότερα στο Ιράκ. Αυτές είχαν ως αποτέλεσμα μια μεγάλη ροή προσφύγων-μεταναστών από την Ασία προς την Ευρώπη. Η ροή αυτή τροφοδότησε και τη ροή παράνομων οικονομικών μεταναστών από την Ασία και την Αφρική. Λόγω γεωγραφίας, οι χώρες-πύλες ήταν η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία.
Δύο χρόνια μετά τη θέσπιση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου έγινε η επέμβαση των Δυτικών στο Αφγανιστάν (2001) και δύο χρόνια αργότερα στο Ιράκ. Αυτές είχαν ως αποτέλεσμα μια μεγάλη ροή προσφύγων-μεταναστών από την Ασία προς την Ευρώπη. Η ροή αυτή τροφοδότησε και τη ροή παράνομων οικονομικών μεταναστών από την Ασία και την Αφρική. Λόγω γεωγραφίας, οι χώρες-πύλες ήταν η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία.
Προσωποποιημένη κι όχι συλλογική
Είναι αναμφισβήτητο ότι, λόγω των πολέμων η ζωή των Αφγανών, των Ιρακινών και των Σύριων έγινε δύσκολη και ο κίνδυνος για την ασφάλεια των κατοίκων μεγάλωσε. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν αρκεί από μόνο του για να χαρακτηρισθούν πρόσφυγες. Πρόσφυγας είναι αυτός που κινδυνεύει άμεσα η ζωή του για ειδικούς λόγους. Η ιδιότητα του πρόσφυγα είναι προσωποποιημένη κι όχι συλλογική. Αυτό σημαίνει π.χ. ότι δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν συλλήβδην όλοι οι Σύριοι πρόσφυγες, επειδή στη χώρα τους γινόταν πόλεμος.
Στην πραγματικότητα, όμως, τα κριτήρια που έθεσε η σύμβαση της Γενεύης έχουν ξεχειλώσει, οδηγώντας σε αδιέξοδο. Αν υιοθετηθεί επισήμως το κριτήριο της εμπόλεμης κατάστασης, πρακτικά θα δικαιούται προστασία το σύνολο του πληθυσμού των χωρών, στις οποίες διεξάγονται ένοπλες συγκρούσεις. Κι επειδή αυτές είναι αρκετές και συνήθως πολυπληθείς, αυτό σημαίνει πως η Ευρώπη θα έπρεπε δυνάμει να υποδεχθεί και να δώσει προστασία σε δεκάδες εκατομμύρια.
Λόγω της διαφοράς βιοτικού επιπέδου, λόγω της επιδείνωσης των συνθηκών ζωής και λόγω της έλλειψης ευκαιριών, υπάρχει ισχυρό κίνητρο και για όσους δεν κινδυνεύουν στις χώρες τους να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη στην Ευρώπη. Με άλλα λόγια, έχει ανοίξει ο ασκός του Αιόλου. Η προσφυγική-μεταναστευτική ροή έχει διογκωθεί και είναι με διακυμάνσεις διαρκής. Όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες ούτε μπορούν να την διαχειρισθούν, ούτε την θέλουν.
Από πρόσφυγας οικονομικός μετανάστης
Οι Σύριοι, που υποχρεώθηκαν λόγω του πολέμου να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, αρχικά κατέφυγαν σχεδόν στο σύνολό τους σε τρεις γειτονικές χώρες: στην Τουρκία, στον Λίβανο και στην Ιορδανία. Η Τουρκία, όμως, τυπικώς δεν εφαρμόζει τη σύμβαση της Γενεύης για προερχόμενους από την Ασία και την Αφρική. Το γεγονός αυτό δημιουργεί νομικό πρόβλημα, αλλά επί της ουσίας η Τουρκία είναι “ασφαλής χώρα” .
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι Σύριοι που έχουν καταφύγει στην Τουρκία και στις δύο άλλες χώρες δεν κινδυνεύουν. Μπορεί οι συνθήκες στους καταυλισμούς που μένουν να είναι περισσότερο ή λιγότερο κακές, αλλά δεν τίθεται ζήτημα διώξεων, ή απειλών για τη ζωή τους. Όταν, λοιπόν, ένας Σύριος που κατέφυγε στην Τουρκία, επειδή πραγματικά κινδύνευε και ως εκ τούτου μπορεί --έστω και καταχρηστικά-- να χαρακτηρισθεί πρόσφυγας, γιατί είναι πρόσφυγας όταν εισέρχεται παράνομα στα ελληνικά νησιά; Αντιθέτως, είναι πρόσφυγας ένας Τούρκος γκιουλενιστής που διώκεται από το καθεστώς Ερντογάν.
Προφανώς, ο Σύριος φεύγει από την Τουρκία με σκοπό να μεταβεί και εγκατασταθεί στη δυτική Ευρώπη για να αρχίσει εκεί μια νέα καλύτερη ζωή. Στην πραγματικότητα, ενώ όταν έφευγε από τη Συρία για να πάει στην Τουρκία ήταν πράγματι πρόσφυγας, όταν εισέρχεται στην Ελλάδα με σκοπό να μεταβεί στη δυτική Ευρώπη κατά κανόνα λειτουργεί ως παράνομος οικονομικός μετανάστης. Με τη στέρεη αυτή λογική μόνο ελάχιστοι από όσους εισέρχονται στα νησιά μπορούν να χαρακτηρισθούν πρόσφυγες.
Ένα αβάσιμο κριτήριο
Νομικοί χρησιμοποιούν ένα καθόλου βάσιμο κριτήριο γι’ αυτή την περίπτωση. Υποστηρίζουν πως εάν παρέμεινε στην Τουρκία για κάποιους μήνες σημαίνει ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα γι’ αυτόν και ως εκ τούτου δεν δικαιούται την ιδιότητα του πρόσφυγα όταν εισέρχεται στην Ελλάδα. Εάν, όμως, δεν παρέμεινε στην Τουρκία για ικανό διάστημα την δικαιούται.
Το κριτήριο αυτό, όμως, είναι διάτρητο. Ένας π.χ. Σύριος που εγκατέλειψε τη χώρα του, λόγω πολέμου, γιατί να μην κατευθυνθεί αμέσως προς την Ελλάδα με σκοπό μία καλύτερη ζωή στη δυτική Ευρώπη, αντί να εγκλωβισθεί σε δομές φιλοξενίας στην Τουρκία; Πολλοί έκαναν αυτή την επιλογή. Γιατί να μην την κάνουν κι άλλοι, όταν γνωρίζουν πως εάν κατευθυνθούν γρήγορα προς την Ελλάδα η αίτησή τους για άσυλο θα γίνει δεκτή;
Προφανώς είναι άδικο η Τουρκία, ο Λίβανος και η Ιορδανία να σηκώνουν ένα δυσανάλογα μεγάλο βάρος μόνο και μόνο επειδή γειτνιάζουν με τη Συρία, και ως εκ τούτου είναι οι πρώτες χώρες που υποδέχθηκαν τους Σύριους πρόσφυγες. Η αλήθεια είναι ότι η ΕΕ ήταν εξαιρετικά τσιγκούνα όσον αφορά τη βοήθεια που αρχικά προσέφερε σ’ αυτές τις τρεις χώρες και μόνο όταν η Άγκυρα άρχισε τον εκβιασμό, ανοίγοντας τη στρόφιγγα, εξασφάλισε αρκετά δισ. ευρώ.
Γιατί δεν επιστρέφουν;
Ακόμα κι αν καταχρηστικά θεωρηθεί ότι π.χ. οι Σύριοι δικαιούνται την ιδιότητα του πρόσφυγα παντού, εγείρεται ένα ζήτημα. Το καθεστώς προστασίας λήγει όταν αρθούν οι συνθήκες που μετέτρεψαν έναν Σύριο σε πρόσφυγα, όταν δηλαδή μπορεί με ασφάλεια να επιστρέψει στην πατρίδα του. Σήμερα στη Συρία επικρατούν συνθήκες ειρήνης, με την εξαίρεση της επαρχίας Ιντλίμπ και της βορειοανατολικής Συρίας, λόγω της πρόσφατης τουρκικής εισβολής.
Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, οι πρόσφυγες που έχουν καταφύγει στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και σε Τουρκία, Ιορδανία και Λίβανο να επιστρέψουν στις εστίες τους, εάν αυτές βρίσκονται στις περιοχές της Συρίας, στις οποίες έχει αποκατασταθεί η ειρήνη και η ασφάλεια; Ελάχιστοι, όμως, επιστρέφουν. Το γεγονός ότι εκεί υπάρχουν καταστροφές δεν είναι δικαιολογία. Όπως κάθε λαός που εξέρχεται από πόλεμο ανασκουμπώνεται για να ανασυγκροτήσει τη ζωή του στην πατρίδα του.
Η αλήθεια είναι ότι κατά κανόνα και οι αναγνωρισμένοι ως πρόσφυγες επιδιώκουν να εγκατασταθούν μονίμως στις ευρωπαϊκές χώρες που τους έδωσαν άσυλο. Με άλλα λόγια, τη στάση τους δεν καθορίζει η –έστω και αμφιλεγόμενη– ιδιότητα του πρόσφυγα, αλλά η λογική του οικονομικού μετανάστη που ψάχνει μία θέση στον ήλιο της πλούσιας Δύσης.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr