Του Θεόδωρου Ράκκα
Όταν δημιουργήθηκε το σύγχρονο ελλαδικό κράτος, στην Ευρώπη κυριαρχούσε, ελέω Διαφωτισμού, ένα συγκεκριμένο ιδεολογικό, πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο για τον Ελληνισμό. Το νέο κράτος όφειλε να συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, να είναι δηλαδή ένα νεωτερικό κράτος-έθνος. Συνεπώς, η Δύση και οι ντόπιοι εκπρόσωποι της προώθησαν ένα μοντέλο νεορομαντικού εθνικισμού, επιχειρώντας να επιβάλουν στους Έλληνες μια εθνική συνείδηση αρχαιόπληκτης παρθενογένεσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, παρέθεσαν και παραθέτουν την ιστορία του μεσαιωνικού Ελληνισμού σαν μια περίοδο σκοταδισμού, όχι ιδιαίτερα διαφορετική απ την οθωμανική! Τα εθνώνυμα Ρωμιός και Γραικός καταπολεμήθηκαν από ποικίλους «διαφωτιστές» και μέχρι σήμερα παρουσιάζονται σαν υποτιμητικά. Με λίγα λόγια, οι δυτικές δυνάμεις έραψαν την ελληνική ιστορία στα δικά τους μέτρα και σταθμά, προκρίνοντας μόνο το κομμάτι της κλασικής αρχαιότητας, το οποίο και αποτελούσε την βάση του σύγχρονου πολιτισμού τους.
Ως δια μαγείας «παρέλειψαν» την περίοδο της πρώτης, έντονης και άμεσης επαφής τους με το σώμα του Ελληνισμού, τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αυτό συνέβη κυρίως, με σκοπό διατηρηθεί τότε το ελληνικό κράτος στη σφαίρα επιρροής τους, μακριά από την ομόδοξη Ρωσία. Επιπλέον, όμως, ο κλασικός ελληνικός κόσμος των μικρών πόλεων-κρατών του κυρίως ελλαδικού χώρου τους βόλευε και γεωπολιτικά.
Ταίριαζε πολύ καλύτερα σαν πρότυπο και σημείο αναφοράς για τη «μικρή πλην τίμια» Ελλάδα που ήθελαν οι Δυτικοί, ιδιαίτερα σε σχέση με τη χιλιόχρονη οικουμενική αυτοκρατορία που υποτιμούσε τη Δύση. Αυτή την θεώρηση προσπάθησαν, και εν μέρει κατάφεραν, να τη φυτέψουν στο νέο Ελληνισμό. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η μεγαλύτερη μερίδα των νεοελληνικών ελίτ είναι δυτικοτραφής.
Συνεπώς, προσπαθεί να περάσει πρότυπα, αξίες και μοντέλα που σε πολλές περιπτώσεις διέπονται από άκρατο μιμητισμό και ξενομανία. Τούτα συνεπάγονται την πλήρη απαξίωση προς το βυζαντινό παρελθόν στην παιδεία και στη δημόσια ζωή, καθώς και την υποβάθμιση κάθε νοοτροπίας και στοιχείου πολιτισμού που διαφοροποιεί τον Ελληνισμό από τη Δύση. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η επιχειρηματολογία της συμπερίληψης του Ελληνισμού στο αμιγώς ευρωπαϊκό-δυτικό πολιτισμικό πλαίσιο, γίνεται πάντα και αυστηρά υπό το πρίσμα της κλασικής αρχαιότητας.
Το συλλογικό υποσυνείδητο
Αλλά υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν χειραγωγούνται, όπως η πίστη, η παράδοση και η συλλογική ιστορική μνήμη. Η «Μεγάλη Ιδέα», που κυριάρχησε στο νεοελληνικό κράτος μέχρι και το 1922, πήγαζε από τον πόθο για ανασύσταση της «Ρωμανίας» των Κομνηνών. Επιπλέον, ο μέσος Έλληνας, εξέλαβε και εκλαμβάνει την αρχαία ελληνική κληρονομιά πιο πολύ σαν την απόδειξη της ανωτερότητας του απέναντι στον Δυτικό παρά σαν τον συνδετικό κρίκο μαζί του.
Ο νεοέλληνας δηλώνει Ευρωπαίος, αλλά αναφερόμενος στην Ευρώπη χρησιμοποιεί πάντοτε το τρίτο πρόσωπο (αυτοί οι Ευρωπαίοι, εμείς οι Έλληνες). Επίσης θεωρεί την αρχαία Ελλάδα λίκνο του δυτικού πολιτισμού αλλά ταυτόχρονα είναι ακραιφνής ακόλουθος της Ανατολικής Ορθόδοξης παράδοσης και θεωρεί τους Καθολικούς αιρετικούς. Ακόμη θεωρεί την Μέση Ανατολή βάρβαρη και σκοταδιστική, αλλά διασκεδάζει με μουσική βαθιά ανατολίζουσα, τρώγοντας κεμπάπ και μπακλαβά.
Τέλος, η Αθήνα είναι γι’ αυτόν η πόλη που γέννησε τον πολιτισμό και τη δημοκρατία, αλλά πάντα η Κωνσταντινούπολη θα είναι η αιώνια και πραγματική πρωτεύουσα του Γένους. Δηλώνει περήφανα Έλληνας και αποστρέφεται να τον αποκαλούν Γραικό ή Ρωμιό, αλλά ταυτόχρονα συγκινείται τραγουδώντας «τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις». Γεμίζει από υπερηφάνεια ενθυμούμενος την ιστορική ρήση του Αθανάσιου Διάκου «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θέλ’ αποθάνω».
Το πρόβλημα της Ευρώπης
Η σύγχρονη Ευρώπη, η οποία πλέον εκφράζεται μέσω της ΕΕ, δεν έχει ακόμα αποδεσμευτεί από την μεσαιωνική αντίληψη του Christendom, ούτε πολιτισμικά, ούτε όμως και γεωπολιτικά. Ο Ελληνισμός από τη άλλη, όντας ουσιαστικά η μόνη ορθόδοξη οντότητα ενταγμένη από καιρό στην θεσμική και πολιτική Δύση ακροβατεί μεταξύ των επιταγών του (αναγκαίου) εκσυγχρονισμού, της κρίσης ταυτότητας και της επαιτείας. Έτσι καταλήγει να μοιάζει με νόθο παιδί αριστοκρατικής οικογένειας υιοθετημένο σε μεγάλη ηλικία.
Για να γίνει εφικτή η καλλιέργεια ευρωπαϊκής συνείδησης πρέπει η έννοια της Ευρώπης να ξεφύγει επιτέλους από τα όρια της καρολίγγειας επικράτειας και να συμπεριλάβει ολόκληρη την γεωγραφική, ιστορική και πολιτιστική Ευρώπη. Η μελέτη, η κατανόηση και πάνω απ’ όλα η αναγνώριση του ρόλου του μεσαιωνικού και νέου Ελληνισμού στο ευρωπαϊκό μείγμα, αποτελεί την πηγή της αποβολής των αγκυλώσεων και της ανάδειξης μιας Ευρώπης ευρωπαϊκής και όχι «φράγκικης».
Οι Έλληνες πρέπει να αποβάλουμε επιτέλους το σύνδρομο των ξενικών κομμάτων. Ο μεγαλύτερος αντίπαλος οποιασδήποτε σκέψης είναι η ιδεοληψία, ειδικά όταν αυτή πρόσκειται επί ιδεών και πλαισίων όχι ενδογενών αλλά εισαγόμενων. Ο Έλληνας δεν δύναται να είναι ούτε ευρωπαϊστής, ούτε ατλαντιστής, ούτε ρωσόφιλος. Αντ’ αυτού, οφείλει να είναι αποκρυσταλλωμένα και συνειδητά, σύγχρονος Έλληνας. Άλλο οι συμμαχίες βασισμένες σε ορθολογικούς υπολογισμούς και άλλο η ταύτιση. Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα καινούριο αφήγημα, το οποίο θα πηγάζει από την εμπέδωση της αδιάλειπτης, τρισχιλιετούς, ιστορικής μας ύπαρξης.
Εν κατακλείδι ο Ελληνισμός είναι κάτι το μοναδικό. Βρίσκεται, γεωγραφικά, ιστορικά και πολιτιστικά ανατολικά της Δύσης και δυτικά της Μέσης Ανατολής. Ως εκ τούτου ο Έλληνας δεν είναι ούτε κλασικά δυτικός, ούτε ανατολίτης. Είναι δάσκαλος και μαθητής και των δύο ως Γραικός, Ρωμιός και Έλληνας, έννοιες συνώνυμες κι αλληλοσυμπληρούμενες. Ήταν και θα είναι ο θεματοφύλακας του ελεύθερου πνεύματος, καθώς και ο ισορροπιστής μεταξύ των δύο κόσμων. Ας εμπεδώσουμε επιτέλους την βαριά μας κληρονομιά, καταρχάς ακαδημαϊκά, κι ας προχωρήσουμε μπροστά.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr