Του Μάκη Ανδρονόπουλου
Η δημοσίευση της τελευταίας τριετούς έρευνας (2018) του διεθνούς εκπαιδευτικού προγράμματος PISA, που διεξάγει ο ΟΟΣΑ σε 16χρονους μαθητές από 78 χώρες, εδραιώνει δραματικά αποτελέσματα για τους Έλληνες μαθητές, καθώς οι επιδόσεις τους παραμένουν αισθητά κάτω από το μέσο όρο και υπολείπονται αισθητά. Λίγες μέρες νωρίτερα, το πανελλήνιο αγαλλίασε, καθώς η φοιτητική ομάδα iGEM Thessaloniki κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Συνθετικής Βιολογίας iGEM 2019.
Το Νοέμβριο, η Μαθητική Ομάδα Ρομποτικής Λυκείου "Minders" της "Εκπαιδευτικής Αναγέννησης" κατέκτησαν στην κατηγορία "Open" την 4η θέση σε ολόκληρο τον κόσμο με θέμα «Smart Cities», στην Ολυμπιάδα Εκπαιδευτικής Ρομποτικής WRO που πραγματοποιήθηκε στην πόλη Γκιούρ της Ουγγαρίας.
Ανάμεσα σε αυτές τις αντιφατικές επιδόσεις, ελλοχεύει η τραγική αποτυχία των αναρίθμητων και συντηρητικών εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων και εν τέλει του ίδιου του πολιτικού συστήματος. Αποτέλεσμα η ελληνική παιδεία δεν συνδράμει στην ανάπτυξη στο ποσοστό που της αναλογεί, ούτε στην διανοητική και ψυχολογική εξέλιξη της κοινωνίας μας.
Η πολιτική ευθύνη
Συμπερασματικά, πρώτον, η πολιτική ευθύνη της κακοδαιμονίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος ανήκει στη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ στον βαθμό που του αναλογεί.
Δεύτερον, στην έρευνα PISA (Program for International Student Assessment) του 2018 που πήραν μέρος 5.500 μαθητές από την Ελλάδα, η χώρα μας κατέγραψε αισθητή υποχώρηση τόσο σε σχέση με την πρώτη έρευνα του 2000, όσο και με την προηγούμενη του 2015. Στα τρία γνωστικά αντικείμενα που εξετάστηκαν οι Έλληνες μαθητές κατατάχθηκαν και πάλι πολύ κάτω από το μέσο όρο:
• Στην κατανόηση κειμένου, δεξιότητα στην οποία εστίασε ο διαγωνισμός του 2018, συγκέντρωσαν 457 μονάδες, ενώ στο διαγωνισμό του 2015 είχαν συγκεντρώσει 467 μονάδες και του 2000 474. Το 2018 η Ελλάδα κατετάγη 42η. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 487 βαθμοί.
• Στα μαθηματικά συγκέντρωσαν 451 βαθμούς, έναντι 454 το 2015 και 447 το 2000. Κατετάγη 43η, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά είναι 489 βαθμοί. (Σ.Σ: παρ΄ ότι στις Διεθνείς Μαθηματικές Ολυμπιάδες οι Έλληνες μαθητές κερδίζουν συχνά αργυρά, χάλκινα μετάλλια και παίρνουν πολλές φορές εύφημη μνεία).
• Στις φυσικές επιστήμες συγκέντρωσαν 452 βαθμούς, έναντι 455 το 2015 και 461 το 2000. Πήραν την 44η θέση. Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ήταν 489 βαθμοί το 2018.
• Στα μαθηματικά συγκέντρωσαν 451 βαθμούς, έναντι 454 το 2015 και 447 το 2000. Κατετάγη 43η, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά είναι 489 βαθμοί. (Σ.Σ: παρ΄ ότι στις Διεθνείς Μαθηματικές Ολυμπιάδες οι Έλληνες μαθητές κερδίζουν συχνά αργυρά, χάλκινα μετάλλια και παίρνουν πολλές φορές εύφημη μνεία).
• Στις φυσικές επιστήμες συγκέντρωσαν 452 βαθμούς, έναντι 455 το 2015 και 461 το 2000. Πήραν την 44η θέση. Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ήταν 489 βαθμοί το 2018.
Το πρώτο DNA υπολογιστή
Οι επιδόσεις αυτές παραπέμπουν σε μελλοντική επαγγελματική απασχόληση ενός ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού, που θα αντιμετωπίσει σύντομα την μαζική έλευση των ρομπότ και των αλγόριθμων που θα καταργήσουν το 47% των θέσεων εργασίας στην χώρα μας τα προσεχή 1-15 χρόνια.
Από την άλλη, η ομάδα iGEM Thessaloniki του ΑΠΘ που κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στη Βοστώνη μεταξύ 5.000 διαγωνιζομένων ερευνητικών ομάδων από σπουδαία πανεπιστήμια όπως ΜΙΤ, Cambridge, Oxford, Harvard κ.ά. από σαράντα χώρες, αξιολογήθηκε από 120 κριτές παγκοσμίου φήμης. Η ομάδα σχεδίασε και ανέπτυξε το POSEIDON (Programmable Orthogonal Systems Engineered Into DNA Oligo Networks), τον πρώτο DNA υπολογιστή ικανό να προσδιορίσει ποιοτικά και ποσοτικά τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ DNA και πρωτεϊνών.
Οι πρωτεΐνες αποτελούν σημαντικά βιομόρια ιδιαίτερης σημασίας και ενδιαφέροντος για την επιστημονική έρευνα, τόσο για τη μελέτη διαφόρων βιοχημικών μονοπατιών, όσο και για τη θεραπεία πληθώρας παθολογικών περιπτώσεων. Η ομάδα εστίασε την έρευνά της στον χαρακτηρισμό πρωτεϊνών που συνδέονται με τον καρκίνο του μεταστατικού μελανώματος.
Η ανάλυση της εκπαιδευτικής κακοδαιμονίας
Η αντίφαση ενδεχομένως να εξηγείται από μια ανάλυση που έκανε η δεξαμενή σκέψης ΔιαΝέοσις με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας PISA 2015:
- Μαθητές που είχαν λάβει προσχολική αγωγή για πολλά χρόνια πριν ξεκινήσουν το σχολείο, πετυχαίνουν καλύτερες επιδόσεις από το μέσο όρο, ή από αυτούς που είχαν λιγότερα χρόνια προσχολικής αγωγής.
- Το 9,2% των Ελλήνων μαθητών ιδιωτικών σχολείων πετυχαίνουν εξαιρετικά υψηλή επίδοση στις φυσικές επιστήμες. Μόνο το 1,8% των μαθητών των δημοσίων πετυχαίνουν αντίστοιχες επιδόσεις.
- Οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων έχουν σημαντικά καλύτερη επίδοση (520) από τους μαθητές δημόσιων σχολείων (452) στις φυσικές επιστήμες και στον μέσο όρο (455).
- Οι μισοί "μη προνομιούχοι" ως προς το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό τους υπόβαθρο μαθητές πετυχαίνουν πολύ κακή επίδοση και κατατάσσονται στην κατώτερη κατηγορία κατάταξης.
- Μόνο το 18% των Ελλήνων "μη προνομιούχων" μαθητών κατατάσσονται στο ανώτατο 25% των επιδόσεων του PISA.
- Η παρακολούθηση εξωσχολικών μαθημάτων φαίνεται ότι δεν σχετίζεται με τις επιδόσεις των μαθητών στην PISA. Ίσα ίσα, μαθητές που κάνουν φροντιστήριο σε ομάδες άνω των 8 ατόμων τα πηγαίνουν χειρότερα στις φυσικές επιστήμες και από τον μέσο όρο και από τα παιδιά που δεν πηγαίνουν καθόλου φροντιστήριο.
- Οι μαθητές που δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν ελάχιστα ή καθόλου το ίντερνετ εκτός σχολείου τα πηγαίνουν χειρότερα από ό,τι ο μέσος όρος. Αντίθετα, τα παιδιά που δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν το ίντερνετ από μισή έως τέσσερις ώρες την ημέρα εκτός σχολείου, τα πηγαίνουν καλύτερα από τον μέσο όρο.
Η ανάλυση της ΔιαΝέοσις αναφέρει ως σημαντικά προβλήματα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, που μεταφέρονται στο εκπαιδευτικό σύστημα και αποτυπώνονται στις γνώσεις και τις ικανότητες των μαθητών. Επίσης, στο πρόβλημα των υποδομών στα σχολεία, την επάρκεια του επιστημονικού προσωπικού και επισημαίνει ότι ενδοσχολικοί και εξωσχολικοί παράγοντες επηρεάζουν τη θέληση των παιδιών για μάθηση. Τέλος, τονίζει την έλλειψη αυτονομίας των σχολείων από την κεντρική κυβέρνηση ως κρίσιμο παράγοντα αποτυχίας.
Θα συμπληρώναμε την απουσία οράματος εθνικής παιδείας, την σύγχυση μεταξύ παιδείας και εκπαίδευσης, τη μισθολογική υποβάθμιση των δασκάλων και των καθηγητών και την υποβάθμιση του κύρους τους. Τα σχολικά προγράμματα ούτε παιδεία παρέχουν, ούτε εκπαίδευση, απλώς κάνουν το σχολείο βαρετό, αγχωτικό και αναποτελεσματικό. Το τι πρέπει να γίνει είναι μια κουβέντα που δεν γίνεται και όποτε μοιάζει να γίνεται παίρνουν μέρος οι επαγγελματίες υπεύθυνοι.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr/