Του Γιώργου Καραμπελιά
Τελικώς ήρθε η ώρα της αλήθειας για τους Έλληνες. Για χρόνια καλύπτονταν πίσω από ψέματα, αυταπάτες και απάτες ως προς την απειλή –κυριολεκτικά θανάσιμη– που αποτελεί η Τουρκία για το ελληνικό κράτος και το ελληνικό Έθνος. Χρόνια και χρόνια κρυβόμασταν πίσω από το δάχτυλό μας και ανεχόμασταν πολιτικές ηγεσίες, δημοσιογράφους, πανεπιστημιακούς και ψευτοδιανοούμενους να κρύβουν την πραγματικότητα πίσω από αναρίθμητα ψεύδη.
Και όσοι τονίζαμε εδώ και 45 χρόνια, μετά την εισβολή και την κατοχή της Κύπρου, πώς το κυριότερο πρόβλημα για την Ελλάδα είναι ο τουρκικός επεκτατισμός,– και μάλιστα όσοι τα τονίζαμε κινούμενοι στον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο, πόσο μάλλον στον εξωκοινοβουλευτικό χώρο–, εισπράτταμε λοιδορίες, συκοφαντίες ων ουκ εστί αριθμός και κυριολεκτικά τρώγαμε “βρώμικο ψωμί”. Και τα πράγματα χειροτέρευσαν απελπιστικά από τη δεκαετία του 90 και μετά. Διότι η μεταπολίτευση αρχικώς είχε σφραγιστεί από δύο προτάγματα και ιδεολογικές κατευθύνσεις ταυτόχρονα.
Το πρώτο και κυρίαρχο ήταν ο εκδημοκρατισμός, τα κοινωνικά δικαιώματα, ο λεγόμενος “προοδευτικός εκσυγχρονισμός”. Το δεύτερο ήταν η πατριωτική εθνική συνείδηση και εγρήγορση, τέτοια που την είχε επιβάλει η ανάγκη αντιμετώπισης του τουρκικού επεκτατισμού μετά την εισβολή στην Κύπρο και το χουντικό φιάσκο απέναντί της. Έτσι για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, τουλάχιστον τότε, τα δύο αυτά ζητήματα έμοιαζαν αλληλένδετα.
Εξ ου και η εμφάνιση ως κυρίαρχου ιδεολογικού και πολιτικού ηγεμόνα της μεταπολίτευσης του Ανδρέα Παπανδρέου και του πατριωτικού ΠΑΣΟΚ. Σοσιαλισμός και πατριωτισμός ταυτόχρονα, ενωμένα σε ένα κοινό πρόταγμα. Ωστόσο, καθώς τα σοσιαλιστικά οράματα εγκαταλείπονται και η ελληνική οικονομία και κοινωνία γίνεται όλο και πιο παρασιτική, κατεξοχήν ως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα δύο αυτά προτάγματα, όχι μόνο παύουν να έχουν οποιαδήποτε συνάφεια μεταξύ τους, αλλά αρχίζουν να έρχονται σε ευθεία αντιπαράθεση.Ο εθνομηδενισμός κυριαρχεί
Η κοινωνική δικαιοσύνη μεταβάλλεται σε απλή ατομική ευημερία, σε αντίθεση με οποιοδήποτε συλλογικό πρόταγμα, κατά συνέπεια και με οποιαδήποτε πατριωτική προτεραιότητα. Ο εθνομηδενισμός καθίσταται κυρίαρχη ιδεολογία των ελίτ και διεισδύει όλο και βαθύτερα στο ίδιο το λαϊκό σώμα. Χαρακτηριστική είναι η εξέλιξη της εκπαίδευσης πού αρχίζει να “βρωμάει από το κεφάλι”, δηλαδή από την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Για να κατέβει κατά τη δεκαετία του 2000 και του 2010 στην ίδια την πρωτοβάθμια και το δημοτικό, όπως κατεδείχθη από το βιβλίο της κυρίας Ρεπούση. Μέσα σε μία οικονομία και μία κοινωνία που γίνεται όλο και πιο παρασιτική, η οποία επιβιώνει ακόμα και μέσα στην κρίση από την ενίσχυση του τουρισμού και όχι της παραγωγής, κάθε πατριωτική επιλογή εμφανίζεται να αντιστρατεύεται ευθέως την ατομική ευημερία και το “μέλλον” των νέων γενεών, ιδιαίτερα.
Γι΄ αυτό και ο εθνομηδενισμός μαζί με τον ατομικισμό είχαν καταστεί κυρίαρχη ιδεολογία της νεότερης γενιάς. Σταδιακώς δε, καθ’ όλη την περίοδο του παρασιτικού εκσυγχρονισμού, από το 1990 μέχρι το 2010, θα εξαφανιστεί κυριολεκτικώς η πατριωτική συνιστώσα από το πολιτικό προσκήνιο, παρότι θα εξακολουθεί να επιβιώνει σε θεσμούς όπως η Εκκλησία και ένα σημαντικό μέρος του λαϊκού σώματος.
Μετά την κρίση του 2010 πολλοί πίστεψαν πως η κατάρρευση του παρασιτικού μοντέλου θα δημιουργούσε, ίσως, τις προϋποθέσεις μιας πατριωτικής και παραγωγικής ανάκαμψης. Τα πρώτα χρόνια έμοιαζαν να δείχνουν μία τέτοια πιθανότητα, με την Σπίθα του Μίκη Θεοδωράκη, τους αγανακτισμένους, την πλειοδοσία για έναν νέο πατριωτισμό απέναντι στους δανειστές εταίρους δυνάστες μας.
Δημοψήφισμα, το τέλος του αντιμνημονίου
Εντούτοις, όπως θα καταδειχθεί με την κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, αυτό το αντιμνημονιακό δυναμικό, πού θα φτάσει στο απόγειό του με το δημοψήφισμα το καλοκαίρι του 2015, ήταν στην πραγματικότητα υπονομευμένο ιδεολογικά και παραγωγικά. Μία νεολαία και μία κοινωνία αναθρεμμένη στο “εγώ” και τον παρασιτισμό για 20 ή 30 χρόνια τουλάχιστον, δεν ήταν δυνατό να περάσει στο “εμείς” και να πραγματοποιήσει μία αυθεντική ανατροπή.
Γι΄ αυτό και την υπογραφή του Τσίπρα στο τρίτο μνημόνιο την έβαλαν, σε μεγάλο βαθμό, οι περισσότεροι από όσους μία εβδομάδα πριν είχαν ψηφίσει με απατηλό πάθος το ΟΧΙ! Γι’ αυτό και ελάχιστες εβδομάδες μετά, θα υπερψηφίσουν τον Τσίπρα και τον Καμμένο για άλλη μία φορά και θα στείλουν τον Λαφαζάνη και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου εκτός Βουλής.
Διότι μία οποιαδήποτε εμμονή στο ΟΧΙ θα σήμαινε, στην πραγματικότητα, ακόμη μεγαλύτερες ρήξεις για έναν λαό που είχε ενστερνιστεί το παρασιτικό μοντέλο. Και η ρήξη θα προϋπέθετε διαφορετικά κοινωνικά και πολιτικά υποκείμενα, θα προϋπέθετε έναν διαφορετικό ελληνικό λαό. Και σήμερα, αφού έχει ολοκληρωθεί η οικονομική και πολιτισμική υποταγή, φθάνουμε στην επόμενη φάση, την εθνική υποταγή και την εθνική αποσύνθεση.
Παρασιτική και εξαρτημένη η οικονομία
Ο εποικισμός της χώρας, που εκτυλίσσεται με τη μετανάστευση και τους πρόσφυγες, πραγματικούς ή κατασκευασμένους πίσω από τις ψευδώνυμες σειρήνες του ανθρωπισμού, καθώς και οι ανοιχτές απειλές της Τουρκίας στην ίδια την εθνική μας υπόσταση, φέρνουν μία καθημαγμένη και παρηκμασμένη κοινωνία μπροστά σε ένα νέο, ακόμα δυσκολότερο ζητούμενο:
Να αντισταθεί απέναντι σε δυνάμεις φασιστικού-επεκτατικού χαρακτήρα. Δυνάμεις που δεν ζητάνε, τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο, από την ουσιαστική διάλυση του ελληνικού έθνους-κράτους που άρχισε να συγκροτείται με μια μεγάλη επανάσταση πριν από 200 χρόνια. Και απέναντι σε αυτή την ιταμή και απροκάλυπτη επιδίωξη της Τουρκίας, η συντριπτική πλειοψηφία των ελίτ της χώρας παριστάνει τον “Κινέζο”, ή πίσω από τις αντιστασιακές κορώνες ετοιμάζεται για τη μεγάλη υποχώρηση.
Γιατί διαφορετικά όλα θα έπρεπε να αλλάξουν. Το εκπαιδευτικό σύστημα, ο στρατός –οι νέοι και οι νέες μας θα έπρεπε να κατατάσσονται εθελοντικά σε αυτόν– και το πολιτικό σύστημα από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Ας σκεφτούμε επί παραδείγματι τι θα σήμαινε για την παρασιτική και εξαρτημένη από τον τουρισμό ελληνική οικονομία ένα σημαντικό επεισόδιο, ούτε καν πόλεμος, στο Αιγαίο, ή ακόμα και μία παρατεταμένη και έντονη διεθνοποίηση της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης στα διεθνή φόρουμ.
Διαβάζουμε χαρακτηριστικά σε ένα άρθρο του Δημήτρη Καμπουράκη όσα του ανέφερε ένας Έλληνας επιχειρηματίας: «Ειλικρινά, δεν σας καταλαβαίνω εσάς τους δημοσιογράφους. Το πάτε φιρί-φιρί να ανατινάξετε την αναιμική ανάκαμψη της οικονομίας. Βάζετε απέναντι τους καλεσμένους σας και τους πιέζετε αφόρητα για την Τουρκία, με εκείνα τα “τι θα κάνετε αν” και τα “τι θα πράξετε εφόσον’” Μα καλά, δεν καταλαβαίνετε πως μόλις βγάλετε με το τσιγκέλι από το στόμα ενός υπουργού την φράση “θα βουλιάξουμε το τουρκικό πλοίο”, κατ’ ευθείαν θα στείλετε στον βυθό την ελληνική οικονομία;».
Και αυτή είναι και η λογική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Πώς μπορεί λοιπόν να ανατρέψει όλο τον σχεδιασμό μιας οικονομικής ανάκαμψης στηριγμένης στις εξωτερικές επενδύσεις και την πτώση στο επιτόκιο των ομολόγων, προτάσσοντας μία λογική εθνικού συναγερμού απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα; Πέραν του ότι ο ίδιος και όλο το κύκλωμά του είναι αναθρεμμένοι με εθνομηδενιστικά στερεότυπα. Επιπλέον, είναι υποχρεωμένος από την ίδια τη λογική και τη δομή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, να κρατάει χαμηλά την μπάλα απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα.
Ο εθνομηδενισμός στο πολιτικό σύστημα
Γι’ αυτό και επί παραδείγματι θα εισαγάγει προς ψήφιση και θα ψηφίσει έναν προϋπολογισμό με αμυντικές δαπάνες μειωμένες ακόμα και σε σχέση με το 2018(!) αντί για μια γενναία αύξησή τους. Καθόλου τυχαία, θα εισπράξει και τη θετική ψήφο του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή, το ελληνικό σύστημα και σε μεγάλο βαθμό ο ίδιος ο ελληνικός λαός είναι αυτοπαγιδευμένοι σε μία οικονομική, κοινωνική και ιδεολογικοπολιτική λογική που οδηγεί στην υποταγή.
Και μόνο το γεγονός της ύπαρξης ενός αντιτουρκικού ιστορικού DNA στους Έλληνες, που εδώ και 950 χρόνια από τη μάχη του Ματζικέρτ και μετά αντιμετωπίζουν την τουρκική επιθετικότητα, όπως και η αντιστασιακή παράδοση του ελληνικού έθνους, αποτελεί το στοιχείο που αντιστρατεύεται την ίδια την παρασιτική λογική που έχει κυριαρχήσει στην Ελλάδα.
Γι’ αυτό και η μάχη στο επίπεδο των ιδεών και της ιστορίας έχει τόσο αποφασιστική σημασία. Καθόλου τυχαία εξάλλου οι εθνομηδενιστές αυτή τη μάχη κέρδισαν πρώτα, ήδη από τη δεκαετία του ’80 και κατεξοχήν από το ’95 και μετά. Επομένως, η αντίσταση απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό και τον εποικισμό της χώρας συνιστά και μία αντίσταση ενάντια στον ίδιο τον εαυτό μας, τέτοιον που έχει διαμορφωθεί μέσα σε ένα σύστημα παρασιτισμού και εθνικού μηδενισμού.
Γι’ αυτό εξάλλου εξακολουθούν να υπάρχουν τόσο ισχυρά εθνομηδενιστικά κόμματα. Γι’ αυτό και στη Βουλή έχει μείνει να αντιπροσωπεύει τον πατριωτισμό ο Βελόπουλος! Γι’ αυτό και εξελέγη ένα κόμμα σαν εκείνο του Βαρουφάκη, που εγκαλεί στο πρόγραμμά του τους Έλληνες για εθνικισμό έναντι της Τουρκίας! Γι’ αυτό και μπορούν οι ανθρωπιστικές κορώνες να εμφανίζονται τόσο ισχυρές απέναντι στο φαινόμενο του εποικισμού της χώρας!
Αντίσταση ή εξαφάνιση
Δηλαδή, μέσα στο ίδιο το λαϊκό σώμα αντιπαλεύουν δύο λογικές. Μία λογική ραγιά που έχει κυριαρχήσει, ιδιαίτερα μετά την ήττα των μνημονίων, με μία άλλη που έρχεται από τα βάθη της ελληνικής ιστορίας, εκείνη της αντίστασης. Πάνω σε αυτή πρέπει να χτίσουμε, γνωρίζοντας πως πρόκειται για έναν αγώνα μακράς πνοής. Έναν αγώνα που πρέπει να τον διεξάγουμε με μια τέτοια λογική, δηλαδή τη ριζική αλλαγή του εθνομηδενιστικού-παρασιτικού μοντέλου και την οικοδόμηση μιας ριζικά διαφορετικής λογικής.
Και μόνο όταν οι Έλληνες πειστούν πως, αν σήμερα απωλέσουμε έδαφος και εθνική κυριαρχία, αυτό αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση της χώρας. Αν δηλαδή κατανοήσουν και πάλι πως, η εγκατάλειψη του εμείς για χάρη του εγώ, οδηγεί και σε ένα υποταγμένο και μίζερο εγώ. Διότι δημοκρατία και κοινωνικά δικαιώματα μπορούν να έχουν μόνο τα ελεύθερα και ανεξάρτητα έθνη.
Αντιστρέφοντας, λοιπόν, τη θανατηφόρα λογική της ύστερης μεταπολίτευσης, θα ήταν δυνατό να συγκροτήσουμε ένα αντίπαλο δέος στον κυρίαρχο εθνομηδενισμό. Να αποκρούσουμε τις σημερινές απειλές της νεοοθωμανικής Τουρκίας. Να θωρακίσουμε τα σύνορά μας και να αρχίσουμε να μεταβάλλουμε το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο της χώρας.
Και σήμερα είναι όντως η τελευταία ευκαιρία, η ώρα της αλήθειας. Γιατί, εάν σήμερα αποδεχτούμε την υποταγή μας στην Τουρκία και τη συνέχεια του εποικισμού της χώρας, δεν θα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για οποιαδήποτε ανάκαμψη αύριο. Η παρακμή μας θα οδηγήσει στο ιστορικό μας τέλος.
Έχουμε φθάσει στα όρια των υποχωρήσεων μας ως έθνος. Κατά συνέπεια πρέπει σήμερα, με αυτή την οικονομία και την κοινωνία που έχουμε, να επιχειρήσουμε μία έξοδο από τη μιζέρια μας ενάντια στην πλευρά, την παρασιτική, του εαυτού μας του ιδίου. Συχνά έχουμε επαναλάβει το σύνθημα «αντίσταση η εξαφάνιση», ψευτίζοντας το ίσως από την πολλή και άκαιρη επανάληψη. Σήμερα όμως πρόκειται για πραγματικό διακύβευμα.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr/