Του Παναγιώτη Ήφαιστου
«Έπρεπε» να γίνει η Επανάσταση το 1821 ή οι Έλληνες «έπρεπε» να αναμένουν κάποια άλλη ευνοϊκότερη ιστορική συγκυρία; Τέτοια ερωτήματα δεν απαντώνται γιατί αφορούν κάτι που δεν γνωρίζουμε: Πότε και πως κοχλάζει και πότε εκρήγνυται ο συλλογικός υπαρξιακός πυρήνας ενός έθνους για να αξιώσει εθνική ανεξαρτησία; Ο Καποδίστριας, πάντως, μας άφησε παρακαταθήκη ότι «ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης«.
Στοιχειώδης κατανόηση κάποιων αιτίων που προκάλεσαν την ελληνική επανάσταση απαιτεί σωστή αντίληψη της τρισχιλιετούς διαδρομής της Ελληνικότητας και του τι έγινε μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης μέχρι και το 1821. Των Ελλήνων οι Πόλεις και τα Κοινά κατόρθωσαν να διαιωνιστούν επί αιώνες. Πριν την Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στην συνέχεια μέσα στο βυζαντινό κοσμοσύστημα, οι πόλεις αυτό-θεσπίζονταν.Διαμέσου της Συγκλήτου των Πόλεων, επιπλέον, ήταν οι εντολείς του Βασιλέα της Πόλης. Η πτώση της Κωνσταντινούπολης και η έλευση των Οθωμανών υπέταξε πολλές, εξισλάμισε ουκ ολίγους, πλην τελικά η Υψηλή Πύλη τους άφησε να αυτό-θεσπίζονται, πληρώνοντας φόρους. Δεν χρειάζεται καν να ασχοληθούμε με τα επιστημονικά ανυπόστατα και ψευδεπίγραφα ξενόφερτα εθνομηδενιστικά ιδεολογήματα για την κατάσταση των Ελλήνων τον 18ο αιώνα. Καμιά σχέση δεν είχε η πολιτική ανθρωπολογία των Πόλεων με τους δύσμοιρους δουλοπάροικους (αβράκωτους – “sans culottes”) που εξεγέρθηκαν στο Παρίσι. Αυτό δεν είναι κατηγορία, είναι η τραγική μετά-μεσαιωνική πραγματικότητα.
Η πολιτειακή προετοιμασία της επανάστασης
Διαβάζοντας τον Ρήγα Βελεστινλή ή τον Μακρυγιάννη, και όχι μόνο, κανείς κατανοεί ότι η Ελληνικότητα ήταν ο άξονας των διάσπαρτων μελών του ελληνικού έθνους. Ότι επίσης σε όλες τις υπόδουλες πόλεις η αξίωση ελευθερίας κόχλαζε. Επί αιώνες μετά την πτώση της Πόλης, εξάλλου, είχαμε πολλές μικρότερες αλλά διόλου αμελητέες επαναστάσεις.
Όπως έχει θεμελιώσει ο Γιώργος Κοντογιώργης, τελικά τα κοινά και οι πόλεις μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αυτό-θεσπίζονταν και αυτοδιοικούνταν. Τεκμηρίωσε, επίσης, ότι κυριολεκτικά αποτελούσαν νομοθετική μετεξέλιξη των πόλεων-κρατών της κλασικής εποχής και εδράζονταν στις ίδιες δημοκρατικές αξίες, αρχές και θεσμούς, χωρίς μάλιστα τη δουλεία.
Σε αυτό βασικά οφείλεται το γεγονός ότι οι μακραίωνες ελληνικές πολιτικές παραδόσεις διαιωνίστηκαν, ότι οι πόλεις και τα κοινά διέθεταν πολιτική ανθρωπολογία υψηλής πολιτικής υπόστασης και ότι το 1821 οι πολίτες τους ήταν πανέτοιμοι να επαναστατήσουν, αξιώνοντας συλλογική ελευθερία, δηλαδή εθνική ανεξαρτησία.
Υπογραμμίζεται λοιπόν ότι το 1821 τα διάσπαρτα μέλη του ελληνικού έθνους διέθεταν μακραίωνα σμιλευμένη πολιτική υπόσταση και μοναδική πολιτική παιδεία. Καμιά άλλη εθνική οντότητα δεν ήταν έτσι προικισμένη τότε. Εκτιμάται ούτε και σήμερα. Καθότι είμαστε καθηλωμένοι στην ατομική ελευθερία. Τα κράτη δεν προχώρησαν στην κοινωνική και πολιτική ελευθερία, ενώ συχνά ο μεταμοντερνισμός προκαλεί οπισθοδρομήσεις στην προ-πολιτική εποχή.
Ελληνικότητα και πολιτικός πολιτισμός
Η καλλιέργεια δημοκρατικής παιδείας πανταχόθεν εντός των διάσπαρτων μελών του ελληνικού έθνους διένυσε μια μακραίωνη διαδρομή και η διαχρονική οικουμενική Ελληνικότητα υπήρξε ο διαμορφωτικός άξονας του διαχρονικού πολιτισμού. Μετά την Κλασική Εποχή, διαμέσου των Αλεξανδρινών και Ελληνιστικών χρόνων, στην συνέχεια κάτω από τους Ρωμαίους και μετά μέσα στο πολιτικό μετακρατοκεντρικό θαύμα του κοσμοσυστήματος της Βυζαντινής Οικουμένης, η Ελληνικότητα ήταν ο οικουμενικός άξονας του πολιτικού πολιτισμού και της ανοδικής τροχιάς των Ελληνικών Πόλεων, και όχι μόνο.
Ο ελληνικός πολιτικός πολιτισμός, οι ελληνικές πολιτικές παραδόσεις και τα ανθρωποκεντρικά ορθόδοξα διδάγματα, εξάλλου, επί μια χιλιετία στέκονταν ολόρθα απέναντι στην Ρωμαιοκαθολική Θεοκρατία και διαμόρφωναν τον κόσμο. Αυτή την κολοσσιαίας σημασίας ιστορική αλήθεια πλήττει το εγχώριο αξιοθρήνητο επιστημονικά ανυπόστατο εθνομηδενιστικό σύστημα.
Πολύ φυσιολογικά λοιπόν, το 1821, τα υψηλής πολιτικής υπόστασης μέλη του Ελληνικού Έθνους επαναστάτησαν με αίτημα την δημοκρατία και την ελευθερία. Όχι κάποια «δικαιώματα» όπως έγινε με τους εξεγερμένους στο Παρίσι. Το τι ήταν το αίτημα της Ελληνικής Επανάστασης αποτυπώνεται ξεκάθαρα τόσο σε κείμενα όσο και μέσα στις εκπληκτικές διαβουλεύσεις και αποφάσεις των Εθνοσυνελεύσεων στο Άστρος και στην Επίδαυρο.
Το αίτημα ήταν η δημοκρατία και η ελευθερία, οι υψηλές δηλαδή αρχές του πολιτικού πολιτισμού που οι πόλεις διαιώνισαν ακόμη και όταν ήταν υπόδουλες στην δεσποτική Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ξεκάθαρα, οι επαναστάτες είχαν ως κύριο αίτημα να ενσαρκωθούν η ελευθερία και η δημοκρατία μέσα σε ένα δημοκρατικά δομημένο και ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Τι κράτος όμως; Κράτος μορφολογικά όμοιο με αυτά της Δύσης μετά την Συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648 ή αναβίωση κάποιου είδους Βυζαντινού Κοσμοσυστήματος;
Αρχίζουν τα πολύ δύσκολα
Έξη χρόνια πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης, στην Βιέννη, το Κονσέρτο των μεγάλων, ηγεμονικών και δεσποτικών δυνάμεων, αποφάσισε όχι επαναστάσεις και όχι δημοκρατικές αξιώσεις. Στο μυαλό τους είχαν τους δύσμοιρους μετά-μεσαιωνικούς «αβράκωτους» εξεγερμένους στο Παρίσι που αποτελούσαν την συντριπτική πλειονότητα. Οι Έλληνες διέθεταν μακραίωνη πολιτική παράδοση και ζητούσαν δημοκρατία.
Αν το πετύχαιναν θα ήταν οι μόνοι και παράδειγμα προς μίμηση. Παρά την αναμενόμενη συμπάθεια πολλών, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη στο επίπεδο των διανοουμένων (βέβαια, άνευ ουσιαστικού αποτελέσματος), δεν είναι να διερωτάται κανείς τι σκέφτηκαν και πως αντέδρασαν στις καγκελαρίες οι ηγέτες των δεσποτικών ηγεμονικών κρατών. Το 1821 δεν είχαμε κάποια εξέγερση πολιτικά ανυπόστατων «αβράκωτων». Εύκολα τότε τους έδωσαν «δικαιώματα» και τελείωσε (μέχρι και σήμερα).
Η Ελληνική Επανάσταση, αντίθετα, αφορούσε τους υψηλοτάτης πολιτικής υπόστασης ανθρώπους του μακραίωνου ελληνικού έθνους στα πεδία της καταληφθείσης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μάλιστα, σε μια ιστορική στιγμή παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία βρισκόταν στο πιο σημαντικό γεωπολιτικό πεδίο της περιμέτρου της Ευρασίας. Άνθρωποι γαλουχημένοι εμπράγματα με πολιτική παιδεία εμποτισμένη στις υψηλές αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Επί αιώνες καρτερούσαν να έλθει η στιγμή να τις κατακτήσουν για το δικό τους έθνος (αλλά και για τα άλλα έθνη! – Ρήγας! Βλ. Κοντογιώργης «Η Ελληνική Δημοκρατία του Ρήγα Βελεστινλή»).
Στο σημείο αυτό, χρήζει να πούμε πως δύο ζητήματα αποδείχθηκαν μοιραία: Πρώτον, επί αιώνες, πέραν της πολιτικής κουλτούρας αυτεξούσιων / αυτόνομων αποφάσεων των πόλεων, για αντικειμενικούς λόγους και για να επιβιώσουν εθίστηκαν στις κάθε είδους συναλλαγές με υπέρτερες εξουσίες. Βασικά πάνω σε αυτό σκόνταψε ο Καποδίστριας και ίσως αυτό εκμεταλλεύτηκαν οι ξένοι, ιδιαίτερα οι Βρετανοί. Δεύτερον, διάσπαρτες όπως ήταν –προγενέστερα έγιναν και κάποια αναπόφευκτα ίσως λάθη από διακεκριμένα μέλη της Ελληνικής Διασποράς– οι πόλεις / κοινά δεν διέθεταν μια υψηλή εθνική στρατηγική.
Αν και πρέπει να γνωρίζουμε ότι όπως λέγεται «το δικαστήριο των εθνών είναι η ιστορία», προσεκτική μελέτη του στρατηγικού περιβάλλοντος της εποχής δείχνει ότι η κακοτυχία των Ελλήνων δεν ήταν τυχαία. Αφενός ο 18ος αιώνας ήταν βασικά το μεταίχμιο της κορύφωσης της αποικιοκρατίας και αφετέρου των εξισορροπητικών διενέξεων των μεγάλων δυνάμεων που έφερε η εξέγερση στο Παρίσι και ο Ναπολέων.
Ο βρετανικός παράγοντας
Επιπρόσθετα, υπάρχει κάτι πολύ πιο σημαντικό, το οποίο δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη από τους ηγέτες των επαναστατών και το οποίο ο Καποδίστριας στην συνέχεια προσπάθησε να το διαχειριστεί: Η υπερδύναμη της εποχής και η μεγάλη θαλασσοκράτειρα, η Βρετανία ήλεγχε την περίμετρο της Ευρασίας (Ευρώπη, Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Ινδική Χερσόνησο μέχρι την Κίνα). Με το πανίσχυρο ναυτικό της κυριαρχούσε στις θάλασσες, έκανε ναυτικούς αποκλεισμούς της Ευρώπης και κυριολεκτικά απαγόρευε στις ηπειρωτικές δυνάμεις, κυρίως στην Ρωσία, να κατέβουν στα θερμά νερά. Αυτά λοιπόν είχαμε στο στρατηγικό επίπεδο όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση.
Εκείνη την εποχή, την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διαχειριζόταν το Λονδίνο με στρατηγικό σκοπό να μην διαταραχθεί η κυριαρχία της πάνω στην περίμετρο της Ευρασίας και να μην υπάρχει ενδεχόμενο να εγερθεί κάποιου είδους νέα Βυζαντινή Αυτοκρατορία που θα μπορούσε να αμφισβητήσει στρατηγικά το Ηνωμένο Βασίλειο (ή και να συμμαχήσει με την Ρωσία).
Ολοκληρώνοντας, ερχόμαστε προς το τέλος της δεκαετίας του 1820 όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας ανέλαβε την διακυβέρνηση των Ελλήνων. Πέραν του γεγονότος ότι τα ελληνικά πεδία παρουσίαζαν εικόνα χάους και διαιρέσεων, η Πελοπόννησος ήταν κυριολεκτικά ρημαγμένη. Οι Βρετανοί –και ως προς τούτο έπεισαν και τους Γάλλους– ήθελαν εκεί μόνο «αυτοδιοίκηση», όχι κράτος (και μάλιστα φόρου υποτελή στον Σουλτάνο). Η τριετία του Καποδίστρια είναι η σημαντικότερη της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Η δολοφονία του καθόρισε την τύχη μας μέχρι και σήμερα. Δεν είναι του παρόντος. Το έχουμε διερευνήσει αλλού. Όμως, μπορεί να ειπωθεί ότι εντυπωσιάζει η πολιτική και διπλωματική δεξιοτεχνία του Καποδίστρια, μιας από τις παγκοσμίως μεγαλύτερες πολιτικές και διπλωματικές φυσιογνωμίες του 18ου αιώνα. Με αριστοτεχνικούς διπλωματικούς ελιγμούς και εν μέσω, όπως ήδη αναφέραμε, διαιρέσεων και ειλημμένων βρετανικών στρατηγικών επιλογών, κατόρθωσε να δημιουργήσει κράτος. Να το εκτείνει μέχρι τον Βόλο και την Άρτα και να θέσει αιτήματα για άλλες περιοχές όπου υπήρχαν Έλληνες. Τον δολοφόνησαν. Ποιοί όπλισαν το χέρι; Που να ξέρουμε.
Η δολοφονία του Κυβερνήτη
Σίγουρα ξέρουμε για κάποιο τοπικό παράγοντα που τον μαχαίρωσε. Πολλοί άλλοι, μαθαίνουμε, μέσα στην Εκκλησία και στο προαύλιο κρατούσαν διάφορα φονικά όπλα. Αναζητώντας όμως τα βαθύτερα αίτια, κύριο δικό μας συμπέρασμα είναι ότι την τριετία μετά το 1828, ο κατά τα άλλα καταμόναχος Καποδίστριας, στην τιτάνια προσπάθειά του να ενώσει κάτω από ένα δημοκρατικό κράτος τους διάσπαρτους και διαιρεμένους Έλληνες, κατόρθωσε να υπερφαλαγγίσει τις αντιρρήσεις της στρατηγικά πανίσχυρης τότε Μεγάλης Βρετανίας.
Ποιοι να ήταν άραγε οι ηθικοί αυτουργοί και ενδεχομένως οι υποκινητές των πολυάριθμων επίδοξων δολοφόνων του Καποδίστρια; Δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία. Ίσως η απόδειξη να μην έχει και μεγάλη σημασία. Οι τότε εμπειρίες, όμως, είναι διδακτικές: Επειδή οι Έλληνες διαιρέθηκαν και κυρίως επειδή κάποιοι συνομιλούσαν με ξένους, η δολοφονία του Καποδίστρια αποτέλεσε αφετηρία της μέχρι και σήμερα δύο αιώνων ξενοκρατίας.
Οι Βαυαροί δεν άργησαν να καταργήσουν την αυτό-θέσπιση των πόλεων και των κοινών. Μέσα στο νεοσύστατο «κράτος», όπως και στα δικά τους κράτη, Πολιτική -όπως εμείς οι Έλληνες την κατανοούμε- δεν υπήρξε και δεν υπάρχει μέχρι σήμερα. Αυτοί όμως είχαν και έχουν κρατική ελίτ και διοίκηση. Ο Καποδίστριας επειδή γνώριζε καλά τις ανελέητες κρατοκεντρικές λογικές, φέρεται να είπε: «Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύσει εις την καρδία μας μόνο το αίσθημα το Ελληνικό. Ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης».
Έκτοτε, το ζήτημα είναι κατά πόσο η τροχιά εξάρτησης και κυριαρχίας πραιτοριανών υπηρετών των ξένων θα αντιστραφεί για να τεθούν ξανά στο πολιτικό τραπέζι τα αιτήματα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Για να κυριαρχήσει η φιλοπατρία εντός ενός δημοκρατικά προσανατολισμένου και εθνικά ανεξάρτητου κράτους, όπου οι πολίτες, σύμφωνα με τις ελληνικές πολιτικές παραδόσεις, θα είναι εντολείς της ανακλητής εντολοδόχου εξουσίας και όπου ουδείς με θέση ευθύνης δεν θα τολμά να είναι «φιλήκοος ξένων».
Στο ίδιο πλαίσιο, η Εθνική Ανεξαρτησία (το «ιδεώδες της Ανεξαρτησίας» στην Κλασική Εποχή) θα είναι για όλους τους πολίτες αδιαπραγμάτευτη έσχατη λογική. Όχι κατασκευαστικές ιδεολογίες και ιδεολογήματα. Δημοκρατικό προσανατολισμό προς την «Ιθάκη» της κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας υπό συνθήκες Εθνικής Ανεξαρτησίας. Πόσο μακριά είμαστε; Μήπως μετά την δολοφονία του Καποδίστρια και την Οδύσσεια δύο αιώνων, τελικά τα μνημόνια είναι η χαριστική βολή κατά του νεοελληνικού κράτους και όσων Ελλήνων απέμειναν;
Ανάρτηση από: http://protagorasnews.blogspot.gr