Αναμνηστικό παλιότερων εκλογών, στην αυλόθυρα εγκαταλειμένου σπιτιού των Εξαρχείων (1988).
Τ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Του Τάσου Κωστόπουλου
Στην εμβληματικότερη ίσως δημόσια παρέμβαση με την οποία εγκαινιάστηκε η φετινή προεκλογική χρονιά, ο Μάκης Βορίδης ανήγγειλε στις 21/8/2018 μέσω του ραδιοσταθμού 24/7 πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης «έρχεται να κάνει μια μεγάλη παρέμβαση στο κράτος, μια αλλαγή φιλοσοφίας στους μηχανισμούς αναπαραγωγής της εξουσίας» προκειμένου «να μην ξανάρθει η Αριστερά σε καμιά της μορφή».
Οπως εύστοχα επισημάνθηκε τότε στην «Εφ.Συν.» από τον Κύρκο Δοξιάδη (4/9) και τον συνάδελφο Δημήτρη Ψαρρά (8/9), αυτή η εξαγγελία -που πέρασε απαρατήρητη, σε αντίθεση με την (απλώς άκομψη) διατύπωση του ίδιου πολιτικού περί «ελαττωματικών ιδεών της Αριστεράς»- αποτελεί τομή σε σχέση με το μεταπολιτευτικό κεκτημένο της δημοκρατικής εναλλαγής στην εξουσία, απειλώντας με επαναφορά του πολιτικού σκηνικού στις μέρες της προδικτατορικής Δεξιάς.
«Αι προσεχείς εκλογαί θα αποτελέσουν τρόπον τινά μιαν τοπικήν επιχείρησιν κατά του Κομμουνισμού κυρίως»
Σχέδιο Σταυρίδη για την εκλογική βία και νοθεία (28/7/1961)
Ο Μάκης Βορίδης μιλά, φυσικά, μετά λόγου γνώσεως. Ο πρώτος αρχηγός του, κατά την εξαετία που αυτός χρημάτισε πρόεδρος της Νεολαίας ΕΠΕΝ (1985-1990), ο ισοβίτης δηλαδή δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος, είχε στο ενεργητικό του μιαν αρκετά πλούσια εμπειρία θεσμικών παρεμβάσεων «στο κράτος και τους μηχανισμούς αναπαραγωγής της εξουσίας», προς την ίδια ακριβώς κατεύθυνση.
Δεν αναφερόμαστε στο (εξ ορισμού εξωθεσμικό) στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέκοψε την αναμενόμενη νίκη των κεντροαριστερών «συνοδοιπόρων» στις εκλογές της 28ης Μαΐου 1967 ούτε στα καταφανώς προσχηματικά «δημοψηφίσματα» της χούντας το 1968 και το 1973, αλλά στις τεχνικές επιδόσεις του στο μαγείρεμα εκλογών για λογαριασμό μιας κοινοβουλευτικής κυβέρνησης: τις διαβόητες εκλογές βίας και νοθείας της 29ης Οκτωβρίου 1961, όταν ο μετέπειτα δικτάτορας -στέλεχος τότε της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ)- έδρασε ως γραμματέας της παρακρατικής «Δευτεροβάθμιας Συντονιστικής Επιτροπής» που είχε συγκροτήσει ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, με δεδηλωμένο στόχο να περιορίσει την εκλογική επίδοση της ΕΔΑ κάτω από το 20%.
Ενα μέρος των πρακτικών αυτής της «Δευτεροβάθμιας Επιτροπής» (στην οποία μετείχαν εκπρόσωποι της ηγεσίας του στρατού, των σωμάτων ασφαλείας και των κυβερνητικών υπηρεσιών προπαγάνδας) έχει δημοσιευθεί εδώ και δυο δεκαετίες από τον καθηγητή Παύλο Πετρίδη («Εξουσία και παραεξουσία στην Ελλάδα, 1957-1967», Αθήνα 2000, εκδ. Προσκήνιο). Εδώ θ’ ασχοληθούμε με δύο άλλα τεκμήρια των ίδιων εκλογών, τα οποία παρουσιάζουν διαχρονικότερο ενδιαφέρον.
Το πρώτο είναι ένας οδηγός εκλογικής νοθείας που απευθυνόταν στον μηχανισμό της κυβερνητικής ΕΡΕ κι εντοπίστηκε στο αρχείο τού τότε υπουργού Εργασίας, Αριστείδη Δημητράτου, στο ΕΛΙΑ.
Το δεύτερο είναι ένα εκτενές απόσπασμα από το «σχέδιον διενεργείας των προσεχών εκλογών» που συνέταξε ο Ελευθέριος Σταυρίδης, προϊστάμενος τότε του «Ιδεολογικού και Πολιτικού Τομέως» της Υπηρεσίας Πληροφοριών του υπουργείου Προεδρίας (28/7/1961), σχετικό με την προπαρασκευή εκδηλώσεων «λαϊκής αγανάκτησης» με σκοπό να παρεμποδιστεί κάθε προεκλογική εμφάνιση της ΕΔΑ στα χωριά.
Ενας περίεργος οδηγός
Το εγχειρίδιο του Αρχείου Δημητράτου είναι ένα πρόχειρο δακτυλόγραφο 18 σελίδων, με οδηγίες μαγειρέματος της κάλπης για την επιθυμητή αλλοίωση των αποτελεσμάτων.
Επισήμως, βέβαια, πρόκειται για το ακριβώς αντίστροφο: έναν οδηγό του κυβερνώντος κόμματος της ΕΡΕ προς τους αντιπροσώπους του, για το πώς θ’ αποφύγουν ενδεχόμενη νοθεία των εκλογών υπέρ της αντιπολίτευσης. Η πραγματική φύση του προδίδεται, ωστόσο, από δύο στοιχεία:
● Πρώτον, το πραγματικό πλαίσιο των ημερών. Στη δεδομένη συγκυρία, ο μόνος μηχανισμός που ήταν σε θέση να νοθεύσει τη λαϊκή βούληση, υπαγορεύοντας στους εκλογείς πώς θα ψηφίσουν με προσφυγή σε ποικίλους συνδυασμούς κρατικού καταναγκασμού και υλικών ανταλλαγμάτων, ήταν η ίδια η ΕΡΕ. Αν, απεναντίας, πάρουμε κάθε γραφόμενο του φυλλαδίου τοις μετρητοίς, πρέπει να πιστέψουμε πως οι χωροφύλακες του μετεμφυλιακού κράτους έμπαιναν στα τμήματα για να επιβάλουν στους εκλογείς να ψηφίσουν τη φιλοκομμουνιστική ΕΔΑ!
● Δεύτερον, τη διαβολική σύμπτωση των μεθόδων που περιγράφονται εδώ με την πανελλαδική υλοποίησή τους σε μαζική κλίμακα υπέρ της ΕΡΕ, όπως διαπιστώνουμε από την αντιπαραβολή με τις εμπεριστατωμένες «Μαύρες Βίβλους» που εξέδωσαν τους επόμενους μήνες η Ενωση Κέντρου και η ΕΔΑ, αλλά και με όσα ήρθαν αργότερα στο φως. Η «επιμόρφωση» (6/3/-5/4/1961) από την Υπηρεσία Πληροφοριών 52 περιφερειακών στελεχών που επρόκειτο ν’ αναλάβουν τα «Γραφεία Παραπόνων κι Ενημερώσεως» των νομαρχιών επισφραγίστηκε λ.χ. με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων για τις δυνατότητες εξαγοράς ψήφων σε κάθε περιοχή (Πετρίδης, όπ.π., σ.282-3). Προεργασία που φωτίζει πολύ διαφορετικά όσα αναφέρονται στο εγχειρίδιο σχετικά με τις μεθόδους ελέγχου των εξαγορασμένων ψηφοφόρων από τον μηχανισμό χρηματοδότησης.
Δεν πρέπει άλλωστε να μας διαφεύγει πως ο άνθρωπος που συνέταξε το τελικό πρόγραμμα, βάσει του οποίου διενεργήθηκε η εκλογική βία και νοθεία του 1961, ο υπάλληλος της καραμανλικής ΚΥΠ (και μετέπειτα «θεωρητικός εγκέφαλος» της χούντας), Γεώργιος Γεωργαλάς, είχε αδυναμία σ’ αυτού του είδους την πλάγια εκφορά οδηγιών.
Χαρακτηριστικό δείγμα, το βιβλίο του «Προπαγάνδα» που κυκλοφόρησε το 1967 από τις Εκδόσεις Γεωργιάδη: αφού περιγράφει αναλυτικά τις τεχνικές, τις αρχές, τον σχεδιασμό και τα μέσα της προπαγάνδας σαν πτυχές ενός καταχθόνιου κομμουνιστικού όπλου, ο Γεωργαλάς διακηρύσσει εν τέλει (σ.253-8) την ανάγκη προσφυγής στις ίδιες ακριβώς μεθόδους. Παρόμοια ρητή συμβουλή ήταν, φυσικά, αδιανόητο να περιληφθεί σ’ ένα εγχειρίδιο εκλογικής νοθείας.
Η αξία του επίμαχου φυλλαδίου δεν αφορά όμως μόνο τις συγκεκριμένες εκλογές. Ορισμένες τεχνικές που περιγράφει, όπως η «αλυσίδα» μέσω της οποίας παραβιάζεται η μυστικότητα της ψήφου, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν (κι ενίοτε χρησιμοποιούνται) σε τοπική μικροκλίμακα ακόμη και στις μέρες μας, αν κάποιος υποψήφιος θέλει να ελέγξει την αξιοπιστία των δεδηλωμένων ψηφοφόρων του κι ο δικαστικός αντιπρόσωπος αποδειχθεί αρκούντως αφελής ή αδιάφορος για το αδιάβλητο της ψηφοφορίας.
Παρόμοια σποραδικά κρούσματα στις μεταπολιτευτικές συνθήκες ελευθερίας της έκφρασης και σχετικής ουδετερότητας του κρατικού μηχανισμού δεν έχουν φυσικά την παραμικρή σχέση με το κεντρικά σχεδιασμένο όργιο του 1961, που πραγματοποιήθηκε μέσα σε απίστευτη κρατική τρομοκρατία. Μπορούν, ωστόσο, ν’ αποβούν καθοριστικά στον αγώνα δρόμου μεταξύ συνυποψηφίων του ίδιου κόμματος εξουσίας για την πολυπόθητη -ακριβοπληρωμένη- έδρα.
Ας πάρουμε, όμως, τις οδηγίες του 1961 με τη σειρά. Πώς μπορούσε να βγει από την κάλπη το «σωστό» αποτέλεσμα, όποια και να’ ταν η βούληση των εκλογέων;
Η «δικτατορία» της εφορευτικής
Το πρώτο πράγμα που πληροφορείται το αρμόδιο στέλεχος της ΕΡΕ είναι η δυνατότητά του να ελέγξει τη λειτουργία του εκλογικού τμήματος, παρακάμπτοντας τον ξενομερίτη δικαστικό αντιπρόσωπο, εφόσον διαθέτει την πλειοψηφία της εγχώριας εφορευτικής:
«Μέσα στο εκλογικό τμήμα θα βρης τα ακόλουθα πρόσωπα τα οποία και μόνον δικαιούνται να παραμείνουν εις αυτό:
1) Τα πέντε μέλη της εφορευτικής Επιτροπής.
2) Τον Δικαστικόν αντιπρόσωπον.
3) Τους αντιπροσώπους των συνδυασμών των άλλων Κομμάτων ή των ανεξαρτήτων υποψηφίων.
2) Τον Δικαστικόν αντιπρόσωπον.
3) Τους αντιπροσώπους των συνδυασμών των άλλων Κομμάτων ή των ανεξαρτήτων υποψηφίων.
Από όλους αυτούς που [θα] βρης μέσα, εκείνοι που διευθύνουν την εκλογήν είναι τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής με πρόεδρον τον δικαστικόν αντιπρόσωπον, τα οποία αποτελούν ένα είδος Διδακτορικού [εννοεί: δικτατορικού] Δικαστηρίου του λαού διότι αυτά αποφασίζουν και διατάσσουν περί όλων των εκλογικών ζητημάτων και ζητημάτων τάξεως εντός του εκλογικού τμήματος και εκτός αυτού εις όλην την περιφέρειαν του τμήματός σου. Ο Δικαστικός αντιπρόσωπος είναι σαν να λέμε ο Εισαγγελεύς της Εφορευτικής Επιτροπής ο οποίος διά κάθε ζήτημα θα δώση την γνώμην του. Την απόφασιν όμως την βγάζει η εφορευτική επιτροπή» (σ.1-2).
Σύμφωνα με την ισχύουσα τότε νομοθεσία (ΦΕΚ 1958/Α/51, άρθρα 55-58), τα μέλη της εφορευτικής κληρώνονταν από κατάλογο πολιτών με συγκεκριμένα επαγγέλματα, περιουσιακά στοιχεία και εισόδημα.
Για τα κριτήρια που επικρατούσαν στην πράξη, αποκαλυπτικός είναι ο διορισμός του δολοφόνου του Λαμπράκη, Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, σε εφορευτική επιτροπή ακόμη και μετά τη μεταπολίτευση («Απογευματινή» 31/3/1975).
«Αι εφορευτικαί επιτροπαί παντού είχον καταρτισθή από την ΚΥΠ», εξήγησε μετά τις εκλογές του 1961 ο κεντρώος βουλευτής του Ν. Πέλλης Θωμάς Ανδρεάδης, ενώ ακόμη διαφωτιστικότερος ήταν ο δικαστικός αντιπρόσωπος σ’ ένα χωριό της περιοχής: «Η εφορευτική επιτροπή ανήκε εις το κόμμα της ΕΡΕ. Ετσι, μειοψηφούντος του δικαστικού αντιπροσώπου, ψηφοδέλτιον φέρον σταυρόν επί του μετώπου της εικόνος του κ. Καραμανλή εκρίθη υπό της επιτροπής ως έγκυρον!» (ΕΔΑ, «Μαύρη Βίβλος. Το εκλογικό πραξικόπημα της 29ης Οκτωβρίου 1961», Αθήνα 1962, σ.196 & 198).
Ψηφοφόροι - φαντάσματα
Η δεύτερη οδηγία αφορά την πρόσθεση ενός αριθμού εικονικών ψηφοφόρων, που θα δικαιολογούν το αντίστοιχο παραγέμισμα της κάλπης με τα επιθυμητά ψηφοδέλτια. Μέθοδος που, όπως προκύπτει από τις «Μαύρες Βίβλους», εφαρμόστηκε επίσης εκτεταμένα:
«Ο Γραμματεύς της Εφορευτικής μπορεί να νοθεύση την εκλογήν με τον ακόλουθον τρόπον.
Σε μια στιγμή που δεν τον προσέχει κανείς, καταγράφει ένα ή περισσότερα ονόματα ως δήθεν ψηφίσαντες και έτσι αν έχουν ψηφίσει μόνον 300 άτομα τα παρουσιάζει περισσότερα και έτσι με πρώτη ευκαιρία ρίχνει μέσα στην κάλπην τόσα φάκελλα με ψηφοδέλτια της αρεσκείας του όσα επί πλέον ονόματα έγραψε, ή ακόμη πηδάει μια σειρά ή διαδοχικώς πολλές σειρές και έτσι εμφανίζονται ως ψηφίσαντες περισσότεροι ενώ στην πραγματικότητα είναι λιγότεροι, ή εις την πραγματικότητα ενώ ευρίσκεται εις τον αριθμόν 189 και πρέπει να πάη κατόπιν στον αριθμό 190 πηδάει στον αριθμό 200. Η δουλειά αυτή γίνεται κυρίως το μεσημέρι που η παρακολούθησις γίνεται χαλαρά λόγω του μεσημβρινού φαγητού αλλά και κάθε στιγμή» (σ.7-8).
Υποσημειώνεται ότι, σύμφωνα με την τότε εκλογική νομοθεσία (άρθρο 70), ως γραμματέας οριζόταν από την εφορευτική επιτροπή -όχι τον δικαστικό αντιπρόσωπο- «ένας των εκλογέων», δίχως άλλες προϋποθέσεις.
Η «αλυσίδα»
Ερχόμαστε τώρα στον βασικό μηχανισμό νόθευσης του αποτελέσματος. Μέθοδο που προϋποθέτει είτε την παράλληλη άσκηση βίας είτε την εξαγορά των ψηφοφόρων αλλά, σε αντίθεση με την προηγούμενη, αποδεικνύεται ασφαλέστερη για τους αυτουργούς: αν δεν εντοπιστεί η πηγή αρχικής διαρροής του αυθεντικού φακέλου, είναι πρακτικά αδύνατο να καταλογιστεί οτιδήποτε σε οποιονδήποτε.
Φυσικά κι εδώ στοχοποιούνται τυπικά οι αντίπαλοι −με εξαιρετικά γκροτέσκο κι ελάχιστα πειστικό, όμως, τρόπο:
«Οι αντίπαλοι της Ε.Ρ.Ε. Παλαιοκομματικοί και Κουμουνισταί θα διαθέσουν εις τας παρούσας εκλογάς όπως και πάντοτε τεράστια χρηματικά ποσά δια [να] αγοράσουν ψήφους πτωχών ψηφοφόρων. Το σύστημα αυτό δια [να] εξαγοράσουν ψήφους είναι απλό και ασφαλές.
Ιδού πώς εξαγοράζουν τους ψήφους.
Προμηθεύονται ένα μικρόν φάκελλον με την σφραγίδα της Εφορευτικής Επιτροπής και μέσα στο φάκελλο αυτό κλείνουν το ψηφοδέλτιο που θέλουν. Ετσι κλειστό το φάκελλο το δίνουν εις τον ψηφοφόρον που αγόρασαν και τον καθοδηγούν να εισέλθη εις το εκλογικόν τμήμα, να πάρη από την Εφορευτικιήν Επιτροπήν τον φάκελλον που θα του δώση, να τον βάλη στην τσέπη του όταν αποσυρθή εις το κρυφό διαμέρισμα και γυρίζοντας από το διαμέρισμα να ρίξη στην κάλπην τον κλειστόν φάκελλον που του έχουν δώσει. Οταν τελειώσει και επιστρέψει εις αυτόν που τον αγόρασεν τον άδειο φάκελλο της Εφορευτικής Επιτροπής, τότε του δίδουν τις εκατό δραχμές που συνεφώνησε. Εν συνεχεία με τον φάκελλον που επιστρέφει ο πωλούμενος ψηφοφόρος αγοράζουν και στέλνουν άλλον με το ίδιο κόλπο.
Στο κόλπο αυτό οι Παλαιοκομματικαί και ιδίως οι Κουμουνισταί είναι άσσοι διότι αυτοί με την οργάνωσιν που έχουν γνωρίζουν τους φτωχούς της περιφερείας των και ξέρουν να τους διπλαρώσουν δια [να] τους αγοράσουν.
Το κόλπο αυτό είναι εύκολο δια σένα να το ανακαλύψεις και ιδού πώς: ο ψηφοφόρος προτού ρίξει τον φάκελλον στην ψηφοδόχον υποχρεούται να το επιδείξει εις τον πρόεδρον της Εφορευτικής Επιτροπής και εις όλους τους παρευρισκομένους δηλ. και σε σένα εις τρόπον ώστε να βεβαιωθούν όλοι ότι είναι ένας φάκελλος και όχι περισσότερα και ότι το φάκελλο αυτό έχει την σφραγίδα της Εφορευτικής Επιτροπής αρ.106-108 νόμου.
Θα συνεννοηθής λοιπόν με το μέλος της Εφορευτικής Επιτροπής που δίνει τα φάκελλα και όταν αντιλαμβάνεται ύποπτον τύπον ψηφοφόρου θα προσέχη καλά τον φάκελλον που του παραδίδει αφήνοντας και σε σένα να τον προσέξης τον φάκελλον αυτόν, θα τον παρακολουθήσης μέχρις ότου τον επιστρέψει ο ψηφοφόρος. Αν αντιληφθής ότι διαφέρει από εκείνον που πήρε, τότε θα βάλης το χέρι σου στην τρύπα της ψηφοδόχου ώστε ο ύποπτος ψηφοφόρος να μην δύναται να ρίψη εντός αυτής τον ύποπτον φάκελλον, θα καλέσης την Επιτροπήν και θα ζητήσης την έρευναν του ψηφοφόρου, οπότε ασφαλώς θα ευρεθή επάνω του και ο δεύτερος φάκελλος. Εάν δεν μπορείς να συνεννοηθής με το μέλος της Επιτροπής για να σε βοηθήση στην δουλειά αυτή, τότε θα αναφερθής επισήμως το πρωί ή και αργότερα εις την Επιτροπήν ότι υποπτεύεσαι τοιαύτην καλπονοθείαν και θα ζητήσης τα φάκελλα να σφραγίζονται όλα κατά διάφορον του συνήθους τρόπου» (σ.8-10).
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση Καραμανλή ήταν όπως είδαμε αυτή που είχε ήδη πραγματοποιήσει ολόκληρη υπηρεσιακή έρευνα αγοράς για τη δυνατότητα εξαγοράς ψηφοφόρων. Οσο για την προηγούμενη συνεννόηση του εκλογικού αντιπροσώπου της ΕΡΕ με «το μέλος της Εφορευτικής Επιτροπής που δίνει τα φάκελλα», αυτή μπορούσε να έχει πολύ διαφορετικό περιεχόμενο από τον εντοπισμό κάποιων «υπόπτων».
Σε αντίθεση με τα πάμπολλα κρούσματα απροκάλυπτης κατάργησης της μυστικής ψηφοφορίας που καταγράφηκαν από τον Εβρο μέχρι την Κρήτη, η λειτουργία της «αλυσίδας» στις εκλογές του 1961 ήρθε στο φως μονάχα σε κάποιες κραυγαλέες περιπτώσεις καθολικής επιβολής της. Χαρακτηριστικό δείγμα: «Εις το 72 εκλογικόν τμήμα Νέας Σάντας Ροδόπης οι ψηφοφόροι περνούσαν προηγουμένως από το αστυνομικό τμήμα, όπου ελάμβανον έτοιμον σφραγισμένον φάκελλον με ψηφοδέλτιον της ΕΡΕ, με την εντολήν να ξαναγυρίσουν και να πάνε πίσω το φάκελλο που θα τους έδινε η εφορευτική επιτροπή» (ΕΔΑ, όπ.π., σ.426).
Χοντροκομμένο παραγέμισμα
Ακόμη κι αν ο επίδοξος νοθευτής δεν καταφέρει το παραμικρό απ’ αυτά τα πολύπλοκα κόλπα, το παιχνίδι δεν έχει χαθεί. Το παραγέμισμα της κάλπης με τα επιθυμητά ψηφοδέλτια, εφόσον χρησιμοποιηθούν αυθεντικοί φάκελλοι, έχει κι αυτό το νόημά του:
«Οταν τελειώσει η ψηφοφορία και ανοίξει η κάλπη, η πρώτη δουλειά που θα γίνη είναι να μετρηθούν τα φάκελλα κλειστά χωρίς ν’ ανοιχθούν. Αν λοιπόν τα φάκελλα αυτά βρεθούν περισσότερα από τους ψηφοφόρους που εφήψισαν, τότε αφαιρούνται στην τύχην από την κάλπην και αχρηστεύονται όσα είναι τα περισσότερα, εις τρόπον ώστε να μείνουν τόσα φάκελλα όσα και οι ψηφίσαντες, και μετά αρχίζει το άνοιγμα των φακέλλων και η διαλογή. Αν λοιπόν ξεφύγει το μάτι σου από την κάλπην και σου ρίξουν μέσα δέκα φάκελλα με ψηφοδέλτια των αντιπάλων, τότε πάλι δέκα θα αφαιρεθούν το βράδυ αλλά και από τα δέκα αυτά τα πέντε τουλάχιστον θα είναι του συνδυασμού μας, οπότε χάνουμε κατ’ ουσίαν δέκα ψήφους δηλ. οι πέντε ψηφοφόροι που εψήφισαν εμάς είναι σαν να εψήφισαν τους αντιπάλους» (σ.10-11).
Στην καταμέτρηση
Υστατο πεδίο παρέμβασης αποτελεί η στιγμή της καταμέτρησης. Στο ίδιο πάντα μοτίβο, ο εκλογικός αντιπρόσωπος διδάσκεται τα κόλπα που (θεωρητικά) πρέπει ν’ αποτρέψει:
«Ξεσφράγισμα των φακέλλων και διαλογή των ψήφων. Εδώ είναι ο μεγάλος κόμπος αντιπρόσωπε. Κάθε ψηφοδέλτιο που ανοίγεται πρέπει οπωσδήποτε να περάση από το χέρι σου προτού καταγραφεί δια να το εξετάσης. Αυτό το δικαίωμα θα το ασκήσης με την μεγαλύτερη αυστηρότητα. Αν θελήσει κανείς να σε παραμερίσει την ώραν αυτήν, θα χαλάσης τον Κόσμο με ενστάσεις και καταγγελίες και φωνές και να καταστήσης υπεύθυνον την Εφορευτικήν Επιτροπήν και τον Δικαστικόν Αντιπρόσωπον.
Την ώραν αυτή πρέπει να κάθεσαι σε τέτοιο μέρος ώστε το μάτι σου να μην χάνη ούτε μια στιγμή το ψηφοδέλτιο από την ώραν που θα ανοίγετε το φάκελλον μέχρι την ώραν που θα καταγράφεται εις το πρακτικό της διαλογής. Οταν το ψηφοδέλτιο φθάσει στο χέρι σου, αν είναι ψηφοδέλτιο των αντιπάλων πρέπει να το εξετάσης και από μπροστά και από πίσω μήπως έχει τίποτε σημάδια. Εαν βρεις τέτοια σημάδια που να φαίνεται ότι το ψηφοδέλτιο είναι σημαδεμένο θα κάνης ένστασιν ότι το ψηφοδέλτιο είναι άκυρον. Πρόσεξε μήπως κατά την διαλογήν σου σημαδέψουν δικά μας ψηφοδέλτια για να τα βγάλουν άκυρα»(σ.15).
Για την ιστορική συνέχεια αυτής της μεθοδολογίας, χαρακτηριστικές είναι οι γραπτές εκλογικές οδηγίες της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ προς τα συνδικαλιστικά της στελέχη (1999) που αποκαλύψαμε παλιότερα στον «Ιό» («Ελευθεροτυπία», 22/5/2004): «Καταμέτρηση: καλό είναι να την αναλάβει εκπρόσωπός μας, ώστε να μην σκίζονται ψηφοδέλτια κατά το άνοιγμα του φακέλου. Εννοείται ότι μπορούμε με τρόπο διακριτικό να κάνουμε κάτι τέτοιο στα ψηφοδέλτια των άλλων παρατάξεων».
Η κατασκευή του λαού
Ο πιο κρίσιμος μηχανισμός νόθευσης της λαϊκής ετυμηγορίας, το 1961, δεν προήλθε ωστόσο από τα παραπάνω κόλπα, αλλά από την επίσημη «αναδιάταξη» του εκλογικού σώματος με τρόπο που να εγγυάται το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Για τον καθορισμό των εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας δεν χρησιμοποιήθηκε λ.χ. η μεταπολεμική απογραφή του 1951 αλλά η προπολεμική του 1940, με αποτέλεσμα την κοινοβουλευτική υπερεκπροσώπηση της υπαίθρου σε βάρος των πόλεων, όπου η Αριστερά ήταν σαφώς ισχυρότερη και η εκλογική συμπεριφορά των οποίων ήταν πολύ δυσκολότερο να ελεγχθεί.
Ακόμη σημαντικότερο παράγοντα αλλοίωσης του πραγματικού συσχετισμού αποτέλεσε η απαγόρευση εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους όσων δεν ήταν μόνιμοι κάτοικοι του αντίστοιχου οικισμού πριν από το 1948, μέτρο που απέκλειε από τις εκλογές τους (αριστερούς) εσωτερικούς πρόσφυγες −και η προνομιακή καταστρατήγηση αυτής της απαγόρευσης για 100.000 περίπου πιστοποιημένους «εθνικόφρονες» (Ηλίας Νικολακόπουλος, «Η καχεκτική δημοκρατία», Αθήνα 2001, σ.276-7).
Μεταξύ άλλων, 206 άτομα (ανάμεσά τους 43 χωροφύλακες και 45 αστυνομικοί) βρέθηκαν έτσι να «κατοικούν» πλασματικά στο νεοκλασικό της οδού Ρηγίλλης 18, που από διαβολική σύμπτωση θα στέγαζε το 1974 τα κεντρικά γραφεία της Ν.Δ.!
Η τελευταία αυτή επίδοση αποτελεί και τον συγγενέστερο πρόγονο των άκαρπων σχεδίων του ανιψιού Καραμανλή −για δομική αλλοίωση του εκλογικού σώματος με παροχή δικαιώματος ψήφου σε κάθε «ομογενή» νιοστής γενεάς που την Ελλάδα, τους κατοίκους και τα προβλήματά τους τα γνωρίζει μονάχα από τις καρτ ποστάλ και το Fox TV. Σχέδιο που, όπως δείχνουν τα πράγματα, δεν είναι καθόλου απίθανο να ξαναβρούμε στο μέλλον μπροστά μας.
Η προπαρασκευή της «αγανάκτησης»
Το «Σχέδιον διενεργείας των προσεχών εκλογών» συντάχθηκε από τον Ελευθέριο Σταυρίδη στις 28/7/1961, με παραλήπτη τον υφυπουργό προεδρίας Τρύφωνα Τριανταφυλλάκο −στο προσωπικό αρχείο του οποίου, στο ΕΛΙΑ (φ.ΥΠ/2), εντοπίστηκε το χειρόγραφο πρωτότυπό του, έκτασης 32 σελίδων.
Ανώνυμο δακτυλόγραφο του σχεδίου, αντίγραφο του οποίου φυλάσσεται επίσης στον ίδιο φάκελο, διέρρευσε και δημοσιεύθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του προεκλογικά στην «Αυγή» (17/9/1961), η δε κυβέρνηση το αποκήρυξε με τον ψευδή ισχυρισμό πως, «αν δεν είναι πλαστόν, ασφαλώς θα είναι έργον ανευθύνου προσώπου, με το οποίον ουδεμίαν έχει σχέσιν η πολιτική της Κυβερνήσεως» («Το Βήμα» 19/9/1961). Φυσικά, οι συνταγές του εφαρμόστηκαν πλήρως στην πράξη.
Από το εξαιρετικά εύγλωττο αυτό ντοκουμέντο, αναδημοσιεύουμε εδώ το κεφάλαιο που αφορά την προπαρασκευή «δυναμικών αντιδράσεων» κατά των υποψηφίων της ΕΔΑ από εθνικόφρονες τραμπούκους στην ύπαιθρο (σ.19-21 του δακτυλόγραφου και 29-31 του χειρογράφου).
Συνταγή ευρύτατης εφαρμογής, που αποτέλεσε και το πρόπλασμα για τη λίγο μεταγενέστερη (23/3/1962) μεθόδευση -με εισήγηση των Γεωργαλά και Σταυρίδη- των παρακρατικών «αντισυγκεντρώσεων», που κατέληξαν στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη (22/5/1963).
Διευκρινίζουμε, πάντως, ότι στις συνθήκες απροκάλυπτης κρατικής βίας του 1961, το υποδεικνυόμενο κατώφλι μιας ως επί το πλείστον συμβολικής «ιδιωτικής» βίας κάθε άλλο παρά τηρήθηκε: υποψήφιοι και λοιποί προπαγανδιστές της ΕΔΑ δεν υπέστησαν απλώς υλικές ζημιές, αλλά μεταφέρθηκαν σε κακή κατάσταση στο νοσοκομείο· αντί ν’ απουσιάζουν απλώς από τα επεισόδια, τα όργανα των σωμάτων ασφαλείας πρωταγωνίστησαν συχνά σε αυτά.
«Η αντίδρασις κατά της ΕΔΑ
Αύτη δεν πρέπει να γίνει δια Κρατικών οργάνων, Αστυνομίας ή Αξιωματικών ΤΕΑ. Πρέπει να γίνεται υπό πολιτών Εθνικοφρόνων. Η δε Αστυνομία να μην εμφανίζηται καν δια να τηρή τα προσχήματα της μη αναμίξεως του Κράτους.
Πρέπει να κατανοηθή ότι ο Κομμουνισμός δεν φοβείται το Κράτος, διότι είναι Επανάστασις και τον συμφέρει να έρχεται εις προστριβάς και εις όξυνσιν των σχέσεών του με το Κράτος, δια να επαναστατικοποιή τας μάζας.
Φοβείται όμως, τρέμει κυριολεκτικώς, την αντίδρασιν των μαζών κατ’ αυτού. Δια τούτο και ημείς πρέπει να κινητοποιούμεν μάζας. Π.χ. εις ένα χωριό πήγε ένας βουλευτής της ΕΔΑ ή υποψήφιος με τινα στελέχη δια προγανάδαν, τότε ο μεν Αστυνόμος ή Πρόεδρος της Κοινότητος να μη εμφανισθή καθόλου. Καμμιά δεκαριά όμως ή και περισσότεροι εθνικόφρονες πολίται να παρουσιασθούν αμέσως εις τον βουλευτήν ή υποψήφιον της ΕΔΑ και να του ειπούν:
− Κύριε, παρακαλούμεν να φύγετε αμέσως από το χωριό μας. Δεν σας θέλωμεν, ούτε να σας ακούσωμεν, ούτε να σας ίδωμεν. Πολλά έπαθεν η πατρίδα μας από σας. Εάν μείνετε, δεν εγγυώμεθα ό,τι και αν συμβή, διότι τα πνεύματα είνε εξηρεθισμένα εναντίον σας.
Εάν φύγη, δεν θα τολμή καν να το πη πουθενά διότι σημαίνει ότι το χωριό τον έδιωξε και αυτό δεν τον συμφέρει να το λέγη.
Δια να μείνη και να μη φύγη, πρέπει να έχη υποστηρικτάς από μέσα από το χωριό. Αυτοί πρέπει να έχουν εξουδετερωθή εκ των προτέρων. Δηλαδή να έχουν επισημανθή ποία είναι τα στελέχη του Κομμουνισμού εις το χωριό και από μέρες να τρομοκρατηθούν όχι από αστυνόμους αλλ’ από εθνικόφρονας πολίτας, εν έκαστον χωριστά, να καθίση στ’ αυγά του, διότι θα πάθη πολλά.
Εάν ο βουλευτής ή υποψήφιος αποτολμήση να ομιλήση, τότε να αποδοκιμασθή με φωνές ή με χτύπημα τενεκέδων από νεαρούς αγροτόπαιδας, είτε να μη μπορή να ακούεται τι λέγει, είνε δυνατόν ακόμη να ριφθούν κατ’ αυτού ντομάτες ή άλλα τέτοια, που δεν τραυματίζουν μεν, αλλά γελοιοποιούν και προ παντός να λεκιάζουν ανεπανορθώτως τα ρούχα, ιδίως αν περιέχουν μελάνην.
Εάν ο βουλευτής ή υποψήφιος καταφύγη προς προστασίαν εις την Αστυνομίαν, ο αστυνόμως θα τον δεχθή ευμενώς αλλά θα του πη:
Τι να σου κάμω; Το χωριό δεν θέλει να σ’ ακούση. Επρεπε να το ξέρης και να μην έλθης. Σου είπαν να φύγης και δεν έφυγες. Τώρα σε απεδοκίμασαν. Εγώ δεν έχω κανένα δικαίωμα να τους υποχρεώσω να σε ακούσουν ή να μη σε αποδοκιμάζουν. Οπως δεν μπορώ να εμποδίσω άλλους να σε χειροκροτήσουν ή να σε ζητωκραυγάσουν, έτσι δεν μπορώ να τους απαγορεύσω και να σε αποδοκιμάζουν. Είναι και οι μεν και οι δε ελεύθεροι πολίται να κάμουν ό,τι θέλουν, εφ’ όσον δεν σε έδειραν ή δεν σε επροξένησαν μόλωπας, οπότε βέβαια θα επέμβω, διότι είνε ζήτημα δημοσίας τάξεως. Αλλά μόνον σε απεδοκίμασαν. Αυτό είνε δικαίωμα παντός ελευθέρου πολίτου.
− Μα μου λέρωσαν τα ρούχα.
− Κάμε αγωγήν στο Ειρηνοδικείο δ’ αποζημίωσιν από εκείνον που σου τα λέρωσε!
− Κάμε αγωγήν στο Ειρηνοδικείο δ’ αποζημίωσιν από εκείνον που σου τα λέρωσε!
Εννοείται ότι αυτός θα είνε κανένα αγροτόπαιδο άγνωστο, που θα τραπή αμέσως εις φυγήν και δεν θα ευρίσκεται ποτέ ποίος ήτο.
Τοιαύτη αντίδρασις κατά της ΕΔΑ απευθείας υπό των μαζών ενεργουμένη και άνευ συμμετοχής ή παρουσίας καν αστυνομικών οργάνων είνε εκείνη που τρέμει ο Κομμουνισμός, διότι δεν τολμά να είπη ότι αι μάζες τον αποδοκιμάζουν, θέλει να εμφανίζηται ως εκπρόσωπος των μαζών. Εννοείται μίαν τοιαύτην αποδοκιμασίαν και εκδίωξιν ενός βουλευτού ή υποψηφίου της ΕΔΑ εις κάθε χωριό, θα πρέπει να διατυμπανίζη ο ιδικός μας τύπος και ιδίως ο τοπικός, τόσον προς τρομοκράτησιν των προπαγανδιστών της ΕΔΑ, να μην γνωρίζουν τι τους περιμένει εις κάθε χωριό, όσον και προς μίμησιν των εθνικοφρόνων άλλων χωριών, ίνα και αυτοί εκδιώξουν τους υποψηφίους της ΕΔΑ. Ολα αυτά δύναται να τα οργανώση το ανωτέρω επιτελείον [παρακρατικού σχεδιασμού του εκλογικού αγώνα της ΕΡΕ] δια των τοπικών επιτροπών Νομού και Κοινοτήτων, παρέχον λεπτομερώς οδηγίας. Εάν εις κάθε χωριό, συνοικίαν, συνοικισμόν οργανωθή μία δεκάς εθνικοφρόνων πολιτών δια τοιαύτας περιπτώσεις, ούτοι θα δύνανται να κινητοποιούν και περισσοτέρους και να παρασύρουν την κοινήν γνώμην του χωριού εναντίον των ΕΔΑϊτών.
Η κατ’ ιδίαν ιδίως τρομοκράτησις τοπικών στελεχών της ΕΔΑ δεν πρέπει να γίνεται υπό Αστυνομικών αλλ’ υπό ομάδος εθνικοφρόνων πολιτών με απειλάς όχι εξοριών, αλλ’ οικονομικών ζημιών, αι οποίαι φέρουν άμεσον αποτέλεσμα (δάνεια τραπέζης, συγκέντρωσις προϊόντων, πίεσις χρεών, στέρησις ευκολιών κτλ). Αντιθέτως, εάν το στέλεχος της ΕΔΑ συμμορφούται προς τας συστάσεις, τότε να διευκολύνεται εις τα ζητήματά του. Θα είναι η αρχή του να παύση να είνε Κομμουνιστής»
Ανάρτηση από:https://www.efsyn.gr