Τα σχολεία υποτίθεται λειτούργησαν κανονικά, αφού το 50+1 των κρουσμάτων δεν έκλεινε τυπικά τα τμήματα (παρά μόνο όταν σχεδόν όλο το τμήμα έβγαινε θετικό). Ουσιαστικά λειτουργούσαν αποδεκατισμένα, αφού οι γονείς και με ένα κρούσμα δεν έστελναν τα υπόλοιπα παιδιά. Αποτέλεσμα, όλα να φαίνονται φυσιολογικά (ούτε καν τηλεμάθημα δεν γινόταν!) χωρίς τίποτα να είναι φυσιολογικό!!!
Όσον αφορά την ψυχοκινητικότητα των παιδιών, τα πράγματα δεν είναι απλώς περίεργα. Φαίνεται πως έχουν εκτραχυνθεί. Συμπεριφορές ακραίες, διαβάζουμε τακτικά στα ΜΜΕ. Και μάλιστα όχι μόνο μαθητών, συχνά και γονιών. Οι διευθυντές των σχολείων έχουν ιδιαίτερη εμπειρία επ’ αυτού. Ίσως τα «απόνερα» του εγκλεισμού και του διαδικτύου να είναι παρόντα για τις επόμενες σχολικές χρονιές. Μάλλον πρέπει να επαναπροσδιοριστεί η «οριοθέτηση» και στο σχολικό και στο οικογενειακό και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.
Συχνά και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί διαβάζουμε ότι υπερβαίνουν κάποια όρια. Μεμονωμένα παραδείγματα, αλλά γεννούν ανησυχία. Αφημένοι, χωρίς συμβουλευτική και διδακτική υποστήριξη, αναλώνονται πλέον σε δράσεις, δεξιότητες, εκδηλώσεις… για να συμπληρώσουν την ιστοσελίδα του σχολείου, εκπληρώνοντας τους περίφημους στόχους της «αξιολόγησης». Η ουσία, που είναι η διδασκαλία και η παροχή αγωγής μένουν πολύ πίσω, όπως και αν. Το αίτημα, «τι σχολείο θέλουμε», «τι πρέπει να γνωρίζει ο μαθητής σε κάθε τάξη», καλύπτεται, στο θολωμένο μυαλό όσων χαράζουν πολιτική, από τις εξετάσεις τύπου pisa και από την επικοινωνιακή δεινότητα των φιλοκυβερνητικών μέσων ενημέρωσης.