Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Τώρα, μια καινούργια τροπολογία εξαγγέλθηκε, δια στόματος του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη. Μ’ αυτήν θα σταματήσει επιτέλους η αλληλοεπικάλυψη των υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων στους κόλπους του δημόσιου τομέα, ώστε αυτός να καταστεί επιτέλους αποτελεσματικός.
Ο Πατριάρχης των Παπανδρέου, γνωστός με το παρατσούκλι «παπατζής» στους Έλληνες της γενιάς του ’40, είχε πει πως «αν θέλεις να μην λύσεις ποτέ ένα πρόβλημα, συστήνεις μια επιτροπή (που θα το διερευνά εις τον αιώνα)».
Υπάρχει όμως και ένας άλλος τρόπος, που ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν ανέφερε ποτέ, γιατί βρίσκεται στον πυρήνα λειτουργίας του κομματικοκρατικού πολιτικού μας συστήματος και δεν είναι άλλος απο την ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ.
Εάν η σύσταση μιας επιτροπής είναι ο τρόπος του «στρίβειν δια του αρραβώνος», η ψήφιση μιας τροπολογίας είναι ο τρόπος του «στρίβειν μέσω γάμου». Όμως η κομματοκρατία δεν φοβάται τον γάμο, είναι από την φύση της πολυγαμική και το κυριότερο, ξέρει πως κάθε γάμος (νόμος) που κάνει δεν έχει και τόση σημασία. Οι γάμοι της (νόμοι) έτσι κι αλλιώς είναι εικονικοί, δεν πρόκειται να τηρηθούν. Κι όταν θα έχουν πέσει σε αχρηστία, μια καινούργια τροπολογία θα δώσει παράταση ζωής στο φαύλο κομματικοκρατικό καθεστώς.
Η κατάργηση της αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων και υπηρεσιών, είναι εδώ και χρόνια το Ιερό Δισκοπότηρο για όλες τις κυβερνήσεις, ασχέτως πολιτικού προσανατολισμού και ιδεολογίας. Και το αναζητούν, κατασκευάζοντας κάθε φορά νόμους, τροπολογίες, επιτροπές και αναδιαρθρώσεις κι όλα αυτά βεβαίως εις μάτην.
Κι αυτό γιατί ο ελληνικός δημόσιος τομέας δομήθηκε απο γενέσεως ελληνικού κράτους πάνω στις προδιαγραφές, τις ανάγκες και τους περιορισμούς του κομματικού κράτους. Δεν είναι απλά γέννημα, δημιούργημα της κομματοκρατίας. Είναι σάρξ εκ της σαρκός της, ομοούσιος και φυσικά αδιαίρετος από τον γεννήτορα και δημιουργό του.
Ό,τι συμβαίνει επάνω, στην κορυφή, έχει την αντανάκλαση του κάτω. Η αλληλοεπικάλυψη των υπηρεσιών είναι το αποτέλεσμα της άρνησης συνεργασίας και συντονισμού στο επίπεδο του υπουργικού συμβουλίου. Είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας του κάθε υπουργού να διαπλατύνει τον χώρο του και τις αρμοδιότητες του σε βάρος των «συναδέλφων» του, τους οποίους πρέπει να υπερκεράσει, ώστε πρώτον να γίνει το χαϊδεμένο παιδί του πρωθυπουργού και των ΜΜΕ και δεύτερον να είναι έτοιμος και πρώτος στην διαδοχή όταν ο αρχηγός και πρωθυπουργός παραδόσει (συνήθως νικημένος) την εξουσία.
Και φυσικά, η αλληλοεπικάλυψη είναι η πίσω όψη του νομίσματος της άρνησης συνεργασίας ανάμεσα στα υπουργεία και τις υπηρεσίες τους, ακόμη κι όταν αυτές οι υπηρεσίες έχουν ίδιο αντικείμενο. Κάθε υπουργείο είναι ένα χωριστό «βασίλειο», όπου ο κάθε προϊστάμενος, ακόμη κι ένας απλός υπάλληλος είναι απόλυτος κυρίαρχος απέναντι στους υπηκόους. Και οι υπάλληλοι άλλου υπουργείου ή υπηρεσίας ειναι κι αυτοί υπήκοοι του.
Οι καταστροφές στην Μάνδρα, στο Μάτι, αλλά και όσες είχαν συμβεί παλαιότερα (γιατί όλα ξεχνιούνται αμέσως μόλις αλλάξει το κόμμα που κυβερνά είτε οι υπουργοί σε μια κυβέρνηση του ίδιου κόμματος), οφείλονται κατά μεγάλο μέρος σ’ αυτή την άρνηση συνεργασίας. Ακόμη και ο τραγέλαφος με τους αποκλεισμένους στα χιόνια οδηγούς, πάλι στην άρνηση συνεργασίας οφείλεται κατά μεγάλο μέρος.
Υπάρχουν κι άλλες παθογένειες του δημόσιου τομέα, που κι αυτές προσπαθούν να διορθωθούν, δηλαδή να μπαλωθούν με τροπολογίες, ματαίως κι αυτές. Η αναποτελεσματικότητα πχ του δημόσιου τομέα, που διαπίστωσε με πρόσφατο άρθρο της η καθηγήτρια κ. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη είναι η λογική κατάληξη της σχέσης κομματοκρατίας και υπαλληλικής γραφειοκρατίας.
Όντας μια νομενκλατούρα που αποζεί και πλουτίζει από τα δημόσια έσοδα, το κομματικό κράτος είναι φυσικό να κατεβάζει την ποιότητα του υπαλληλικού προσωπικού, ώστε με το μικρότερο δυνατό κόστος να μπορεί να ικανοποιεί τις ολοένα και αυξανόμενες πελατειακές ανάγκες του.
Προσπαθώντας να κρατήσει χαμηλό το κόστος εργασίας, γεμίζει το δημόσιο με ανεκπαίδευτους και ανίκανους «διοικητικούς», δηλαδή γραφιάδες και σφραγιδοφύλακες, σε βάρος ειδικευμένου και επιστημονικού προσωπικού. Το οποίο, εξ αιτίας των περιορισμών στις προσλήψεις, των χαμηλών αμοιβών του δημοσίου και της ανυπαρξίας ιδιωτικού τομέα, ωθείται φυσικά στην μετανάστευση.
Η ανικανότητα και η διαφθορά των κυβερνώντων, σε συνδυασμό με την χαμηλή ποιότητα του υπαλληλικού προσωπικού, κάνει τις συνθήκες κατάλληλες για την εξάπλωση της διαφθοράς και στα χαμηλότερα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης.
Κι εδώ πάλι, καινούργιες τροπολογίες αναλαμβάνουν δράση για επιδιόρθωση, χωρίς φυσικά αποτέλεσμα. Είναι τόσες πολλές οι τροπολογίες, ώστε η κωδικοποίηση της νομοθεσίας να απαιτεί πολύ γερά νεύρα, υπομονή και τεράστια έξοδα. Και το κυριότερο είναι πως η πληθώρα αυτή των τροπολογιών, σκεπάζει τις παθογένειες του δημόσιου τομέα, τις ανισότητες, τους διαχωρισμούς, τα στεγανά, τις «λούφες» και τους «λουφέδες».
Η συνταγματικά θεσπισμένη κατάργηση των τροπολογιών θα ήταν μια καλή αρχή για την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα στην κατεύθυνση της αποτελεσματικότητας, δηλαδή στην εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου και την προώθηση αναπτυξιακών πρακτικών για την χώρα.
Όμως αυτό μπορεί να γίνει μόνο από μιαν κοινωνία πολιτών, που θα το συνειδητοποιήσει, θα το απαιτήσει και θα το επιβάλλει. Μέχρι τότε ο δημόσιος τομέας θα είναι και αναποτελεσματικός και υπεράριθμος. Και η χώρα θα κινείται σε τροχιές υπανάπτυξης.